ΘΕΜΑ

Από τον Ανδρέα στον Ανδρουλάκη – Τα Μνημόνια, η πτώση και η νέα σελίδα

Γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν ψηφίζει το ν/σ για αναδιάρθρωση του ΕΣΥ

Μπορεί ο μύθος του “νικηφόρου πρίγκηπα” να διαλύθηκε γρήγορα, αλλά η λογική του δικομματισμού ήταν δεδομένο ότι θα έστελνε τον Γιώργο Παπανδρέου στο Μαξίμου, εάν παρέμενε στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Το φθινόπωρο του 2007, ηττήθηκε για δεύτερη φορά σε εθνικές εκλογές από τον Κώστα Καραμανλή. Παρόλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ του έδωσε μία δεύτερη ευκαιρία. Τον επανεξέλεξε κόντρα στον Βαγγέλη Βενιζέλο, επειδή υπέκυψε αφενός στο σύνδρομο της πολιτικής δυναστείας, αφετέρου στην έμμεση απειλή ότι δεν θα παραδώσει το κόμμα στον αντίπαλό του.

Η εσωκομματική εκείνη σύγκρουση προκάλεσε βαθύ ρήγμα στο ΠΑΣΟΚ που δεν γεφυρώθηκε ποτέ. Η νίκη στις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2009 και ο θρίαμβος στις εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου 2009 απλώς το επικάλυψαν. Η ανώμαλη προσγείωση του Γιώργου Παπανδρέου από τα φανταιζί μεταμοντέρνα καμώματα των πρώτων εβδομάδων της πρωθυπουργικής θητείας του στην αγκαλιά της Τρόικας θα μπορούσε να είναι το θέμα ενός εντυπωσιακού μυθιστορήματος. Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, πάντως –με ελάχιστες εξαιρέσεις– μπήκαν σαν υπάκουα “πρόβατα” στο μαντρί του Μνημονίου.

Τον Μάιο 2010 το ΠΑΣΟΚ διέβη τον Ρουβίκωνα”. Μπορεί η διαδικασία ιδεολογικοπολιτικής μετάλλαξης να είχε αρχίσει πριν χρόνια, αλλά τότε άρχισε η διάρρηξη των δεσμών του με την παραδοσιακή εκλογική πελατεία του. Το κραχ επηρέασε καταλυτικά το πολιτικό κλίμα, οξύνοντας την κρίση νομιμοποίησης της κυβέρνησης. Έτσι φθάσαμε στο κίνημα των Αγανακτισμένων.

Έχοντας από τον Ιούνιο 2011 αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών, ο Βενιζέλος ταυτίσθηκε με τον αρχηγό του όσον αφορά τις μνημονιακές πολιτικές. Αυτό, όμως, δεν μείωσε ούτε την επιθυμία του να πάρει τη ρεβάνς, ούτε και την αμοιβαία αντιπάθεια. Έτσι, όταν το ευρωιερατείο μεθόδευσε στις Κάννες (Οκτώβριος 2011) την αποπομπή του Γιώργου Παπανδρέου από την πρωθυπουργία, βρήκε στο πρόσωπο του Βενιζέλου έναν πρόθυμο σύμμαχο.

Κυβέρνηση Παπαδήμου

Με την παραίτηση-αποπομπή του Γιώργου Παπανδρέου από την πρωθυπουργία και τον σχηματισμό της κυβέρνησης Παπαδήμου, ο δρόμος για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ είχε ανοίξει διάπλατα για τον τότε υπουργό Οικονομικών Βαγγέλη Βενιζέλο. Η “ενθρόνισή” του λίγο καιρό αργότερα ικανοποίησε την αρχηγική φιλοδοξία του, αλλά σίγουρα δεν είχε τίποτα από την αίγλη που είχε ονειρευθεί.

Η εκλογή του ήταν κακέκτυπο της τελετουργικής “στέψης” του Γιώργου Παπανδρέου στις αρχές του 2004. Οι “πράσινοι” είχαν ελπίσει ότι η αλλαγή ηγεσίας (από τον Σημίτη στον γιο του ιδρυτή) θα λειτουργούσε σαν Κολυμβήθρα του Σιλωάμ, αλλά τα γεγονότα τους διέψευσαν. Μάλιστα, η μεταλλαγή του ΠΑΣΟΚ από υπερασπιστή των μη προνομιούχων σε σημαιοφόρο του Μνημονίου το 2010 το έφερε σε μετωπική σύγκρουση με τα μικρομεσαία στρώματα, τα οποία το στήριζαν για δεκαετίες.

Το γεγονός ότι με επικεφαλής τον Βενιζέλο συνέχισε ακριβώς την ίδια πορεία απέδειξε ότι ο νέος αρχηγός ήταν αντάξιος συνεχιστής του μεγάλου κατεδαφιστή Γιώργου Παπανδρέου. Μπορεί οι δύο τους να είναι διαμετρικά αντίθετες προσωπικότητες, αλλά αυτό που μέτρησε πολιτικά ήταν ο κοινός παρονομαστής τους: η ταύτιση με το Μνημόνιο. Το ΠΑΣΟΚ των δύο επιγόνων (Γιώργου Παπανδρέου και Βενιζέλου) μόνο το όνομα είχε κοινό με το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.

Το άλλοτε κραταιό Κίνημα είχε “καεί” πολιτικά-εκλογικά. Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι έπαψε να ισχύει πια το δόγμα ότι όποιος καθίσει στον “θρόνο” του ΠΑΣΟΚ αργά ή γρήγορα θα καθίσει και στον πρωθυπουργικό θώκο. Η κρίση δεν προκάλεσε μόνο οικονομικά και κοινωνικά ερείπια. Προκάλεσε και μία πρωτοφανή κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης. Το εκλογικό αποτέλεσμα του Μαΐου 2012 επισφράγισε την ανατροπή των ισορροπιών του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος.

Η φυγή και η “Ελιά”

Με την αντικατάσταση του παραδοσιακού δικομματισμού (ΠΑΣΟΚ-ΝΔ) από το δίπολο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ υποβαθμίσθηκε από αυτοδύναμος πόλος σε μικρομεσαίο κόμμα. Για την ακρίβεια, λόγω του μνημονιακού στίγματος και της βεντέτας του Βενιζέλου με τον ΣΥΡΙΖΑ, μετατράπηκε σε πολιτικό συμπλήρωμα της ΝΔ, στο πλαίσιο της “παράταξης του Μνημονίου”, ή, όπως ευσχήμως αργότερα απεκλήθη, του “ευρωπαϊκού τόξου”.

Η Κεντροαριστερά, βεβαίως, δεν έπαψε να είναι ο ένας από τους δύο μεγάλους ιδεολογικοπολιτικούς χώρους. Οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι, όμως, κατά κανόνα έπαψαν να εκφράζονται πολιτικά από το ΠΑΣΟΚ. Κατέφυγαν ως εκλογικοί πρόσφυγες κατά κανόνα στον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αρκετά λιγότεροι στράφηκαν στη ΝΔ.. Εξαρχής φάνηκε πως επρόκειτο περισσότερο για πολιτικό διαζύγιο και λιγότερο για προσωρινή εκλογική τιμωρία. Με άλλα λόγια, ο “πράσινος ήλιος” έδυε ως πρωταγωνιστής του πολιτικού συστήματος.

Σε μία προσπάθεια να ανακτήσει πολιτική δυναμική, ο Βενιζέλος, ως αρχηγός του –και υπερχρεωμένου στις τράπεζες– ΠΑΣΟΚ επιχείρησε να “αλλάξει ρούχα” και να κρυφτεί κάτω από την ομπρέλα της “Ελιάς”. Ήλπιζε ότι η έμμεση αλλαγή ονομασίας και η συνεργασία με ορισμένες προσωπικότητες του Σημιτισμού θα τον διέσωζε. Η “Ελιά”, όμως, ήταν ανίκανη να ανασυγκροτήσει την όλη Κεντροαριστερά, επειδή παρέμεινε και μάλιστα με αυξημένο φανατισμό στο πλαίσιο των μνημονιακών πολιτικών. Πώς να επανασυσπειρώσει τους πρώην “πράσινους” ψηφοφόρους, ξανασερβίροντάς τους με άλλο περιτύλιγμα την πολιτική που τους είχε διώξει;

Η εκλογή της Φώφης

Οι εκλογές του 2015 επιβεβαίωσαν τον πολιτικό υποβιβασμό του ΠΑΣΟΚ στη Β’ κατηγορία και οδήγησαν σε αλλαγή ηγεσίας. Έτσι βρέθηκε στο τιμόνι η Φώφη Γεννηματά. Αν και στη μέχρι τότε πορεία της δεν είχε να επιδείξει τίποτα αξιοσημείωτο, το γεγονός ότι είναι θυγατέρα του Γιώργου Γεννηματά έφθασε για να της εξασφαλίσει την εσωκομματική νίκη. Επιβεβαιώθηκε για μία ακόμα φορά ότι το σύνδρομο της δυναστείας ζει και βασιλεύει στην ελληνική πολιτική σκηνή. Πρόσθετη μεταγενέστερη επιβεβαίωση ήταν η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ. Είχαν, βεβαίως, προηγηθεί ο Κώστας Καραμανλής και ο Γιώργος Παπανδρέου, αμφότεροι “πορφυρογέννητοι”, ο ένας ανηψιός του ιδρυτή της ΝΔ και ο άλλος γιος του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ.

Η Γεννηματά μπορεί να μην έγερνε προς τη ΝΔ τόσο πολύ όσο ο προκάτοχός της Βενιζέλος, αλλά ήταν εξαρχής σαφές ότι το κύριο μέτωπο το είχε εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δεν οφειλόταν μόνο στην –σε μεγάλο βαθμό– ιδεολογική προσχώρηση του “πράσινου” στελεχιακού δυναμικού στον φιλελευθερισμό. Οφειλόταν και στον υπαρξιακό ανταγωνισμό: Το δόγμα που κυριαρχούσε και σε μεγάλο βαθμό συνεχίζει να κυριαρχεί στα ηγετικά κλιμάκια του ΠΑΣΟΚ είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μας άρπαξε τους ψηφοφόρους και για να τους πάρουμε πίσω πρέπει να τον εξοντώσουμε πολιτικά!

Επειδή, όμως, η πολεμική εναντίον της κυβέρνησης Τσίπρα αποδείχθηκε πως δεν έφερνε πίσω ψηφοφόρους, η Φώφη επανέλαβε το εγχείρημα του Βενιζέλου. Αυτή τη φορά δεν ήταν η “Ελιά”, αλλά το Κίνημα Αλλαγής (ΚΙΝΑΛ). Το εγχείρημα επανασυγκόλλησης κάποιων πολιτικών κινήσεων με μικρή ή και ασήμαντη κοινωνική αναφορά στέφθηκε από επιτυχία, αλλά αυτό δεν άλλαξε ποιοτικά την εικόνα στο επίπεδο των ψηφοφόρων.

Στην πραγματικότητα, η φιλολογία για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς αφορούσε μόνο τη μνημονιακή ή αλλιώς φιλελεύθερη πτέρυγά της, η οποία είναι μειονότητα στον συγκεκριμένο χώρο. Πλειονότητα στον χώρο είναι οι μικρομεσαίοι ψηφοφόροι που είδαν με τα Μνημόνια τις σταθερές του βίου τους να ανατρέπονται και οι ίδιοι να πέφτουν στον γκρεμό, ή να ισορροπούν με δυσκολίες στο χείλος του. Αυτοί αποζητούν μία άλλη πολιτική, η οποία να προστατεύει τον κόσμο της εργασίας.

Οι ευκαιρίες του Ανδρουλάκη

Λόγω του 3ου Μνημονίου, πολλοί εξ αυτών των ψηφοφόρων έχουν απογοητευθεί κι από την τότε κυβέρνηση Τσίπρα, με αποτέλεσμα αρκετοί να πάρουν αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν επέστρεψαν μαζικά στο ΚΙΝΑΛ, όμως, επειδή το θεωρούσαν όχι μόνο μνημονιακό κόμμα, αλλά και πολιτικό συμπλήρωμα της ΝΔ. Αυτό φάνηκε καθαρά στις ευρωεκλογές και εθνικές εκλογές του 2019. Τιμώρησαν την κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά όταν είδαν τη σαρωτική νίκη της ΝΔ σε όλα τα επίπεδα, μερικές εβδομάδες αργότερα, στις εθνικές εκλογές, παλινδρόμησαν και έδωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ 31,5%, ένα ποσοστό που τον κατέστησε αναμφισβήτητο κυρίαρχο στον αντιδεξιό χώρο.

Τοι εμφανές κενό πολιτικοκομματικής εκπροσώπησης στην ευρύτερη Κεντροαριστερά επιχειρεί να καλύψει ο Τσίπρας με την Προοδευτική Συμμαχία, ως “παρεκκλήσι” του ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη πλευρά, όμως, ως “παιδί του κομματικού σωλήνα” της Κουμουνδούρου, ο Τσίπρας έχει ιδεολογικοπολιτικά όρια, τα οποία τον εμποδίζουν να επιτύχει τον στόχο του. Το κενό, λοιπόν, στην Κεντροαριστερά παραμένει και θα καλυφθεί πραγματικά μόνο όταν εκφρασθούν οι βασικές κοινωνικοοικονομικές ανάγκες των ψηφοφόρων που συναποτελούν τον κορμό αυτού χώρου.

Η εμφανής απογοήτευση πολλών πρώην “πράσινων” ψηφοφόρων και από τον ΣΥΡΙΖΑ της αντιπολίτευσης και από την κυβερνητική ΝΔ του Μητσοτάκη, τροφοδοτούν μία τάση παλινδρόμησης στο ΠΑΣΟΚ. Αυτό φάνηκε καθαρά στην εκλογή νέου αρχηγού μετά τον θάνατο της Γεννηματά. Ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ επέλεξε τον Ανδρουλάκη ως νέο στέλεχος, που μπορεί να γυρίσει σελίδα, αφού λόγω ηλικίας δεν βαρύνεται με προφανείς πολιτικές αμαρτίες και με άμεση εμπλοκή με τα Μνημόνια.

Το ρεύμα που εκδηλώθηκε το Δεκέμβριο 2021 ήταν μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για το νέο πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να αναλάβει πολιτικές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα μπορούσαν στο κλίμα που επικρατεί να εκτοξεύσουν την εκλογική επιρροή κατά τρόπο που να μετατρέψουν τον δικομματισμό σε τρικομματισμό. Ο Ανδρουλάκης, όμως, άφησε την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη. Αλλά επειδή φαίνεται ότι η τύχη τον αγαπάει, το σκάνδαλο των υποκλοπών προσφέρει σ’ αυτόν και στο ΠΑΣΟΚ μία δεύτερη ευκαιρία.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι