Η ματωμένη Βέρμαχτ παρουσιάζει όπλα στους Έλληνες ηττημένους
10/04/2023Σχεδόν τέσσερεις μέρες, από τις 6 έως τις 9 Απριλίου 1941, κράτησε η Μάχη των Οχυρών της Γραμμής Μεταξά. Το Οχυρό Ρούπελ αποτελούσε ένα από τα 21 συνολικά αμυντικά συγκροτήματα με την ονομασία «Οχυρά», που είχαν κατασκευαστεί κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων και είναι γνωστά με το όνομα Γραμμή Μεταξά. Έλεγχε την ομώνυμη στενωπό, που σχηματίζεται από τον ρου του Στρυμόνα, ανάμεσα στα βουνά Κερκίνη (Μπέλες) και Άγγιστρο, το μοναδικό οδικό και σιδηροδρομικό πέρασμα από την Ελλάδα στην Βουλγαρία. Η γερμανική Βέρμαχτ επιτέθηκαν με ισχυρές δυνάμεις
Με συνολικό ανάπτυγμα καταφυγίων 1.849 μέτρα και μήκος στοών 4.251 μέτρα, περιλάμβανε 123 οχυρωματικά έργα, υπόγεια καταφύγια, αποθήκες, κοιτώνες, λουτρά και ένα μικρό νοσοκομείο. Οι στοές επικοινωνίας του συγκροτήματος είχαν μήκος 6.100 μέτρα και ο οπλισμός του αποτελούνταν από πέντε αντιαρματικά πυροβόλα, πέντε πυροβολεία, πέντε όλμους, 8 πυροβόλα σε καλά κρυμμένες τοποθεσίες, 85 πολυβόλα, 25 οπλοπολυβόλα και 53 ολμοβόλα, εκτός από τον ατομικό οπλισμό της φρουράς. Το υπερασπίζονταν 950 περίπου οπλίτες, με επικεφαλής 27 αξιωματικούς. Διοικητής του συγκροτήματος ήταν ο ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος, Συριανός.
Οι Γερμανοί επιτέθηκαν στο Ρούπελ με το εμπειροπόλεμο από τις μάχες της Γραμμής Μαζινό, 125ο Σύνταγμα Πεζικού, μαζί με το 1ο Τάγμα του 100ου Συντάγματος Ορεινών Κυνηγών και με ένα τάγμα Μηχανικού, έχοντας επικεφαλής τον συνταγματάρχη Έριχ Πέτερσεν Οι επιχειρήσεις κατά του οχυρού είχαν την υποστήριξη από ένα σύνταγμα πυροβολικού, δύο μοίρες πυροβολικού και την 616η ολμαρχία. Επίσης, από το σύνολο των 576 αεροσκαφών που διέθετε η 12η Γερμανική Στρατιά στην Βαλκανική εκστρατεία, 250 βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως Junkers Ju 87 (Στούκας) ενήργησαν επιθέσεις εναντίον του Ρούπελ και του Μπέλες.
Οι Γερμανικές δυνάμεις ξεκίνησαν την προσβολή του οχυρού στις 05:15 το πρωί της 6ης Απριλίου 1941, με σφοδρό βομβαρδισμό πυροβολικού με βλήματα διαφόρων διαμετρημάτων, και από τις 06:00 με αεροπλάνα κάθετης εφόρμησης (Στούκας), στην προσπάθεια να ανοίξουν το δρόμο για την προέλαση του πεζικού. Οι επιχειρήσεις της πρώτης ημέρας δεν είχαν κανένα εδαφικό όφελος για τους Γερμανούς, έτσι, ο Γερμανός επικεφαλής ζήτησε για την επομένη συνδυαστικές προσβολές από Λουφτβάφε και βαρύ πυροβολικό. Οι επιθέσεις των δύο επομένων ημερών δεν είχαν ούτε αυτές ουσιαστικό αποτέλεσμα, παρά τις μεγάλες απώλειες που υπέστησαν οι επιτιθέμενοι.
Η Βέρμαχτ
Σημαντική απώλεια για τους αμυνόμενους ήταν η ομοχειρία πυροβολικού του υπολοχαγού Αλέξανδρου Κυριακίδη, που καταστράφηκε από τον βομβαρδισμό γερμανικών στούκας στις 7 Απριλίου 1941. Ο ίδιος, μαζί με τους στρατιώτες του βρήκε τραγικό θάνατο στο καταφύγιο της πυροβολαρχίας, καθώς αρνούμενος να κάνει παύση των βολών των πυροβόλων του, έγινε στόχος των γερμανικών αεροπλάνων. Τα λείψανα, το κατεστραμμένο πυροβόλο καθώς και τα προσωπικά αντικείμενα του Αλέξανδρου Κυριακίδη και των στρατιωτών του, βρέθηκαν μέσα στο όρυγμα που ισοπέδωσαν οι βόμβες, στις 22 Νοεμβρίου 2000.
Στις 9 Απριλίου 1941 η 2η Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία, περνώντας μέσα από το έδαφος της Γιουγκοσλαβίας, υπερφαλαγγίζει την γραμμή των οχυρών και εισέρχεται στην Θεσσαλονίκη. Στις 14:00 υπογράφεται πρωτόκολλο παράδοσης στο Γερμανικό Προξενείο Θεσσαλονίκης μεταξύ του Διοικητή του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας Αντιστρατήγου Κωνσταντίνου Μπακόπουλου και του Διοικητή της 2ης Γερμανικής Τεθωρακισμένης Μεραρχίας, Αντιστράτηγου Φάελ.
Στις 17:00 της ίδιας ημέρας φάνηκε μπροστά στο οχυρό Γερμανός κήρυκας με λευκή σημαία και ενημερώνει για την συνθηκολόγηση του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (Τ.Σ.Α.Μ.), ζητώντας την παράδοση του οχυρού. Ο διοικητής του οχυρού ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος του απάντησε πως «…τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται» και συμπλήρωσε πως «….τοιούτων διαταγών περί ανακωχής κ.λ.π. στερούμεθα παρά των ιεραρχικώς προϊσταμένων μας αρχών. Διαταγάς λαμβάνομεν και εκτελούμεν μόνον τας προερχομένας εκ των προϊσταμένων μας αρχών» και ότι «…ο αγών θα συνεχιστεί, πάσα δε απόπειρα προσεγγίσεως του οχυρού θα συντριβεί». Ο κήρυκας των Γερμανών διαβεβαίωσε τον Δουράτσο, επικαλούμενος την στρατιωτική του τιμή, ότι δεν επρόκειτο για απάτη και συμφώνησαν νέα συνάντηση για τις 06:00 της επόμενης.
Το οχυρό επικοινώνησε με τη Μεραρχία. Η διαταγή ήρθε αρχικά τηλεφωνικώς και στη συνέχεια γραπτώς, από τον Διοικητή αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο, ο οποίος ενημέρωσε όλα τα οχυρά που αντιστέκονταν πως ο αγώνας ήταν πλέον άσκοπος και δεν πρέπει να χυθεί άλλο Ελληνικό αίμα.
Ο ταγματάρχης Δουράτσος παρέδωσε το οχυρό στις 06:00 το πρωί της 10ης Απριλίου ενώ τηρήθηκε η απαίτηση του: «Κανείς Γερμανός να μην ανέβει στο οχυρό έως ότου και οι τελευταίοι αποχωρήσουν». Από την πλευρά του ο συνταγματάρχη Έριχ Πέτερσεν, παραλαμβάνοντας το οχυρό απευθύνθηκε στους υπερασπιστές του λέγοντας: «Αποτελεί τιμή για μας το ότι πολεμήσαμε με τόσο γενναίο αντίπαλο..».
Η συγκέντρωση των υπερασπιστών από όλα τα τμήματα του οχυρού ορίστηκε να γίνει στην κεντρική είσοδο του συγκροτήματος μάχης. Όταν συγκεντρώθηκε όλη η δύναμη, εμφανίσθηκε ο διοικητής του οχυρού ιππεύοντας ένα μαύρο άλογο. Αφίππευσε και αφού τους μίλησε και τους έδωσε συγχαρητήρια, έδωσε τον λόγο στον Γερμανό διοικητή που τους συνεχάρη και αυτός. Στη συνέχεια ο Δουράτσος έκανε την κίνηση να παραδώσει στον Πέτερσεν το ξίφος του. Αυτός, όμως, αρνήθηκε να το δεχτεί λέγοντας: «Αυτό σου ανήκει!» και του έκανε νόημα να ανέβει ξανά στο άλογο, κρατώντας τιμητικά τον αναβολέα .
Αφού ο Έλληνας ίππευσε, ο Γερμανός συμπλήρωσε με νόημα: «Άλες, παρτί χάους (όλοι φύγετε για τα σπίτια σας)»…. Έξω από το οχυρό υποδέχθηκε τους ηρωικούς υπερασπιστές του ένα παραταγμένο Γερμανικό τμήμα, οι άνδρες του οποίου απέδωσαν τιμές, καθώς επτά Γερμανοί αξιωματικοί τους χαιρετούσαν έναν προς έναν…
Ο Γερμανικός στρατός δεν κράτησε Έλληνες στρατιώτες αιχμαλώτους και η Ελληνική σημαία αντικαταστάθηκε από τη Γερμανική, μόνο όταν και ο τελευταίος Έλληνας εγκατέλειψε το οχυρό, ενώ πριν την αποχώρηση του, οι Γερμανοί ζήτησαν από τον ταγματάρχη Δουράτσο να επιθεωρήσει τα τμήματα τους. Στη συνέχεια, αξιωματικοί και οπλίτες αναχώρησαν πεζοί για το Σιδηρόκαστρο και τις Σέρρες. Οι απώλειες από ελληνικής πλευράς ήταν 44 νεκροί και 152 τραυματίες, ενώ οι γερμανικές ανέρχονταν σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους!
Η σημαία του Ρούπελ
Την μισοκαμμένη σημαία του οχυρού Προφήτες, του συγκροτήματος Ρούπελ, την πήρε μαζί του, ο Γερμανός στρατιώτης Φριτς Κοπ, έχοντας την μαζί του και στις επιχειρήσεις στη Ρωσία, όπου και τραυματίστηκε.
Την επέστρεψε στην χώρα μας το 1955, απευθύνοντας και σχετική επιστολή στην Βασίλισσα Φρειδερίκη, όπου, μεταξύ άλλων έγραφε: «Δεν γνωρίζω αν αυτή (σ.σ. η σημαία) έχει αξία ή ποιας σημασίας είναι. Δεν ήθελα όμως να τύχει κακής μεταχείρισης· την πήρα και την έκρυψα στα πράγματά μου. Για αρκετό διάστημα – και μάλιστα μέχρι ενός σημείου μέσα στη Ρωσία – με ακολούθησε. Μετά τον τραυματισμό μου βρέθηκε στο νοσοκομείο κάτω από το προσκέφαλό μου».
«Κατά την ανάγνωση ενός άρθρου για την Ελλάδα ξανασκέφτηκα τη σημαία αυτή και δεν μπορώ να διώξω τη σκέψη ότι κατέχω ξένη ιδιοκτησία. Επιθυμώ λοιπόν να την επιστρέψω στον νόμιμο ιδιοκτήτη και να θεωρηθεί συγχρόνως τούτο ως δείγμα της βουβής αγάπης μου προς την Ελλάδα και ιδιαίτερα προς τη φύση της». Και κατέληγε: «Ως παλαιός πεζοπόρος, κάθε εκστρατεία ήταν για μένα προσωπικά μόνο μία ευκαιρία να πραγματοποιήσω το παλιό μου όνειρο και να γνωρίσω τα Βαλκάνια. Ελπίζω να μπορέσω ακόμη μία φορά στη ζωή μου διά της ειρηνικής οδού να διασχίσω τα εδάφη της Μακεδονίας».
ΠΗΓΕΣ1. 10 Απριλίου 1941: Τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται
2. Γεώργιος Δουράτσος: Ο θρυλικός διοικητής του Ρούπελ