Διαχρονική ευκαιρία ο εορτασμός της εθνικής επετείου για τον όπου Γης Ελληνισμό
25/03/2024Ξημέρωσε και φέτος η αγία μέρα της 25ης Μαρτίου και γιορτάζει ο όπου γης Ελληνισμός την μεγάλη εορτή του Ευαγγελισμού και της εθνικής μας Παλιγγενεσίας. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού, η εορτή αυτή τιμάται ποικιλοτρόπως, με ιερές ακολουθίες, σχολικές παραστάσεις, παρελάσεις, κτλ. Η ετήσια επέτειος της ευσήμου αυτής ημέρας αποτελεί πάντα μια πρόσκληση-πρόκληση για το πώς πρέπει να εορτάζεται με τον τρόπο που της προσήκει, ώστε να μην χαθεί το ουσιαστικό νόημά της.
Στην Ελλάδα, εδώ και πολύ καιρό οι εθνικές επέτειοι στοχοποιούνται από τα γνωστά κέντρα του εθνομηδενισμού, που επιχειρούν να αποδομήσουν και αποσυνθέσουν ό,τι βρίσκεται μπροστά τους στο πλαίσιο της αλλοτρίωσης της εθνικής ταυτότητας και της αντικατάστασής της με ένα “σύγχρονο” εύπλαστο αφήγημα, που μπορεί να εργαλοποιηθεί από παράκεντρα εξουσίας προς εξυπηρέτηση βαθύτερων σκοπών.
Ή που θα βγει κάποιος “επαγγελματίας” του ιστορικού αναθεωρητισμού να μας πει ότι το ελληνικό έθνος δημιουργήθηκε το 1821 (λες και δεν υπήρχε ο Ελληνισμός τους προηγούμενους αιώνες)… ή που θα βάλλουν ομαδόν κατά της μνήμης των αγωνιστών αυτοί τούτοι οι οποίοι απολαμβάνουν τις ελευθερίες που τους εξασφάλισαν οι πρώτοι με το αίμα τους… ή που θα ειρωνεύονται κάθε φόρο τιμής που αποδίδεται, αφού είμαστε πλέον “Ευρωπαίοι” και ως εκ τούτου ή εθνική μας εορτή θα πρέπει να εορτάζεται καλύτερα ανήμερα της επετείου της υπογραφής της Συνθήκης του Μάαστριχτ…
Ενδιαφέρον θα έχει να δούμε και την στάση της Εκκλησίας, η οποία επέλεξε να γιορτάσει την Κυριακή της Ορθοδοξίας μέσα σε πνεύμα αναχωρητισμού, περιορίζοντας την τελετή της αναστύλωσης των εικόνων στην Μονή Πετράκη, αντί να την γιορτάσει πανηγυρικά στην Μητρόπολη των Αθηνών και απλά να αποκλείσει τους πολιτικούς και πολιτειακούς εκπροσώπους από την ενεργό συμμετοχή, τροποποιώντας το πρωτόκολλο. Η στάση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών δημιουργεί ερωτηματικά εάν σχετίζεται με κάποια πρόβα εν όψει ενός προσυμφωνημένου επικειμένου “χωρισμού” Εκκλησίας και Κράτους. Λες και τα κατά Κοραή «πεφωτισμένα και λελαμπρυσμένα της Εσπερίας έθνη» δεν τοποθετούν τους εκάστοτε βασιλείς τους αρχηγούς των εθνικών εκκλησιών τους…
Οποία ειρωνεία να συζητάμε κάτι τέτοιο, όταν η επίσημη ημερομηνίας έναρξης του αγώνα για την εθνική Παλιγγενεσία σχεδιάστηκε ακριβώς για να συμπέσει με την εορτή του Ευαγγελισμού, για ευνόητους λόγους. Όσο για την θέση την Εκκλησία της Ελλάδος στο νεοελληνικό κράτος, ο μόνος λόγος που έλαβε κρατική υπόσταση ήταν για να μπορεί να αποκοπεί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, κατά παραγγελία της τότε Βαυαροκρατίας και να υιοθετηθεί το μοντέλο της “εθνικής εκκλησίας” που ίσχυε τότε στην Ευρώπη. Ουσιαστικά, αυτοί που φώναζαν τότε υπέρ της δημιουργίας μιας κρατικής εκκλησίας και αυτοί που φωνάζουν σήμερα για τον χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους εμφορούνται από τις ίδιες ξενοκίνητες απόψεις. Και στις δύο περιπτώσεις, τα επιχειρήματά τους στηρίχθηκαν σε λάθος λογική, βασιζόμενη αποκλειστικά στον μεταπρατισμό και όχι το συμφέρον αμφοτέρων των θεσμών.
Ο εορτασμός της εθνικής επετείου
Αλλά και η Διασπορά έχει δικά της θέματα να επιλύσει, κυρίως οργανωτικά. Κάποια στιγμή θα πρέπει να γίνει μια σοβαρή κουβέντα για το ζητούμενο είδος και την ποιότητα των εορταστικών εκδηλώσεων για τις εθνικές επετείους, όπως και σε ποιους τελικά απευθύνονται. Εάν ο κύριος αποδέκτης είναι η ευρύτερη κοινωνία μέσα στην οποία ζουν οι απόδημοι, τότε πρέπει να δούμε σοβαρά το θέμα του “branding”. Οι εκδηλώσεις θα μπορούσαν να ξεφύγουν από τοπικιστικές προσεγγίσεις και να τονίσουν πολιτιστικές πτυχές του Ελληνισμού που καλούν όλες τις πλευρές που μετέχουν σε έναν διαρκή διάλογο. Από θεατρικές και μουσικές παραστάσεις μέχρι εκθέσεις, διαλέξεις και γλέντια, όλα αυτά τα μέσα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να προβάλουν χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Ελληνισμού και την ειδοποιό διαφορά του.
Όπου γίνονται παρελάσεις, καλό θα ήταν να γίνεται μια σοβαρή και στοχευμένη ιεράρχηση αξιών, ώστε να αναδεικνύονται οι διαχρονικές προτεραιότητες του Ελληνισμού, όπως η παιδεία, η μεταφυσική της δημοκρατίας, η υπαρξιακή σημασία της κοινωνίας των σχέσεων, κτλ. Συχνά, οι παρελάσεις στο εξωτερικό θυμίζουν περισσότερο πλίνθους και ξύλα και κεράμους ατάκτως ερριμμένα… Υπάρχουν περιπτώσεις όπου επικρατεί σύγχυση ως προς το οργανωτικό σκέλος, όπως και κατά την διάρκεια της ίδιας της παρέλασης. Ενίοτε θυσιάζεται η τάξη, το κεντρικό μήνυμα και η στρατηγική ανάδειξη των αναγκών και προτεραιοτήτων της Ομογένειας για χάρη της μαζικής συμμετοχής, με κίνδυνο την αταξία, την σύγχυση και την ροπή προς το κιτς.
Για παράδειγμα, εάν τα ελληνικά σχολεία όντως αποτελούν ζωτικό κομμάτι του μέλλοντος του Ελληνισμού και της διάσωσης της ελληνικής γλώσσας, θα πρέπει να απολαμβάνουν την προσήκουσα θέση προτεραιότητας στις παρελάσεις και να αναγνωρίζονται δημοσίως, αντί να κατατάσσονται στις τελευταίες θέσεις της σειράς των παρελαυνόντων, στριμωγμένα μεταξύ οργανισμών (π.χ., τράπεζες και άλλες επιχειρήσεις, λέσχες φιλάθλων, κτλ.) η συνεισφορά των οποίων, αν και καλοδεχούμενη, δεν είναι σε καμία περίπτωση το ίδιο ουσιαστική.
Το σημαντικότερο όλων, όμως, παραμένει η πρόσκληση-πρόκληση να εορτάζουμε την 25η Μαρτίου έχοντας διαρκώς κατά νου το διαχρονικό μήνυμα ελπίδας που γέννησε η εν λόγω εορτή: το Ευαγγέλιο ότι «Θεός όπου βούλεται, νικάται φύσεως τάξις» μας καλεί να ξεπεράσουμε τα όρια της απλής βιολογικής ύπαρξης και να γίνουμε οι ίδιοι «θεοί κατά χάριν» μέσα από μια ζωή μπολιασμένη μέσα στον Χριστό, όπου το φθαρτό μπορεί να μεταβληθεί σε αθάνατο, η θλίψη σε χαρά, η απελπισία σε ελπίδα.
Το θαύμα του 1821
Η καλή αγγελία του Ευαγγελίου ξεχύθηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, και σε άλλες πτυχές και εκφάνσεις του εθνικού μας βίου και της κοινωνικής μας συνύπαρξης, αποτελώντας το έναυσμα για τον ξεσηκωμό κατά του τουρκικού ζυγού και του αγώνα της ελευθερίας, παρά το γεγονός ότι ο ελληνικός λαός υστερούσε κατά πολύ σε οπλισμό, στρατιώτες και αντιμετώπιζε σκληρή αντίσταση από εχθρικά διακείμενα κέντρα ισχύος. Χαρακτηριστικές είναι οι φράσεις των αγωνιστών μας, όπως ο λόγος του Κολοκοτρώνη προς τον Ιμπραήμ Πασά: «Μόνο ένας Έλληνας να μείνει, πάντα θα πολεμούμε. Και μην ελπίζεις πως τη γη μας θα την κάνεις δική σου, βγάλ’ το από το νου σου».
Ή του Μακρυγιάννη, όταν εξηγούσε στον Γάλλο στρατηγό Δεριγνύ γιατί επέλεξε τις συγκεκριμένες θέσεις στην Μάχη των Μύλων: «Είναι αδύνατες οι θέσεις κ’ εμείς, όμως είναι δυνατός ο Θεός οπού μας προστατεύει· και θα δείξωμεν την τύχη μας σ’ αυτές τις θέσες τις αδύνατες. Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε· τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν· κι όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν».
Η ίδια αυτή κοσμοθεωρία που εμψύχωνε τους προγόνους μας να πραγματοποιήσουν το μεγάλο βήμα και να βιώσουν το “θαύμα του ‘21” εν μέσω μεγάλων αντιξοοτήτων, πρέπει να συνοδεύει τις στοχεύσεις μας τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Διασπορά, ώστε να αγωνιστούμε να ξεπεράσουμε όσα κακώς κείμενα μάς εμποδίζουν από το να φτάσουμε τις αληθινές μας προοπτικές. Σε τελική ανάλυση, η 25η Μαρτίου οφείλει να αποτελεί διαχρονική υπόμνηση στο ελληνικό έθνος και την ελληνική διασπορά ότι «πάντα δυνατά τω πιστεύοντι»!