Πώς γράφτηκε η Ιστορία μέχρι το “Όχι”
28/10/2024Το 1936 (έτος επιβολής της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου από τον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά) είναι, αναμφισβήτητα, μια βεβαρημένη αρνητικά χρονιά στην Νεότερη Ελληνική Ιστορία, γιατί – πέραν των όσων διαδραματίστηκαν στη διάρκειά της – έφερε εξ αρχής στους ”ώμους” της το άχθος των δραματικών γεγονότων της περιόδου 1928-’35.
Γεγονότων που είχαν σαν αποκορύφωμά τους στην ιστορία τα εξής: 1. Το ”Ιδιώνυμο” (νόμο της διακυβέρνησης Ελευθερίου Βενιζέλου του ’29, που στρεφόταν κατά του ΚΚΕ). 2. Το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας (Οκτ. 1930), το οποίο έφερε ουσιαστικά τον θριαμβευτή των Σεβρών (1920) αντιμέτωπο με τους πρόσφυγες-θύματα της Μικρασιατικής Καταστροφής (1922) κάνοντάς τους να τον θεωρούν – από ”σωτήρα της φυλής”, όπως τον έβλεπαν μέχρι τότε – ”προδότη των θυσιών του Μικρασιατικού Ελληνισμού και επιλήσμονα της Γενοκτονίας τους” και 3. Το Κίνημα Κονδύλη (Οκτώβριος 1935), σαν ετεροχρονισμένη απάντηση του αρχηγού του Εθνικού Ριζοσπαστικού Κινήματος (και στρατιωτικού Γεωργίου Κονδύλη) στο αποτυχημένο βενιζελικό, αντιμοναρχικό κίνημα (Μάρτιος 1935) κατά της φιλοβασιλικής (αλλά μετριοπαθούς) κυβέρνησης Παναγή Τσαλδάρη (εκλογές 1933).
Κίνημα-πραξικόπημα επιτυχημένο αυτό του Κονδύλη, γιατί ανέτρεψε τον Τσαλδάρη (αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος και πρωθυπουργό), ανέδειξε τον Κονδύλη διάδοχό του και επανέφερε πίσω (σε δεύτερη φάση) τον εξόριστο βασιλιά Γεώργιο Β’ (παλινόρθωση Μοναρχίας με ποσοστό 98% στο δημοψήφισμα του Νοεμβρίου του ’36) ταράζοντας τα υποβόσκοντα συναισθήματα της ιστορίας του Εθνικού Διχασμού μεταξύ Βενιζελικών-Βασιλικών, τα οποία είχαν γεννήσει οι διαφορές Βενιζέλου-Κωνσταντίνου Α’ στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων 1912-’13.
Το χάος του 1936
Στο πολιτικό άχθος που κουβαλούσε το έτος 1936 απ’ την προηγηθείσα επταετία (1928-’35), εντωμεταξύ, προστέθηκε και ο θάνατος του Ελευθέριου Βενιζέλου στο Παρίσι (Μάρτιος 1936), όπου είχε καταφύγει ο επτά φορές Έλληνας πρωθυπουργός (συνολικά δώδεκα χρόνια και πέντε μήνες) μετά τη δολοφονική απόπειρα εναντίον του το ’33.
Μέσα στο ταραγμένο κλίμα της ιστορίας του Μεσοπολέμου, ήρθαν σε συνεννόηση ο Θεμιστοκλής Σοφούλης (διάδοχος του Βενιζέλου στο Κόμμα των Φιλελευθέρων) με τον φιλοβασιλικό Ιωάννη Θεοτόκη του Εθνικού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), προκειμένου να εισηγηθούν στα Ανάκτορα (στον αγγλόφιλο Γεώργιο Β’, δηλαδή) τη διενέργεια εκλογών για σχηματισμό κυβέρνησης με βάση το πλειοψηφικό σύστημα.
Προς δυσάρεστη έκπληξη όλων, όμως, ο βασιλιάς – αν και προτιμούσε το βρετανικό κοινοβουλευτικό μοντέλο διακυβέρνησης – αγνόησε την πρόταση των δύο μεγάλων κομμάτων της χώρας και πείστηκε απ’ τον Μεταξά (αρχηγό του μικρού ”Κόμματος των Ελευθεροφρόνων”, με εκλογικό ποσοστό 3,94 στις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου του 1936) ότι ”μια δικτατορία θα ήταν πιο επωφελής για τον ίδιο και την Ελλάδα εφ’ όσον θα διασφάλιζε την πρόσδεσή της στη βρετανική συμμαχία κρατώντας ταυτόχρονα εκτός εκτός κυβερνητικής εξουσίας τους Βενιζελικούς” (Πηγή: David Close: ”Τα ερείσματα της δικτατορίας Μεταξά” & ”Ο Μεταξάς και η εποχή του”).
Έτσι ο Μεταξάς κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα και εγκαθίδρυσε το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου (κήρυξη ”Στρατιωτικού Νόμου”), στο οποίο έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης (ψήφο εμπιστοσύνης στη νεοσχηματισθείσα κυβέρνηση Μεταξά) το ”Κόμμα των Φιλελευθέρων”, ψήφο ανοχής το ”Λαϊκό Κόμμα”, ενώ οι βουλευτές του ”Παλλαϊκού Μετώπου” και οι Γιώργος Παπανδρέου, Κ. Βλαχοθανάσης και Ανδρ. Δενδρινός καταψήφισαν. Άνοιγε ένα νέο κεφάλαιο της ιστορίας.
Το καθεστώς Μεταξά
Τα πρότυπα του νέου καθεστώτος (μέχρι την απόφαση του πρωθυπουργού, τουλάχιστον, να ακολουθήσει η Ελλάδα τους Συμμάχους της πρώην ΑΝΤΆΝΤ κόντρα στον Άξονα) ήταν φασιστικά και ναζιστικά. Εξ ου και η δημιουργία της ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας), η αστυνομοκρατία, η εμπλοκή στη διακυβέρνηση Στρατού ή Ναυτικού, οι διώξεις πολιτικών αντιπάλων, οι ναζιστικοί χαιρετισμοί, οι στολές, το κάψιμο βιβλίων (Αύγουστος ’36 στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών) κλπ.
Πρότυπα αρνητικά κατά την πρώτη κυρίως περίοδο διακυβέρνησης Μεταξά, όπου κυριαρχούσε η επίκληση του κομμουνιστικού κινδύνου. Πρότυπα που είτε διαφοροποιήθηκαν σταδιακά παράλληλα με την εξωτερική πολιτική η οποία ευθυγραμμίστηκε με την κυρίαρχη βρετανική προς όφελος των ελληνικών συμφερόντων είτε καλύφθηκαν από κοινωνικά μέτρα στήριξης.
Μέτρα όπως η ίδρυση του ΙΚΑ [Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων] και Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων ανά την Ελλάδα, η προνοιακή πολιτική, η μεγάλη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και των μισθών των Στρατιωτικών, τα οικονομικά μέτρα στήριξης αγροτών κλπ, σε βάση λαϊκιστική η οποία κινείτο στη γραμμή προπαγάνδας για βελτίωση της δημοτικότητας του Ιωάννη Μεταξά, που είχε πέσει στα τάρταρα μετά τον ματωμένο Μάη του 1936.
Τον Μάη που εκδηλώθηκε το ”κίνημα καπνεργατών” Θεσσαλονίκης, μια απ’ τις πιο δυναμικές απεργιακές κινητοποιήσεις του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα, που έμειναν στην ιστορία για την καταστολή τους από το Γ’ Σώμα Στρατού, ένα τάγμα πεζικού, δύναμη πυροβολικού της Λάρισας και τέσσερα αντιτορπιλικά, με αποτέλεσμα να έχουμε 12 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες, πέραν των 642 συλλήψεων, των βασανισμών, των 79 εκτοπίσεων και των 447 κατασχέσεων ακινήτων στην πόλη.
Ο χρόνος έτρεχε ωστόσο με χίλια (κυρίως μετά τον τορπιλισμό της ”Έλλης” τον ματωμένο δεκαπενταύγουστο του ’40) αφήνοντας πίσω του τα ταραχώδη περιστατικά της πολιτικής και κοινωνικής μας ζωής, που τα κάλυψε η αχλύ των δραματικών ημερών του Φθινοπώρου με υπόκρουση τις σάλπιγγες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο δυτικό και ανατολικό μέτωπο και κατάληξη για εμάς την μεγάλη νύχτα της ιστορίας της Ελλάδας πριν τον πόλεμο (ξημερώματα 28ης Οκτωβρίου 1940).
Την μεγάλη νύχτα που είχε απαρχή την επίδοση ιδιόχειρα του ιταμού τελεσιγράφου από τον Ιταλό Πρέσβης στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι στον Έλληνα πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά. Κι αυτό την ίδια ώρα, πάνω κάτω, που ο κόμης Τσιάνο (υπουργός Εξωτερικών του Μουσολίνι) ενημέρωνε τον Γερμανό πρέσβη στη Ρώμη Όττο Φον Μπίσμπαρκ ότι επίκειτο επίδοση ρηματικής διακοίνωσης προς την Ελλάδα και ότι στις 6 το πρωί θα άρχισε η ιταλική εισβολή στο ελληνικό έδαφος απ’ τα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Βασική επιδίωξη της Ιταλίας ήταν, προφανώς, να προλάβει τυχόν αντίδραση που θα την ανάγκαζε να αναστείλει την εισβολή στην Ελλάδα το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940. Γι’ αυτό και ο Γκράτσι ζήτησε από τον συνταγματάρχη Μοντίνι να ενημερώσει τον Γερμανό πρεσβευτή πρίγκιπα Έρχαρντ μετά (κι όχι πριν) την επίδοση του τελεσιγράφου στον Μεταξά.
Επίδοση την οποία ανέλαβε να φέρει εις πέρας ο ίδιος συνοδευόμενος από τον διερμηνέα Ντε Σάντο και τον στρατιωτικό ακόλουθο της ιταλικής πρεσβείας στην Αθήνα Μοντίνι, του οποίου το υπηρεσιακό αυτοκίνητο χρησιμοποίησε καθ’ οδόν προς την νεοκλασική έπαυλη του Έλληνα πρωθυπουργού στην Κηφισιά, για να μην κινήσει τις υποψίες της ελληνικής αστυνομίας.
Όταν έφτασε στη γωνία Κεφαλληνίας και Δαγκλή το αυτοκίνητο με το ιταλικό εθνόσημο ήταν 02.50′ η ώρα. Ο ντε Σάντο πλησίασε το φυλάκιο έξω απ’ την πρωθυπουργική κατοικία και είπε στον χωροφύλακα-φρουρό πως ο πρέσβης της Ιταλίας ήθελε να δει τον Ιωάννη Μεταξά επειγόντως.
Το “ΟΧΙ” γράφει ιστορία
Το αίτημα έγινε δεκτό και λίγη ώρα μετά ο Γκράτσι, χλωμός σαν φάντασμα, βρισκόταν μόνος στο σαλόνι του πρώτου ορόφου της έπαυλης χωρίς τον διερμηνέα του, γιατί τόσο ο Μεταξάς όσο και ο ίδιος γνώριζαν γαλλικά. Η κουβέντα με τον μικρόσωμο, παχουλό άντρα που φορούσε μαύρα γυαλιά και ήρθε να τον συναντήσει αγουροξυπνημένος με τη μάλλινη ρόμπα του πάνω απ’ το νυχτικό του, δεν κράτησε πολύ. Με το που κάθισε ο Γκράτσι στην πολυθρόνα, μπήκε αμέσως στο θέμα.
”Με έχουν επιφορτίσει να σας επιδώσω αυτήν την διακοίνωση”, είπε μασημένα αποφεύγοντας τη ματιά του Έλληνα πρωθυπουργού. Εκείνος πήρε το χαρτί και το διάβασε με χέρια που έτρεμαν ελαφρά. Ύστερα σήκωσε το βλέμμα του στον Ιταλό πρέσβη με αποτυπωμένη την ένταση στα τραβηγμένα χαρακτηριστικά του.
”Κύριε Πρόεδρε, συμπλήρωσε ο Γκράτσι με βραχνή φωνή κοιτάζοντάς τον ταραγμένος, έχω εντολή να σας ανακοινώσω ότι – σε περίπτωση που δε δεχτείτε τους όρους του τελεσιγράφου – τα ιταλικά στρατεύματα θα μπουν στο ελληνικό έδαφος στις 6 το πρωί”. Ο Μεταξάς πετάχτηκε όρθιος και με αγέρωχο ύφος τον ρώτησε κοιτώντας τον επιτιμητικά.
”Και ποια είναι τα στρατηγικά σημεία που θέλει να καταλάβει η Ιταλία;” ”Δεν γνωρίζω…”, ψιθύρισε ντροπιασμένος ο Γκράτσι. Ένα κύμα από αίμα έβαψε το πρόσωπο του πρωθυπουργού. Το τελεσίγραφο εξέπνεε στις 06.00′ Κοίταξε το ρολόι του κι ύστερα σήκωσε το βλέμμα του στο πρόσωπο του Ιταλού πρέσβη κοιτώντας τον ίσια στα μάτια.
”Alors, c’ est la guerre!” (”Λοιπόν, έχουμε πόλεμο!”), είπε με λυπημένη αλλά σταθερή φωνή, προσπαθώντας να κρατήσει την αυτοκυριαρχία του. Κύριε πρεσβευτά, το περιεχόμενο του τελεσιγράφου και ο τρόπος με τον οποίο μού δόθηκε αυτό, σημαίνουν πόλεμο εκ μέρους της Ιταλίας!…
”Κι όμως… Θα ήταν δυνατόν να αποφευχθεί αυτός, αν…”, άρθρωνε με δυσκολία τις λέξεις ο Γκράτσι.”Αν δίνατε στα στρατεύματά σας τη διαταγή να αφήσουν ελεύθερη τη δίοδο, για να περάσει ο ιταλικός στρατός…”, κατέληξε μουδιασμένα. Ο Μεταξάς θέριεψε ανέλπιστα στα μάτια του Ιταλού διπλωμάτη και, με βλέμμα που άστραφτε επικίνδυνα πίσω από τους φακούς των γυαλιών του, έκλεισε τη συζήτηση απαντώντας εξ ονόματος του ελληνικού λαού στην ιταμή ιταλική πρόταση για άνευ όρων παράδοση των ελληνικών στρατευμάτων.
”Αρκεί…, αρκεί. Είναι περιττό να προχωρήσετε. Όχι, αδύνατον!!! Δεν πρόκειται να δώσω τέτοιας διαταγάς. Αν θέλετε πόλεμο, θα τον έχετε!”. Μέσα σε βαριά ατμόσφαιρα που δε σήκωνε χειραψίες, ο Γκράτσι υποκλίθηκε με σεβασμό στον Έλληνα πρωθυπουργό και προχώρησε προς την έξοδο με το κεφάλι σκυμμένο.
”Είστε πιο δυνατοί…”, μουρμούρισε στον Μεταξά που τον ξεπροβόδιζε ως την πόρτα, με το μυαλό κολλημένο στο ακατάβλητο δέμας της ελληνικής ψυχής. Εκείνος δεν του απάντησε. Μόνο βιάστηκε, μετά την αναχώρησή του, να τηλεφωνήσει στον βασιλιά και να ενημερώσει το Γενικό Επιτελείο Ενόπλων Δυνάμεων λέγοντας κοφτά στον αρχηγό ΓΕΝ (αντιναύαρχο Σακελλαρίου) που σήκωσε το τηλέφωνο με νυσταγμένη φωνή:
”Από σήμερα, στις 06.00′, είμαστε σε πόλεμο με την Ιταλία. Κατέβα στο υπουργείο Εξωτερικών τώρα με τα διατάγματα της επιστράτευσης, για να τα υπογράψω. Κατεβαίνω κι εγώ αμέσως… Βάλε σε εφαρμογή τα σχέδια του Επιτελείου για τον πόλεμο. Ο Θεός βοηθός κι η Παναγιά μαζί μας”. (Πηγή: Βούλα Ηλιάδου, ”Φλογισμένος Ουρανός”, μυθιστόρημα).
Η Δόξα του ’40
Έτσι ξεκίνησε η ιστορία του ελληνοϊταλικού πολέμου, που μετατράπηκε γρήγορα σε ”Δόξα του ’40” για τα ελληνικά όπλα! Η φασιστική δολιότητα του Μουσολίνι δεν πέρασε και – αντί να μας αιφνιδιάσει εκείνος – τον αιφνιδιάσαμε εμείς, γιατί ”η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να κρατήσει και να πνίξει μέσα στους τέσσερις τοίχους των διπλωματικών γραφείων την ιερή αγανάκτηση απ’ τις ιταλικές προκλήσεις”.
”Κατάφερε να προλάβει ερεθισμούς και επικίνδυνα ξεσηκώματα (στην περίπτωση διαρροής της πληροφορίας για σταδιακή επιστράτευση), που θα υπηρετούσαν τα σχέδια του εχθρού”. Γι’ αυτό έδρασε γρήγορα και σιωπηρά μη αφήνοντας να ”μυριστεί” τίποτα η ελληνική κοινή γνώμη, δεδομένου ότι όλα έδειχναν πως ”ο δικτάτορας της Ρώμης έσπρωχνε τον πόλεμο νεύρων από τα λόγια στις ακήρυχτες εχθροπραξίες”, οι οποίες μετουσιώθηκαν σε κήρυξη πολέμου κατά της Ελλάδας το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940. (Πηγή: ”Η Δόξα του ’40 στα βουνά και τα πέλαγα”).
Το ξημέρωμα της ημέρας του ”ΟΧΙ”, όπως έμεινε στην ιστορία, που ξεκίνησε μέσα σε κλίμα ομοψυχίας και ενθουσιασμού στην Αθήνα (υπό τον απειλητικό ήχο των σειρήνων αντιαεροπορικής άμυνας), με την πρώτη νίκη κατά του εχθρού στο Καλπάκι από την 8η Μεραρχία του στρατηγού Χαράλαμπου Κατσιμήτρου (τομέας Ελαίας-Καλαμά, Ιωάννινα) και τον πρώτο θάνατο επιστρατευμένου οπλίτη (Μπουκουβάλας Γεώργιος του Δημητρίου), που έπεσε μαχόμενος στο Αηδονοχώρι της Κόνιτσας, υπερασπιζόμενος την τιμή της πατρίδας μαζί με τους άλλους στρατιώτες του 51ου Σύνταγμα Πεζικού υπό τον ηρωικό Συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη.