Πώς ο Κίσινγκερ έλυσε τα χέρια των Τούρκων κατά την εισβολή στην Κύπρο
14/11/2023Ο Κίσινγκερ προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο: Προσπαθούσε να κρατήσει τον Μακάριο έξω από το παιχνίδι και ακόμα πιο σημαντικό, υπεστήριζε την Εθνική Φρουρά, ενώ η τελευταία είχε ηγηθεί του πραξικοπήματος.
Το τηλέφωνο του Κίσινγκερ (ένα από τα αγαπημένα του διπλωματικά εργαλεία) είχε πάρει φωτιά τις ημέρες της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Σε ένα αποκαλυπτικό σχόλιο σχετικά με την μεθοδολογία του, ο Βρετανός πρέσβυς στην Ουάσιγκτον, Ραμσμπόθαμ, ύστερα από τηλεφωνική συνομιλία με τον Κίσινγκερ στις 17 Ιουλίου, έγραψε: «Η συζήτηση με τον Κίσινγκερ προφανώς δεν κατεγράφη στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, και δεχθήκαμε το μάλλον περίεργο αίτημα να μεταφέρουμε τα κεντρικά της σημεία στον Σίσκο [τον Αμερικανό Υφυπουργό Εξωτερικών, ο οποίος επρόκειτο να επιδοθεί σε μια φρενήρη κούρσα από πρωτεύουσα σε πρωτεύουσα, σβήνοντας φωτιές] πριν αυτός αναχωρήσει για Λονδίνο…
»Φοβούμαι ότι είναι πολύ πιθανόν, δεδομένων των ιδιόμορφων μεθόδων εργασίας του Κίσινγκερ, να μην καταγράψει την τηλεφωνική συνομιλία που έχει με τον Υπουργό Εξωτερικών. Ως εκ τούτου ελπίζω να μπορείτε να μου στείλετε το συντομότερο δυνατόν με τηλεγράφημα τα κυριότερα σημεία της συνομιλίας … ειδάλλως, όσο απίθανο και αν φαίνεται, φοβούμαι ότι θα κινδυνεύσει τόσο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ όσο και η Πρεσβεία αυτή να εργάζονται στα τυφλά με όλους τους παρεπόμενους κινδύνους να προκληθεί σύγχυση και παρεξηγήσεις».
Αυτό καταδεικνύει τον κίνδυνο που ενέχουν οι προσωπικές ενέργειες στη διπλωματία· ο Κίσινγκερ, όχι μόνο δεν είχε σπουδάσει διπλωματία, αλλά συχνά παρέκαμπτε τους προσήκοντες διαύλους επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να συσκοτίζει ακόμα και τα δικά του, ιδιωτικώς συμπεφωνημένα σχέδια. Παρ’ όλα αυτά, η ως άνω τηλεφωνική επικοινωνία είναι αυτή που αποκαλύπτει τα μυστικά σχέδια του Κίσινγκερ:
«Ο Κίσινγκερ έμοιαζε παραξενεμένος ως προς το γιατί εργαζόμασταν τόσο γρήγορα και στηρίζοντας τόσο απόλυτα τον Μακάριο… ήταν σίγουρα λάθος να δεσμευθούμε τώρα με τον Μακάριο και με τον τρόπο αυτό να περιορίσουμε τις επιλογές μας, δεδομένου ότι δεν ήταν καθόλου σίγουρο ότι ο Μακάριος θα επέστρεφε στην εξουσία. Τον Κίσινγκερ επίσης απασχολούσε η γραμμή την οποία υιοθετούσαμε σχετικώς με την αποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών από την Εθνική Φρουρά. Όποιο ρόλο και αν είχαν παίξει, τουλάχιστον είχαν λειτουργήσει ως δύναμη κατά της κομμουνιστικής διεισδύσεως στην Κύπρο. Ο Κίσινγκερ υποψιαζόταν ξεκάθαρα ότι αν ο Μακάριος επέστρεφε στην εξουσία υπ’ αυτές τις συνθήκες, δεν θα δίσταζε να θεωρήσει τους Ρώσους [sic] σωτήρες του και να επιτρέψει στο ήδη αρκετά ισχυρό κομμουνιστικό κόμμα να αποκτήσει περαιτέρω δύναμη… ήλπιζε ότι θα συμφωνούσαμε να παίξουμε σε πιο αργούς ρυθμούς».
Το παιχνίδι με τον χρόνο
Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι ο Κίσινγκερ προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο· προσπαθούσε να κρατήσει τον Μακάριο έξω από το παιχνίδι· και ακόμα πιο σημαντικό, υπεστήριζε την Εθνική Φρουρά, ενώ η τελευταία είχε ηγηθεί του πραξικοπήματος. Διαφώνησε με τη βρετανική άποψη ότι θα έπρεπε να αποσυρθούν οι Έλληνες αξιωματικοί της Εθνικής Φρουράς. Εδώ, ο λόγος ήταν ξεκάθαρος: Ήθελε να δώσει στην Τουρκία μια δικαιολογία για να εισβάλει. Όλως περιέργως, αντιθέτως προς το ΥΕΚ το οποίο ήταν της απόψεως ότι ο Μακάριος εκτός Κύπρου μπορεί να προσέγγιζε την Σοβιετική Ένωση, ο Κίσινγκερ προφανώς πίστευε το ακριβώς αντίθετο, ήτοι ότι εάν ο Μακάριος επέστρεφε στην εξουσία, θα θεωρούσε τη Σοβιετική Ένωση σωτήρα του. Το αν ο Κίσινγκερ πράγματι πίστευε κάτι τέτοιο ή εάν χρησιμοποιούσε το επιχείρημα της “κομμουνιστικής απειλής” προκειμένου να παρατείνει την κρίση, επαφίεται στην κρίση του αναγνώστη. Σε κάθε περίπτωση, είχε φτάσει να έχει ξεκάθαρες αμφιβολίες για τον Σαμψών και ευχόταν, στη θέση του Μακαρίου, να αναλάβει ο Κληρίδης (ο πρόεδρος του κυπριακού Κοινοβουλίου).
Όλα αυτά συνέβησαν ενώ η Τουρκία προετοιμαζόταν προκλητικώς να εισβάλει στην Κύπρο, άνευ τριμερών συνομιλιών. Οι τακτικές καθυστερήσεως του Κίσινγκερ πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την εισβολή, τονίζονται με περίεργο τρόπο σε μήνυμα που απέστειλε στον Κάλαχαν αμέσως μετά την τουρκική απόβαση τη νύχτα της 19ης προς 20η Ιουλίου:«[…] ορίστε το μήνυμα για το οποίο συζητήσαμε. Είναι για το λεύκωμά σας. Ήμουν έτοιμος να σας το στείλω, όταν οι Οθωμανοί φίλοι μας ξέκοψαν… είναι ουσιώδους σημασίας να εργασθούμε στενά από κοινού σε όλο αυτό το εγχείρημα ούτως ώστε να μην ενεργοποιήσουμε κάποια αλυσιδωτή αντίδραση πριν αποκτήσουμε μια ξεκάθαρη άποψη του τί θέλουμε να επιτύχουμε… εάν δεχθούμε έξωθεν πίεση προκειμένου να επιστρέψει ο Μακάριος στην εξουσία, το μόνο που θα επιτύχουμε είναι παγίωση του καθεστώτος των Αθηνών» .
Πέραν των προφανών τακτικών καθυστερήσεως, το επιχείρημα ότι η επιστροφή του Μακαρίου θα «παγίωνε το καθεστώς των Αθηνών» είναι ιδιαιτέρως παραπειστικό, δεδομένου ότι θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί εξ ίσου ότι η επιστροφή του Μακαρίου θα επιτάχυνε την πτώση του καθεστώτος. Σε κάθε περίπτωση, πρώτον ο Κίσινγκερ δεν αιτιολόγησε την άποψή του, και δεύτερον το καθεστώς βρισκόταν ούτως ή άλλως στα πρόθυρα της καταρρεύσεως, ανεξαρτήτως της θέσεως του Μακαρίου. Για την ακρίβεια, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (“εξόριστος” στο Παρίσι) μάλλον είχε ήδη αρχίσει τις προετοιμασίες για την επιστροφή του στην Αθήνα.
Ελευθερία κινήσεων στην Άγκυρα
Δύο ημέρες μετά την τουρκική εισβολή, ο Κίσινγκερ περιέργως εξακολουθούσε να κάνει ό,τι μπορεί για να αφήσει στις τουρκικές δυνάμεις όσο χώρο ήθελαν για να κινηθούν και να επιτεθούν άνετα: Στις 22 Ιουλίου τηλεφώνησε στον Κάλαχαν στις 5.00 το πρωί (ώρα Γκρήνουιτς), μόλις εννέα ώρες πριν την παραίτηση Σαμψών, για να πει ότι οι Αμερικανοί δεν ήθελαν τον Σαμψών μέχρι τέλους αλλά ότι πριν του γυρίσουν την πλάτη ήθελαν να δουν «τη συνολική εικόνα» . Ακόμα πιο σκανδαλωδώς, όταν ο Ραμσμπόθαμ ρώτησε τον Κίσινγκερ στις 23 Ιουλίου «πώς έβλεπε τις επόμενες κινήσεις», ο τελευταίος απάντησε ότι θα ήθελε να χρονοτριβήσει, έως ότου μπορέσει να δει ξεκάθαρα πώς θα διαμορφωνόταν η ισορροπία των δυνάμεων.
Μέχρι εκείνο το σημείο, πέραν των όποιων διαφορετικών απόψεων ως προς το στάτους του Μακαρίου, η βρετανική κυβέρνηση ήταν συντονισμένη με τον Κίσινγκερ: ο Ραμσμπόθαμ είπε στον Κίσινγκερ ότι η προσέγγιση της βρετανικής κυβερνήσεως (στην επικείμενη διάσκεψη της Γενεύης) ήταν παρόμοια με εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών . Ακόμα και επί του θέματος της επαναφοράς του Μακαρίου στην εξουσία, οι Βρετανοί δεν ενέμειναν στις θέσεις τους, ιδίως αφού ο Ύπατος Αρμοστής τους στη Λευκωσία είχε αναφέρει ότι οι σε τοπικό επίπεδο επιπτώσεις της επιστροφής του Μακαρίου στην Κύπρο στη θέση του προέδρου «θα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνες». Η άποψη αυτή, φυσικά, είχε διατυπωθεί ενώ ο Σαμψών και η Εθνική Φρουρά τελούσαν ακόμη υπό έλεγχο. Παρ’ όλα αυτά οι Βρετανοί έδειχναν ευχαριστημένοι που κρύβονταν πίσω από τους Αμερικανούς.
Ως αποτέλεσμα της τακτικής χρονοτριβών του Κίσινγκερ, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ήταν ελεύθερες να συνεχίσουν ανενόχλητες την προέλαση τους μετά την κατ’ επίφασιν κατάπαυση πυρός, που συνεφωνήθη να ισχύσει από τις 22 Ιουλίου. Για την τουρκική κυβέρνηση, και τον Κίσινγκερ, η κατάπαυση του πυρός ήταν μάλλον ακαδημαϊκού χαρακτήρα, και η τουρκική επίθεση εξακολούθησε ακόμη και κατά τη διάρκεια των αγγλο-ελληνο-τουρκικών συνομιλιών στη Γενεύη, από τις 25 έως τις 30 Ιουλίου. Στις 25 Ιουλίου, ο βρετανός Ύπατος Αρμοστής στη Λευκωσία, Όλιβερ, έδινε αναφορά σχετικώς με τις τουρκικές ενισχύσεις και την τουρκική εδραίωση σε διάφορες περιοχές, προσθέτοντας (ίσως με μια δόση αφελείας, δεδομένης της θέσεως του Κίσινγκερ), ότι «τα αποτελέσματα τόσο προκλητικών παραβιάσεων θα μπορούσαν να έχουν πολύ σοβαρές πολιτικές επιπτώσεις». Ο πρέσβυς των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τάσκα, ήταν ήδη «πυρ και μανία με την Τουρκική διπροσωπία», περιγράφοντας την τουρκική συμπεριφορά ως «εξοργιστική», ιδίως μάλιστα αφού η τουρκική κυβέρνηση είχε καθυστερήσει υπέρμετρα να δώσει άδεια προσγειώσεως στο αεροσκάφος που επέβαινε ο Σίσκο, πετώντας προς την Άγκυρα.
Η προσωρινή συμφωνία που υπεγράφη στη Γενεύη προκειμένου να «παύσουν οι εχθροπραξίες» φαίνεται να υπήρξε απλώς θεωρητική για την τουρκική κυβέρνηση: Στις 4 Αυγούστου, μόλις τέσσερις ημέρες πριν το νέο γύρο συνομιλιών στη Γενεύη, ένας εξαγριωμένος Κάλαχαν έγραφε στον Ετσεβίτ: «Ενοχλούμαι όλο και περισσότερο από αναφορές προερχόμενες από διάφορες πηγές στην Κύπρο περί [ελληνοκυπρίων] χωρικών οι οποίοι απομακρύνονται δια της βίας από τα σπίτια τους στην περιοχή της Κερύνειας –η οποία βρίσκεται υπό τον έλεγχο των ενόπλων δυνάμεων σας- και ότι οι άνδρες κρατούνται ως όμηροι… Σας διαβεβαιώ ότι η Κυβέρνηση της Α.Μ. θα εξακολουθήσει να ασκεί την επιρροή της προκειμένου να διασφαλίσει ότι αμφότερες οι κοινότητες τυγχάνουν ανθρωπιστικής αντιμετωπίσεως. Σε αντίθετη περίπτωση φοβούμαι ότι ο επόμενος γύρος στη Γενεύη δεν θα καταλήξει πουθενά»…