Πόθεν έσχες και πολιτική υποκρισία
10/11/2023Τις προηγούμενες ημέρες στις 6 Νοεμβρίου και ενώ ο υπουργός Οικονομικών τη ΝΔ ως καρικατούρα του Νέρωνα από καθέδρας διαλαλεί ότι θα συντρίψει τα μεσαία κοινωνικά στρώματα, αναρτήθηκαν οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης “πόθεν έσχες” του πολιτικού προσωπικού της χώρας σε εθνικό και τοπικό επίπεδο για το έτος 2022 (χρήση 2021).
Το “πόθεν έσχες” των πολιτικών φέρνει εκ νέου στο προσκήνιο κρίσιμα θέματα, που αποτελούν τον πυρήνα του παρασιτισμού και της ατιμωρησίας των πάσης φύσεως χρυσοκανθάρων στην Ελλάδα, στην χορεία των οποίων συγκαταλέγεται μεγάλη μερίδα του πολιτικού προσωπικού.
Ενώ η υποχρέωση υποβολής “πόθεν έσχες” έχει ως στόχο τη διαφάνεια και την αποτροπή της διαφθοράς σε αυτούς που διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα και εν τέλει την ενδυνάμωση του κράτους δικαίου επί της ουσίας με απόλυτη ευθύνη των κυβερνήσεων και όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων έχει μετατραπεί σε ένα “άδειο σάκο”. Όχι μόνο υπάρχει σοβαρή καθυστέρηση στη δημοσιοποίηση (είναι χαρακτηριστικό ότι η οικονομική κατάσταση των Προέδρων των νέων κομμάτων της Βουλής θα γνωστοποιηθεί σε δύο χρόνια!), αλλά δεν ελέγχονται ουσιαστικά και όσα δηλώνονται, καθόσον κυριαρχεί αποκλειστικά το “έσχες” και όχι το ζητούμενο που είναι το “πόθεν”. Αλλά και ως προς το “έσχες” παρέχονται εντέχνως δυνατότητες και εμπόδια στον έλεγχο των δηλώσεων καθιστώντας έτσι αδύνατη τη στοιχειώδη λογοδοσία του πολιτικού συστήματος. Όμως, πέραν αυτού του τεράστιου δημοκρατικού ελλείμματος, που αποτελεί πρόκληση του περί δικαίου αισθήματος, έστω κα με αυτόν ελλειμματικό τρόπο καταδεικνύεται ο εμφανής πλούτος του πολιτικού προσωπικού, που βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με την οικονομική κατάσταση της Ελλάδος και των εισοδημάτων της πλειοψηφίας των ασθενών και των μεσαίων στρωμάτων.
Ο προσωπικός πλούτος της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτικών έρχεται και σε πλήρη αντίθεση με την οικονομική κατάσταση των κομμάτων τους, τα οποία ενώ λαμβάνουν μεγάλα ποσά, ως κρατική ενίσχυση, είναι χρεωκοπημένα, έχοντας, μάλιστα και τεράστια δάνεια, με ενέχυρο την μελλοντική κρατική επιχορήγηση! Εμφανίζεται, έτσι, κατ’ αντιστοιχία, και στο πολιτικό σύστημα, η άθλια διαχρονική εικόνα της μεταπρατικής οικονομικής ολιγαρχίας στην Ελλάδα, όπου ενώ ευδοκιμούν ατομικά οι βιομήχανοι, εφοπλιστές, μεγαλέμποροι κλπ από την μια μεριά, με τον ατομικό πλούτο στους φορολογικούς παραδείσους του εξωτερικού να ανέρχεται πιθανότατα σε 600 δισ. ευρώ, να εμφανίζονται προβληματικές και μη ανταγωνιστικές οι επιχειρήσεις τους από την άλλη.
Αντί το πολιτικό προσωπικό, που άσκησε εξουσία, να αποτελέσει τον φραγμό στην αδιαφάνεια και να προωθήσει ένα ισχυρό εθνικό πλαίσιο ανάπτυξης, με βάση τα ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδος, μετατράπηκε σε τμήμα της “παρασιτικής” οικονομικής ολιγαρχίας, αποκτώντας συμφέροντα, ως επιμέρους ειδικό στρώμα στο κράτος, μέσω των προνομίων και της ατιμωρησίας, τα οποία ενσωματώνουν σχεδόν τους πάντες, που συμμετέχουν στο πολιτικό εποικοδόμημα, με αποτέλεσμα την δόμηση ενός ιδιότυπου κλεπτοκρατικού συστήματος. Αυτή η διάσταση αφορά συνολικά το πολιτικό προσωπικό των κομμάτων της εξουσίας, ανεξαρτήτως ιδεολογικών επικλήσεων και τυχόν “επιδεικτικών» αντισυστημικών συμπεριφορών, αφού έχει ειδικά συμφέροντα αναπαραγωγής του εντός του υπάρχοντος νόθου πολιτικού εποικοδομήματος και της σχέσης του με το κράτος, επιβάλλοντας στη χώρα μια ολισθηρή κομματοκρατία.
Χαρακτηριστική περίπτωση της πλήρους αποστάσεως του φθαρμένου πολιτικού συστήματος από τα πραγματικά λαϊκά προβλήματα, αποτελεί το εθνικό πλέον έγκλημα της διαχείρισης των “κόκκινων” δανείων που αποτελεί ένα εκ των μεγαλύτερων προβλημάτων που δημιούργησε το στρεβλό πολιτικό και οικονομικό σύστημα της χώρας κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Από την “άνοιξη” της πιστωτικής ευφορίας μετά την είσοδο της χώρας στο ευρώ, με πρωταγωνιστές το αρπακτικό – τοκογλυφικό τραπεζικό σύστημα, σε συνδυασμό με την έλλειψη επενδυτικής παιδείας του ελληνικού λαού, που οδήγησε σε μεγάλη υπερχρέωσή του, εισήλθαμε στον “βαρύ χειμώνα”, μετά την ουσιαστική πτώχευση της χώρας το 2010, χωρίς καμία ουσιαστική και ριζική αντιμετώπιση του τεράστιου προβλήματος.
Στις καλένδες τα κόκκινα δάνεια
Έχει, δε, το θέμα αυτό λάβει εθνικές εγκληματικές διαστάσεις γιατί σε αντίστοιχες περιπτώσεις, που αντιμετώπισαν άλλες χώρες, από τις Η.Π.Α. έως την Ισλανδία και τον ευρωπαϊκό Νότο, εκείνη την περίοδο της μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης των τοξικών ομολόγων του 2008 καμία δεν επέτρεψε το πρόβλημα των κόκκινων δανείων να μετατραπεί σε οικονομική και κοινωνική “γάγγραινα”, που αφενός επιτρέπει απροκάλυπτα την κλεπτοκρατία και την παραγωγή διαφόρων χρυσοκανθάρων και αφετέρου απειλεί με δραματικό τρόπο τον κοινωνικό ιστό της χώρας στη δύσκολη για τα εθνικά θέματα περίοδο.
Και αν το εξαρτημένο πολιτικό προσωπικό εξουσίας της Ελλάδος δεν τολμούσε να πράξει αυτό που έκανε η κυβέρνηση της Ισλανδίας, η οποία πτώχευσε το 2010 επίσης, εφαρμόζοντας την ορθολογική, κοινωνική και δίκαιη λύση με σπουδαία αποτελέσματα, αυτή του κουρέματος όλων των ληφθέντων έως τότε δανείων από τους πολίτες (κόκκινων και πράσινων), σε ποσοστό 30% έως 70%, με βάση την πτώση των τιμών των ακινήτων και της οικονομίας λόγω της πτώχευσης, σε συνδυασμό με την ατομική αγοραστική δύναμη των δανειοληπτών, θα μπορούσε τουλάχιστον να εφαρμόσει αυτό που η Κύπρος νομοθέτησε, δηλαδή την λεγόμενη ρήτρα προτεραιότητας του δανειολήπτη έναντι των funds στα οποία οι τράπεζες σκόπευαν να πωλήσουν τα δάνεια, παρέχοντας, έτσι, τη δυνατότητα σε κάθε δανειολήπτη, προσφέροντας αυτός ένα ευρώ παραπάνω από την τιμή με την οποία θα μεταβιβάζονταν στα funds, να αναλάβει ο ίδιος την αποπληρωμή του δανείου.
Τίποτα από αυτά δεν έγινε στη χώρα μας. Αντίθετα, διαπράχθηκαν διαρκή οικονομικά εγκλήματα, αφενός, με τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών με χρήματα των φορολογούμενων, που συσσωρεύθηκαν στο ήδη τεράστιο δημόσιο χρέος, χωρίς κανένα, μάλιστα, αποτέλεσμα, αφού τα χρήματα αυτά έχουν “κάνει φτερά”, οι δε τράπεζες συνεχίζουν να παραμένουν έως σήμερα οικονομικά «παράσιτα» και, αφετέρου, με την συντελεσθείσα μαζική πώληση των κόκκινων δανείων αντί “πινακίου φακής”, σε ξένα και ντόπια funds και τους μαζικούς ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς ακόμα και της πρώτης κατοικίας.
Η βίαιη διάλυση αυτών των κοινωνικών χαρακτηριστικών υπήρξε βασική πρόνοια, των δανειστών μέσω των μνημονιακών προγραμμάτων, που υλοποιήθηκαν και υλοποιούνται αδιάλειπτα ως σήμερα από το μοιραίο για τα συμφέροντα της χώρας πολιτικό προσωπικό εξουσίας. Στόχος, δε, των μαζικών πλειστηριασμών είναι η σάρωση της μικροιδιοκτησίας, διογκώνοντας έτσι την προλεταριοποίηση των διευρυμένων μικροαστικών στρωμάτων, με τελικό στόχο την πλήρη κυριαρχία του διεθνούς πολυεθνικού χρηματιστικού κεφαλαίου, που έχει πλέον και την πλειοψηφία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος μετά την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση του. Το πρόβλημα, δε, αυτό ήδη μετατρέπεται σε ανεξέλεγκτο τυφώνα λόγω και της εκτόξευσης των ενοικίων εξαιτίας της επέλασης κερδοσκοπικών κεφαλαίων με στόχο την ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα.
Αυτό το πολιτικό σύστημα διαφθοράς και ανικανότητας δημιουργεί ένα επιπλέον σημαντικό βαρίδιο πάνω στη χώρα, που αποτρέπει την ανακοπή της παρακμής και της βύθισης της. Αυτό που απαιτείται ως ουσιαστική αντίδραση και αντίσταση του λαού είναι η δημιουργία και η συγκρότηση ενός νέου πολιτικού υποκειμένου με πολιτικό προσωπικό, που δεν θα είναι ενταγμένο, με τον έναν ή άλλο τρόπο, στα “πελατειακά” και κρατικά υπάρχοντα δίκτυα, που αφορούν σχεδόν το σύνολο του σημερινού πολιτικού προσωπικού και εποικοδομήματος. Πολιτικό προσωπικό, που θα αποποιηθεί τα ιδιαίτερα προνόμια του ατομικού πλούτου και της ατιμωρησίας, που θα έχει την εμπειρία της παραγωγικής διαδικασίας, τη γνώση, την προοδευτική και πατριωτική συνείδηση, αλλά και τον ρεαλισμό και θα συμπλέει με την κοινή λογική, προκειμένου να εξέλθει η Ελλάδα από την προϊούσα παρακμή της.