ΘΕΜΑ

Η μακρά πορεία του ιταλικού φασισμού μετά τον Μουσολίνι

Η μακρά πορεία του ιταλικού φασισμού μετά τον Μουσολίνι, Δημήτρης Δεληολάνης,

Ο θάνατος του Μουσολίνι, το 1945, δεν απάλλαξε την Ιταλία από τον φασισμό. Το φαιό φάντασμά του εξακολούθησε να αιωρείται πάνω από την πολιτική σκηνή της χώρας, άλλοτε παρακολουθώντας ως φάσμα και συχνά ως μετενσάρκωση ενός αποσταθεροποιητικού παράγοντα. Από το 1945 έως και σήμερα, μέσα ή έξω από το ιταλικό Κοινοβούλιο, τα κόμματα που τον πρεσβεύουν διατηρούν στοιχεία του, από εμβλήματα έως τις βασικές αρχές του φασισμού. Σε τρία διαδοχικά άρθρα, θα επιχειρήσουμε να ιχνηλατήσουμε ακριβώς αυτή την μακρά πορεία, κάποτε υπόγεια κι άλλες φορές, όπως σήμερα, θριαμβευτική.

Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, στις 25 Σεπτεμβρίου στην Ιταλία θα αναδειχθούν πρώτο κόμμα οι Αδελφοί της Ιταλίας της Τζόρτζια Μελόνι, η οποία φιλοδοξεί να αναλάβει την πρωθυπουργία ως νέος Μουσολίνι, ενισχυμένη μάλιστα από τη λαϊκή ψήφο. Το κόμμα αυτοχαρακτηρίζεται «μεταφασιστικό», αλλά αποτελεί τη μετεξέλιξη του φασιστικού κόμματος, όπως διαμορφώθηκε μετά την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος και την εκτέλεση του Μουσολίνι.

Η αλήθεια είναι ότι στο ιταλικό κοινοβούλιο υπήρχε πάντα ένα φασιστικό κόμμα. Το μουσολινικό καθεστώς, πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε εξασφαλίσει τη συναίνεση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, όπως αναγνώριζαν με πικρία τα αντιφασιστικά κόμματα στο Παρίσι, όταν επικοινωνούσαν με τους λιγοστούς αντιφασίστες ακτιβιστές που είχαν μείνει πίσω στην πατρίδα. Η κεϋνσιανή πολιτική του Ντούτσε και η αυταρχική επιβολή ενός ιμπεριαλιστικού εθνικισμού σε μια κατακερματισμένη χώρα ήταν κινήσεις που εκτιμήθηκαν από τους Ιταλούς.

Τα πράγματα άλλαξαν ριζικά με τη συμμαχία του Ντούτσε με τον Χίτλερ και τη συμμετοχή του στον πόλεμο, τον οποίο ελάχιστοι Ιταλοί επιθυμούσαν, γνωρίζοντας καλά ότι άλλο η Αβησσυνία και άλλο η Ευρώπη. Ακόμη μικρότερη ήταν η λαϊκή υποστήριξη στην “Κοινωνική Δημοκρατία”, πιο γνωστή ως “Δημοκρατία του Σαλό”, (“Δημοκρατία” με την έννοια της “Repubblica”), την οποία δημιούργησε το 1943 ο Χίτλερ στη βόρεια Ιταλία, ώστε να έχει και ο Μουσολίνι ένα δικό του κρατίδιο, όταν ήταν πλέον εμφανέστατο πως η Ιταλία είχε χάσει τον πόλεμο. Σε αυτή την ιστορική κατάσταση αναφερόταν ο Μπερλουσκόνι όταν, ως πρωθυπουργός, είπε ότι «ο Μουσολίνι έκανε και καλά πράγματα, το μεγάλο λάθος του ήταν ο πόλεμος στο πλευρό του Χίτλερ».

MSI: Ένα νέο φασιστικό κόμμα

Μετά την οριστική ήττα τους, οι εναπομείναντες φασίστες αρχικά προσπάθησαν να παίξουν το χαρτί της τρομοκρατίας, σε συνεργασία με τις βρετανικές και αμερικανικές υπηρεσίες, πλήττοντας κυρίως τους κομμουνιστές. Καθώς, όμως, οι προκλήσεις που είχαν οδηγήσει την Ελλάδα στο εμφύλιο δεν έπιαναν τόπο στην Ιταλία, οι Ιταλοί φασίστες άλλαξαν τακτική. Αποφάσισαν να ιδρύσουν κόμμα και να μπουν στο Κοινοβούλιο. Το κόμμα ονομάστηκε MSI, δηλαδή “Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα”, παραπέμποντας στην εφήμερη “Κοινωνική Δημοκρατία” του Σαλό.

Παρ’ ότι το ιταλικό Σύνταγμα απαγορεύει ρητώς την επανίδρυση του Φασιστικού Κόμματος και την εξύμνηση του φασισμού, το MSI επέλεξε ως σύμβολό του ένα μαύρο φέρετρο (εννοείται του Μουσολίνι) απ’ όπου αναδύεται μια τρίχρωμη φλόγα με τα χρώματα της ιταλικής σημαίας. Το ίδιο σύμβολο υιοθέτησαν σήμερα και οι Αδελφοί της Ιταλίας. Αρχικά, το MSI δεν είχε μεγάλη επιτυχία. Στις πρώτες εκλογές του 1948 πήρε το 2%, και οι λιγοστές ψήφοι προέρχονταν κυρίως από το Νότο.

Ώσπου το 1953 ανέλαβε πρόεδρος ο Αρτούρο Μικελίνι που αποδέχτηκε την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ, συνεργάστηκε με το μικρό φιλομοναρχικό κόμμα, προσπάθησε να κάνει ανοίγματα στη φιλελεύθερη και την καθολική Δεξιά και γενικότερα παρέπεμπε περισσότερο στο μουσολινικό καθεστώς πριν τον πόλεμο, παρά στη ναζιστικοποιημένη και αιματοβαμμένη από τα σκληρά αντίποινα εναντίον των παρτιζάνων “Κοινωνική Δημοκρατία”. Το MSI του Μικελίνι δεν κατάφερε να ξεπεράσει το 6% στις εκλογές, αλλά είχε σχετική επιτυχία σε ό,τι αφορούσε τη συνεργασία με τη χριστιανοδημοκρατική Δεξιά, φθάνοντας, το 1960, στο σημείο να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στον χριστιανοδημοκράτη πρωθυπουργό.

Τα λαϊκά στρώματα αντέδρασαν με μεγάλες αντιφασιστικές κινητοποιήσεις σε σχεδόν όλες τις πόλεις και συγκρούστηκαν σκληρά με την αστυνομία, η οποία άνοιξε πυρ προκαλώντας το θάνατο δεκάδων διαδηλωτών. Η εντονότατη λαϊκή διαμαρτυρία προκάλεσε κυβερνητική κρίση κι έστειλε πάλι το MSI στην απομόνωση του ακροδεξιού χώρου, ενώ λίγο αργότερα οι Χριστιανοδημοκράτες συμμάχησαν με τους Σοσιαλιστές και ξεκίνησαν έτσι τις κεντροαριστερές κυβερνήσεις.

Αυτή η απομόνωση και η σχετική μετριοπάθεια του Μικελίνι προκάλεσαν στην δεκαετία του ’60 τη διάσπαση σε δύο ομάδες: Η μία ήταν η “Ordine Nuovo” (Νέα Τάξη) του φιλοναζιστή διανοούμενου Πίνο Ράουτι και η δεύτερη η “Avanguardia Nazionale” (Εθνική Πρωτοπορία) του Στέφανο Ντέλε Κιάιε. Και οι δύο οργανώσεις είχαν τεθεί στην υπηρεσία του ιταλικού παρακράτους, με την πρώτη να ελέγχεται από τη μυστική υπηρεσία αντικατασκοπίας SID και τη δεύτερη από την υπηρεσία εσωτερικής ασφαλείας UAR.

Ο “μεταφασίστας” Τζανφράνκο Φίνι

Αυτές οι δύο οργανώσεις ήταν εκείνες που, μετά το φοιτητικό ΄68, ξεκίνησαν τη “στρατηγική της έντασης”, με τις μαζικές σφαγές με βόμβες στα τρένα και τις πλατείες. Ήταν η περίοδος που ο ιταλικός φασισμός περνούσε στην αντεπίθεση ενθαρρυμένος (μεταξύ άλλων) και από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Στο MSI αναδείχτηκε ως νέος ηγέτης ο Τζόρτζο Αλμιράντε, ένας σκληρός φασίστας, ρατσιστής και υπεύθυνος για εκτελέσεις αντιστασιακών, τον οποίο η Μελόνι θεωρεί μέντορα και προσωπικό σημείο αναφοράς.

Αλλά οι τυφλές βομβιστικές επιθέσεις στα τρένα και στις πλατείες και η φασιστική τρομοκρατία δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να απομονώσουν ολοκληρωτικά το MSI, το οποίο για δύο δεκαετίες κινδύνευε να τεθεί εκτός νόμου. Τελικά, τέθηκαν εκτός νόμου μόνον οι δύο εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις “Νέα Τάξη” και “Εθνική Πρωτοπορία”. Διάδοχος του Αλμιράντε αναδείχθηκε για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ο Ράουτι και από το 1991 ανέλαβε ο Τζανφράνκο Φίνι.

Ο Φίνι πολύ γρήγορα κατανόησε ότι το MSI ως φασιστικό κόμμα θα δυσκολευόταν να συμμαχήσει με τον Μπερλουσκόνι. Αποφάσισε, λοιπόν, να του αλλάξει όνομα και φυσιογνωμία. Το νέο κόμμα ονομάστηκε “Εθνική Συμμαχία” και ο Φίνι, αφού επισκέφθηκε το Ισραήλ, δήλωσε πως «ο φασισμός είναι το απόλυτο κακό». Παραδόξως, ο Φίνι θα τερματίσει την πολιτική σταδιοδρομία του τo 2010, δίνοντας μια σκληρή αλλά χαμένη από χέρι μάχη υπέρ της εσωκομματικής δημοκρατίας, όταν η “Εθνική Συμμαχία” και το “Forza Italia” συγχωνεύτηκαν στον “Λαό της Ελευθερίας”, με απόλυτο μονάρχη τον Μπερλουσκόνι.

Με την αποκήρυξη του φασισμού από τον Φίνι και την αποπομπή του από το πολιτικό προσκήνιο, το μουσολινικό κόμμα ή κίνημα έπαψε πλέον να είναι παρόν στην ιταλική πολιτική. Στοιχεία ρατσισμού και φασισμού εξέφρασαν κατά καιρούς και ο Μπερλουσκόνι και ο Σαλβίνι, αλλά ο φασισμός εκφραζόταν συνολικά μόνον από εξωκοινοβουλευτικές ομάδες και οργανώσεις. Πολλές από αυτές έχουν πλέον ενσωματωθεί στους Αδελφούς της Ιταλίας. Αλλά αυτό θα το δούμε στο επόμενο άρθρο.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Exit mobile version