Ένας χρόνος πολέμου – Κέρδη και ζημίες για Ρωσία και ΗΠΑ
25/02/2023Συμπληρώθηκε ένα έτος από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, μετά από την εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων. Αναπόφευκτα το θέμα που επικρατεί είναι πού οδηγείται αυτή η σύγκρουση. Το ποιος και πόσο έφταιγε για το ξέσπασμά της θα έχει εκ νέου ενδιαφέρον για τους ιστορικούς του μέλλοντος. Όμως, αν οι πραγματικοί εμπόλεμοι, Ρωσία και ΗΠΑ, δεν προχωρήσουν σε ειλικρινή ενδοσκόπηση και αυτοκριτική, η εξεύρεση μιας νέας ισορροπίας που θα οδηγήσει σε μια έστω ψυχρή ειρήνη στην Ουκρανία, θα αποδειχθεί εξαιρετικά δυσχερής.
Στο ιδεαλιστικό επίπεδο και εφαρμόζοντας αυτό που διακηρύσσεται ως δυτικός κώδικας αρχών και αξιών, η αξία της ανθρώπινης ζωής είναι παρόμοια τόσο για τις ουκρανικές, όσο και για τις ρωσικές απώλειες. Ένας πόλεμος εξ ορισμού αποτελεί μια ανθρωπιστική τραγωδία. Ταυτόχρονα, όμως, παραμένει “εργαλείο” του εκάστοτε γεωπολιτικού ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων. Η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα, όπως έχει γράψει ο Πρώσσος στρατηγιστής, Καρλ φον Κλαούζεβιτς.
Αναφορικά με τις εξελίξεις επί του πεδίου, καθώς αυτές θα καθορίσουν το τι μέλλει γενέσθαι, οι παρατηρήσεις που μπορούν να γίνουν είναι πολλές. Εάν επιχειρήσει κανείς να τις συμπυκνώσει περιγραφικά σε μία φράση, θα μπορούσε να πει ότι οι δυο πλευρές βρίσκονται σε ένα επικίνδυνο αδιέξοδο. Ο γράφων είχε υποστηρίξει στο παρελθόν δύο πράγματα:
- Πρώτον, ότι υπήρχαν σημάδια που παρέπεμπαν στην επιθυμία και της Ουάσιγκτον και της Μόσχας για απεμπλοκή. Όμως, καθεμιά πλευρά ήθελε να επιβάλει τους δικούς της όρους. Το αποτέλεσμα ήταν η συνέχιση της σύγκρουσης.
- Δεύτερον, ότι η ακαμψία που παρατηρείται και από τις δυο πλευρές, στην πράξη αντιστρατεύεται την επιθυμία τερματισμού της σύγκρουσης και μπορεί να γεννήσει επικίνδυνη κλιμάκωση.
Όταν το Κίεβο δηλώνει ότι προϋπόθεση ειρήνευσης είναι η αποχώρηση των Ρώσων από τα ουκρανικά εδάφη, ενώ η Μόσχα δεν έχει επιλογή να αποχωρήσει τουλάχιστον από το Ντονμπάς, συνέπεια είναι η συνέχιση της αιματοχυσίας. Είναι λογικό και σε θεωρητικό και σε πρακτικό επίπεδο, η κάθε πλευρά να επιθυμεί να επιβάλει στην άλλη τη θέλησή της. Κατά συνέπεια, το αποτέλεσμα θα κριθεί στην αντικειμενική δυνατότητα ενός εκάστου να το πράξει επί του πεδίου. Μόνον η εξάντληση ενός ή και των δυο εμπολέμων επί του πεδίου, μπορεί να δημιουργήσει μια νέα ισορροπία που θα οδηγήσει σε απεμπλοκή.
Τρία σενάρια
Όσο η Δύση συνεχίζει να εξοπλίζει την Ουκρανία ο πόλεμος θα συνεχίζεται όσο το Κίεβο θα διατηρεί την αντικειμενική δυνατότητα και τη βούληση να διαθέτει ουκρανικό “κρέας” για τα ρωσικά κανόνια. Αυτή η παρατήρηση είναι ουσιώδης για να καταδειχθεί και το όριο της ανθρωπιστικής ρητορικής που χρησιμοποιείται από δυτικής πλευράς.
Εφόσον αποδειχθεί στην πράξη ότι οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν τη δυνατότητα να απωθήσουν τις ρωσικές και να ανακτήσουν τις κατειλημμένες περιοχές, εγείρεται το ερώτημα εάν η Μόσχα θα χρησιμοποιήσει τακτικά πυρηνικά για να αποτρέψει μία στρατιωτική ήττα της. Εάν πάλι οι ρωσικές δυνάμεις κάμψουν τις ουκρανικές τότε τη λύση θα την έχουν δώσει τα όπλα. Τέλος, εάν ούτε η μία ούτε η άλλη πλευρά μπορέσει να επικρατήσει στρατιωτικά, θα προκύψει αδιέξοδο. Τότε, θα σημάνει η ώρα της διπλωματίας.
Πρέπει να επισημανθεί ότι η χρήση τακτικού πυρηνικού όπλου συνεπάγεται την ετοιμότητα των στρατευμάτων του χρήστη να μπορεί να επιχειρήσει σε συνθήκες τοπικού πυρηνικού πλήγματος. Οι Ρώσοι έχουν δείξει πολλαπλές αδυναμίες και στο υλικό που χρησιμοποιείται. Δυσκολεύεται κανείς να φανταστεί, λοιπόν, ότι θα έκαναν χρήση τακτικών πυρηνικών σε πεδίο μάχης. Εκτός κι αν γίνει χρήση προς τη δυτική Ουκρανία με πύραυλο.
Ποιος κερδίζει
Σε αυτό το πλαίσιο, η συζήτηση για το ποιος κερδίζει στην Ουκρανία μέχρι αυτή τη στιγμή μπορεί να γίνει μόνο με συμβατικούς όρους. Στον υπογράφοντα θυμίζει την συζήτηση για το ποιος νίκησε στον πόλεμο του 2006 ανάμεσα στο Ισραήλ και την Χεζμπολάχ. Εξαρτάται από το ποιον ορισμό της νίκης υιοθετεί κάθε πλευρά, που εννοείται ότι θα επιλέξει τον πλέον βολικό! Θα μπορούσαν να λεχθούν πράγματα επ’ αυτού. Ας τα δούμε συνοπτικά.
Η Ρωσία απέτυχε οικτρά με βάση το αρχικό σχέδιο επίθεσης και τις ψευδαισθήσεις που έδειξε να τρέφει η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Ως αποτέλεσμα, επλήγη καίρια η φήμη των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, άρα και η ίδια η αποτρεπτική αξιοπιστία της Ρωσίας στο συμβατικό επίπεδο. Η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με τις μεγάλες απώλειες, δημιουργεί, μεσοπρόθεσμα τουλάχιστον, θέμα στον έλεγχο των αχανών συνόρων της, ενώ ζήτημα εγείρεται και με την εύρυθμη λειτουργία των αμυντικών βιομηχανιών στον τομέα της αναπλήρωσης των απωλειών στο στρατιωτικό υλικό.
Επλήγη όμως και η φήμη των ρωσικών υπηρεσιών πληροφοριών, με τις FSB (εσωτερική ασφάλεια και αντικατασκοπεία) και GRU (στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών) να χρεώνονται κατά σειρά την αποτυχία, ενώ είχε λοιδορηθεί δημόσια από τον ίδιο τον Πούτιν ο επικεφαλής της SVR (κατασκοπεία) που είχε λάβει σαφείς αποστάσεις από τα συμπεράσματα και τις εισηγήσεις των υπολοίπων.
Κέρδη και ζημίες για τη Ρωσία
Η Ρωσία καταγράφει απώλειες, σε πρώτη ανάγνωση και στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής. Το βασικότερο αφορά την ίδια την Ουκρανία, καθώς η εισβολή ενίσχυσε την εθνική ταυτότητα των Ουκρανών, ενώ προ του πολέμου η διένεξη Ρώσων και Ουκρανών προσομοίαζε περισσότερο με εμφύλιο που υποδαυλίζεται από το εξωτερικό. Ως δεύτερη σαφής ήττα μπορεί να θεωρηθεί η εγκατάλειψη, της έστω άτυπης στάσης ουδετερότητας Σουηδίας και Φινλανδίας, που έλαβαν την απόφαση να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Επίσης, καταστράφηκαν για μεγάλο διάστημα οι έστω δύσκολες σχέσεις με την ΕΕ και δυσχεραίνει η έξοδος της χώρας στα θερμά ύδατα της Μεσογείου, παρά τη συνήθη επαμφοτερίζουσα στάση της Τουρκίας.
Στον τομέα της οικονομίας, η Ρωσία έχει υποστεί απώλειες, παρόλο που διαψεύσθηκαν πανηγυρικά οι προβλέψεις περί καταστροφής της, συνεπεία των κυρώσεων που επέβαλλε η Δύση. Ακόμα κι αν αντικαταστήσει τις αγορές υδρογονανθράκων με ασιατικές, οι όροι είναι ήδη πιο δυσμενείς, ενώ ακόμα επαχθέστερη για τη ρωσική ηγεσία είναι η σημαντική αύξηση της εξάρτησης από την Κίνα. Εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα είναι αυτό των ημιαγωγών (semiconductors) και η πρόσβαση και των δυο χωρών στους πολύ πιο προηγμένους δυτικούς. Από την άλλη πλευρά, το δίδυμο Ρωσίας και Κίνας είναι αυτάρκες στο ζήτημα των σπανίων γαιών και των κρίσιμων ορυκτών.
Πρόκειται για άλλο ένα πολυδιάστατο ζήτημα, καθώς πέραν της τακτικής συγκυρίας, το Πεκίνο θα μπορούσε να χαλαρώσει τη στάση που προβληματίζει τη Μόσχα, διακρίνοντας απειλή και για την κινεζική ασφάλεια από την οικονομική διάσταση του ιδιότυπου νέου Ψυχρού Πολέμου. Αυτό ήδη δημιουργεί σταδιακά αντίπαλο δέος απέναντι στο αμερικανικό δολάριο, περιπλέκοντας έτι περαιτέρω την κατάσταση.
Η εικόνα απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ευνοϊκή για τη Μόσχα. Ωστόσο, εάν οι Ρώσοι καταφέρουν με το όποιο κόστος να κατοχυρώσουν μετά την Κριμαία και το Ντονμπάς και τμήματα της ιστορικής “Νοβορωσίας” αυτό για ποιον από τη Ρωσία, την Ουκρανία, αλλά και τις ΗΠΑ, θα αποτελέσει νίκη ή ήττα; Μόνος βέβαιος ηττημένος είναι η Ουκρανία, μια χώρα που θα χρειαστεί πολλές δεκαετίες να συνέλθει.
Κέρδη και ζημίες για τις ΗΠΑ
Σημασία έχει σε πιο αποτέλεσμα από τα παραπάνω δίνει τη μεγαλύτερη σημασία η κάθε πλευρά. Εάν σε βάθος χρόνου ελεγχθούν οι συνέπειες του πολέμου από τη Ρωσία, μια χώρα με πρώτες ύλες και αχανή έκταση, αλλά με ζητούμενο την εσωτερική συνοχή και τη δημογραφική ανάταξη, η ιστορία θα καταγράψει τον πόλεμο στην Ουκρανία ως επιτυχία για τους Ρώσους. λόγω της ανάκτησης εδαφών.
Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ, μοιάζουν ο ξεκάθαρα πιο κερδισμένος από αυτή τη σύγκρουση, υπό την προϋπόθεση ότι διαθέτουν στρατηγική με την οποία θα εξουδετερώσουν όσες συνέπειες του πολέμου μπορούν να πλήξουν τα συμφέροντά τους. Το βέβαιο είναι ότι “μάντρωσαν” εκ νέου την Ευρώπη και όρθωσαν τείχος ανάμεσα στη Γερμανία και στη Ρωσία.
Αναδείχθηκε επίσης, πέραν πάσης αμφιβολίας, η εξάρτηση της ευρωπαϊκής ηπείρου από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, ενώ η ιστορική εμπειρία δημιουργεί αμφιβολίες για τη σοβαρότητα των διακηρύξεων των Ευρωπαίων περί ανάπτυξης αυτόνομης αμυντικής δυνατότητας. Ακόμα κι αν αυτό συμβεί, πολύ δύσκολα θα ξεφύγει από το ατλαντικό πλαίσιο, με αποτέλεσμα να είναι ξανά κερδισμένες οι ΗΠΑ.
Όταν τελειώσει αυτός ο πόλεμος, αυτό που θα κριθεί μετά βεβαιότητας, κυρίως στο εσωτερικό της Ουκρανίας, είναι εάν το αποτέλεσμά του θα μπορούσε να είναι παρόμοιο ή καλύτερο δίχως τη θυσία εκατοντάδων χιλιάδων ψυχών, ένθεν κακείθεν, με ό,τι αυτό κι αν θα έπρεπε να συνεπάγεται για την αποφυγή του. Προς το παρόν, οι δυο πλευρές είναι “κλειδωμένες” σε μια αδιέξοδη σύγκρουση, στο μέτρο που η μία δεν μπορεί επί του πεδίου να επιβάλλει τη θέλησή της στην άλλη. Το ανθρωπιστικό κριτήριο σε συνδυασμό με την απερίφραστη καταδίκη αυτής καθαυτής της ρωσικής εισβολής για λόγους αρχής, δεν επαρκεί για να αλλάξει τον ψυχρό-κυνικό χαρακτήρα των υπολογισμών που επικρατούν σε έναν πόλεμο και τις προϋποθέσεις που μπορούν να οδηγήσουν μια στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ κρατών στη λήξη.