19-21 Φεβρουαρίου 1913: Η μεγάλη μάχη για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων

19-21 Φεβρουαρίου 1913: Η μεγάλη μάχη για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων

19-21 Φεβρουαρίου 1913: Η μεγάλη μάχη για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων [1]

Από το βιβλίο “Εμπρός δια της λόγχης Η μεγάλη εξόρμηση (1912-1913)” , Φώτης Μ. Σαραντόπουλος, Νίδα Α.Ε., 2013

Σύμφωνα με το σχέδιο, από το πρωί της 19ης το Πυροβολικό του Παρασκευόπουλου άρχισε να βομβαρδίζει το Μπιζάνι και την Καστρίτσα, ενώ τα πυροβόλα του Α΄ Τμήματος Στρατιάς από την Αετορράχη βομβάρδιζαν τα εχθρικά πυροβολεία και χαρακώματα στα Σερβιανά και το Κουτσελιό.
Μέχρι το μεσημέρι, τα Τουρκικά πυροβόλα είχαν σωπάσει. Αλλά τα Ελληνικά συνέχισαν να βάλλουν, ακόμη και κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Το επόμενο πρωί, το σφυροκόπημα των Τουρκικών θέσεων συνεχίστηκε αλύπητα. Σύμφωνα με τις Διαταγές, που εκδόθηκαν από το Γενικό Στρατηγείο που ήταν στο Χάνι Εμίν Αγά, το πρωί της 20ής ξεκίνησε η επίθεση σε όλα τα μέτωπα.
Στα δεξιά, έπρεπε να δοθεί η εντύπωση ότι πρόκειται για γενική επίθεση. Και μετά τον 24ωρο βομβαρδισμό της 19ης, που ξανάρχισε πιο έντονος, άρχισαν και οι επιθέσεις του Πεζικού.
Στα δεξιά του Α’ Τμήματος Στρατιάς, η 6η Μεραρχία εκμεταλλεύτηκε τη συντριβή των εχθρικών πυροβόλων στην Αγία Παρασκευή, το Κουτσελιό και την Καστρίτσα από την προηγουμένη, και νωρίς το πρωί κατέλαβε το χωριό Μουζακαίοι ενώ προώθησε και Λόχους προς το Κουτσελιό και την Αγία Παρασκευή. Στο τέλος της ημέρας το 18ο Σύνταγμα της 6ης Μεραρχίας είχε φτάσει στα αντερείσματα απέναντι από την Αγία Παρασκευή, 500-600 μέτρα από τις εχθρικές θέσεις. Στα αριστερά της, ένα Τάγμα της Ταξιαρχίας Μετσόβου πέρασε τον ποταμό Άραχθο και κατέλαβε τα υψώματα της Βίγλας. Στις 6 το βράδυ η Ταξιαρχία κατέλαβε τη Δαφνούλα ελέγχοντας έτσι τον Δρίσκο, ενώ δύο Τάγματα της 6ηςΜεραρχίας, το Ι/4 και το ΙΙΙ/4 που είχαν διατεθεί στην Ταξιαρχία, κινήθηκαν προς την Δαφνούλα από την γέφυρα Παπαστάθη.
Στο αριστερό του Α’ Τμήματος, η 8η Μεραρχία διεξήγαγε επιθετικές αναγνωρίσεις προς το Μπιζάνι και την Αγία Παρασκευή, έχοντας σε πρώτη γραμμή 3 Τάγματα Ευζώνων και 2 Τάγματα Κρητών. Οι περίπολοι δέχθηκαν πυρά Πεζικού και Πυροβολικού από το Μπιζάνι και κρατήθηκαν σε απόσταση ασφαλείας μέχρι τη νύχτα, απασχολώντας τον εχθρό, που έδειχνε σημεία κόπωσης, καθώς συνεχιζόταν αλύπητα το μπαράζ του Ελληνικού Πυροβολικού.
Στο κέντρο, η 2η Μεραρχία επιτέθηκε με 2 Τάγματα Πεζικού στο ύψωμα 703, που είναι νότια του οχυρού Καστρί, παράλληλα με την επίθεση σε αυτό δύο Ταγμάτων του 9ου Συντάγματος της 4ης Μεραρχίας. Οι Ελληνικές δυνάμεις δεν προχώρησαν, καθώς δεν ήταν αυτός ο σκοπός τους, αλλά έμειναν σε κατάσταση ετοιμότητας για την περίπτωση που ο εχθρός έδειχνε σημεία κλονισμού.
Αλλά το βάρος της πραγματικής επίθεσης ήταν στα αριστερά, στον τομέα του Β’ Τμήματος Στρατιάς, που είχε διαιρεθεί σε 3 Φάλαγγες, με σκοπό την επίθεση από 3 διαφορετικές κατευθύνσεις.
Στα δεξιά του Β’ Τμήματος, η 1η Φάλαγγα, αποτελούμενη από το 8ο και 11ο Σύνταγμα της 4ης Μεραρχίας, υπό τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Αντωνιάδη, επιτέθηκε στα υψώματα της Μανωλιάσσας.
Στο κέντρο της Φάλαγγας, το Ι/8 Τάγμα κατέλαβε στις 10 το πρωί το ύψωμα Καστρί, υφιστάμενο απώλειες λόγω των δραστικών εχθρικών πυρών και του ανωμάλου εδάφους, ενώ το ΙΙ/8 Τάγμα κατέλαβε τον Προφήτη Ηλία (1076). Στη συνέχεια, το ΙΙ/8 και το ΙΙ/11 κατέλαβαν το ύψωμα Μεγάλη Ράχη (1070), αιχμαλωτίζοντας ολόκληρο Τάγμα και κυριεύοντας και έξι πυροβόλα, ενώ πιο δυτικά το ΙΙΙ/11 κατέλαβε τη Μανωλιάσσα, ανατρέποντας την αντίσταση των Τούρκων στο ύψωμα 1013.
Στα αριστερά του Β’ Τμήματος, η 3η Φάλαγγα, με το 1ο και 7ο Σύνταγμα της 2ης Μεραρχίας και Διοικητή τον Συνταγματάρχη Νικόλαο Δελαγραμμάτικα κινήθηκε αξημέρωτα προς την Τσούκα, έχοντας σε πρώτο κλιμάκιο μία Διλοχία του ΙΙΙ/1 Τάγματος.
Οι Τουρκικές προφυλακές αιφνιδιάστηκαν, μην περιμένοντας μία διείσδυση σε τόσο βάθος στο δεξιό τους και τράπηκαν σε φυγή.
Η Διλοχία συνέχισε την επίθεσή της, κυριεύοντας τα Πυροβόλα της Τσούκας και συλλαμβάνοντας πενήντα αιχμαλώτους. Μέχρι τις 7.30, η Τσούκα κι όλη η περιοχή του Αγίου Σάββα ήταν στα χέρια μας.
Ο 3ος Λόχος του 11ου Συντάγματος και ο 5ος Λόχος του 1ου κατέλαβαν στις 7 το πρωί τον αυχένα Τσαβίδα και στη συνέχεια επιτέθηκαν στο ύψωμα Δουρούτι, που το κατέλαβαν μετά τις 9, παρά τα πυρά Πυροβολικού που δέχτηκαν από το οχυρό του Χιντζηρέλου.
Όμως κατά το μεσημέρι, μετά από ισχυρή εχθρική αντεπίθεση και επειδή καθυστερούσαν να φτάσουν ενισχύσεις, η Διλοχία αναγκάστηκε να αποτραβηχτεί στο χωριό Κοσμηρά. Στις 8.30, το 1ο Τάγμα του 11ου Συντάγματος, μαζί με μία Διλοχία του 7ου Συντάγματος, επιτέθηκαν κατά των υψωμάτων του Αγίου Νικολάου.
Οι Τούρκοι, έχοντας την υποστήριξη του Πυροβολικού τους, αντιστάθηκαν γερά μέχρι το μεσημέρι, οπότε αναγκάστηκαν να αφήσουν τις θέσεις τους.
Το απόγευμα της 20ής Φεβρουαρίου, η 3η Φάλαγγα κατείχε τη γραμμή Τσούκα – Άγιος Σάββας, τον Άγιο Νικόλαο και το χωριό Κοσμηρά.
Και φτάνουμε στη δράση της 2ης Φάλαγγας, που έγραψε ιστορία διαλύοντας με την
τολμηρή της διείσδυση την Τουρκική άμυνα.
Η 2η Φάλαγγα, με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Ιωάννη Γιαννακίτσα, είχε συγκεντρωθεί στην Καλογερίτσα και στα στενά της Μανωλιάσσας, με σκοπό να επιτεθεί στον Άγιο Νικόλαο.
Έχοντας ως εμπροσθοφυλακή το 1ο Τάγμα του 17ου Συντάγματος, ακολουθούμενο από το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων, δηλαδή το 8ο και 9ο Τάγμα Ευζώνων, ξεκίνησε κατά τις 7.45, πέρασε τα στενά και προωθήθηκε προς τη Δωδώνη.
Τα Τουρκικά τμήματα που ήταν κοντά στους Μελιγγούς, εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και υποχώρησαν προς τη Μεγάλη Ράχη, φοβούμενα να μην αποκοπούν, καθώς είδαν να προωθούνται οι Εύζωνοι του 8ου Τάγματος στα ανατολικά των Μελιγγών.
Η εμπροσθοφυλακή προχώρησε ανενόχλητη προς τη Δωδώνη και εκεί έμαθε ότι η 3η Φάλαγγα είχε πάρει τον Άγιο Νικόλαο.
Με το αριστερό της καλυμμένο, η 2η Φάλαγγα θα μπορούσε να προχωρήσει προς τα Γιάννενα! Ο Διοικητής της εμπροσθοφυλακής Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Διονύσιος Παπαδόπουλος, αποφάσισε να μην επιτεθεί στο οχυρό Χιντζηρέλου, αλλά να εκμεταλλευτεί το ρήγμα που είχε ανοιχτεί.
Κινήθηκε λοιπόν προς την Πεδινή, περνώντας από τον Κοσμηρά, από όπου ενημέρωσε και τον Διοικητή της 3ης Φάλαγγας για την κίνησή του.
Φτάνοντας στην Πεδινή κατά το μεσημέρι, διαπίστωσε ότι μεγάλος αριθμός Τούρκων συμπτυσσόταν προς την Πεδινή και τα Ιωάννινα, πράγμα που σήμαινε ότι οι Τουρκικές γραμμές στην Τσούκα και την Μανωλιάσσα είχαν καταρρεύσει.
Πράγματι έτσι ήταν.
Οι Τούρκοι της Τσούκας υποχωρούσαν προς την Πεδινή και το Δουρούτι με προορισμό τα Γιάννενα, ενώ άλλοι από την Μανωλιάσσα συγκεντρώνονταν στο χωριό Κατσικάς.
Τα ορειβατικά πυροβόλα της Φάλαγγας χτύπησαν τους Τούρκους της Πεδινής με εκρηκτικές οβίδες και τους σκόρπισαν.
Ο Παπαδόπουλος διέταξε «επίθεση και καταδίωξη και μετά την 15η ώρα» [2].
Τα δύο Ευζωνικά Τάγματα των Βελισσαρίου και Ιατρίδη, κατεδίωξαν τον εχθρό, που υποχωρούσε μαχόμενος, με την κάλυψη τελμάτων και τάφρων, πράγμα που ανάγκαζε τους Ευζώνους να βυθίζονται στο βούρκο μέχρι τα γόνατα.
Αν και δεν είχε διαταγή για τόσο βαθιά διείσδυση, ο Βελισσαρίου κατάφερε να φτάσει στον Άγιο Ιωάννη, ακολουθούμενος από το 9ο Ευζωνικό Τάγμα του Ταγματάρχη Ιατρίδη.
Στις 7 το βράδυ οι Εύζωνοι κατέλαβαν τον Άγιο Ιωάννη, συλλαμβάνοντας πολλούς αιχμαλώτους και κυριεύοντας μεγάλες ποσότητες εχθρικού υλικού.
Τότε ο εχθρός πανικοβλήθηκε και έφυγε προς την πόλη των Ιωαννίνων, όπου μετέφερε τον πανικό.
Όμως, ο αντικειμενικός σκοπός της Φάλαγγας Γιαννακίτσα για τις 20 Φεβρουαρίου ήταν η προώθηση μέχρι την Πεδινή.
Αλλά ευτυχώς, η Διαταγή Επιχειρήσεων που στάλθηκε προς τον Βελισσαρίου να εγκαταστήσει προφυλακές στην Πεδινή, δεν έφτασε ποτέ, γιατί η Διοίκηση της Φάλαγγας αδυνατούσε να παρακολουθήσει ή να φανταστεί την ταχύτητα του Βελισσαρίου.
Τα υπόλοιπα τμήματα της Φάλαγγας Γιαννακίτσα, το Ι/17 Τάγμα Πεζικού και ο 3ος Λόχος του Τάγματος Βελισσαρίου, δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν πέρα από την Πεδινή, την ώρα που ο Βελισσαρίου με τη βοήθεια του Ιατρίδη καταδίωκαν «κατά πόδας» τον εχθρό, που υποχωρούσε πανικόβλητος προς την πόλη των Ιωαννίνων.
Τα δύο Τάγματα έφτασαν σε απόσταση δύο χιλιομέτρων από τα Γιάννενα. Εγκατέστησαν εκεί τις προφυλακές τους και έκοψαν τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά καλώδια, διακόπτοντας την επικοινωνία των Ιωαννίνων με το Μπιζάνι και την Καστρίτσα και επιτείνοντας τον πανικό.
Στη διάρκεια της νύχτας, οι Εύζωνοι αιχμαλώτισαν 37 Αξιωματικούς και 935 Οπλίτες του Τουρκικού Στρατού που υποχωρούσαν διερχόμενοι από την περιοχή, τους οποίους έκλεισε στον περίβολο της Εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη.
Αλλά στο μεταξύ, ο Βελισσαρίου είχε χάσει την επαφή με την υπόλοιπη Φάλαγγα και ανησυχούσε ενώ, λόγω της νύχτας, αγνοούσε επίσης ότι είχε φτάσει πολύ κοντά στο Τουρκικό Στρατηγείο, που βρισκόταν στο ύψωμα 489 πάνω στην αμαξιτή οδό, και ότι σε αυτό είχε ήδη υψωθεί λευκή σημαία!
Ο Βελισαρίου ζήτησε ενισχύσεις, αλλά η τύχη βοηθά τους τολμηρούς και, στην προκειμένη περίπτωση, δόξασε τον Βελισσαρίου και τον έκανε «πρωταθλητή» της νίκης των Ιωαννίνων και ελευθερωτή.
Την ώρα που αυτός ανησυχούσε, με το δίκιο του, μην αποκοπεί, ο αρχηγός της άμυνας του Μπιζανίου Βεχίμπ Μπέης, πήγαινε έφιππος από την Καστρίτσα προς τα Γιάννινα, με σκοπό να ενισχύσει τα τμήματα που είχαν ανάγκη και να οργανώσει την άμυνα της επομένης. Και όπως διηγήθηκε αργότερα ο ίδιος, καθώς πλησίαζε στη Σχολή Πυροβολικού που είναι πριν την πόλη, έπεσε στους διπλοσκοπούς του Βελισσαρίου που του φώναζαν «Αλτ! Τις ει;».
Κάνοντας μεταβολή ξέφυγε καλπάζοντας προς τα πίσω και μετά, με μία βάρκα πήγε στην πόλη να συναντήσει τον Τούρκο Αρχιστράτηγο, τον Εσσάτ Πασά.
Ούτε που φαντάστηκε ο Βεχίμπ ότι οι Εύζωνοι δεν απειλούσαν την πόλη αλλά είχαν οι ίδιοι αποκοπεί μετά την τολμηρή τους προέλαση. Θα μπορούσε να τους τσακίσει!
Αλλά αυτός θεώρησε ότι οι Έλληνες είχαν διεισδύσει μαζικά πίσω από το Μπιζάνι, προς τα ακάλυπτα Γιάννενα. Και έπεισε τον Εσσάτ ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από την παράδοση. Ο Εσσάτ, αποφάσισε να στείλει με λευκή σημαία τον Επίσκοπο Δωδώνης, που ήταν βοηθός του Αρχιεπισκόπου Ιωαννίνων, και τον ανηψιό του και Αξιωματικό του Επιτελείου του Ραούφ [3], να διαπραγματευτούν τους όρους παράδοσης.
Και ενώ στο Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο ετοίμαζαν πυρετωδώς τις Διαταγές Επιχειρήσεων της επομένης ημέρας, έφτασαν οι Τούρκοι απεσταλμένοι με λευκή σημαία !!!
Ο Βελισσαρίου συνόδευσε ο ίδιος τους απεσταλμένους στις Ελληνικές προφυλακές στο Αυγό, από όπου κάλεσε με το τηλέφωνο εκστρατείας και ζήτησε να ξυπνήσουν τον Επιτελάρχη, λέγοντάς του ότι «οι Τούρκοι παραδίνονται»!
Ο Επιτελάρχης έστειλε αμέσως αυτοκίνητο με οδηγό τον Στάικο να τους παραλάβει και στις δύο μετά τα μεσάνυχτα οι απεσταλμένοι φτάσανε στο Στρατηγείο, στο χάνι Εμίν Αγά.
Ο Κωνσταντίνος δεν δέχτηκε καμία διαπραγμάτευση και έστειλε πίσω τον Επίσκοπο να πει του Εσσάτ ότι «αν ως την αυγή δεν υψωθούν λευκές σημαίες, θα εξακολουθήσει η επίθεση και ο βομβαρδισμός και θα φέρει αυτός όλη την ευθύνη των καταστροφών».
Αλλά ας αφήσουμε τον ίδιο τον Βελισσαρίου να διηγηθεί τα γεγονότα της μέρας εκείνης [4]:
«Τότε σταμάτησα, μη θεωρώντας φρόνιμο να εισέλθω στην πόλη [5], και ασχολήθηκα με την οργάνωση προφυλακών προς το μέρος της πόλης, προς τα δυτικά της και προς την Κοτσιφιά, τάσσοντας τρεις Λόχους και ανά δύο πολυβόλα, και μετά διέταξα και το κόψιμο των τηλεφωνικών και τηλεγραφικών συρμάτων μεταξύ Ιωαννίνων και Μπιζανίου – Καστρίτσας.
Έπειτα κάλεσα τον κ. Ιατρίδη, να συμπληρώσουμε τις προφυλακές και προς το Μπιζάνι, πράγμα που έγινε, τάσσοντας εκεί τον 4ο Λόχο του με δύο πολυβόλα.
Επίσης έστειλα έφιππο τον Ανθυπασπιστή των πολυβόλων Μπάφα, να πληροφορήσει κάθε δικό μας τμήμα για την θέση μας και να καλέσει να πλησιάσουν
[6]. Τον έστειλα από την οδό της Φιλιππιάδας, καθώς η οδός της Ράψιστας [7], μέσα από την τελματώδη πεδιάδα, ήταν δύσκολη τη νύχτα.
Μετά από λίγο επέστρεψε άπρακτος, διότι η οδός εκείνη φυλασσόταν από τους Τούρκους του Μπιζανίου.
Έτσι τον έστειλα στην Ράψιστα, που ήταν ο Διοικητής μας
[8], με τον 3ο Λόχο μου και το 1ο Τάγμα του 17ου Πεζικού Συντάγματος. Οι άνδρες μου ήταν μουσκεμένοι από την διάβαση των τελμάτων, και ξενύχτισαν με το όπλο “ανά χείρας”.
Οι περίπολοί μας που συνέδεαν τα διάφορα τμήματά μας,
έπιασαν πολλούς αιχμαλώτους που ερχόντουσαν από το Μπιζάνι, τους οποίους κλείσαμε στον περίβολο της Εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη. Συνελήφθησαν κατά την νύχτα εκείνη 37 Αξιωματικοί και 935 Οπλίτες.
Κατά τις 11 τη νύχτα, είδαμε με τον κ. Ιατρίδη να πλησιάζουν δύο μεγάλα φανάρια και πίσω τους ομάδα ανθρώπων. Πλησιάσαμε και εμφανίστηκε μπροστά μας ο Άγιος Δωδώνης, ο οποίος μας παρουσίασε δύο Τούρκους Αξιωματικούς, τον Υπολοχαγό Ρεούφ και τον Ανθυπολοχαγό Ταλαάτ, απεσταλμένους του Εσσάτ Πασά και κομιστές της γνωστής επιστολής των Προξένων Ιωαννίνων (περί προσφοράς παράδοσης της πόλης).
Η επιστολή ήταν ανοιχτή και στα Γαλλικά και μου την έδωσαν να την διαβάσω.
Είπα τότε στον κ. Ιατρίδη ότι ένας από τους δυο μας πρέπει να τους συνοδεύσει στο Εμίν Αγά
[9], διευκολύνοντας τη διέλευσή τους από τις προφυλακές, όσο γίνεται γρηγορότερα, πριν ξημερώσει και καταλάβουν οι Τούρκοι πόσο ασθενής ήταν η θέση μας.
Αποφασίστηκε να τους συνοδεύσω εγώ, επιβαίνοντας στην άμαξα με την οποία είχαν έρθει.
Σαν φτάσαμε στις τουρκικές προφυλακές του Μπιζανίου, που ήταν επάνω στο δρόμο, δεχθήκαμε πυροβολισμούς από έναν άγριο σκοπό, που έριχνε και φώναζε “Ντουρ”.
4 σφαίρες πέρασαν σφυρίζοντας δίπλα από τα αυτιά μας και κατέβηκε από την άμαξα ο Υπολοχαγός Ρεούφ, προχωρώντας μόνος του προς τον φρουρό, που δυσκολεύτηκε να τον πείσει να ησυχάσει. Τελικά ήρθε και ο Αρχιφύλακας, και επιτράπηκε η διέλευσή μας, αφού του εξηγήθηκε ο σκοπός της αποστολής μας.
Έτσι συνεχίσαμε ανενόχλητοι προς τις δικές μας προφυλακές, από όπου τηλεφώνησα στο Εμίν Αγά, ζητώντας να μας στείλουν αυτοκίνητο για να φτάσουμε πιο γρήγορα, πράγμα που έγινε.
Καθ’ οδόν, οι Τούρκοι Αξιωματικοί με ρωτούσαν για τις θέσεις που κατείχαν τα στρατεύματά μας. Απάντησα ότι η Φάλαγγα του Αγίου Νικολάου, με 3 Συντάγματα, είναι στην Ράψιστα, η Φάλαγγα της Μανωλιάσσας με άλλα 3 Συντάγματα κατέβηκε στην πεδιάδα, και η Φάλαγγα της Τσούκας είχε κατέβει στο Δουρούτι, προς το οποίο προέλαυνε και η δεξιά μας Φάλαγγα από το Λοζέτσι. Όταν επιστρέφαμε, ήταν πια πρωί και είχε ξημερώσει, και οι Τούρκοι Αξιωματικοί ψάχνανε μάταια να δουν τα στρατεύματα που τους είχα περιγράψει. Με ρώτησαν πού είναι και εγώ τους απάντησα “επάνω στα υψώματα”.
“Μα δεν μας λέγατε την νύκτα, ότι είχον κατέβει στην πεδιάδα;”
“Όχι, στην πεδιάδα μόνον εμείς είχαμε κατέβει”, τους απάντησα.
Τότε οι Αξιωματικοί κοίταξαν ο ένας τον άλλο και κατανοώντας το πάθημά τους, δάγκωσαν τα χείλη και μου είπαν:
“Κύριε Ταγματάρχα, πρέπει να γνωρίζετε ότι η τιμή της παραδόσεως των Ιωαννίνων οφείλεται σε εσάς.”
Κατά τις 8 το πρωί της 21ης γυρίσαμε στις θέσεις μας μπροστά στα Ιωάννινα, όπου είχε ήδη φτάσει και ο κ. Διοικητής με τον 3ο Λόχο του Τάγματός μου και το Τάγμα του 17ου Συντάγματος, μετά το μήνυμα που του μετέφερε ο Ανθυπασπιστής Μπάφας που είχα στείλει στην Ράψιστα.
Υπογραφή (Ι. Βελισσαρίου
Η παράδοση των Ιωαννίνων, στην 1η μέρα της επίθεσης, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ορμή αλλά και στην ετοιμότητα του Βελισσαρίου. Η τολμηρή διείσδυσή του στις παρυφές της πόλης, επέδρασε ψυχολογικά στον Διοικητή των Τούρκων Εσσάτ Πασά, ώστε να προτείνει την παράδοση, παρ’ όλο που τα οχυρά του Μπιζανίου, της Καστρίτσας και της Σαδοβίτσας ήταν ακόμη στα χέρια των Τούρκων, και μπορούσαν να συνεχίσουν να μάχονται.
Συγκινητική ήταν η στιγμή κατά την οποία ο Βελισσαρίου συνόδευσε την Τουρκική αντιπροσωπεία στο Στρατηγείο στο Εμίν Αγά.
Ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος, αφού πρώτα τον ασπάσθηκε, του είπε: «Βελισσαρίου, είσαι άξιος ραπίσματος, αλλά και φιλήματος. Εγώ αρκούμαι εις το φίλημα».
Το επόμενο πρωί, σε όλο το μέτωπο σηκώθηκαν από τους Τούρκους λευκές σημαίες, ξεσηκώνοντας θύελλα πανηγυρισμών στις Ελληνικές γραμμές.
Στις 9 το πρωί της Πέμπτης 21 Φεβρουαρίου 1913, τρεις Ίλες Ιππικού του Συντάγματος Ιππικού, με επί κεφαλής τον γηραιό Υποστράτηγο Σούτσο και τους απεσταλμένους του Κωνσταντίνου για την υπογραφή του Πρωτοκόλλου Παράδοσης, Λοχαγούς Ιωάννη Μεταξά και Ξενοφώντα Στρατηγό, κίνησαν για τα Ιωάννινα.
Σαν μπήκαν στην πόλη, ο λαός ρίχτηκε στα άλογα, πιάνοντάς τα από τα χαλινάρια, φιλώντας τις μπότες των Αξιωματικών και των Ιππέων!
Οι απεσταλμένοι γύρισαν στο Εμίν Αγά το απόγευμα, φέρνοντας το Πρωτόκολλο Παράδοσης με την υπογραφή του Βεχίμπ. Τα Γιάννενα, τα φρούρια, 33.000 άνδρες, σημαίες, άλογα, πυροβόλα, πολυβόλα, όπλα και όλο το υλικό παραδόθηκαν στον Ελληνικό Στρατό, στη θέση και την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν. Και όλοι οι Τούρκοι Αξιωματικοί και Στρατιώτες, γεροί ή πληγωμένοι, υπάγονταν στους νόμους του πολέμου!
Αλλά δεν έλειψαν και οι παρασπονδίες.
Μέσα στη νύχτα, ένα Τούρκικο σώμα διέφυγε από τα Ιωάννινα προς το Λυκόστομο, λεηλατώντας στο δρόμο τους Ελληνικά χωριά. Ήταν στρατιώτες του Αλή Ριζά Πασά, όχι του Εσσάτ. Δυνατό Ελληνικό απόσπασμα τους κυνήγησε και συνέλαβε 2.300 από αυτούς, γυρίζοντάς τους στα Γιάννενα ντροπιασμένους. Και Τούρκοι από την Καστρίτσα προσπάθησαν να ρίξουν στη λίμνη πυροβόλα και πολυβόλα αλλά τους σταμάτησαν τελικά οι δικοί μας. Στο οχυρό του Βοϊδολίβαδου, όπου οι Τούρκοι είχαν τα Schneider που είχαν αποσπάσει από την 5η Μεραρχία, έκρυψαν τα κλείστρα των πυροβόλων κάτω από τους πρόσφατα θαμμένους νεκρούς τους. Χρειάστηκε να τους ξεθάψουν για να βρεθούν.
Έγιναν και περιστατικά συγκινητικά.
Ένας Τούρκος Καϊμακάμης [10] του Πυροβολικού, σαν είδε τον Έλληνα Μέραρχο της 6ης Μεραρχίας με το Επιτελείο του να πλησιάζουν, κάλπασε προς το μέρος τους, σταμάτησε, χαιρέτισε, έβγαλε το ξίφος του από τη θήκη και με τη λαβή προς τα κάτω το έδωσε στον Έλληνα Αξιωματικό, λέγοντας σε άπταιστα Γαλλικά:
«Στρατηγέ μου, είστε πραγματικά άξιος να σας παραδώσω το σπαθί μου.»
«Κρατήστε το ξίφος σας κύριε Συνταγματάρχα, γιατί το τιμήσατε, αγωνιζόμενος για την πατρίδα σας», του απάντησε αυτός.
Την επομένη, Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου, εισήλθε πανηγυρικά στην πόλη ο Διάδοχος με το Επιτελείο του.
Και ήταν μια μέρα λαμπρή, σαν να γιόρταζε κι ο ουρανός !!!

Σχόλια – Παραπομπές

[1] Στην βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε σχετικά με την επίθεση, αξίζει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στο έργο του Ιστορικού Βασιλείου Αναστασόπουλου «ΜΠΙΖΑΝΙ 1912-13 Ο αγώνας για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων», Εκδόσεις «ΓΝΩΜΩΝ Εκδοτική», Αθήνα 2012 (από την σειρά «Μεγάλες μάχες» του περιοδικού «Στρατιωτική Ιστορία»).
Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό σε αρτιότητα έργο, μία εξαίρετη προσπάθεια.
[2] (Η Διαταγή Επιχειρήσεων της 20ής Φεβρουαρίου πρόβλεπε την διακοπή τους στις 15.00, ώστε να ανασυγκροτηθούν τα επιτιθέμενα σώματα, να αποκατασταθούν οι επικοινωνίες μεταξύ τους και να προωθηθεί αναλόγως και το Πυροβολικό)
[3] (που ήταν και αυτός απόφοιτος της Στρατιωτικής Ακαδημίας του Βερολίνου, όπως ο Βεχίμπ, ο Κωνσταντίνος, ο Μεταξάς και άλλοι)
[4] (Με βάση την αναφορά του, δοσμένη στην δημοτική για να την απολαύσουν όλοι οι αναγνώστες)
[5] (εννοεί τα Ιωάννινα)
[6] (για ενίσχυση)
[7] (Πεδινής)
[8] (Ο Παπαδόπουλος)
[9] (Στο Γενικό Στρατηγείο)
[10] (Kaymakam = Αντισυνταγματάρχης)

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι