Της γιαγιάς Αγγελικής τα γιατροσόφια…
10/05/2024Η γιαγιά μου η Αγγελική ήταν από τα Τσακώνικα χωριά τού Ταϋγέτου (μεταξύ Μεσσηνίας, Αρκαδίας, Λακωνίας). Απόγονος των αρχαίων Δωριέων, μιλούσε μία γλώσσα σαν του Ομήρου. Υπερβορεία. Βίκινγκς. Ίσως γι’ αυτό κάθε που ταξιδεύω στον Βορρά, μου ζητάνε οι ντόπιοι πληροφορίες για στενοσόκακα.
Η γιαγιά Αγγελική ρίγανη, θρούμπι, θυμάρι, τα έτριβε στον πετρόμυλο, τα αποθήκευε σε ένα γυάλινο βάζο, για τις καθημερινές σαλάτες της. Έβραζε τις φακές με τα άγρια χόρτα. «Τα πικρά βοτάνια είναι το φάρμακο για κάθε αρρώστια», έλεγε ο Ιπποκράτης. Δεν εννοούσε τον γνωστό πατέρα της Ιατρικής, αλλά έναν συγχωριανό της, νεραϊδοπαρμένο, που έπαιζε μουσική με τον αυλό και σε θεράπευε ακουμπώντας τα χέρια του στο πονεμένο μέρος. Ακόμα και σπασμένα κόκαλα κολλούσε!!! Όταν θα πας στις σπουδές σου παιδί μου, θα σου δώσω ένα τεράστιο γυάλινο βάζο, τεράστιο σαν την υδρόγειο, που είχαμε στο σχολείο.
Θα βράζεις πρωί-μεσημέρι-βράδυ τα τσάγια σου και θα τα πίνεις, αντί για νερό: χαμομήλι, τίλιο, φασκόμηλο, τσάι τού βουνού, αψιθιά (λίγη), κουκούτσι αγριοτριαντάφυλλου, άγρια αγκινάρα (τα ξεραμένα φύλλα), γαϊδουράγκαθο (τον σπόρο), κάρδαμο (τον σπόρο – τα χλωρά φύλλα τα βάζουμε στις χορτόπιτες), τσουκνίδα (φτιάχνουμε και τσουκνιδόρυζο – το υπόλοιπο πίττα), ταραξάκο (άγριο ραδίκι – το φάρμακο, πανάκεια), πιπερόριζα τριμμένη (τη χλωρή στα φαγητά), πολύκομπος (για τα πλεμόνια), παπαρουνόσπορο… και… και…
Για τα παράσιτα στο έντερο ανακάτευε καθημερινώς: πιπερόριζα, μπούκοβο, αποξηραμένο σκόρδο, χλωρό σκόρδο, αποξηραμένο κρεμμύδι, χλωρό κρεμμύδι, κουρκουμά, πιπέρι καγιέν. Τα χτύπαγε στο μεταλλικό (μπρούτζινο) γουδί και μετά έδινε σε όλους από μια κουταλιά σούπας στο στόμα (με χλιαρό νερό) κάθε βράδυ πριν ξαπλώσουν να κοιμηθούνε. Η παροιμία που τα συνόδευε ήταν αριστοφανική και κωλύομαι να τα την διαιωνίσω. Γενικώς, η γιαγιά Αγγελική έφτιαχνε δίστιχα, τετράστιχα, παραλογές (δικές της). Κρίμα που δεν είχα τότε την πρόνοια να την ηχογραφήσω. Ήταν και φιλόσοφος.
«Μόνον το κώνειο να μη το βάζεις στο στόμα σου. Γίνεται υδροκυάνιο, όπως το χλωρό αμύγδαλο, τα χλωρά κουκιά… Μοιάζει με καυκαλήθρα το άτιμο το παράσιτο. Μήτε τα γαϊδουράκια δεν το τρώνε. Εάν δεν ξέρεις, δεν μαζεύεις χόρτα μονάχος σου. Κι όταν σού τα φέρουν, βάλε τα μισή ώρα σε νερό, ξύδι κι αλάτι».
Το μείγμα αυτό κρατούσε μήνες και το έπαιρνα μαζί μου στη Σχολή μέσα σε ένα θερμός εκστρατείας. Μόνο στο Στρατό είχα μία μικρή δυσκολία να εξηγήσω τι ακριβώς ήταν αυτό το παράξενο μείγμα. Αργότερα έβαλα στη διατροφή μου και τον κουρκουμά (ωμό, πάντα – ή πάνω στο γιαούρτι), το μπούκοβο, το πιπέρι καγιέν (μέσα σε λάδι για σαράντα ημέρες), το τζίνσενγκ, το τζίντζερ (σε σκόνη)…
Η γιαγιά πέθανε 106 ετών. Ο παππούς ο Παύλος 112! Τα αγόρια της 99. Τα κορίτσια της γύρω στα 80. Ταλαιπωρημένα από τις πολλαπλές γέννες. Όσο για εμένα, σκοπεύω να φτάσω τα 100, να χιλιάσω τα βιβλία μου και να αφήσω πίσω μου έστω και μία συνταγή για ένα μαντζούνι πικρό, όπως και η ζωή.
Αστειεύομαι. Το ευθυμογράφημα αυτό γράφτηκε κατόπιν απαιτήσεως φίλων γύρω από το πασχαλινό τραπέζι. Μην τα βράσετε. Μην τα πιείτε. Μια απλή αφήγηση φιλοτεχνώ. Για οποιαδήποτε παρενέργεια μηδεμία ευθύνη φέρω.
Για το χαρίεν τού πράγματος, απλώς. Πάντως, με τα πολλά νερά, τους φρέσκους φρουτοχυμούς και τα χόρτα, το check up μου μια χαρά είναι, μέχρι τώρα. Σας χαιρετώ και σας εύχομαι: μακροζωία, υγεία, αφθονία, δημιουργικότητα, χαρά, ευτυχία, κοινωφελές έργο…