ΘΕΜΑ

Αύξηση του τζίρου στα σουπερμάρκετ – Τί αγοράζουν τα νοικοκυριά

Αύξηση του τζίρου στα σουπερμάρκετ – Τί αγοράζουν τα νοικοκυριά

Παρότι οι Έλληνες καταναλωτές μειώσαμε δραστικά τις “σπατάλες” σε είδη πρώτης ανάγκης που ακρίβυναν πολύ, εντούτοις τα σουπερμάρκετ (συγκριτικά με πέρσι) λόγω της αύξησης των τιμών, τζιράρησαν ήδη 200 εκατομμύρια περισσότερα ευρώ από όσα το αντίστοιχο εννεάμηνο του 2021. Συγκεκριμένα, μέχρι τις αρχές του Οκτώβρη του 2021 τα σουπερμάρκετ έκαναν τζίρο 6 δισ. ευρώ, ενώ φέτος, μέχρι τις αρχές του περασμένου Οκτώβρη ο τζίρος τους έφτασε τα 6,2. Δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσο αυξήθηκε το καθαρό τους κέρδος μέσα σε αυτά τα επιπλέον 200 εκατ. ευρώ Η αύξηση του τζίρου τους πάντως οφείλεται ξεκάθαρα στις ανατιμήσεις, αφού έχει μειωθεί συνολικά ο όγκος των πωλήσεων.

Το γεγονός ότι οι καταναλωτές πληρώσαμε φέτος 200.000.000 περισσότερα σε εννέα μήνες σε σύγκριση με πέρσι, ενώ μείωσαν κατά μέσο όρο κατά 1,4% τον όγκο των αγορών μας, σημαίνει ότι πληρώνουμε περισσότερα χρήματα όχι απλώς για τα ίδια, αλλά για λιγότερα από όσα αγοράζαμε πέρσι. Είναι μάλιστα σημαντικό ότι οι πωλήσεις μειώθηκαν σε είδη πρώτης ανάγκης, όπως γαλακτοκομικά και καθαριστικά. Εν γένει οι μειώσεις στις πωλήσεις αντιστοιχούν στα είδη που είχαν και τις μεγαλύτερες αυξήσεις.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας ερευνών IRI στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2022 ο τζίρος των καταναλωτικών αγαθών αυξήθηκε κατά 4,5%, κάτι που οφείλεται στις ανατιμήσεις και όχι στην αύξηση της ζήτησης. Συγκεκριμένα, κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2022 διαμορφώθηκε στα 6,2 δισ. ευρώ από 6 δισ. ευρώ στο αντίστοιχο εννεάμηνο του 2021. Την ίδια χρονική περίοδο ο όγκος των πωλήσεων υποχώρησε κατά 1,4% στο εννεάμηνο του 2022, σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα. Να υπενθυμίσουμε μάλιστα ότι πέρσι το καλοκαίρι και το φθινόπωρο είχαμε σε πλήρη έξαρση την πανδημία και η κατανάλωση θα έπρεπε λογικά να ήταν μικρότερη από φέτος. Εντούτοις ίσχυσε το αντίθετο. Αν και ελεύθεροι από περιοριστικά μέτρα, καταναλώσαμε λιγότερα προϊόντα.

Αυτό που φαίνεται από τα στοιχεία της IRI στις συγκρίσεις ανά μήνα είναι ότι μεγαλώνει το χάσμα μεταξύ του ρυθμού αύξησης της αξίας πωλήσεων και του όγκου πωλήσεων. Δηλαδή η εικόνα χειροτερεύει μήνα με το μήνα. Συγκεκριμένα, κατά τον Σεπτέμβριο, έναν μήνα “καλό” καταναλωτικά επειδή ανοίγουν τα σχολεία αλλά και ασχολούμαστε με το σπίτι μετά τις όποιες διακοπές, η αξία πωλήσεων αυξήθηκε κατά 11,1% σε σχέση με τον περυσινό, αλλά ο όγκος πωλήσεων ήταν αυξημένος μόλις κατά ένα -αμελητέο επί τη ουσίας- 0,3%. Αυτό σημαίνει ότι φέτος το Σεπτέμβρη δώσαμε για αγορές 11,1% παραπάνω από όσα πέρσι, αλλά στην ουσία δεν αγοράσαμε ούτε ένα προϊόν παραπάνω, από όσα είχαμε πάρει το 2021!

Υψηλά και τα προϊόντα “ιδιωτικής ετικέτας”

Υψηλά παραμένουν παράλληλα τα προϊόντα των αλυσίδων των σουπερμάρκετ που άγνωστο για ποιο λόγο βαφτίστηκαν “ιδιωτικής ετικέτας”, καθώς οι βιομηχανίες με τα λεγόμενα επώνυμα προϊόντα ασφαλώς και δεν έχουν δημόσια ετικέτα. Η αγορά των προϊόντων που έχουν την ετικέτα του σουπερμάρκετ και την επωνυμία που αυτό δίδει σε αυτά, αποδίδεται στο ότι έχουν πάντα χαμηλότερη τιμή από τα άλλα. Π.χ. ένα εμφιαλωμένο νερό που πωλείται ως “ΑΒ” ή ως “Μαράτα” προς 0,15 ευρώ παράγεται από την ίδια εταιρεία που πουλά το δικό της στο ίδιο ράφι προς 0,18 ή και παραπάνω.

Οι  τρεις μεγάλες κατηγορίες καταναλωτικών αγαθών για τα οποία πληρώσαμε περισσότερα ευρώ, είναι τα συσκευασμένα τρόφιμα (5% παραπάνω), τα είδη ατομικής υγιεινής και ομορφιάς (2,4%) και τα καθαριστικά (0,5%). Κατά κατηγορία τώρα προς σύγκριση, αναφέρουμε ότι στα συσκευασμένα τρόφιμα που μας στοίχισαν 5% παραπάνω, αγοράσαμε 0,6% λιγότερα. Δηλαδή ολοφάνερα φάγαμε λιγότερα, ενώ πληρώσαμε περισσότερα και το 5% δεν είναι στην ουσία αντιπροσωπευτικό της αύξησης αφού αυτή είναι σίγουρα μεγαλύτερη με τη μείωση των προϊόντων που βάλαμε στο “καλάθι του νοικοκυριού”.

Στα είδη ατομικής υγιεινής οι ανατιμήσεις ήταν ακόμα υψηλότερες, διότι ενώ δώσαμε 2,4% παραπάνω ευρώ από πέρσι, αγοράσαμε 4,7% λιγότερα προϊόντα. Στα απορρυπαντικά- καθαριστικά είναι επίσης πολύ έντονη η αντίθεση: Ενώ δώσαμε “μόλις” 0,5% παραπάνω, αυτό το δώσαμε για να πάρουμε 5,9% λιγότερα απορρυπαντικά.

Ποια προϊόντα “κόψαμε” 

Πριν από ένα μήνα είχαμε στη διάθεσή μας περισσότερα στοιχεία από την αντίστοιχη έκθεση για το πρώτο οκτάμηνο του έτους, και από εκείνην προέκυπτε ότι αυξήσαμε τις αγορές σε ζάχαρη και πάνες μωρών. Αυτό δεν οφείλεται στο ότι γεννήθηκαν περισσότερα μωρά ή ξαφνικά αποφασίσαμε να φτιάχνουμε περισσότερα γλυκίσματα, αλλά στο ότι λόγω της ακρίβειας εγκαταλείψαμε τα συνοικιακά μικρά μαγαζιά και στραφήκαμε στα σουπερμάρκετ από όπου αγοράζουμε πάνες και ζάχαρη φθηνότερα. Η ζάχαρη μάλιστα ακρίβυνε εντυπωσιακά μέσα στο 2022.

Ένας λόγος της αύξησης αγοράς ζάχαρης θα μπορούσε να είναι το ότι πολλοί για να κάνουν οικονομία πίνουν πια καφέ ή τσάι στο σπίτι, όμως αυτό λογικά δεν μπορεί να ευσταθεί, διότι πέρσι λόγω της καραντίνας πίναμε πολύ συχνότερα καφέ στο σπίτι. Αντίθετα μειώθηκαν κατά 12% οι αγορές βαφής μαλλιών, όμως και αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι πέρσι λόγω της πανδημίας πολλές γυναίκες έβαφαν τα μαλλιά στο σπίτι, ενώ πλέον πηγαίνουν χωρίς περιοριστικά μέτρα στο κομμωτήριο.

Μειώθηκε παράλληλα η κατανάλωση πολύ και σε κρασί και ουίσκι, όμως και αυτό πιθανόν να συνδέεται με το γεγονός ότι κατά τους περσινό αντίστοιχο διάστημα του 2021 υπήρχαν καραντίνες και οι περισσότεροι έβρισκαν διέξοδο για ποτό σε σπίτια και όχι σε μπαράκια. Οπότε εύλογα φέτος μειώθηκαν οι αγορές αλκοολούχων από σουπερμάρκετ χωρίς αυτό να οφείλεται απαραιτήτως στην αύξηση της τιμής των προϊόντων.

Όμως μειώθηκε η κατανάλωση και σε πολλά άλλα είδη, άσχετα προς την πανδημία, όπως στα φίλτρα του καφέ, στα καθαριστικά, στους ξηρούς καρπούς (μείωση 8,1%) και στο γιαούρτι (μείωση κατά 7%), στο γάλα (μείωση 6,4%), στις μαργαρίνες (6,4%) και στις κατεψυγμένες πίτες (6,8%) καθώς και στα συσκευασμένα, κατεψυγμένα ψάρια (κατά 15%). Απεναντίας, φαίνεται πως “το ρίξαμε” στις μακαρονάδες, ένα σχετικά οικονομικό φαγητό που αυξήσαμε την κατανάλωσή του κατά 6,2%.

Παράλληλα αγοράσαμε κατά 4,4% περισσότερο προσυσκευασμένο ψωμί –δηλαδή αυτό που διακινείται στα ράφια των σουπερμάρκετ-, επειδή εκεί υπάρχει ακόμη ψωμί που πωλείται προς 70-80 λεπτά, ενώ οι περισσότεροι φούρνοι αδυνατούν να πουλήσουν τη φραντζόλα των 350-400 γραμμαρίων φθηνότερα από 0,90 ή 1 ευρώ.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Exit mobile version