Εθνικά “κατάπτυστα” και κατάπτυστα…
07/07/2023Ως γνωστόν, “κατάπτυστες” είναι όλες σχεδόν οι σε επίπεδο Διεθνών Σχέσεων κινήσεις της ελληνικής πλευράς, ιδίως κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και στη συνέχεια. “Κατάπτυστες” είναι οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου βάσει των οποίων ιδρύθηκε η ανεξάρτητη Δημοκρατία της Κύπρου. Κατεξοχήν “κατάπτυστες” μάλιστα αυτές, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι η κρατική οντότητα που έτσι δημιουργήθηκε ήταν, σε γενικές γραμμές, αυτή που ήθελε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’.
“Κατάπτυστες” είναι και οι συμφωνίες των Πρεσπών, όχι όμως λόγω της απειλής που, εξαιτίας τής ολοένα και μεγαλύτερης ισχύος της Λαϊκής Κίνας, ελλοχεύει στο κείμενό τους μα για τα οιονεί αυτονόητα που χάρη σε αυτές διεθνώς αναγνωρίστηκαν. “Κατάπτυστες” είναι και οι διστακτικές προσπάθειες των αλληλοδιαδόχων κυβερνήσεων της Αθήνας να βρουν τρόπο συνύπαρξης με την πραγματικότητα που εδώ και μισόν αιώνα έχει παγιωθεί στην Κύπρο.
Έτσι, μέσα σε αυτό το “πέλαγος των πτυσμάτων” ένα και μόνο θέμα δεν είναι “κατάπτυστο”: Η από την τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα και μετά στάση της χώρας μας στο Βορειοηπειρωτικό. Και είναι ο εν προκειμένω μοναδικός “μη κατάπτυστος” χειρισμός εθνικού μας ζητήματος, διότι το Βορειοπειρωτικό, αν και η Ελλάδα είχε 100% δίκιο, τελικώς καταβαραθρώθηκε εξαιτίας της ελληνικής πολιτικής.
Επιχειρώντας την ανασκόπηση του θέματος, δεν θα ασχοληθούμε με την Αρχαία Ιστορία της Ηπείρου. Και αυτό, διότι θα προκύψει το ζήτημα της πραγματικής έκβασης του Τρωικού Πολέμου, το οποίο έχει δεόντως τεθεί ήδη κατά τις αρχές τής μετά Χριστόν εποχής. Ας έλθουμε λοιπόν στα καθ’ ημάς… και ας τονίσουμε ότι πράγματι η νότια ζώνη της τωρινής αλβανικής επικράτειας είχε από τον Μεσαίωνα δεχθεί ισχυρή την επίδραση της Ορθοδοξίας.
Η επίδραση αυτή καρποφόρησε κυρίως στην ευρύτερη περιοχή του Αργυροκάστρου, με αποτέλεσμα την εμπέδωση ελληνικής εθνικής συνείδησης στη μεγάλη πλειοψηφία των εκεί αυτοχθόνων. Η ζώνη της Κορυτσάς επίσης υπήρξε πρόσφορη ως προς την αποδοχή ελληνικής πολιτιστικής και θρησκευτικής επιρροής. Η Κορυτσά, όμως, σε αντίθεση με το Αργυρόκαστρο που συνδεόταν με τα Γιάννενα, συγκοινωνούσε κυρίως με τη Θεσσαλονίκη και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε συχνά να θεωρείται πόλη της Μακεδονίας.
Ποια Δύναμη δεν ήθελε την ένωση
Κατά συνέπεια, οι κατά συντριπτική πλειοψηφία Χριστιανοί Ορθόδοξοι της Κορυτσάς και των γύρω περιοχών αυτοχαρακτηρίζονταν άλλοτε ως Έλληνες και άλλοτε ως απλώς φιλέλληνες. Αλλά αυτό συνιστά ουσιαστικώς λεπτομέρεια. Οι πληθυσμοί της Αλβανίας παραδοσιακώς ήταν και παραμένουν λίγο-πολύ αδιάφοροι ως προς τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και αποχρώσεις, με αποτέλεσμα να συνυπάρχουν εκεί τέσσερα “δόγματα”, δύο μουσουλμανικά και δύο χριστιανικά.
Αίτημα πάγιο των Ορθοδόξων Χριστιανών του Αργυροκάστρου, φυσικά της Χειμάρρας και εν πολλοίς της Κορυτσάς ήταν, κατά τη δεκαετία του 1910, η ένωσή τους με την Ελλάδα. Υπήρξε όμως Δύναμη που παρέμενε αντίθετη προς την εξέλιξη αυτήν. Και η Δύναμη αυτή ήταν –βάσει των όσων εμμέσως παραδέχθηκε μέσα στη Βουλή ο Ελευθέριος Βενιζέλος– η Μεγάλη Βρετανία.
Γιατί; Ακόμα δεν είμαστε σε θέση να δώσουμε κατηγορηματική απάντηση. Η πρόφαση που “προχείρως” προβλήθηκε ήταν πως «οι Έλληνες ποτέ τους δεν είχαν εξοικείωση με την Αδριατική»! Άλλη εξήγηση, ευλογοφανέστερη, σχετιζόταν με το ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου: Εφόσον αυτό, παρά τη συντριπτικώς αλβανική πλειοψηφία του πληθυσμού του, δεν είχε ενωθεί με την Αλβανία, η “αποκοπή” από αυτήν την τελευταία και της Βορείου Ηπείρου θα έκανε “θνησιγενή” την αλβανική επικράτεια.
Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας
Το ουσιώδες, όμως, είναι ότι –βάσει του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας (1914)– θεσπίστηκε η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου. Και κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού που επακολούθησε, η Βόρειος Ήπειρος ενώθηκε μονομερώς με την Ελλάδα. Βέβαια, η ένωση αυτή υπήρξε βραχύβια. Μετά το τέλος του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου πάντως, ο Βενιζέλος επιχείρησε να λύσει το Βορειοηπειρωτικό μέσω αρχικώς μυστικής συμφωνίας με τον τότε Ιταλό υπουργό Εξωτερικών Τομμάζο Τιττόνι, η χώρα τού οποίου, παραδοσιακή σύμμαχος των Βρετανών, επίσης ενδιαφερόταν για την Αλβανία. Και αυτή η προσπάθεια όμως δεν καρποφόρησε. Γιατί; Μυστηριωδώς άγνωστο… αν και η ιταλική πλευρά έχει προ πολλού κατηγορήσει την ελληνική για την άκαιρη δημοσιοποίηση των όσων είχαν εν κρυπτώ συμφωνηθεί.
Ευνόητο παραμένει ότι το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας τελικώς δεν εφαρμόστηκε. Κατά τον Μεσοπόλεμο o βασιλεύς των Αλβανών Ζώγ Α’ παραχώρησε μια “εκπαιδευτική άνεση” στους ελληνικής συνείδησης υπηκόους του, αλλά τα πράγματα πήρανε πάλι κακή τροπή, αφότου επιβλήθηκε στην Αλβανία το υπό τον Εμβέρ Χότζα κομμουνιστικό καθεστώς. Ειρωνικώς μπορεί κανείς να πει, αυτός ο τελευταίος καταγόταν από το Αργυρόκαστρο, με αποτέλεσμα να υιοθετήσουν στάση φιλική προς αυτόν κάποιοι Βορειοηπειρώτες.
Όπως και να είναι, όμως, υπό την εξουσία του Χότζα δεν ήταν δυνατόν να δοθούν θρησκευτικές και εκπαιδευτικές ελευθερίες στους ελληνικής συνείδησης Αλβανούς. Ο Χότζα, πάντως, αναγνώρισε μεν την ύπαρξη ελληνικής μειονότητας, αλλά μόνο σε χωριά και όχι σε πόλεις, ώστε να μη μπορεί να γίνει λόγος για ολόκληρα τμήματα της αλβανικής επικράτειας.
Και πάλι… τελοσπάντων.
Ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός
Κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1990, το κομμουνιστικό καθεστώς στην Αλβανία κατέρρευσε και, συνακολούθως, άρχισε να έχει μεγάλη απήχηση ο υπέρ των Βορειοηπειρωτών αγώνας. Επικεφαλής ήταν ο Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανός (1922-1994), επισήμως καθιερωμένος ως “Υπέρτιμος και Έξαρχος Βορείου Ηπείρου”. Ο Σεβαστιανός αρχικώς ήταν υπέρ της ένωσης της Βορείου Ηπείρου με την Ελλάδα, αλλά τελικώς πείστηκε να προβάλει ως αίτημα της όλης προσπάθειας την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας. Έτσι, και η αλβανική επικράτεια δεν θα “ακρωτηριαζόταν”, μα και ο ίδιος θα μπορούσε πια να μεταφέρει την έδρα της Μητρόπολής του από την Κόνιτσα στο Αργυρόκαστρο, παραδοσιακή “πρωτεύουσα” της Δρυινούπολης.
Και τότε έγινε η μεγάλη καμπή: Το 1992 έγινε επισήμως Αρχιεπίσκοπος Πάσης Αλβανίας ο πρώην τιτουλάριος επίσκοπος Ανδρούσης κ. Αναστάσιος. Και το Βορειοηπειρωτικό έκλεισε οριστικώς… Εξυπακούεται ότι το εν λόγω “κλείσιμο” δεν έχει σχέση με τον κ. Αναστάσιο που πανθομολογουμένως παραμένει προσωπικότητα πνευματικώς και ηθικώς ανεπίληπτη. Άλλο είναι το θέμα: Το αξίωμά του ως “Αρχιεπισκόπου Τιράνων και Πάσης Αλβανίας” προϋποθέτει την ύπαρξη Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας στη γειτονική μας χώρα, κάτι που είναι εκκλησιαστικώς και κανονικώς αδιανόητο.
Πράγματι, αυτοκέφαλη μπορεί να γίνει Εκκλησία χώρας όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού αποτελείται από Χριστιανούς Ορθόδοξους. Και αυτό δεν συμβαίνει στην Αλβανία. Άρα ο κ. Αναστάσιος εγκαταστάθηκε στα Τίρανα, κατά μία έννοια για να μην εγκατασταθεί στο Αργυρόκαστρο ο Σεβαστιανός. Γιατί όμως; Ευχερής η εν προκειμένω απάντηση: Ο μακαριστός Σεβαστιανός ακτινοβολούσε μεγάλο κύρος αλλά, παράλληλα, προκαλούσε μεγάλη εχθρότητα.
Εμπράκτως, πράγματι, αυτός απέρριπτε την ~ας την πούμε έτσι– “λαϊκίστικη” ερμηνεία της Θείας Οικονομίας, που διατυπώνεται με την άτυπη αλλά διαχρονικώς σεβαστή αρχή: “Όλοι για όλα και σε όλα – και σε πλήρη εναρμόνιση με την εκάστοτε διαμορφωμένη πολιτική ατμόσφαιρα”. Η αρχή αυτή διέπει γενικώς τις χώρες του “Ορθόδοξου Τόξου” αλλά ιδιαιτέρως την Ελλάδα.
Μόνο στη δική μας Πατρίδα, πράγματι, παρατηρήθηκε το φαινόμενο κομμουνιστών οπλιτών που, μετά από μάχη, έσπευσαν σε εκκλησία για να ψάλουν το “Τη Υπερμάχω Στρατηγώ”. Και μόνο αντάρτες τού ελληνικού “Δημοκρατικού Στρατού” αρνήθηκαν να πλυθούν “για να μη φύγει από πάνω τους το λάδι του βαφτίσματος”. Ένας, μόνο ένας Νεοέλληνας, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, είχε το ψυχικό σθένος αυτό να το επισημάνει, αλλά, προφανώς, η εμβάθυνση στο όλο ζήτημα παρέλκει.
Μία προτομή χωρίς όνομα…
Έχοντας κανείς υπόψη αυτά, μπορεί να καταλάβει το γιατί ο Σεβαστιανός σιωπηρώς δυσφορούσε, όποτε διέκρινε στο εκκλησίασμα άτομα γνωστά για τις “αριστεροδημοκρατικές τους” πεποιθήσεις, ή ανθρώπους που ηθελημένα παραμελούσαν τη σε κάθε Χριστιανό απαραίτητη ευσχημοσύνη. Μεγαλοφώνως επίσης αρνιόταν τη Θεία Μετάληψη σε όσους προσέρχονταν στην Ωραία Πύλη με έκφραση βαρεμάρας ή οργής έκδηλη στο πρόσωπό τους. Επιχειρούσε, με άλλα λόγια, να δώσει στην εντολή του Χριστού: “Αγαπάτε αλλήλους” το πραγματικό της νόημα που απορρέει από τον χαρακτήρα της αντωνυμίας “αλλήλους”: Εφόσον αυτή είναι αλληλοπαθής, συνεπάγεται αμοιβαιότητα γενικώς και κατ’ επέκταση την ύπαρξη γνωρίσματος κοινού όλων εκείνων που αφορά.
Η κατάληξη, βέβαια, υπήρξε ευχερώς προβλέψιμη. Κάποια στιγμή ο Σεβαστιανός δήλωσε σε έμπιστούς του ότι σκόπευε να κινήσει διαδικασία κατάργησης του νηπιοβαπτισμού. Πασιχαρής επικρότησα τη σκέψη του αυτήν και περίλυπος μετά από λίγο καιρό πήγα να τον δω στο κρεββάτι του νοσοκομείου όπου ψυχορραγούσε. Ενώ δεν έπινε, δεν κάπνιζε και ζούσε πάνω στα “ψηλά βουνά”, πέθανε από καρκίνο των εντέρων!
Και τώρα το κορυφαίο: Μετά από χρόνια στήθηκε η προτομή του έξω από την επί της οδού Αχαρνών εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα. Μέχρι τώρα, όμως, η προτομή παραμένει ανώνυμη: Στο βάθρο της δεν υπάρχει το όνομα του Δεσπότη… Τι να πει κανείς; Τι άλλο από εκείνο που σταθερώς επαναλάμβανε γνωστός Νεοέλληνας συγγραφέας: «Κλείσε στην καρδιά σου την Ελλάδα – και θα πάθεις έμφραγμα».