Η διαχρονική ακτινοβολία της ινδικής φιλοσοφίας
09/09/2023Πρόσφατα άρχισαν, σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, επαφές μεταξύ της χώρας μας και της Ινδίας (Bharat, όπως είναι η παραδοσιακή ονομασία αυτής και θέλει να την επαναφέρει ο πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι). Τι θα αποδώσουν; Κανείς δεν μπορεί ακόμα να ξέρει… Από την άλλη όμως πλευρά, το γεγονός είναι καλοδεχούμενο. Και αυτό, διότι η Σκέψη των Ινδών εδώ και χιλιετίες ασκεί αποφασιστικής σημασίας επίδραση στην Ευρώπη γενικώς και στην Ελλάδα ιδιαιτέρως. Η εν προκειμένω, μάλιστα, περίπτωση του Δημήτριου Π. Γαλανού είναι χαρακτηριστική.
Ο Γαλανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1760. Υπό την οθωμανική κυριαρχία, την τωρινή πρωτεύουσά μας διείπε καθεστώς άτυπης αυτονομίας, που ιστορικώς αποδίδεται στην –περιορισμένη έστω – ελληνομάθεια του παδισάχ Μωάμεθ Β΄ του Πορθητή. Το οιονεί χαριστικό καθεστώς αυτό, όμως, έδινε “μεγάλο αέρα” στους επί Τουρκοκρατίας Αθηναίους, με αποτέλεσμα αυτοί και να παραμένουν λίγο-πολύ αδιάφοροι ως προς τις εκάστοτε εξεγέρσεις των ομοεθνών τους αλλά και – το βαρύτερο!– σταθερώς να τους περιβάλλει, στη Ρούμελη και τον Μοριά, φήμη κακή. Η ξεχασμένη πια σήμερα λαϊκή ρήση “κάλλιο στον κόρφο σου αχινιό (= αχινό) παρ’ αλισιβερίσι (=δοσοληψία) μ’ αθηνιό (=Αθηναίο)” είναι όχι απλώς ενδεικτική αλλά αυτόχρημα αποκαλυπτική.
Τελοσπάντων… Ο Δημήτριος Γαλανός του Παντολέοντος μόνο ως “αχινιός” δεν μπορεί να θεωρηθεί. Ήταν, δηλαδή, κάτι “σαν την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα”. Πράγματι, μπόρεσε να αξιοποιήσει τον –κάπως– ελεύθερο αέρα που έπνεε στη γενέτειρά του, προκειμένου, ακόμη και σε πολύ μικρή ηλικία, να μορφωθεί. Στη συνέχεια, μόλις 14 ετών, πήγε στο Μεσολόγγι, όπου παρακολούθησε τις παραδόσεις του περίφημου Παναγιώτη Παλαμά (για χάρη του οποίου, κατά πάσα πιθανότητα, ο μετέπειτα εθνικός ποιητής μας “Κωνσταντίνος Παλαμάρης” μετέτρεψε το όνομά του σε “Κωστής Παλαμάς”).
Μετά το Μεσολόγγι, ο Δημήτριος Γαλανός πήγε στην Πάτμο και εντάχθηκε στους μαθητές άλλου μεγάλου Δασκάλου, του Δανιήλ Κεραμέως. Χάρη σε αυτόν κυρίως, ο νεαρός Αθηναίος απέκτησε γνώση διαχρονικώς σπάνια της Ελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας. Έπειτα, ακολούθησε έναν από τους λίγους δρόμους που ανοίγονταν στους τότε Έλληνες, προκειμένου κοινωνικώς να ανέλθουν. Και ο δρόμος τού Γαλανού υπήρξε το εμπόριο, με το οποίο συστηματικώς ασχολήθηκε, αφότου, μετά από πρόσκληση συγγενούς του, εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Προτού όμως να περάσει πολύς καιρός, ο ίδιος διαπίστωσε ότι τα οικονομικού χαρακτήρα επιτεύγματα δεν τον έθελγαν. Συνακολούθως, άδραξε ευκαιρία που του προσφέρθηκε και το 1786 μετανάστευσε στην Καλκούτα…
Στην ιερή πόλη της Ινδίας
Στην εν λόγω μεγαλόπολη των τότε υπό βρετανικό έλεγχο Ινδιών, ο Γαλανός μπόρεσε να επιτύχει και τους δύο στόχους του βίου του. Και μεγάλη περιουσία σχημάτισε, αλλά και μπόρεσε να διευρύνει σε βαθμό καθοριστικό τη μόρφωσή του. Πράγματι, γρήγορα έμαθε όχι μόνο τα αγγλικά (κάτι όχι δύσκολο για αυτόν) αλλά και τα σανσκριτικά καθώς και τα περσικά (φαρσί). Η γνώση αυτών των δύο τελευταίων γλωσσών, που συγγενεύουν και θεωρούνται ως “γονείς” των ινδοευρωπαϊκών, διεύρυνε σε βαθμό απίστευτο τον πνευματικό του ορίζοντα.
Έτσι, το 1793, πήρε απόφαση της οποίας την πραγμάτωση επιζητούσε από την τρυφερή του ηλικία: Μάζεψε τα χρήματα που είχε κερδίσει, έφυγε από την Καλκούτα και εγκαταστάθηκε στο Βαρανάσι (Μπεναρές για τους Δυτικούς), ιερή πόλη της Ινδίας που είναι κτισμένη σε όχθη του Γάγγη (Γάγγα [όνομα θηλυκό] για τους Ινδούς). Εκεί ο Αθηναίος μας απέβαλε την –όποια –ευρωπαϊκής προέλευσης αμφίεσή του, περιβλήθηκε την ενδυμασία των Βραχμάνων, ασπάστηκε τον Ινδουισμό και κατέληξε, λόγω της σοφίας που διέκρινε την προσωπικότητά του και της γαλήνης που χαρακτήριζε τη βιοτή του, να συγκαταλεχθεί στους κορυφαίους Βραχμάνους της ινδικής υποηπείρου.
Πέθανε στο Βαρανάσι κατά το 1833 – κληροδοτώντας το μισό από τη μεγάλη περιουσία του (30.000 δραχμές της εποχής) στην “κυριωτέραν Ακαδημίαν των Αθηνών”, δηλαδή στο σημερινό Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιό μας. Σήμερα, στην Ευρώπη θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους Ινδολόγους όλων των εποχών. Και αυτό, γιατί μετέφρασε από τα σανσκριτικά στα ελληνικά το “Μπαγκαβάτ Γκίτα” (=Θεϊκό Τραγούδι), συνέγραψε ελληνική περίληψη της “Μαχαμπαράτα”(= Μεγάλο Έπος), ένα “Συνωνυμικόν Λεξικόν της Σανσκριτικής Γλώσσης”, καθώς και άλλα σημαντικά έργα, λίγο-πολύ λησμονημένα στη δική μας χώρα.
Η γοητεία της ινδικής φιλοσοφίας
Και τώρα, ιδού που αναδύεται το ερώτημα: Μα τι ήταν αυτό που τόσο πολύ γοήτευσε τον Δημήτριο Γαλανό, ώστε να γίνει Βραχμάνος; Το πρώτο που εν προκειμένω πρέπει να επισημανθεί είναι ότι δεν υπήρξε ο μόνος. Ακόμη και η τέως βασίλισσα Φρειδερίκη έστερξε, κατά τα έτη 1969-1974, να αποσυρθεί στην Ινδία. Γιατί; Μήπως έχουν δίκιο οι Ινδουιστές που υποστηρίζουν ότι η παλαιά, παραδοσιακή μορφή του Βραχμανισμού υπήρξε η αρχική θρησκεία της Ανθρωπότητας και ότι, κάποια στιγμή, το σύνολο των ανθρώπων θα επιστρέψει σε αυτή;
Στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να δοθεί ασφαλής απάντηση. Αναμφίβολο όμως πια είναι ότι η ινδική φιλοσοφία προ πολλού έχει ασκήσει τεράστια επίδραση στους Δυτικούς γενικώς και τους Έλληνες ιδιαιτέρως. Το “τουρμπάνι”, χαρακτηριστικό κάλυμμα της κεφαλής του Πυθαγόρα, μπορεί να θεωρηθεί ως απόδειξη αυτής της επίδρασης. Το ότι, επιπλέον, ο Πλάτων είχε αντλήσει βασικά στοιχεία του φιλοσοφικού του συστήματος από “γυμνοσοφιστές” των Ινδιών, ήδη μαρτυρείται σε αρχαιοελληνικές πηγές.
Και αξίζει εν προκειμένω να επισημανθεί ότι ορισμένοι ερευνητές εντοπίζουν ινδουιστικές επιδράσεις ακόμη και στον Χριστιανισμό. Μέσω των επιδράσεων αυτών κατ΄ αυτούς εξηγείται η Τριαδική αντίληψη του Θεού, το βάπτισμα (=εκούσια βύθιση) σε “ιερά/αγιασμένα νερά” με σκοπό την απόπλυση αμαρτημάτων, καθώς και ο “ακραίος ασκητισμός” των μοναχών στη διάρκεια των αρχικών φάσεων της Εκκλησιαστικής Ιστορίας. Άλλοι, πάλι, διαπιστώνουν στη χριστιανική μας Ευρώπη επιδράσεις του Βουδισμού. Αυτός όμως, παρά το ότι κοιτίδα του υπήρξε η Ινδία, δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ινδουισμό.
Ο Βουδισμός, πράγματι, υπήρξε είδος θρησκευτικής “αντίδρασης” στον Ινδουισμό, με αποτέλεσμα σήμερα να ακμάζει σε πολλές χώρες της Άπω Ανατολής, αλλά όχι και στην Ινδία. Με το ζήτημα των βουδιστικών επιδράσεων είχε ιδιαιτέρως ασχοληθεί ο Αιμίλιος Αρριγκόνι/Emilio Arrigoni († 2018), καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου. Το έργο του παραμένει δυσπρόσιτο στο ελληνικό κοινό, αλλά οι πασίγνωστες στους Βουδιστές και άγνωστες στους Ευρωπαίους των πρώτων μ.Χ. αιώνων καμπάνες καθώς και η λατρεία των Αγίων Λειψάνων συνιστούν ενδείξεις βουδιστικής επίδρασης στα καθ’ ημάς. Εξυπακούεται ότι η ανάλυση των μεταξύ Ινδουισμού και Βουδισμού διαφορών κείται πέρα από τα όρια του εν όψει άρθρου.
“Μαχαμπαράτα”: Το Μέγα Έπος των Ινδών
Ας επανέλθουμε λοιπόν στο καίριο ερώτημα, δηλαδή εκείνο της διαχρονικής γοητείας που ασκεί σε σημαντικές προσωπικότητες ο Ινδουισμός. Στοιχειώδης αναδίφηση της “Μαχαμπαράτα” προσφέρει, σε αυτό το ερώτημα, απάντηση οριστική. Ορθώς το Μέγα Έπος των Ινδών έχει παραλληλιστεί με την ομηρική Ιλιάδα. Στη δεύτερη όμως σχεδόν πλήρως απουσιάζει το ηθικό μεγαλείο που χαρακτηρίζει το κείμενο του πρώτου. Στη “Μαχαμπαράτα”, πράγματι, συστηματικώς προσεγγίζονται κορυφαίας σημασίας ηθικά διλήμματα, χωρίς την επίλυση των οποίων παραμένει ανέφικτη η επίλυση των πρακτικών προβλημάτων της καθημερινότητάς μας. Και ενδεικτικώς:
Α. Μπορεί ένας άντρας να παραμένει αδρανής, ενόσω μπροστά του αδίκως εξευτελίζεται μια γυναίκα;
Β. Έχει κανείς δικαίωμα να στραφεί ενάντια σε Δάσκαλό του; Και εάν ναι, σε ποιες ακριβώς περιπτώσεις;
Γ. Και τώρα το κορυφαίο, το κυριολεκτικώς αδιανόητο στην τωρινή Ευρώπη γενικώς και τη σημερινή Ελλάδα ιδιαιτέρως: Στο τέλος του κειμένου τής “Μαχαμπαράτα”, πεθαίνει και ο Γιουντιστίρα, βασικός ήρωάς της. Φτάνει λοιπόν στον Άλλο Κόσμο, όπου τον υποδέχεται η – ας την πούμε έτσι – αρμόδια θεότητα. Φυσικά, εξαιτίας του ήθους τού Γιουντιστίρα, η “υποδοχή” γίνεται στον Παράδεισο. Και εκεί… τι έκπληξη!
Βλέπει μπροστά του ο ήρωάς μας θρονιασμένο σε κάθισμα ολόχρυσο άτομο τελείως ανήθικο (περιφανές λαμόγιο, όπως θα λέγαμε σήμερα). «Τι θέλει αυτός εδώ;», ρωτάει ο ήρωας, οπότε του δίνονται οι γνωστές, στερεότυπες απαντήσεις: «Μην είσαι μνησίκακος», «μάθε να συγχωράς», «η επουράνια δικαιοσύνη είναι άλλη από εκείνη των ανθρώπων» κ.τ.λ., κ.τ.λ.
Ο Γιουντιστίρα παραμένει για λίγο δίβουλος και μετά ρωτάει: «Καλό αυτό. Οι δικοί μου όμως, αυτοί που σεβάστηκα, τίμησα και αγάπησα, πού βρίσκονται;». «Θα το δεις αμέσως», απαντάει η “αρμοδία θεότης” (ο επί τούτω άγγελος δηλαδή) και τον πάει στην… Κόλαση! Εκεί, μέσα σε σκοτάδι αδιαπέραστο και δυσωδία ανείπωτη, ο ήρωας διακρίνει, μέσα στη θρηνωδία που επικρατεί, τους κλαυθμούς των αγαπημένων του.
«Εδώ είναι η θέση τους;» ρωτάει τον “άγγελο” που τον συνοδεύει. «Ναι, εδώ» απαντάει αυτός. «Έλα τώρα, να σε γυρίσω στον Παράδεισο». Και εδώ ο Γιουντιστίρα δίνει απάντηση μεγαλείου αδιανόητου: «Καλλίτερα στην Κόλαση με εκείνους που σέβομαι και αγαπώ παρά στον Παράδεισο με τους απατεώνες!». Και πράγματι, μπαίνει στην Κόλαση, όπου γίνεται δεκτός με κραυγές “χαρμολύπης”: «Και συ εδώ; Μαζί μας θα μείνεις; Θα είσαι η μόνη μας παρηγοριά!».
Απτόητος ο Γιουντιστίρα εγκαθίσταται στην Κόλαση. Τι να τα ξαναλέμε; Σκοτάδι, δυσωδία, θρήνοι… Και ξαφνικά, εμφανίζεται ο Θεός: «Αυτή είναι η τελευταία δοκιμασία που σού έμελλε να υποστείς, προκειμένου να αποδείξεις τη θεϊκή προέλευση της ψυχής σου. Η Κόλαση που για λίγο βίωσες αποτελεί αυταπάτη. Η θέση η δική σου και όλων των αγαπημένων σου είναι στον Παράδεισο». Εγένετο φως λοιπόν… και ο ήρωας μαζί με τις ψυχές όλων των φίλων του έφτασαν στη “μακαριότητα του Θεού”. Μπροστά τους ανοιγόταν το πεδίο της αιώνιας γαλήνης…