Τέλος εποχής για αυτοδύναμες κυβερνήσεις
13/09/2024Η πρόθεση ψήφου στην Νέα Δημοκρατία (ΝΔ) υποχώρησε στο 22% σύμφωνα με πρόσφατη σφυγμομέτρηση της Metron Analysis, από 24% τον περασμένο Ιούνιο. Εάν σήμερα γίνονταν βουλευτικές εκλογές, η ΝΔ θα έχανε την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία της και μαζί με τ’ άλλα “κόμματα εξουσίας” να συγκεντρώνουν χαμηλά ποσοστά (ΠΑΣΟΚ 11,6%, ΣΥΡΙΖΑ, 7%) είναι λίαν αμφίβολο αν θα σχηματιζόταν κυβέρνηση μελλοντικά ακόμη και με τη συμμετοχή της Ελληνικής Λύσης (8,1%).
Είναι προφανές ότι η εποχή των αυτεξούσιων κυβερνήσεων ανήκει οριστικά στο παρελθόν. Η ΝΔ πλήρωσε τα επίχειρα του γάμου των ομοφύλων ζευγαριών, την εσφαλμένη ηλεκτρική πολιτική, τον πληθωρισμό του ευρώ, την κατάρρευση του ΕΣΥ και την ανθελληνική εξωτερική πολιτική του κ. Γεραπετρίτη. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σπατάλησε το πολιτικό κεφάλαιο που απέκτησε από την έλλειψη πολιτικού αντιπάλου με την γνωστή αλαζονεία των Κολεγιόπαιδων. Τώρα θα πρέπει ν’ αρχίσει να ψάχνει για κυβερνητικό συνεταίρο γιατί κανείς δεν ξέρει τι τέξεται η (πολιτική) επιούσα.
Αυτοδύναμες κυβερνήσεις
Εν τούτοις, ο κ. Μητσοτάκης θα μπορούσε να κάνει μία κίνηση που θα εξασφάλιζε μία κάποια πολιτική σταθερότητα στην χώρα: την αλλαγή του εκλογικού νόμου, με αύξηση του ορίου εισόδου των κομμάτων στην Βουλή από το 3% στο 5% των ψηφισάντων. Ισχύει και στη Γερμανία, αν και εκεί η θέση του καγκελαρίου της γερμανικής ομοσπονδίας είναι διασφαλισμένη μέχρις ότου βρεθεί αντικαταστάτης, ψηφισμένος από την Βουλή (Μπούντεστάγκ).
Εδώ, ίσως χρειάζεται και η διαφοροποίηση της εκλογικής περιφέρειας, μεταξύ βορείου και νοτίου Ελλάδος. Για λόγους εθνικούς. Η ανικανοποίηση του δημοσκοπημένου κοινού περιλαμβάνει (στο 71%) για πρώτη φορά τον όρο “κρίση θεσμών”. Όπερ αναφέρεται προφανώς στις παρεμβάσεις της κυβερνήσεως στην Δικαιοσύνη (μεταξύ άλλων για το έγκλημα των Τεμπών και για την παρακολούθηση των κινητών τηλεφώνων). Την ακέραια ευθύνη σε αυτό φέρει η κουστωδία του Μαξίμου. Η επομένη συνταγματική μεταρρύθμιση πρέπει να περιλαμβάνει την πλήρη ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και του τρόπου επιλογής των ανωτάτων δικαστών όπως και την κατάργηση του νόμου Βενιζέλου, περί της (αν)ευθύνης των υπουργών, ώστε να παύσει το ακαταδίωκτο των αδικημάτων τους.
Και επειδή η ανάγκη κατοχυρώσεως των θεσμών είναι δύσκολο να επιτευχθεί από ασθενείς σε κοινοβουλευτικό επίπεδο κυβερνήσεις, είναι η τελευταία ευκαιρία να υπερβεί εαυτόν ο πρωθυπουργός και να προσφέρει τουλάχιστον αυτήν την υπηρεσία στην πολιτική ζωή του τόπου. Άλλωστε, η στροφή του εκλογικού σώματος προς την πατριωτική δεξιά είναι αναπόδραστο προϊόν της χαλαρής μεταναστευτικής πολιτικής που επέβαλε στην Ελλάδα η Μέρκελ και η οποία συνεχίζεται αμείωτη σήμερα.