Πως τα ανοιχτά οδοφράγματα κανονικοποιούν την κατοχή
20/11/2024Είναι κουραστικό να ακούγεται ότι η διάνοιξη οδοφραγμάτων συνιστά “πλήγμα κατά της κατοχής”. Έπεα πτερόεντα. Επαναλαμβανόμενες ατάκες ενός αδιέξοδου πολιτικού λόγου, το οποίο σερβίρει ξαναζεσταμένο φαγητό. Είναι σαφές πως επειδή δεν διαπιστώνεται προοπτική άρσης του αδιεξόδου, η εύκολη οδός είναι τα ΜΟΕ και η διάνοιξη νέων οδοφραγμάτων, η αναβάθμιση υφιστάμενων.
Όλα αυτά λέγονται εδώ και χρόνια, αναπαράγονται, γνωρίζοντας όσοι διατυπώνουν τέτοιες απόψεις ότι δεν οδηγούν πουθενά. Και επειδή, ακριβώς, έχουν περάσει πενήντα χρόνια, τέτοιες προσεγγίσεις στο τέλος συντηρούν και εδραιώνουν τα κατοχικά δεδομένα.
Είναι σαφές πως όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Και κάθε κίνηση αξιολογείται και… βαθμολογείται. Τι πέτυχε η λειτουργία των οδοφραγμάτων; Την επικοινωνία μεταξύ των πολιτών, ένθεν κακείθεν του κατοχικού οδοφράγματος. Αυτό κρίνεται θετικό και αναγκαίο από τη στιγμή κατά την οποία ο στόχος είναι η ανατροπή των κατοχικών δεδομένων, η απελευθέρωση και η λειτουργία του κράτους σε ολόκληρη την επικράτεια της χώρας.
Τα οδοφράγματα και η “παγίδα”
Την ίδια ώρα, οφείλουν να παραδεχθούν όλοι όσοι ρεαλιστικά αντιμετωπίζουν τα γεγονότα ότι δεν ήταν «ρήγματα» στο τείχος του διαχωρισμού αυτό που επιτεύχθηκε. Αλλά μπορεί να διατυπωθεί η εκτίμηση- με βάση τα αποτελέσματα- ότι εξυπηρέτησε και εξυπηρετεί τη λογική της ομαλοποίησης με την κατοχή. Βαθμηδόν θα γίνεται αποδεκτή η κατοχική πραγματικότητα. Και στο τέλος θα εδραιωθεί και στη συνείδηση ο διαχωρισμός. Αυτός είναι ο στόχος της κατοχικής πλευράς και θα πρέπει να είναι ο μεγάλος εχθρός όσων επιδιώκουν πραγματική λύση.
Είναι σαφές- και τούτο λέγεται από τουρκικής πλευράς- ότι για το κατοχικό καθεστώς τα σημεία διέλευσης είναι «μεθοριακοί σταθμοί», που χωρίζουν «δυο κράτη». Και έτσι τα λειτουργούν. Οι εικόνες από αυτές τις διόδους αυτό επιβεβαιώνουν.
Σε σχέση με το ζήτημα τούτο, των οδοφραγμάτων, καλό είναι να φέρνουμε στη μνήμη μας όσα έχει πει ο Τουρκοκύπριος δημοσιογράφος και ακτιβιστής Σενέρ Λεβέντ στη συνέντευξή του στο “Φιλελεύθερο” (στην Τώνια Σταυρινού, 24 Ιουνίου 2018), ο οποίος αναφέρθηκε σε βαθύτερους σχεδιασμούς της κατοχικής δύναμης: «Εγώ δεν πιστεύω ότι αυτοί που είχαν την πρωτοβουλία να τα ανοίξουν είχαν υπόψη τους τα ανθρώπινα δικαιώματα. Άνοιξαν τα οδοφράγματα το 2003 αυτοί που οδήγησαν στο κλείσιμό τους το 1974. Γιατί περίμεναν 29 χρόνια; Επειδή το παιδί που γεννήθηκε το 1974 έγινε 29 χρονών χωρίς να δει την Κερύνεια ή χωρίς να δει τη Λεμεσό. Ζούμε έναν τόπο που δεν έχουμε αναμνήσεις από την άλλη πλευρά. Μας έχουν χωρίσει για να ζούμε σε δυο διαφορετικούς κόσμους. Οι πόλεις μας έγιναν ξένοι τόποι. Οι μεγαλύτεροι, που ζουν με τις μνήμες, σιγά – σιγά φεύγουν και οι νέοι δεν έχουν δεσμούς με το κομμάτι του τόπου που δεν έζησαν».
Ζητούμενο η ανατροπή της κατοχής
Επαναλαμβάνοντας πως ένα είναι η επικοινωνία, οι επαφές, που αποτελούν μια συνεχής δοκιμή για τη λειτουργία στη μετά τη λύση εποχή της κοινωνίας, και διαφορετικό να χρησιμοποιείται το εργαλείο αυτό για εδραίωση του τουρκικού αφηγήματος για αναγνώριση των λεγόμενων πραγματικοτήτων.
Μπορεί κανείς να αντιληφθεί γιατί πρέπει, για παράδειγμα, να ανοίξει δίοδος στο Πυρόι και στα Κόκκινα. Γιατί διευκολύνονται οι πολίτες. Αυτή είναι μια διάσταση, που προφανώς πρέπει να ληφθεί υπόψη από τη στιγμή κατά την οποία έχει η Κυπριακή Δημοκρατία εισέλθει από το 2003 και εντεύθεν σε μια συζήτηση για την λειτουργία διόδων και διάνοιξη νέων. Προφανώς και διευκολύνουν την καθημερινότητα, δεν διευκολύνουν, ωστόσο, την επίτευξη συμφωνίας στο Κυπριακό. Κι αυτό είναι ξεκάθαρο.
Το Κυπριακό δεν θα λυθεί αναγνωρίζοντας τα κατοχικά δεδομένα αλλά ανατρέποντας τα. Το Κυπριακό δεν θα λυθεί διά της βαθμηδόν εδραίωσης της κατοχής και με συνταγές “συμφιλίωσης” της κοινωνίας με τις… πραγματικότητες. Με τις λογικές ξεπλύματος της κατοχής, λύση δεν θα υπάρξει.