ΑΝΑΛΥΣΗ

Γιατί η Γερμανία δεν μπορεί να τα σπάσει με την Ρωσία

Γιατί η Γερμανία δεν μπορεί να τα σπάσει με την Ρωσία, Ευθύμιος Τσιλιόπουλος

Η επίσκεψη της Μέρκελ αυτές τις ημέρες στις ΗΠΑ επανέφερε στο προσκήνιο τις σχέσεις Ρωσίας-Γερμανίας, οι οποίες βρίσκονται στο κέντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής εδώ και 300 χρόνια. Οι δύο χώρες υπήρξαν πολλές φορές σύμμαχοι, αλλά τον 20ο αιώνα πολέμησαν δύο φορές μεταξύ τους. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η εισβολή του Χίτλερ στη Σοβιετική Ένωση οδήγησε τελικά στην ήττα της ναζιστικής Γερμανίας και στη νίκη των Σοβιετικών, η οποία τους επέτρεψε να ελέγχουν τη μισή (ανατολική) Ευρώπη και τη μισή (ανατολική) Γερμανία.

Ακόμα και σήμερα, η κληρονομιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου χρησιμεύει ως βάση για τη διεθνή τάξη. Η κατάρρευση του Γ’ Ράιχ διαμόρφωσε μια νέα γερμανική ταυτότητα σύμφωνα με τα δυτικά μεταπολεμικά πρότυπα. Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, που ήρθε σχεδόν αμέσως μετά τη γερμανική επανένωση, διαμόρφωσε ένα νέο πλαίσιο για τις σχέσεις Ρωσίας-Γερμανίας. Οι διμερείς σχέσεις αναπτύχθηκαν ενεργά σε κάθε επίπεδο και σε πολλούς τομείς.

Με την πάροδο του χρόνου, η Γερμανία έγινε ο σημαντικότερος εμπορικός και οικονομικός εταίρος της Ρωσίας. Πολλές γερμανικές εταιρείες εγκαταστάθηκαν στη ρωσική αγορά. Ταυτόχρονα, οι πολιτιστικοί και ανθρωπιστικοί δεσμοί έφτασαν σε νέα ύψη. Σχεδόν 3.000.000 Γερμανοί από τη Ρωσία και άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες μετακόμισαν στη Γερμανία, δημιουργώντας μια αρκετά μεγάλη ρωσόφωνη διασπορά στο κέντρο της Ευρώπης.

Η κατάρρευση του Ανατολικού Συνασπισμού και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έπεισαν το Βερολίνο ότι ήταν πλέον περιττές οι αμυντικές δαπάνες. Πολύ περισσότερο υπήρχε η πυρηνική ομπρέλα και οι δυνάμεις των ΗΠΑ για να ανασχέσουν ενδεχόμενη ρωσική απειλή. Πολλοί Γερμανοί, λοιπόν, έπαψαν να βλέπουν τη Ρωσία ως απειλή και άρχισαν να την αντιλαμβάνονται ως εταίρο, λόγω του συμπληρωματικού χαρακτήρα των δύο οικονομικών. Η Γερμανία αγοράζει από τη Ρωσία ενέργεια (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και πρώτες ύλες και της πουλάει βιομηχανικά καταναλωτικά προϊόντα.

Ο Πούτιν κέρδισε τους Γερμανούς

Ως νέος τότε πρόεδρος, και μάλιστα γερμανόφωνος, ο Πούτιν έπεισε το Βερολίνο ότι η Ρωσία έβλεπε το μέλλον της σε στενή συνεργασία με την Ευρώπη. Στην ομιλία του τον Σεπτέμβριο 2001 στη γερμανική Βουλή, ο Πούτιν είχε πει ότι η Ρωσία «δεσμεύτηκε για την ευρωπαϊκή επιλογή». Η φιλία Πούτιν-Σρέντερ συμβόλιζε αυτό το νέο επίπεδο σχέσεων που οι Γερμανοί διπλωμάτες περιέγραψαν ως το καλύτερο τα τελευταία 100 χρόνια.

Στα πρώτα χρόνια της θητείας της, η Μέρκελ συνέχισε σε μεγάλο βαθμό τη ρωσική πολιτική του προκατόχου της Σρέντερ. Διατήρησε μια προσωπική σχέση με τον Πούτιν, αλλά δεν δίσταζε να συναντιέται και με ηγέτες της ρωσικής αντιπολίτευσης. Η Ρωσία, πάντως, βάδισε το δικό της δρόμο. Ανέπτυξε το δικό της είδος καπιταλισμού που αφήνει περιορισμένα περιθώρια για πολιτικό και οικονομικό ανταγωνισμό.

Έχοντας συνείδηση πως η Ρωσία θα μπορούσε να σταθεί και πάλι ως μεγάλη δύναμη εάν ανασυγκροτούσε τη στρατιωτική της ισχύ, ο Πούτιν, βοηθούμενος και από την άνοδο της τιμής του πετρελαίου, διοχέτευσε πόρους για την αναβάθμιση των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων και των δυνάμεων ασφαλείας. Ήταν ο τρόπος του για να κλείσει την παρένθεση που είχε ανοίξει ο Γιέλτσιν, μετατρέποντας τη δεκαετία του 1990 τη Ρωσία σ’ ένα είδος “νεοαποικίας” της Δύσης.

Το 2008, η Ρωσία, απάντησε με στρατιωτικό τρόπο σε πρόκληση της δυτικόφιλης κυβέρνησης Σακασβίλι της Γεωργίας, δείχνοντας εμπράκτως ότι χώρες στην “προνομιακή ζώνη συμφερόντων” της, δηλαδή στη γεωπολιτική αυλή της, πρέπει να κρατηθούν μακριά από το ΝΑΤΟ ή αλλιώς θα υποστούν τις συνέπειες. Ήταν ένα έμπρακτο μήνυμα του Πούτιν ότι η Ρωσία πρέπει να γίνεται σεβαστή ως μεγάλη δύναμη.

Η Γερμανία και η κρίση στην Ουκρανία

Κάπως έτσι προέκυψε και το πρόβλημα στην Ουκρανία. Η κυβέρνηση Ομπάμα συνέχισε την πολιτική δυτικής διείσδυσης στη γεωπολιτική αυλή της Ρωσίας, αλλά τήρησε το μέτρο. Στην κρίση το 2014, η Μέρκελ συνέβαλε στην έναρξη της ειρηνευτικής διαδικασίας του Μινσκ με στόχο την επίλυση της σύγκρουσης στην ανατολική Ουκρανία. Το Βερολίνο είχε το ρεαλισμό να συνεργαστεί με τη Μόσχα, παρότι στην πραγματικότητα η Ρωσία ήταν εμμέσως πλην σαφώς μέρος της σύγκρουσης.

Μετά και την προσάρτηση της Κριμαίας, το γερμανικό πολιτικό σύστημα έχει υψώσει τους τόνους και έχει ταχθεί υπέρ των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, αλλά δεν αγγίζει το θεμέλιο των ρωσογερμανικών σχέσεων, που είναι η συμπληρωματικότητα των δύο οικονομιών. Ο αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream 2 είναι η απόδειξη της επιθυμίας του Βερολίνου να διατηρήσει αλώβητες τις οικονομικές σχέσεις και μάλιστα να τις χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για τη σταθεροποίηση των δεσμών της ΕΕ με τη Μόσχα, που πρακτικά σημαίνει αποτροπή της απομόνωσης της Ρωσίας.

Όμως, η μακροχρόνια θητεία της Μέρκελ στην καγκελαρία τελειώνει. Τον Σεπτέμβριο, η Γερμανία θα εκλέξει νέα κυβέρνηση. Η κληρονομιά της Μέρκελ για ετεροβαρείς, αλλά ισορροπημένες σχέσεις με Ουάσινγκτον, Μόσχα και Πεκίνο θα δοκιμαστεί. Υπάρχει πιθανότητα να εμφανιστεί κυβέρνηση συνασπισμού με τη συμμετοχή των Πρασίνων, οι οποίοι διακρίνονται για την αντιρωσική στάση τους.

Ο Μπάιντεν στο προσκήνιο

Το σχέδιο του προέδρου Μπάιντεν να αναθέσει τη σταθερότητα της Ευρώπης στο Βερολίνο και στο Παρίσι δεν είναι εύκολη υπόθεση. ΗΠΑ και Γερμανία μπορεί να δυσκολευτούν πολύ να συνεργαστούν. Μπορεί να χρειαστεί πολύ περισσότερη δουλειά από ό,τι είχαν φανταστεί οι θιασώτες του ευρωατλαντισμού για να διατηρηθεί η συμμαχία σταθερή σε εποχή μεγάλου ανταγωνισμού.

Η Μέρκελ ελίχθηκε με τους Αμερικανούς για να εξομαλύνει το έδαφος και ο αγωγός Nord Stream 2 να ολοκληρωθεί χωρίς σύγκρουση με την Ουάσινγκτον, η οποία επιμένει ότι το Κρεμλίνο θα χρησιμοποιεί τον αγωγό για γεωπολιτικούς σκοπούς. Αυτά στο Βερολίνο, όμως, δεν τα θεωρούν σοβαρά. Όσο η Γερμανία έχει ζωτική ανάγκη το ρωσικό αέριο, άλλο τόσο η Ρωσία έχει ανάγκη τα ευρώ για να στηρίξει την οικονομία της σε δύσκολους καιρούς.

Αν εξαιρέσουμε την οικονομία που φέρνει τις δύο χώρες κοντά, τα ένστικτα της Γερμανίας για τη Ρωσία διαμορφώνονται σε μεγάλο βαθμό από την αντιφατική και βίαιη ιστορία μεταξύ των δύο χωρών τον 20ο αιώνα. Η Γερμανία φοβάται τη Ρωσία, αλλά την θαυμάζει ταυτόχρονα. Θεωρεί ότι η Ευρώπη είναι ατελής χωρίς τη Ρωσία να είναι σταθερά αγκυροβολημένη μέσα της, αλλά δεν μπορεί να συμφιλιωθεί στο γεγονός ότι η σημερινή Ρωσία δεν είναι συμβατή με τη σημερινή Ευρώπη.

Ταυτόχρονα, η Γερμανία προσπαθεί να αποφύγει την αντιπαράθεση και αγωνίζεται για να οριοθετεί την ρωσική συμπεριφορά. Το ιστορικό της αφήγημα σχετικά με την “Ανατολή” δίνει ελάχιστη σημασία στη Λευκορωσία και στην Ουκρανία, λόγω των καταστροφών που άφησαν πίσω τους οι Γερμανοί του Γ’ Ράιχ. Αντ’ αυτού, η Γερμανία μεταφέρει το αίσθημα της ενοχής της για τα ναζιστικά εγκλήματα που έγιναν εναντίον των Σοβιετικών κατ’ εξοχήν στη σύγχρονη Ρωσία.

Ο ρόλος της οικονομίας

Όπως προαναφέραμε, η Γερμανία δεν μπορεί να απεμπολήσει τις εμπορικές σχέσεις της με τη Ρωσία, τον Νο 2 εξαγωγικό προορισμό των προϊόντων της μετά την Κίνα. Στο πλαίσιο αυτό, Γερμανία και Γαλλία ζήτησαν μια νέα στρατηγική της ΕΕ για στενότερη συνεργασία με τη Ρωσία μετά τη συνάντηση κορυφής Μπάιντεν-Πούτιν. Διπλωμάτες δήλωσαν ότι η Μέρκελ έθεσε θέμα η ΕΕ να εξετάσει το ενδεχόμενο να προσκαλέσει τον Πούτιν σε σύνοδο κορυφής της ΕΕ και ότι η πρωτοβουλία της υποστηρίχθηκε από τον Μακρόν.

Η Μέρκελ βρίσκεται σε συνεννόηση με Ευρωπαίους εταίρους, κυρίως με τον Μακρόν και τον Ιταλό πρωθυπουργό Ντράγκι. Αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μπλίνκεν επισκέφθηκε πρόσφατα το Βερολίνο. Το ενδεχόμενο μίας συνόδου κορυφής της ΕΕ με τη συμμετοχή του Ρώσου προέδρου έχει ήδη συζητηθεί μεταξύ Βρυξελλών και Κρεμλίνου. «Όσο κι αν διαφωνούμε, πρέπει να διατηρήσουμε τα κανάλια επικοινωνίας ανοιχτά, ώστε να μπορούμε να εκφράζουμε με σαφήνεια τις θέσεις και τα ενδιαφέροντά μας και, στη συνέχεια, να δούμε αν μπορούν να βρεθούν λύσεις», δήλωσε η Μέρκελ.

Προφανώς, η Γερμανία δεν σκοπεύει να πάρει τις αποστάσεις από την Ρωσία που ζητούν τα κράτη-μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ που προέρχονται από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και διακρίνονται για τον έντονο αντιρωσισμό τους. Ούτε είναι λογικό να περιμένουμε ότι θα υπάρξει ποιοτικού χαρακτήρα σκλήρυνση της στάσης του Βερολίνου έναντι της Μόσχας μετά τις γερμανικές εκλογές. Το διακύβευμα για την γερμανική οικονομία είναι πολύ σημαντικότερο από την υιοθέτηση αυτών που ζητάει η Ουάσιγκτον.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι