Τηλεφώνημα Σι-Ζελένσκι – Κινέζος απεσταλμένος για το Ουκρανικό
26/04/2023O πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ είχε μακρά τηλεφωνική συνομιλία με τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι σήμερα το πρωί, όπως έγινε γνωστό από το Κίεβο. Ο Σι είπε στον Ουκρανό ομόλογό του ότι η Κίνα θα στείλει ειδικοί απεσταλμένο στην Ουκρανία και θα διεξαγάγει συνομιλίες «με όλα τα μέρη για την επίλυση της κρίσης», σύμφωνα με κινεζικά μέσα ενημέρωσης.
Αυτή ήταν η πρώτη επικοινωνία των δύο προέδρων μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η Κίνα θα επικεντρωθεί «στην προώθηση ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων και θα καταβάλει προσπάθειες για κατάπαυση του πυρός το ταχύτερο δυνατό», είπε ο Σι στον Ζελένσκι, σύμφωνα με την κρατική τηλεόραση CCTV. Ο Σι είχε δηλώσει στις αρχές Απριλίου ότι ήταν πρόθυμος να μιλήσει με τον Ζελένσκι, ο οποίος του είχε ζητήσει σε δημόσιες δηλώσεις του κατ’ επανάληψη τον δει στο Πεκίνο.
Συνάντηση δεν συζητείται, ενώ ως προς την διαμεσολάβηση του Πεκίνου, μένει να αποσαφηνιστεί πως ακριβώς θα τεθεί το ειρηνευτικό πλαίσιο γενικών αρχών που είχε παρουσιάσει η κινεζική διπλωματία, αλλά προσέκρουσε στην άρνηση της Δύσης.
I had a long and meaningful phone call with 🇨🇳 President Xi Jinping. I believe that this call, as well as the appointment of Ukraine's ambassador to China, will give a powerful impetus to the development of our bilateral relations.
— Volodymyr Zelenskyy / Володимир Зеленський (@ZelenskyyUa) April 26, 2023
Η πρόταση του Πεκίνου
Το κείμενο με τίτλο “Η θέση της Κίνας για την πολιτική επίλυση της ουκρανικής κρίσης”, που παρουσίασε το Πεκίνο ως ουδέτερη χώρα στη σύγκρουση, τον Φεβρουάριο του 2023 (ένα χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου), ζητεί από τις δύο πλευρές να ξεκινήσουν ειρηνευτικές συνομιλίες. Όμως την ουδετερότητα της Κίνας αμφισβητούν οι ΗΠΑ και άλλες συμμαχικές χώρες της Ουκρανίας. Τις τελευταίες ημέρες η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε ότι το Πεκίνο εξετάζει το ενδεχόμενο να προσφέρει όπλα στη Ρωσία, κάτι που η Κίνα διέψευσε κατηγορηματικά.
Η πρόταση της Κίνας, περιλαμβάνει σεβασμό στην κυριαρχία, έκκληση για διάλογο και απόρριψη της χρήσης πυρηνικών όπλων. Αυτές είναι βασικές παράμετροι στο σχέδιο 12 σημείων, όπως υπογραμμίζεται. «Η κυριαρχία, η ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών πρέπει να προστατευθούν αποτελεσματικά», είναι το πρώτο σημείο της πρότασης. Πάντως στο CNN ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν αντέδρασε εκτιμώντας ότι το κείμενο «θα μπορούσε να έχει ολοκληρωθεί στο πρώτο σημείο», διότι όπως είπε, «ο πόλεμος θα μπορούσε να τερματιστεί αύριο, αν η Ρωσία σταματούσε την επίθεση στην Ουκρανία και απομάκρυνε τις δυνάμεις της».
Το Πεκίνο καλεί τη Ρωσία και την Ουκρανία να διεξαγάγουν ειρηνευτικές συνομιλίες, υπογραμμίζοντας ότι «ο διάλογος και οι διαπραγματεύσεις είναι η μόνη βιώσιμη λύση». Όπως αναφέρει «η διεθνής κοινότητα θα έπρεπε να μείνει δεσμευμένη στη σωστή προσέγγιση, η οποία συνίσταται στην προώθηση των ειρηνευτικών συνομιλιών, στην παροχή βοήθειας στις πλευρές (που εμπλέκονται) σε αυτή τη σύγκρουση, ώστε να ανοίξει η πόρτα προς μια πολιτική διευθέτηση το συντομότερο δυνατό και να δημιουργηθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις και πλατφόρμες ώστε να επαναληφθούν οι διαπραγματεύσεις». Το κείμενο αντιτίθεται σε οποιαδήποτε χρήση πυρηνικών όπλων: «Πρέπει να εμποδίσουμε την εξάπλωση των πυρηνικών όπλων και μια πυρηνική κρίση».
Το κείμενο της Κίνας σημειώνει πως πρέπει «να εγκαταλειφθεί η νοοτροπία του Ψυχρού Πολέμου». Αναφέρει ότι «η ασφάλεια μιας περιοχής δεν θα πρέπει να κερδίζεται με την ενίσχυση ή τη διεύρυνση στρατιωτικών μπλοκ» και ότι «τα νόμιμα συμφέροντα και οι ανησυχίες όλων των χωρών σε ό,τι αφορά την ασφάλεια θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη».
Το Πεκίνο ζητεί επίσης να προστατευθεί η παγκόσμια οικονομία από τις επιπτώσεις της κρίσης στην Ουκρανία, κυρίως μέσω της πρωτοβουλίας για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας, μια συμφωνία που επιτρέπει την εξαγωγή ουκρανικών σιτηρών. Άλλη μια προτεραιότητα της Κίνας είναι «η διατήρηση της σταθερότητα στις βιομηχανικές και εφοδιαστικές αλυσίδες». Για τον λόγο αυτό οι εμπλεκόμενες πλευρές θα πρέπει «να αντιταχθούν στη χρήση της παγκόσμιας οικονομίας ως εργαλείο ή όπλο για πολιτικούς σκοπούς».