Δίκοπο μαχαίρι για την ΕΕ η εξάρτηση από την Κίνα – Τι φοβάται η Γερμανία

Δίκοπο μαχαίρι για την ΕΕ η εξάρτηση από την Κίνα – Τι φοβάται η Γερμανία, Αλέξανδρος Μουτζουρίδης

“Ακριβά” κινδυνεύει να στοιχίσει στην ΕΕ και ιδίως στη Γερμανία οποιαδήποτε επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας, είτε λόγω των συνεπειών του κορωνοϊού είτε λόγω των αμερικανικών πιέσεων για την εφαρμογή “αντικινεζικών” πολιτικών. Η εξάρτηση από την Κίνα παραμένει “αγκάθι” για τα κράτη-μέλη που, από τη μια θέλουν να διαφυλάξουν την εγχώρια παραγωγή τους και από την άλλη να διατηρήσουν ή να αυξήσουν το μερίδιο των επιχειρήσεών τους στην κινεζική αγορά.

Οι Βρυξέλλες –ακολουθώντας την Ουάσιγκτον– “γκρινιάζουν” εδώ και καιρό για την αμέριστη κρατική στήριξη που παρέχει το Πεκίνο στις κινεζικές επιχειρήσεις, την ώρα που η Γερμανία, η Γαλλία και άλλα βιομηχανικά μέλη της Ένωσης κατευθύνουν κονδύλια για τη διάσωση, ενίσχυση και διευκόλυνση των δικών τους επιχειρήσεων. Η αντίφαση αυτή συμπληρώνει το πρόβλημα της αυξανόμενης εξάρτησης ορισμένων κλάδων, σε μια περίοδο που το ενδοευρωπαϊκό εμπόριο φθίνει.

Το 2019 οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξαιρουμένου του Ηνωμένου Βασιλείου, εξήγαγαν προς την Κίνα αγαθά αξίας 200 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat. Το ποσό είναι μικρότερο από τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ και από τις ενδοευρωπαϊκές, κι αυτό είναι το βασικό επιχείρημα των Αμερικανών αναλυτών ότι τελικά η εξάρτηση της Ευρώπης από την Κίνα δεν είναι τόσο ανησυχητική ώστε να φοβάται τυχόν κινεζικά αντίποινα, στο πλαίσιο του “εμπορικού πολέμου” με τις ΗΠΑ.

Παρόλα αυτά, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των ευρωπαϊκών εξαγωγών προς την Κίνα, ήταν, κατά τη Eurostat, ο μεγαλύτερος σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο εταίρο, αγγίζοντας το 10% ετησίως, από το 2009 ως το 2019. Τη μεγαλύτερη εξάρτηση στην ΕΕ, βεβαίως, από την κινεζική αγορά, την έχει η Γερμανία, από την οποία έτσι κι αλλιώς προκύπτει το 30% των συνολικών εξαγωγών της Ένωσης (ακολουθεί η Γαλλία με 12% και η Ιταλία με 11%), απολαμβάνοντας εμπορικό πλεόνασμα ύψους 224 δισ. ευρώ. Όπως είναι γνωστό, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας, με το διμερές εμπόριο να αγγίζει, το 2018, τα 200 δισ. ευρώ.

Η εξέλιξη των συναλλαγών της ΕΕ με τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της την περίοδο 2009-2019 (Πηγή: Eurostat).

Η γερμανική εξάρτηση από την Κίνα

Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού και έπληξε την κινεζική οικονομία, οι Γερμανοί εξαγωγείς βρίσκονταν σε “αναμέννα κάρβουνα”. Σύμφωνα με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις του ινστιτούτου ερευνών IFO, για κάθε 1% που θα έχανε το κινεζικό ΑΕΠ, η Γερμανία θα έχανε 0,06% από την ανάπτυξή της. Ο βασικότερος κλάδος που επηρεάστηκε από την πανδημία ήταν, προφανώς, η αυτοκινητοβιομηχανία.

Το 2019, η Γερμανία είχε φτάσει να πουλά στην Κίνα περίπου το ένα τρίτο του συνόλου των οχημάτων που κατασκεύασε, ήτοι λίγο πάνω από 5,2 εκατομμύρια. Να σημειωθεί ότι το πρόβλημα για τις γερμανικές επιχειρήσεις δεν είναι μόνο η μειωμένη ζήτηση από τους Κινέζους αλλά και η εξάρτησή τους από προμηθευτές και εργοστάσια στην Κίνα.

Για παράδειγμα, μέχρι πρότινος λειτουργούσαν 30 εργοστάσια για λογαριασμό γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών, ενώ οι τελευταίες προμηθεύονται εξαρτήματα από 315 σημεία σε όλη την Κίνα, διαμορφώντας μια εκτεταμένη αλυσίδα εφοδιασμού. Μόνο η Volkswagen υπολογίζεται ότι αντλεί τα μισά από τα κέρδη της ή και περισσότερο, από τις κινεζικές πωλήσεις, ενώ προχωρά και σε επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες με αντικείμενο την ηλεκτροκίνηση.

Εν τω μεταξύ, ο σύνδεσμος αυτοκινητοβιομηχανιών της Γερμανίας χαιρέτισε ιδιαίτερα το νέο πακέτο 130 δισ. ευρώ, που ανακοίνωσε το Βερολίνο για την ενίσχυση της ζήτησης και των επενδύσεων. Να θυμίσουμε ότι οι πωλήσεις νέων αυτοκινήτων στην Ευρώπη μειώθηκαν 76% των Απρίλιο και στη Γερμανία 61%. Η τάση της αγοράς ενισχύει τη σημασία της Κίνας ως τη μεγαλύτερη αγορά για τον κλάδο αυτό, η οποία παρουσίασε σχετική ανθεκτικότητα εν μέσω της πανδημίας, σε σχέση με τις εκτιμήσεις. «Η ανάκαμψη της κινεζικής αγοράς αυτοκινήτου θα βοηθήσει τους Γερμανούς κατασκευαστές να εξισορροπήσουν την κατάσταση που επικρατεί στην Ευρώπη», σημείωσε σχετικά η Fitch.

Πολιτικές προεκτάσεις

Γερμανοί αναλυτές εκφράζουν φόβους ότι οποιαδήποτε εμπλοκή της Γερμανίας στο διπλωματικό και εμπορικό πόλεμο μεταξύ της Κίνας και άλλων χωρών (ΗΠΑ, Βρετανία κ.λπ.) ενέχει τον κίνδυνο αντιποίνων που θα επηρεάζουν τις γερμανικές επενδύσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Σοσιαλδημοκράτες κατηγόρησαν την κυβέρνηση Μέρκελ ότι υποτιμά την κατάσταση, όταν το Βερολίνο συμμετείχε στην πρόσφατη κριτική απέναντι στη συμπεριφορά των κινεζικών αρχών στο Χονγκ Κονγκ.

Δημοσίευμα του Spiegel έκανε λόγο για “παγίδευση” της καγκελαρίου μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ, σημειώνοντας ότι η εξωτερική πολιτική προς το Πεκίνο θα βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας της γερμανικής προεδρίας της ΕΕ, που αρχίζει τον Ιούλιο. Ήδη έγινε γνωστό ότι οι Γερμανοί προετοιμάζουν Σύνοδο Κορυφής στο Λάιπτσιχ στο Σεπτέμβριο, όπου θα παρευρίσκεται, εκτός από τους ηγέτες της ΕΕ, και ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ. Θα είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ΕΕ που το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα έχει “καλεσμένο” κάποιον άλλο αρχηγό κράτους.

Είναι προφανές ότι το Βερολίνο επιθυμεί να στείλει ένα μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις ότι είναι διατεθειμένο να διατηρήσει μια ομαλή σχέση με τους Κινέζους και να μην ακολουθήσει αβίαστα τις επιταγές της Ουάσιγκτον. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Νιλς Άνεν, στέλεχος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, «οι ΗΠΑ απαιτούν τυφλή υπακοή σε ό,τι αφορά την πολιτική για την Κίνα, αλλά δεν προσφερόμαστε».

Για τους λόγους αυτούς, η Γερμανία αναμένεται να αναθερμάνει τη συζήτηση για την πολυσυζητημένη “επενδυτική συμφωνία” της ΕΕ με την Κίνα, η διαπραγμάτευση για την οποία υποτίθεται ότι θα είχε ξεκινήσει εδώ και καιρό. Η στάση της αυτή δεν σημαίνει βέβαια και ευθυγράμμιση με το Πεκίνο. Τα μέτρα προστασίας των γερμανικών επιχειρήσεων από εξαγορές, εν όψει της καθίζησης λόγω κορωνοϊού, αποδεικνύουν ακριβώς αυτό. Οι Γερμανοί θέλουν και να εμποδίσουν την υπερβολική διείσδυση των Κινέζων στην Ευρώπη, και ταυτόχρονα να απολαμβάνουν επωφελή πρόσβαση στην αγορά τους.

Αυτό άλλωστε, έσπευσε να ζητήσει η καγκελάριος από τον Κινέζο προωθυπουργό, Λι Κεκιάνγκ, σε τηλεδιάσκεψη που είχε μαζί του στις 11 Ιουνίου. Ίση μεταχείριση των αλλοδαπών εταιρειών και περισσότερα βήματα για πρόσβαση στην αγορά ήταν που ζήτησε η Μέρκελ, εγείροντας και μια σειρά άλλων ζητημάτων με πολιτική σημασία για το Βερολίνο, όπως η κλιματική αλλαγή.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Exit mobile version