Θα είναι οι ευρωεκλογές καταλύτης για την επανίδρυση της Κεντροαριστεράς;
08/06/2024Ο όρος «Κεντροαριστερά» δεν είναι ο καλύτερος που υπάρχει. Όσο πιο στέρεες οι πολιτικές θέσεις, τόσο περισσότερο είναι όροι όπως σοσιαλιστής, κομμουνιστής, σοσιαλδημοκράτης, φιλελεύθερος κλπ., που προσδιορίζουν και εξηγούν. Επομένως η χρήση του όρου “Κεντροαριστερά” εν προκειμένω έχει περισσότερο έναν χαρακτήρα συμβολικό-ιστορικό, ως ενός μέσου για να συνεννοούμαστε.
Γύρω από τον όρο υπάρχει μια θεμελιώδης και συχνά συνειδητώς επιβαλλόμενη “παρανόηση” με μακρόχρονες συνέπειες: Η “παρανόηση” συνίσταται στο ότι ο όρος Κεντροαριστερά από κατασκευής του περιγράφει μια κάπως “νερωμένη” Αριστερά. Μια “λιγότερο Αριστερά”, ή ένα κάπως λιγότερο δεξιό Κέντρο. Πρόκειται για προσέγγιση την οποία φυσικά προώθησε (ποιος άλλος) ο εκσυγχρονισμός, όταν ήθελε να στοχοποιήσει και να γκρεμίσει οτιδήποτε και αν έμενε από την ανδρεϊκή, ανεξαρτησιακή φάση του ΠΑΣΟΚ.
Το τι παρήγαγε αυτή η “παρανόηση” το βλέπουμε: Τυχοδιώκτες καριερίστες (όχι ότι δεν υπήρχαν και πριν, αλλά έγιναν ο κυρίαρχος ανθρωπότυπος), δεξιούς κάθε είδους (από ανοιχτά ρατσιστές έως νεοφιλελεύθερους) και φυσικά τον ιδεολογικό θάνατο και την αλλοτρίωση, τόσο στο ΠΑΣΟΚ, όσο και στο ΣΥΡΙΖΑ, μέχρι του σημείου να υπογράφουν και να πανηγυρίζουν μνημόνια. Η αιτία αυτής της εξήγησης είναι πολύ προφανής: Όσο πλησιάζει μια παράταξη προς τη Δεξιά τόσο εξατμίζεται και απορροφάται από την τελευταία, δηλαδή στην πραγματικότητα από το σύστημα εξουσίας του ξένου παράγοντα και της ντόπιας ολιγαρχίας. Και όσο αυτή η απορρόφηση του όποιου κόμματος λαμβάνει χώρα τόσο αποκόπτεται από τις λαϊκές μάζες, συμβάλλοντας ταυτοχρόνως στην αλλοτρίωσή τους, με αποτέλεσμα να μετατρέπεται από κόμμα ή παράταξη, σε γραφειοκρατική, διεφθαρμένη, ασώματος κεφαλή.
Η ιστορική καταβολή αυτού που αποκλήθηκε Κεντροαριστερά ήταν κάτι πολύ διαφορετικό: Συνίστατο στην περιγραφή μιας ευρύτερης απήχησης της εαμικής κατά βάση Αριστεράς, της πολιτικής-πολιτιστικής δικαίωσης των ιδεών της ηττημένης στο πεδίο της μάχης Αριστεράς, όπως η τελευταία είχε διαμορφωθεί μέσα στην κατοχή. Η Κεντροαριστερά συσσωμάτωνε την ιδεολογική ηγεμονία μιας Αριστεράς (δηλαδή κυρίως σοσιαλιστών και κομμουνιστών ως προς τον ιδεολογικό πυρήνα) που πάλευε για την πατρίδα και το λαό, για άλλο πολίτευμα και για άλλο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα, απέναντι στην πρεσβεία των ΗΠΑ, στην ολιγαρχία, στο παλάτι και στο στρατό.
Η Κεντροαριστερά όχι μόνο δεν ήταν μια “νερωμένη Αριστερά” αλλά αποτέλεσε την πιο επικίνδυνη εκδοχή Αριστεράς γιατί ρίζωνε στον ελληνικό λαό και ανοιγόταν σε στρώματα, τα οποία μέχρι πρότινος απέφευγαν την Αριστερά και το ΚΚΕ, από φόβο και εξαιτίας της προπαγάνδας. Η Κεντροαριστερά της δεκαετίας του ’60 δεν περιοριζόταν μόνο σε μια πλευρά της Ένωσης Κέντρου, αλλά αφορούσε και ανένταχτες/-ους, κυρίως μέσα στη νεολαία και στην εργατική τάξη όπως και τμήμα της ΕΔΑ.
Αυτή η παράταξη άλλαξε το συσχετισμό και κατέστη ηγεμονική μόλις λίγες δεκαετίες μετά το προηγούμενο εντυπωσιακό λαϊκό φαινόμενο, το ΕΑΜ, ακριβώς στη βάση των ιδεών του τελευταίου: Εθνική απελευθέρωση-λαοκρατία. Αυτές οι ιδέες και οι αντίστοιχες πράξεις ορθώθηκαν απέναντι στο ραγιαδισμό, ο οποίος στην κατοχή εκδηλώθηκε ως δοσιλογισμός και αργότερα ως αμερικανοτσολιαδισμός και στην ολιγαρχία η οποία στην κατοχή έγινε μαυραγοριτισμός και μετά “φάγωμα” της ξένης βοήθειας. Επρόκειτο για βαθιά ριζοσπαστικά και λαϊκά φαινόμενα. Τόσο ριζοσπαστικά και τόσο λαϊκά που επιστρατεύθηκε εναντίον τους και η ανοιχτή και η καλυμμένη εκτροπή.
Μακριά από τις κεντροαριστερές παραδόσεις…
Τα κόμματα που σήμερα μιλούν ως Κεντροαριστερά δεν έχουν απλώς απομακρυνθεί από ό,τι προσδιόριζε την Κεντροαριστερά, αλλά στη βάση της προαναφερθείσας “παρανόησης” έχουν φτάσει στον αντίποδα της ιστορικής Κεντροαριστεράς: Φωνάζουν, διατρανώνουν ότι δε διανοούνται τίποτα πέρα από την εξάρτηση από τις ΗΠΑ και εγγυώνται ότι θα αποδειχτούν καλύτεροι υπηρέτες της ολιγαρχίας. Δεν υπάρχει ούτε καν ο λαός ως ιστορικό τους υποκείμενο: Είναι γραφειοκρατίες λιγότερο ή περισσότερο προσωποκεντρικές, οι οποίες παίζουν στο γήπεδο των “επαγγελματιών” του παιχνιδιού της πολιτικής.
Η στάση τους στο Ουκρανικό, στο Παλαιστινιακό, μια δεκαετία πριν στα μνημόνια, στη θέση των τραπεζών, για την ιδιωτική υγεία και παιδεία, για τους εφοπλιστές, για τη μεγάλη (όση έχει απομείνει) βιομηχανία, για την ιδιοκτησία των ΜΜΕ, για τις ιδιωτικοποιήσεις είναι εύγλωττη και εξόχως απογοητευτική. Αυτό που λέγαμε Κεντροαριστερά δεν έφτασε τυχαίως από το πάνω από 50% σε επίπεδο εκλογικών ποσοστών στο κάτω από 30%.
Οι ευρωεκλογές δε θα αλλάξουν πολλά. Ακόμα και αν επιταχυνθεί η αποδόμηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αυτή δε θα οφείλεται ούτε στον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε στο ΠΑΣΟΚ. Προφανώς το ένα από τα δύο θα ηττηθεί περισσότερο από το άλλο αλλά και πάλι, μόνο εξ αυτού του αποτελέσματος θα δούμε απλώς μερικές από τις συνήθεις εσωκομματικές συγκρούσεις.
Τί χρειάζεται ο Ελληνισμός
Ο Ελληνισμός χρειάζεται μια απελευθερωτική δύναμη. Χρειάζεται μια δύναμη ικανή να σπάσει τα δεσμά της ξένης εξάρτησης που σέρνει τον πλανήτη και τον Ελληνισμό στον όλεθρο, να ανατρέψει την ολιγαρχία η οποία μας μετατρέπει σε φτωχοποιημένη μαφιόζικη ιδιότυπη αποικία, να αναστήσει τον πολιτισμό μιας δημιουργικής, πολύπτυχης λαϊκότητας και να θέσει τις βάσεις ενός σοσιαλιστικού, σύγχρονου οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου, με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, μεγάλο δημόσιο χώρο, ισότητα, ζωή με δημιουργία και χωρίς άγχος.
Όσο περισσότερο αυτήν την αναγκαιότητα την παραγνωρίζουν τα δύο κόμματα τόσο στο ιδεολογικό όσο και στο οργανωτικό επίπεδο, τόσο η λαϊκή απαίτηση περί της υλοποίησής της εντείνεται. Φυσικά, τέτοιου είδους διεργασίες ούτε διατάσσονται ούτε υλοποιούνται βάσει σχεδιασμών επί χάρτου. Προετοιμάζονται μεν, αλλά είναι η ιστορική αναγκαιότητα, η συγκυρία εκείνη που γονιμοποιεί τις όποιες διεργασίες. Αυτή η συγκυρία ολοένα πλησιάζει λόγω διεθνών και εγχωρίων εξελίξεων. Μέχρι τότε όμως χρειάζονται πρωτοβουλίες ιδεολογικής ζύμωσης και οργανωτικής συγκρότησης οι οποίες θα διατρέχουν το ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και άλλα κόμματα, κινήσεις, ανένταχτους, με την προοπτική ενός συνεδρίου παραταξιακής επανίδρυσης.
Πρέπει δηλαδή να ανοίξει ταυτοχρόνως ιδεολογικό, προγραμματικό και οργανωτικό ζήτημα και στα δύο κόμματα, όπως και σε όλη την πρώην, ηγεμονική Κεντροαριστερά με κεντρικό, διακομματικό συντονισμό. Αυτές οι πρωτοβουλίες πρέπει να αφορούν, όχι μόνο ή κυρίως στελέχη της κεντρικής πολιτικής (παρότι και ορισμένα εξ αυτών είναι χρήσιμα) αλλά ακόμα περισσότερο τη βάση: Συνδικάτα, φοιτητές, επαγγελματικές ενώσεις, το χώρο του πολιτισμού. Αυτές οι ζυμώσεις πρέπει να παράξουν ιδεολογία και στρατηγική για τον Ελληνισμό μέσα στον παγκόσμιο μετασχηματισμό.
Η σύμπτωση παραγόντων που απαιτείται είναι σύνθετη, ωστόσο η ίδια η αναγκαιότητα ωθεί προς αυτήν. Η περίοδος μετά τις ευρωεκλογές πρέπει να είναι και θα είναι περίοδος ζυμώσεων. Οι ευρωεκλογές οι ίδιες θα υπονοήσουν τη μεταβολή του πολιτικού συσχετισμού, όχι την παγίωσή του.