Γέφυρα κεντροαριστεράς ή φιλελεύθερο γεφύρι της Άρτας;
08/03/2019Ένας διάλογος για την ιδεολογική και πολιτική διαδικασία συγκρότησης ενός νέου “προοδευτικού πόλου” -όπως κατ αρχήν τον βαπτίζουν οι εμπνευστές και οι συμμετέχοντες-, όπου θα συναντιόνται οι σύγχρονες αριστερές, κεντροαριστερές, σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, προϋποθέτει τουλάχιστον σαφείς αντιλήψεις και απόψεις για την αριστερά, την κεντροαριστερά, τη σοσιαλδημοκρατία.
Η προϋπόθεση δε αυτή είναι αναγκαίος και όχι επαρκής όρος για την συνέχιση και την ευόδωση του όλου εγχειρήματος. Εκτός εάν οι 100 περιώνυμοι στήνουν απλώς μία Γέφυρα για την μετεγκατάστασή τους και την μεταφορά πολιτικά άστεγων ψηφοφόρων στον ΣΥΡΙΖΑ, που τότε θα καταλήξει σε γεφύρι της Άρτας.
Τα πράγματα σε έναν τέτοιο διάλογο δυσκολεύουν γιατί φυσικά δεν είναι μόνο θεωρητικός -που και εκεί θα υπήρχαν δυσκολίες-, αλλά συμπληρώνεται από τον χαρακτήρα, τις παραστάσεις και την ιστορία των συμμετεχόντων. Έτι περαιτέρω, γιατί οι όποιες θέσεις δοκιμάζονται απέναντι στην πραγματικότητα της πολιτικής πράξης, την οποία θα πρέπει να περιλάβουν στην εννοιολογία τους και να την δικαιολογήσουν ή έστω να την εξηγήσουν.
Αριστερός και δεξιός νεοφιλελευθερισμός
Το πιο αναλυτικό ρεπορτάζ για την ιδρυτική πράξη των 100 της Γέφυρας από την Αυγή, περιορίζεται στην καταγραφή των βαρυσήμαντων ονομάτων -μερικά με μακρά ιστορία- και στην παράθεση από την πλευρά τους περιγραφών του εγχειρήματος χωρίς προτάσεις ουσίας. Συμπυκνώνοντας, θα λέγαμε ότι προτείνουν την συγκρότηση ενός προοδευτικού πόλου σε Ελλάδα και Ευρώπη απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό και στον ακροδεξιό λαϊκισμό όπως εκδιπλώνεται κυρίως στο μεταναστευτικό και στα ατομικά δικαιώματα.
Ενώ όλοι αναγνωρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο πυρήνας του εγχειρήματος, δεν θέτει κανείς καν το βασικό ερώτημα: Πόσο αριστερός ή κεντροαριστερός είναι ένας πολιτικός φορέας που ως κυβέρνηση υλοποιεί με συνέπεια μία νεοφιλελεύθερη μνημονιακή πολιτική παίρνοντας μάλιστα τα διεθνή εύσημα; Και γιατί αποτελεί αριστερή ή προοδευτική πολιτική η κοινωνικά άδικη αναδιανομή εισοδημάτων σε βάρος των μικρομεσαίων αστικών στρωμάτων προκειμένου να ενισχυθούν με επιδόματα τα πληβειακά στρώματα του συστήματος που η ίδια κυβέρνηση διαχειρίζεται;
Ή πόσο συμβιβάζεται με οποιαδήποτε εκδοχή της αριστεράς η τακτική των προληπτικών προσαγωγών για να αντιμετωπιστούν οι κατευθυνόμενες ακροδεξιές αντιδράσεις στη Συμφωνία των Πρεσπών; Και για να γίνει και η απαραίτητη σύνδεση με την Ευρώπη, ποια είναι η θέση της Γέφυρας των 100 για τα όσα γίνονται στην Γαλλία με τα κίτρινα γιλέκα. Ο απολογισμός της πολιτικής Μακρόν είναι 12 νεκροί, τέσσερις σε κώμα, 350 ακρωτηριασμένοι από τα νέα επικίνδυνα όπλα των δυνάμεων καταστολής, χιλιάδες προληπτικές συλλήψεις και προσαγωγές και απαγόρευση τους δικαιώματος των πολιτών να διαδηλώνουν.
Όλοι εκείνοι που συμφώνησαν στην στήριξη του “κεντρώου” Μακρόν για να μην βγει η ακροδεξιά Λεπέν -και είναι πολλοί μεταξύ των 100- νομίζουν ότι η Λεπέν θα είχε κάνει κάτι χειρότερο; Μήπως ασκούσε μικρότερη καταστολή από τον κίνδυνο της κατακραυγής και της αντίθεσης που θα ήταν μεγαλύτερη -καθότι ακροδεξιά- από ότι με τον “κεντρώο” Μακρόν;
Πολιτική των πρόσφορων καταστάσεων
Ο πρωθυπουργός που υποκινεί την σχετική πρωτοβουλία και ο οποίος μοιάζει να αντιλαμβάνεται την πολιτική όχι τόσο σαν τέχνη του εφικτού αλλά με την λενινιστική αντίληψη των πρόσφορων καταστάσεων και των ευκαιριών, δράττεται της ευκαιρίας για να αποτελέσει το κόμμα του τον πυρήνα του ενός πόλου στον νέο διπολισμό, μετά την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, απέναντι στη ΝΔ.
Το εκδιπλώνει τώρα γιατί η συμπεριφορά της ΝΔ στο Σκοπιανό ανέδειξε συγκυριακά έναν εθνικιστικό χαρακτήρα και την αποξένωσε από προσωπικότητες του πάλαι ποτέ σοσιαλδημοκρατικού εκσυγχρονισμού ή της soft αριστεράς που προσέρχονται πλέον στον διάλογο. Είναι πολύ πιθανό ότι θα πετύχει τον στόχο του. Μόνο που δίχως σύνδεση με τις έννοιες τις αριστεράς, θα είναι το ένα από τα δύο κόμματα ή τους δύο πόλους που θα κυβερνούν με την συμφωνία ότι δεν θα θίξουν το σύστημα.
Η διαφορά του “αριστερού πόλου” έγκειται στην καλύτερη περίπτωση στο ότι προτείνει μία πολιτική πιο αναδιανεμητική από τον άλλο. Εδώ ο Μαρξ -μιας και παραμένει ελπίζουμε αριστερός-, θα αυτοκτονούσε. Φαίνεται άλλωστε από την παρόμοια ορολογία. Τόσο στις ομιλίες του Αλέξη Τσίπρα όσο και από άλλων προσωπικοτήτων ξεχωρίζουν οι αναφορές στην “οικονομική ανάπτυξη, στην αποτελεσματικότητα, στην παραγωγικότητα”.
Όπως θα έλεγε ο Ζαν Κλοντ Μισεά, περιγράφεται μία “Αριστερά που λάτρεψε την αγορά και τον ανταγωνισμό, τις επιχειρήσεις και την «απεριόριστη ανάπτυξη” κι ασπάστηκε τελικά τον πολιτισμικό φιλελευθερισμό, (ατομικά δικαιώματα και μειονότητες), πολιορκητικό κριό που την άλωσε ιδεολογικά. Πάντα με το κερασάκι της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αλλά το ίδιο κερασάκι πια βάζει στο δικό του νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ακόμη και ο Μάνφρεντ Βέμπερ.
Εν τέλει μετά τις εκλογές -και τον παροξυσμό που θα επικρατήσει- θα καταλήξουν οι δύο πόλοι να αποτελέσουν το νέο πλαδαρό κέντρο που θα διαχειρίζεται το σύστημα. Άλλωστε και οι δύο συμφωνούν πια ότι το διακύβευμα είναι να δοθεί ώθηση στην στην οικονομία ώστε να βγούμε από την κρίση στην οποία έχουμε βυθιστεί.
Συμβαίνουν και στην Εσπερία
Ο προβληματισμός μπορεί να έρχεται με έναν καινούργιο μανδύα στα καθ ημάς αλλά καθόλου καινούργιος δεν είναι στην Ευρώπη. Τον περιγράφει προ διετίας ο Τομά Πικετί (Thomas Piketty): “Σήμερα η ΕΕ συνθλίβεται ανάμεσα από τη μια σε πολιτικές κινήσεις, το πρόγραμμα των οποίων περιορίζεται στο να εκδιώκουν ξένους και πρόσφυγες από τις χώρες τους και από την άλλη σε κόμματα που συνεχίζουν σε μια άνευ όρων διαλυτική φιλελευθεροποίηση της Ε.Ε”. Η μόνη πρόταση όμως που έκτοτε δεν τελεσφόρησε ήταν “Να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο προς τη κατεύθυνση μιας πολιτικής, κοινωνικής και οικολογικής επανίδρυσης της Ευρώπης με μία νέα συνέλευση για την Ευρώπη”.
Γιατί όμως είναι προοδευτική πολιτική η παραμονή σε μία γερμανική Ευρώπη προσδιοριζόμενη πλέον αναπόδραστα από την Συνθήκη του Μάαστριχτ και το Σύμφωνο Σταθερότητας; Καθώς η πολιτική είναι σύγκρουση και επιβολή και όχι συζητήσεις με τσάι, το βασικό ερώτημα σε Ελλάδα και Ευρώπη είναι: υπάρχει προοπτική αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων στο εσωτερικό της ΕΕ;
Πρώτον στο επίπεδο των κρατών και δεύτερον στο επίπεδο της γραφειοκρατίας που όλο και ενδυναμώνεται; Ήτοι η Γερμανία θα εγκαταλείψει την οικονομική πολιτική που την καθιστά μικρομεσαία παγκόσμια δύναμη; Ούτε ο σοσιαλδημοκράτης Μπούλμαν δεν πρότεινε κάτι τέτοιο όταν τίθεται με συγκεκριμένους όρους για την Ελλάδα. Εκ των υστέρων μόνο κάνει κριτική στον Σόιμπλε και εκ του ασφαλούς γιατί τώρα η πολιτική του έχει δρομολογηθεί. Ή μήπως θα αλλάξει πολιτική η Γαλλία του Μακρόν;
Η ουτοπία των ανοιχτών συνόρων
Το δεύτερο πρόταγμα σε Ελλάδα και Ευρώπη είναι η αντιμετώπιση του ακροδεξιού λαϊκισμού, όπως εκφράζεται από δυνάμεις όπως το κόμμα του Ορμπάν, στην Ουγγαρία, η Εναλλακτική για τη Γερμανία στην Γερμανία και η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα κατά των μεταναστών. Αλλά και εκεί επιλέγει η σοσιαλδημοκρατία, αριστερά και κεντροαριστερά λάθος πεδίο και ως εκ τούτου καταδικασμένη να ηττηθεί. Λέει ο Βόλφγκανγκ Στρεκ, από τις βασικές μορφές του νέου αριστερού κινήματος «Εγερθείτε» της Γερμανίας σε παλαιότερη συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών:
“Τα «ανοιχτά σύνορα» δεν είναι πολιτική ιδέα, είναι μια ουτοπική ιδέα, ενός αδύναμου τμήματος της φιλελεύθερης Αριστεράς, το οποίο ενθαρρύνεται από τα ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων και των κεντρικών ΜΜΕ, επειδή διασπά τα προοδευτικά κόμματα. Η συζήτηση περί «ανοιχτών συνόρων» οδηγεί τους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης στην αγκαλιά της νέας Δεξιάς και συνεπώς αδυνατίζει τις προοδευτικές δυνάμεις”.
Για την Ευρώπη και την Αριστερά απαντά ο Ρεζίς Ντεμπρέ από παλαιότερη συνέντευξή του στην Αυγή και στον Οδυσσέα Βουδούρη: “Η Ευρώπη δεν είναι η λύση, είναι το πρόβλημα. Η Αριστερά πίστεψε ότι η Ευρώπη θα την προστάτευε από την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Αλλά η Ευρώπη αποκαλύπτεται ως όργανο αυτής της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, ο φορέας της. Η απάντηση της Αριστεράς είναι κατ αρχήν η ανάκτηση της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας. Ταυτόχρονα και τα δύο, αυτά τα δύο πάνε μαζί. Το οποίο δεν αποκλείει την αλληλεγγύη των λαών. Αλλά αυτό που αποκλείει είναι την διακυβέρνηση από τους τραπεζίτες”. Αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα για τους “προοδευτικούς”.