Αναζητώντας την ευτυχία σε μία δύσκολη εποχή…
01/01/2024”Εὐδαιμονίη οὐκ ἐν βοσκήμασι οἰκεῖ οὐδὲ ἐν χρυσῷ. Ψυχὴ οἰκητἠριον δαίμονος”, λέει ο Δημόκριτος στο (γραμμένο σε ιωνική διάλεκτο) ”Περὶ εὐθυμίης” έργο του. Πολύ απλά: ”Η ευτυχία δεν βρίσκεται στα βοσκήματα ούτε στο χρυσάφι. Η ψυχή είναι η έδρα της ευτυχίας. Κι αυτή η τελευταία διαφέρει από κοινωνία σε κοινωνία κι από άνθρωπο σε άνθρωπο. Σε κάθε περίπτωση, όμως, κρύβει μια μερική και όχι απόλυτη αλήθεια μέσα της. Μια αλήθεια ταυτισμένη, κατά τον Σωκράτη, με την παιδεία και την αρετή.
Γι’ αυτό και — στην ερώτηση του μαθητή του Πώλου, αν ο βασιλιάς της Περσίας (με τα τόσα που έχει) είναι ευτυχισμένος — ο Αθηναίος φιλόσοφος απάντησε ”ου γαρ οίδα παιδείας όπως έχει και δικαιοσύνης” (Πλάτων: ”Γοργίας”) θεωρώντας την αρετή συνυφασμένη με τη δικαιοσύνη και βασική προϋπόθεση για την ευτυχία του ανθρώπου όποιο αξίωμα κι αν έχει αυτός.
Ο απλός λαός, φυσικά, περιορίζει — στο θέμα αυτό — την ευτυχία σε στιγμές, συμφωνώντας με τον Καζαντζάκη («Η ζωή είναι ένα θάμα πολύ απλό. Η ευτυχία βρίσκεται στην άκρη του χεριού μας καμωμένη στα μέτρα του ανθρώπου. Κρατάει μια στιγμή, κι έτσι πρέπει…», “Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά”).
Δεν τη θεωρεί, δηλαδή, μόνιμη κατάσταση προς κάλυψη του ανικανοποίητου του ανθρώπου. Αυτού που αποκαλείται ”κενό” στη σύγχρονη ορολογία, ”ἔνδεια” κατά τον Πλάτωνα και ”ἔλλειψις” κατά τον μαθητή του, Αριστοτέλη, ο οποίος είχε πει πριν από 2.000 χρόνια (και σ’ αυτό θα συμφωνήσουμε όλοι) ότι ”Η ευτυχία είναι το νόημα και ο σκοπός της ζωής” (”Ηθικά Νικομάχεια”). Το πώς εννοεί ο καθένας την ευτυχία εξαρτάται, ασφαλώς, απ’ την ιδιοσυγκρασία του που είναι έμφυτο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του, όπως και ο βαθμός ευαισθησίας του. Στα στοιχεία-ζητούμενα της ευτυχίας είναι για τους περισσότερους η σωματική, πνευματική και ψυχική υγεία, η βιοτική άνεση, η αγάπη, η πίστη στον Θεό και τη δυνατότητα ευτυχίας, η εργασία και η δημιουργικότητα.
Κάποιοι άλλοι (όπως ο Γιώργος Θεοτοκάς) θεωρούν ως μόνη δυνατή ευτυχία αυτήν που βρίσκεται στην ολοκληρωτική και δίχως δισταγμούς προσφορά της ψυχής στις ιδέες, τις αξίες και την τέχνη. ενώ κάποιοι τρίτοι την ταυτίζουν με την γαλήνη της καρδιάς του ανθρώπου.
Στην τελευταία περίπτωση, μπορεί να του εξασφαλίσει την ευτυχία ένα λουλούδι (για παράδειγμα) που ανθίζει μπροστά του • το βουητό μιας μέλισσας στα ανοιξιάτικα άνθη • το δροσερό χάδι του ανέμου στο πρόσωπό του • ή η ονειροπόληση του παρελθόντος του με πλήρωση των κενών δια της φαντασίας. Δια της ”γονιμοποιού φαντασίας”, που είναι απαραίτητο στοιχείο δημιουργικότητας. Εφόδιο που ”γεμίζει” τα κενά των εικόνων κατά τη διαδικασία της λειτουργίας της σκέψης του.
Η συμβολή της φαντασίας
Μεγάλη, αναμφίβολα, η συμβολή της (όπως και αυτή του ονειροπολήματος) στο δρόμο για την αναζήτηση της ευτυχίας. Αρκεί να γνωρίζει κανείς τα όρια της φαντασίας. Και τα όριά της περιορίζονται στη δημιουργία αυτού που δεν υπήρχε και αποκαταστάθηκε εικονικά. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.
Γιατί το λιγότερο διατηρεί το ”κενό” στην ψυχή και το περισσότερο οδηγεί εκτός πραγματικότητας είτε με προβολή της απώθησης (που θέτει εκτός συνείδησης τις επικίνδυνες ενορμήσεις του) είτε με εγκλωβισμό του σε έναν κόσμο-καταφύγιο, ο οποίος κείται μακράν της πραγματικότητας και τον αποπροσανατολίζει.
Αυτού του είδους η φυγή στον ψεύτικο κόσμο που δημιουργεί η φαντασία ή το ονειροπόλημα, τρομάζει βέβαια τους περισσότερους, αλλά τα οφέλη από αμφότερα είναι πολλαπλάσια όσο βρίσκονται εντός ορίων. Το βεβαιώνει, άλλωστε, η εκδοχή των αρνητικών επιπτώσεων της έλλειψής τους σε επίπεδο αναμνήσεων, δεδομένου ότι η απουσία φαντασίας και ονειροπόλησης ακυρώνει την ικανότητα κάποιου να ξαναζήσει στιγμιότυπα της ζωή του με αρχή την παιδική ηλικία του.
«Όποιος χάνει την ικανότητα να ονειρεύεται, να αφήνει αχαλίνωτη τη φαντασία του και να ονειροπολεί, χάνει παράλληλα και την ικανότητα να ζει βαθιά την ίδια τη ζωή του. Προσαρμόζεται, δηλαδή, στην πραγματικότητα και τις απαιτήσεις της, αλλά ποτέ δεν δημιουργεί», λέει η Ιταλίδα ψυχολόγος Σιμόνα Παρόντι.
Η τρισκατάρατη βία…
Για τον λόγο αυτό, η φαντασία είναι συνυφασμένη με το ταλέντο και τη δημιουργική ικανότητα. Καλυτερεύει την ποιότητα ζωής του ανθρώπου και τον γαληνεύει ψυχικά. Κάνει αξέχαστες τις εμπειρίες του εμπλουτίζοντάς τες χρωματικά με τα πετάγματά της και του δίνει τη δυνατότητα να ονειρεύεται με τα μάτια ανοιχτά! Γίνεται πολύτιμη βακτηρία στο δρόμο αναζήτησης της ευτυχίας του. Μιας αναζήτησης που δίνει νόημα στη ζωή του, τον απαλλάσσει από τον φόβο, την μοναξιά και το άγχος και τον κάνει να νιώθει αισιοδοξία και ζηλευτή ισορροπία που δρα καταλυτικά για την πραγμάτωση των επιθυμιών του.
Πραγμάτωση για την οποία πρέπει να κοπιάσει πολύ, γιατί η ευτυχία είναι μόχθος. Μόχθος για την επίτευξη — τουλάχιστον μέσα στον Νέο Χρόνο — εσωτερικής και εξωτερικής γαλήνης, ισορροπίας ατομικής και κοινωνικής σ’ ένα κόσμο που τον φθείρουν (σήμερα περισσότερο από ποτέ) τα αδηφάγα σαράκια του μηδενισμού, της ουδετεροπατρίας, της αλλοτρίωσης, του ατομικισμού, της απανθρωπιάς και της ανεξέλεγκτης και πολυεπίπεδης βίας.
Της τρισκατάρατης βίας, που σέρνει σε διάσπαρτες χώρες την οσμή του πολέμου και του θανάτου, αλλά και πολιτικές ρήξεις που διχάζουν και παραπέμπουν στα όσα προφητικά περιέγραφε ο Ρουμάνος θεατρικός συγγραφέας Ευγένιος Ιονέσκο τον περασμένο αιώνα. «Ολόκληρη η ανθρωπότητα έχει συνειδητοποιήσει πως ζει υπό δυσμένεια ή, καλύτερα, πως πρέπει να ζήσει υπό τη δυσμένεια των σημερινών περιστάσεων. Οι οπαδοί αντίθετων πολιτικών ρευμάτων θα ριχτούν οι μεν εναντίον των δε… Οι πάντες φοβούνται τους πάντες…».
Τα δεδομένα αυτά εξηγούν την έκρηξη επιθετικότητας στο μήνυμα του Γάλλου θεωρητικού του θεάτρου Αντονέν Αρτώ: «Πρέπει να γκρεμίσουμε τον κόσμο, γιατί είναι γεμάτος αθλιότητα, ασχήμια και θάνατο», αλλά και το λιγότερο επιθετικό, του Σουηδού θεατρικού συγγραφέα και μυθιστοριογράφου Αύγουστου Στρίντμπεργκ που τρομάζει το ίδιο, αν όχι περισσότερο, γιατί φωτογραφίζει την αποκτήνωση των ανθρώπων στην εποχή μας: «Εγώ δεν μισώ τους ανθρώπους, τους φοβάμαι»…
Με δεδομένα αυτά, τα… γρανάζια της φαντασίας μου δουλεύουν πυρετωδώς, έτσι που να νιώθω συνομιλητή τον δημοσιογράφο-συγγραφέα… Μπάμπη Κλάρα, αδελφό του Θανάση (”Άρη Βελουχιώτη”) της αντίπερα όχθης, που με ρωτάει προβληματισμένος:
– «Σαν πολύ σκοτεινά δε ζωγραφίζεις τα πράγματα; Δε σου φτάνει που ζεις τη ζωή σου με το έχει της και την ευημερία σου;».
Μα πριν προλάβω να του απαντήσω, εκείνος κλιμακώνει τις ερωταποκρίσεις του με ζητούμενο την ευτυχία:
«Είναι τάχα η ευημερία μαζί και ευτυχία; Πόσοι την κατέχουν; Πόσοι δεν την έχουν; Κι αυτοί που την έχουν, τι κερδίζουν;».