Η οδύσσεια των ελληνικών πετρελαίων – Ποιοι χάλασαν τα σχέδια του Zaharoff
08/05/2024Αποκαλυπτικά για τα μυστικά σχέδια του Sir Basil Zaharoff, του διαβόητου εμπόρου όπλων που ενεπλάκη στο πετρελαϊκό παρασκήνιο της χώρας μας, παραμένουν ορισμένα έγγραφα του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, καθώς παρά τις διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου και την δημόσια καταγγελία της μυστικής συμφωνίας της Κωνσταντινούπολης του 1915 που προβλέπει την κατοχή της τότε οθωμανικής πρωτεύουσας από τις ρωσικές δυνάμεις, η νέα κυβέρνηση των Μπολσεβίκων ενδιαφέρεται και αυτή για τον έλεγχό της. Ο υφιστάμενος και διάδοχος του Trotsky στο υπουργείο Εξωτερικών Georgy Vasilyevich Chicherin, που αναλαμβάνει και επίσημα τα καθήκοντά του στις 30 Μαΐου του 1918, είναι ένας αριστοκρατικής καταγωγής διορατικός διπλωμάτης, με μεγάλες ικανότητες και ασυνήθιστη πανουργία.
Σε απόρρητη έκθεσή του, στα μέσα Ιουλίου, προς τον Ρώσο διπλωματικό εκπρόσωπο στην ελληνική πρωτεύουσα επισημαίνει μεταξύ των άλλων, πως ο άνθρωπος που έχει χρηματοδοτήσει το συγκρότημα Putiloff και εκπρόσωπος της Vickers, ο Zaharoff, ενδιαφέρεται για την άμεση λήξη του πολέμου και ασκεί πιέσεις προς αυτή την κατεύθυνση στο συμμαχικό στρατόπεδο.
Ανησυχεί πως μία πιθανή πολύμηνη παράταση των συγκρούσεων, θα δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα στο σχέδιό του για την ελληνική επίθεση εναντίον της Τουρκίας. Οι διαβεβαιώσεις για το ζήτημα της Κωνσταντινούπολης προς τον Έλληνα διπλωμάτη είναι αυτή την στιγμή ήσσονος σημασίας, αφού με την προοπτική της άμεσης λήξης του πολέμου, το ζητούμενο είναι να φθάσει η επανάσταση στις όχθες του Ρήνου.
Σε άλλο απόρρητο έγγραφο του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας προς την ρωσική διπλωματική αποστολή στην Κωνσταντινούπολη, τον Νοέμβριο του 1921, επισημαίνεται πως επιβάλλεται να τονισθεί με κάθε δυνατό τρόπο το γεγονός ότι ο Zaharoff επιθυμεί μέσω του πολέμου να θέσει την Κωνσταντινούπολη υπό τον έλεγχο των Ελλήνων. Προσπαθεί να ελέγξει, με παρένθετες εταιρείες και πρόσωπα, τις τουρκικές τράπεζες και αυτό αποκαλύπτει τους πραγματικούς στόχους της μυστικής αποστολής του, το 1918, στην Γερμανία. Με την ιδιότητα του εκπροσώπου της Vickers Ltd και του χρηματοδότη του συγκροτήματος Putiloff, έχει προσπαθήσει να διαπιστώσει τις δυνατότητες των Μπολσεβίκων να επεκτείνουν την επανάσταση.
H πολιτική αλλαγή στη Γαλλία
Οι πληροφορίες που έχει συγκεντρώσει του παρείχαν την δυνατότητα να συμβουλεύσει τους συμμάχους πως ήταν απόλυτα εφικτό να οδηγήσουν την Γερμανία σε συνθηκολόγηση έως το φθινόπωρο του 1918 με την απειλή του εσωτερικού μετώπου, όταν τα γενικά επιτελεία δεν αναμένουν λήξη του πολέμου πριν από την θερινή περίοδο του 1919. Ο Zaharoff αποδεικνύεται ο μοιραίος άνθρωπος για την επανάσταση, καθώς αναστέλλει την δεύτερη φάση της, δηλαδή την εξαγωγή και επέκτασή της στην Ευρώπη.
Όμως στις αρχές του 1920, τα σχέδιά του δέχονται τα πρώτα ισχυρά πλήγματα. Στις 16 Νοεμβρίου του 1919, η νέα γαλλική Βουλή δεν υποστηρίζει τον γηραλέο Clémenceau. Διαψεύδονται οι ελπίδες του και η ήττα στις προεδρικές εκλογές στις 17 Ιανουαρίου του 1920, αποτελεί σοβαρό πλήγμα για τον Zaharoff. Η συνεπακόλουθη απομάκρυνση δύο από τους σημαντικότερους συμμάχους του στην σιωπηλή, αλλά αδυσώπητη σύγκρουση στον κόσμο των πετρελαίων, με πρώτο τον υπουργό Οικονομικών Louis-Lucien Klotz, που παραιτείται στις 20 Ιανουαρίου, ακολουθούμενος από τον επίτροπο και πρόεδρο της Γαλλικής Γενικής Επιτροπής Πετρελαίου Henry Bérenger, για τον οποίο όμως δεν ορίζεται διάδοχος, αποτελεί και για τον ίδιο μία οδυνηρή ήττα.
Ο Zaharoff συναισθάνεται πως ο παλαίμαχος Clémenceau, δεν διαθέτει πλέον το ειδικό βάρος για να συνεχίσει να αποτελεί τον απαραίτητο κυρίαρχο άρχοντα της γαλλικής πολιτικής σκηνής. Η περιθωριοποίηση της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης και των βουλευτών κατά την διάρκεια του μεγάλου πολέμου και των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων που τον ακολουθούν, η οργή και το μίσος της παράταξης των κληρικών, η απροκάλυπτη έχθρα των οπαδών της ακραίας Δεξιάς, αλλά και των ειρηνιστών της Αριστεράς, σε μία χώρα καταταλαιπωρημένη από την μακροχρόνια αιματηρή σύρραξη, παρά τις προσδοκίες του σχεδόν ογδονταετούς στενού του φίλου, έχουν προδιαγράψει αμετάκλητα το πολιτικό του τέλος.
Η πολιτική στροφή στη Βρετανία
Τα προβλήματα συνεχίζονται στο Λονδίνο με αφετηρία τα μέσα του 1921, όταν εγκαινιάζεται μία μεγάλη εκστρατεία εναντίον του Zaharoff και του Lloyd George. Τον Αύγουστο του 1921 ο φιλότουρκος Βρετανός βουλευτής των Συντηρητικών και πιστός θαυμαστής του Kemal Atatürk, Walter Guiness, κατηγορεί επίσημα στο κοινοβούλιο τον θρόνο και ιδιαίτερα τον πρωθυπουργό Lloyd George ότι ο υποβολέας των κινήσεων τους στην Μέση Ανατολή είναι ο Zaharoff. Αποτέλεσμα, κατά τον Guiness, είναι να αποτελούν πλέον υποχείρια ενός αδίστακτου ανθρώπου, συγκαλύπτοντας την ωμή ελληνική επιθετικότητα σε μία περίοδο που ολόκληρος ο κόσμος αγωνιά για την ειρήνη.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός δεν απαντά στην δεινή επίθεση εναντίον του, αλλά ο Zaharoff σε δημόσια δήλωσή του στις εφημερίδες διαβεβαιώνει πως η τελευταία του συνάντηση με τον Lloyd George πραγματοποιείται στις αρχές του 1919, χωρίς να μεσολαβήσει καμία άλλη επαφή. Είναι η πρώτη φορά που ο δαιμόνιος Έλληνας αναδύεται στο προσκήνιο της δημοσιότητας. Μίας δημοσιότητας που αποφεύγει συστηματικά επί δεκαετίες και με απόλυτη επιτυχία.
Στις 21 Μαρτίου του 1922, ένας άλλος βουλευτής των Συντηρητικών και από τους μανδαρίνους του λόρδου Balfour στο υπουργείο Εξωτερικών, ο Aubrey Herbert, απευθύνει μία σύντομη, αλλά κακεντρεχή επερώτηση προς τον τότε λόρδο σφραγιδοφύλακα και αρχηγό της κοινοβουλευτικής ομάδας των Συντηρητικών Austen Chamberlain. Απαιτεί να διευκρινισθεί το εάν και κατά πόσον η κυβέρνηση φροντίζει για την τακτοποίηση των οικονομικών υποχρεώσεων του κράτους προς τον σκοτεινό και πανούργο επιχειρηματία, δηλαδή τον Zaharoff, υπονοώντας πως κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο δαιμόνιος Έλληνας έχει προχωρήσει σε προσωπικές δανειοδοτήσεις προς το βρετανικό Δημόσιο. Διερωτάται επίσης με πανουργία εάν και κατά πόσον η βρετανική κυβέρνηση έχει προσφέρει οικονομικές αμοιβές στον μυστηριώδη επιχειρηματία για την βοήθεια και τις συμβουλές του στο Ανατολικό Ζήτημα.
Πολλαπλασιάζονται οι επικρίσεις
Ο Herbert υπηρετεί με την ιδιότητα του ανώτατου διπλωματικού υπαλλήλου στο Foreign Office πριν από τον πόλεμο, αποσπασμένος στο Τόκυο, την Κωνσταντινούπολη, αλλά και σε χώρες της Μέσης Ανατολής. Κατά την περίοδο αυτή αποκτά τις πρώτες άμεσες πληροφορίες για τον Zaharoff και τις δραστηριότητές του. Αναμφίβολα οι ισχυρές προσβάσεις στο διπλωματικό σώμα και τις μυστικές υπηρεσίες μετά την αποχώρησή του, του επιτρέπουν να διαθέτει σημαντικές και έγκυρες πηγές πληροφόρησης.
Μάλιστα, από τον Φεβρουάριο του 1920, έχει υιοθετήσει συγκεκριμένη πολιτική γραμμή στο ζήτημα της Ιωνίας, όταν με επερώτησή του απαιτεί διευκρινήσεις για το ζήτημα των ελληνικών αποβάσεων στην Σμύρνη και την νομιμοποίησή τους από τους Συμμάχους. Τονίζει ότι η παρουσία ελληνικών στρατευμάτων στην περιοχή θα προκαλέσει αντίποινα των Τούρκων σε βάρος των Αρμενίων στην Ανατολία.
Ο Herbert επανέρχεται στις 27 Μαρτίου του 1922, επικρίνοντας την κυβέρνηση που εμπιστεύεται αλλοδαπούς, όπως τον κατά τα άλλα επιτυχημένο επιχειρηματία και φιλάνθρωπο Zaharoff. Ο βουλευτής υποστηρίζει πως το υπουργικό συμβούλιο οφείλει να αξιοποιεί διακεκριμένους Βρετανούς ειδικούς και όχι κάποιον Έλληνα πολυεκατομμυριούχο, ακόμη και όταν φημολογείται πως είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου. Η βρετανική διπλωματία επιβάλλεται να χρησιμοποιεί συμβούλους που ταυτίζονται με τα βρετανικά συμφέροντα και όχι πρόσωπα που έχουν αιματοκυλίσει την Ανατολή. Μόνον έτσι τονίζει μπορεί να προκύψει ένας αμοιβαία αποδεκτός συμβιβασμός και λήξη των συγκρούσεων στην Μικρά Ασία.
Στον διάλογο πάντως παρεμβαίνει ένας άλλος συντηρητικός βουλευτής, ο Sir Samuel Hoare, πρώην αξιωματούχος του Foreign Office και σταθμάρχης του ΜΙ6 διαδοχικά στην Αγία Πετρούπολη και την Ρώμη κατά την διάρκεια του πολέμου, που συνιστά στον συνάδελφό του να αποσαφηνίσει πως η αναφορά του στον Zaharoff δεν συγκαλύπτει μία γενικότερη επίθεση εναντίον των Ελλήνων.
Τί συνέβη με τον μειοδοτικό διαγωνισμό
Μία αποκάλυψη για τις μεθόδους που ακολουθεί ο Zaharoff, επικεντρώνεται σε μία άλλη σειρά κινήσεων της περιόδου 1919-1920, που αποκαλύπτονται από τον Cecil L’Estrange Malone, στο βρετανικό Kοινοβούλιο με επερώτηση προς τον υφυπουργό Εξωτερικών Cecil Harmsworth στις αρχές Ιουλίου του 1922. Το ζήτημα επικεντρώνεται στις αδιαφανείς διαδικασίες μέσω των οποίων η μεγάλη κατασκευαστική εταιρεία του Sir Robert MacAlpin έχει αναλάβει την αναβάθμιση και επέκταση των λιμενικών εγκαταστάσεων στον Πειραιά.
Κατά περίεργη σύμπτωση έχει αναλάβει με τις ίδιες μεθόδους ανάλογα έργα στην Σμύρνη και στο Ηράκλειο της Κρήτης. Αναμφίβολα τα έργα συνδέονται με την ισχυρή παρουσία της Standard Oil, της μοναδικής εταιρείας πετρελαιοειδών που διαθέτει ειδικά μετασκευασμένες προβλήτες για την φόρτωση και μεταφόρτωση αργού πετρελαίου στα μικρασιατικά παράλια, όπως και σημαντικές εγκαταστάσεις δεξαμενών καυσίμων.
Από την στιγμή που ο Sir Robert MacAlpin αποτελεί τον βασικό ανάδοχο των κατασκευαστικών έργων της Vickers και της Anglo -Persian Oil Company, που συμπλέουν και με τον όμιλο MarconiI, είναι πρόδηλο κατά τον C. L’ E. Malone, πως η ελληνική επιθετικότητα καλύπτει μία άλλη σιωπηλή, αλλά μεγαλυτέρων διαστάσεων επίθεση του Zaharoff εναντίον της Standard Oil στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο Harmsworth πάντως απαντά πως στον μειοδοτικό διαγωνισμό του ελληνικού Δημοσίου του 1918 για τον Πειραιά, έχουν αρχικά συμμετάσχει τρείς βρετανικές εταιρείες, στις οποίες προστίθεται αργότερα, αλλά εμπρόθεσμα, η Standard Oil. με το υπουργείο Εξωτερικών να προσφέρει τις υπηρεσίες που προβλέπονται και στους τέσσερις διαγωνιζόμενους, χωρίς διακρίσεις. Όμως δεν γνωρίζει τίποτε για την υπόθεση της Σμύρνης, για την οποία ο C. L’ E. Malone διερωτάται ως προς τη νομιμότητα της ανάθεσης του έργου, αφού αφορά κατεχόμενο από τους Έλληνες τουρκικό έδαφος.Μεταστροφή προς τους Μπολσεβίκους
Σχετικά με τα έργα του Ηρακλείου, που εκτός από τις λιμενικές εγκαταστάσεις προβλέπουν και κατασκευή σταθμού παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και ανατίθενται στην βρετανική εταιρεία τον Μάϊο του 1921, ο υπεύθυνος, όπως και για τα υπόλοιπα δύο είναι ο γενικός διευθυντής της Sir Robert MacAlpin Standard Oil. Στην Ελλάδα επικεφαλής είναι ο καθηγητής της Στατικής στο ΕΜΠ και διευθυντής του ΟΛΠ επί μία οκταετία, Νικόλαος Κιτσίκης.
Όμως από τον Νοέμβριο του 1919, ο πρώην φιλελεύθερος αντιπλοίαρχος Cecil L’Estrange Malone έχει στραφεί πολιτικά προς τους Μπολσεβίκους και θεωρείται ο πρώτος κομμουνιστής βουλευτής στο βρετανικό Κοινοβούλιο. Έχει επισκεφθεί την Αγία Πετρούπολη και την Μόσχα, όπου μεταξύ των ανώτατων αξιωματούχων που συναντά για να ενημερωθεί για την πολιτική κατάσταση συμπεριλαμβάνονται οι Maxim Litvinov και Georgii Chicherin στο υπουργείο Εξωτερικών, όπως και ο Trotsky, τον οποίο επισκέπτεται στον θωρακισμένο του συρμό.
Είναι ενήμερος για το μέγεθος της οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας που διοχετεύεται από την νέα Ρωσία του Lenin προς την Τουρκία, που επισημοποιείται στις 16 Μαρτίου του 1921 με την Συνθήκη της Μόσχας μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Κατά συνέπεια η στάση του μάλλον υπαγορεύεται αφανώς από τις επιδιώξεις της ρωσικής πολιτικής, που προσπαθεί να αποτρέψει την δημιουργία της Επίκουρης Αυτοκρατορίας του Zaharoff.
Νέο χτύπημα
Στις 17 Ιουλίου ο Herbert επανέρχεται σε συνεδρίαση ενημέρωσης του Κοινοβουλίου από τον Βρετανό πρωθυπουργό Lloyd George, εάν και κατά πόσον το Foreign Office ή ο πρωθυπουργός έχουν συμβουλευθεί τον Zaharoff, πριν από την απόβαση των Ελλήνων στην Σμύρνη, για να λάβει με κατηγορηματικό τρόπο αρνητική απάντηση.
Επιμένει όμως στην ίδια συνεδρίαση να ανακινεί το θέμα του Έλληνα, τονίζοντας πως αν και δεν τον γνωρίζει προσωπικά και παρά το γεγονός ότι αποφεύγει συστηματικά να αναφέρεται ονομαστικά σε πρόσωπα, τού είναι αδύνατον να παραγράψει το όνομα ενός μεγαλοφυούς επιχειρηματία και επενδυτή, που φημολογείται ότι είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος της υδρογείου, δηλαδή το όνομα του Zaharoff. Είναι μεγάλος φιλάνθρωπος, λάτρης της παιδείας (που την ενισχύει με μεγάλες δωρεές), διάσημος προστάτης των τεχνών και υπερβολικά γενναιόδωρος. Όμως η τεράστια περιουσία του οφείλεται στο γεγονός ότι ελέγχει πολλές βιομηχανίες οπλικών συστημάτων ανά τον κόσμο, που αποτελούν ίσως τον πλέον κερδοφόρο βιομηχανικό κλάδο της εποχής.
Εάν λοιπόν κάποιος κατέχει την Vickers, στην οποία ελέγχει την πλειοψηφία των μετοχών, αλλά και την Krupp, τότε είναι ευνόητο πως αδιαφορεί για το εάν θα επιβιώσει η Μεγάλη Βρετανία ή η Γερμανία σε μία σύγκρουση, καθώς το μόνο βέβαιο είναι πως θα του αποφέρει τεράστια κέρδη. Φημολογείται πως έχει ενισχύσει οικονομικά το βρετανικό Δημόσιο κατά την διάρκεια του πολέμου και αυτό αποτελεί και τον βασικό λόγο για τις παρασημοφορήσεις και τις τιμητικές του διακρίσεις.
Από την άλλη πλευρά, αποτελεί τον βασικό μοχλό που επηρεάζει την βρετανική πολιτική στην Ανατολή με την αναφανδόν υποστήριξη της ελληνικής επιθετικότητας. Ο άνθρωπος αυτός έχει συνεισφέρει £4.000.000 για την ελληνική απόβαση και εισβολή (εννοεί στην Ιωνία) και το Κοινοβούλιο οφείλει να απαιτήσει άμεση πληροφόρηση για τους λόγους που έχει παρασημοφορηθεί και τιμηθεί από τον θρόνο.
Αν και ο Lloyd George δεν απαντά στις καταγγελίες του Herbert, μερικές ημέρες αργότερα, στις αρχές Αυγούστου του 1922, ένας βουλευτής των Φιλελευθέρων και άσπονδος εσωκομματικός αντίπαλος του πρωθυπουργού, ο αντιπλοίαρχος Joseph Montague Kenworthy, απαιτεί διευκρινήσεις για το καθεστώς αδειοδότησης της Anglo-Persian Oil Company για τα πετρέλαια της Μακεδονίας, καθώς περιλαμβάνει και την Θράκη.
Από την στιγμή που οι συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων συνεχίζονται, με συνέπεια η Θράκη να αποτελεί αμφισβητούμενο έδαφος, διερωτάται για το είδος της διπλωματικής υποστήριξης που έχει προσφερθεί στην Anglo-Persian Oil Company για να επιτύχει την έκδοση τίτλων οριστικής παραχώρησης. Ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών Cecil Harmsworth, απαντά πως η αδειοδότηση για την Μακεδονία έχει υποστηριχθεί, όπως ορίζει η σχετική νομοθεσία, από τις διπλωματικές υπηρεσίες του Foreign Office, αλλά δεν γνωρίζει τίποτε για την περίπτωση της Θράκης.
Αύριο το τελευταίο μέρος