Τι θα κάνει ο Τραμπ στο Ουκρανικό – Οι 4+1 επιλογές
25/11/2024Για ποιο λόγο ο Μπάιντεν επέτρεψε δύο μήνες πριν παραδώσει την εξουσία στον Τραμπ πλήγματα με ATACMS; Ακόμα και ο δικός του υπουργός Άμυνας έχει πει ότι τέτοιου είδους πλήγματα δεν είναι σε θέση να επηρεάσουν την –αρνητική για τους Ουκρανούς– πορεία του πολέμου. Ούτε μπορούν –όπως ισχυρίζονται ορισμένοι– να προσφέρουν διαπραγματευτική ισχύ στο Κίεβο εν όψει ειρηνευτικών συνομιλιών. Το σχήμα αυτό (κλιμάκωση με σκοπό την αποκλιμάκωση από καλύτερη διαπραγματευτική θέση) δεν έχει λειτουργήσει και ούτε φαίνεται πως θα λειτουργήσει.
Υποτίθεται ότι η ουκρανική εισβολή στο Κουρσκ θα υποχρέωνε το Κρεμλίνο να ζητήσει διαπραγματεύσεις. Αντ’ αυτού σκλήρυνε τη θέση του. Το ίδιο υποτίθεται πως θα συνέβαινε με τις πυραυλικές επιθέσεις στο εσωτερικό της Ρωσίας. Η απάντηση της Μόσχας, όμως, ήταν ο πρωτοεμφανιζόμενος πολυηχητικός πύραυλος Oreshnik (η ταχύτητά του φτάνει τα 10 Mach!), δηλαδή το Κρεμλίνο απάντησε στην κλιμάκωση. Δεν πρόκειται για κοινό πυραυλικό πλήγμα. Πρόκειται κυρίως για μία έμπρακτη αυτή τη φορά προειδοποίηση προς τις ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ που εκτοξεύουν πυραύλους σε στόχους εντός της ρωσικής επικράτειας.
Εάν η εν λόγω πυραυλική επίθεση συνδυαστεί με το διάγγελμα του Πούτιν, προκύπτει ξεκάθαρα ότι ένας τέτοιος πύραυλος, που είναι αδύνατον να αναχαιτιστεί από οποιαδήποτε δυτική αεράμυνα, μπορεί σε επόμενη φάση να καταστρέψει δυτικούς στόχους. Έτσι κι αλλιώς, ο Ρώσος πρόεδρος έχει δημοσίως δηλώσει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία μετεξελίσσεται σε πόλεμο ανάμεσα στη χώρα του και στο ΝΑΤΟ. Η νέα επίθεση με ATACMS στο Κουρσκ δείχνει ότι οι ΗΠΑ δεν έλαβαν σοβαρά υπόψη τη ρωσική προειδοποίηση.
Αν κι όλα δείχνουν πως ο Πούτιν θα αποφύγει την εκ μέρους του ποιοτική κλιμάκωση, με σκοπό να αφήσει χώρο στη διπλωματία όταν σε οκτώ εβδομάδες θα αναλάβει τα ηνία ο Τραμπ, έτσι όπως διαμορφώνεται η διελκυστίνδα μεταξύ των δύο, η Μόσχα δεν έχει άλλη επιλογή από το να απαντήσει. Και μάλιστα, οι απαντήσεις της θα έχουν χαρακτήρα αποτροπής περαιτέρω δυτικής κλιμάκωσης. Αυτό μας οδηγεί στην εκτίμηση ότι πιθανώς θα πλήξει και δυτικούς στόχους εντός της Ουκρανίας.
Μία ερμηνεία της πολιτικής Μπάιντεν είναι ότι θέλει να ισχυρίζεται όταν θα φύγει από τον Λευκό Οίκο πως έκανε μέχρι την τελευταία στιγμή ό,τι μπορούσε για να βοηθήσει την Ουκρανία. Το πιθανότερο είναι ότι αυτή η εξήγηση συνδυάζεται με την πρόθεσή του να εγκλωβίσει τον διάδοχό του σ’ έναν δρόμο, ο οποίος –αν κρίνουμε από τις δηλώσεις του– δεν είναι η επιλογή του. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση Μπάιντεν κληροδοτεί στον Τραμπ την “ουκρανική βόμβα” με σκοπό να εκραγεί στα χέρια του. Είναι εξόφθαλμο ότι η ουκρανική άμυνα είναι υπό κατάρρευση σ’ όλη σχεδόν τη γραμμή του μετώπου. Το πότε θα επέλθει αυτή η κατάρρευση δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια, αλλά δεν θα αργήσει πολύ.
Τι ζητά η Ρωσία
Ο Τραμπ έχει πει ότι θα σταματήσει τον πόλεμο. Πώς σκοπεύει να το επιτύχει; Σύμφωνα με όσα έχουν δει τη δημοσιότητα, πρόθεσή του είναι να εκβιάσει τον Ζελένσκι πως εάν δεν δεχθεί να διαπραγματευτεί θα του κόψει κάθε βοήθεια. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε άμεση κατάρρευση της ουκρανικής άμυνας και σε συνθηκολόγηση του Κιέβου. Άρα, ο Ζελένσκι θα πει ναι, ή θα φύγει. Αν και είχε απαγορεύσει με νόμο(!) μία τέτοια διαπραγμάτευση, πάντως, τον τελευταίο καιρό δηλώνει διατεθειμένος, θέτοντας, όμως, μη ρεαλιστικούς στόχους.
Από την πλευρά του, το Κρεμλίνο εμφανίζεται εξαρχής έτοιμο να διαπραγματευτεί, αλλά με βάση τους ρωσικούς όρους, που αντανακλούν και την κατάσταση στο μέτωπο, δηλαδή:
- Δυτικές δεσμεύσεις και συνταγματική διάταξη ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
- Δεσμεύσεις ότι στο Κίεβο δεν θα υπάρχει εχθρική προς τη Ρωσία κυβέρνηση.
- Συνταγματική προστασία της ρωσικής γλώσσας και του πολιτισμού.
- Διεθνή αναγνώριση ότι τα ουκρανική εδάφη που έχουν προσαρτηθεί στη Ρωσία (Κριμαία, Ντονιέτσκ, Λουχάνσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα) θα παραμείνουν σ’ αυτήν. Πιθανότατα, η Μόσχα δεν θα επιμείνει να της παραχωρηθούν και εδάφη των ανωτέρω περιφερειών που σήμερα δεν ελέγχει, ενώ ίσως αποσυρθεί από κάποια εδάφη που κατέχει σε άλλες περιφέρειες της Ουκρανίας.
Αυτό σημαίνει ότι μεταξύ Μόσχας και Κιέβου υπάρχει –τουλάχιστον προς το παρόν– αγεφύρωτο χάσμα. Σε αντίθεση με το Κρεμλίνο, όμως, η Δύση είναι υποχρεωμένη να διαχειριστεί τη δυσμενή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί για το Κίεβο στο πεδίο του πολέμου. Προς το παρόν ο Ζελένσκι αρνείται να παραδώσει σπιθαμή ουκρανικού εδάφους στη Ρωσία, αλλά αυτό –όπως προανέφερα– δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον Τραμπ.
Το πρόβλημα είναι ότι οι ρωσικοί όροι είναι πολύ μακριά από ό,τι οι ΗΠΑ φαίνονται σήμερα διατεθειμένες να αποδεχθούν. Στην Ιστορία, όμως, τους όρους τους επιβάλλει (όχι απολύτως, αλλά κατά κανόνα) ο νικητής, όχι ο ηττημένος. Και η ειδοποιός διαφορά μεταξύ Μόσχας και Δύσης είναι ότι η Μόσχα κερδίζει τον πόλεμο, ενώ το Κίεβο –και κατ’ επέκταση η Δύση– τον χάνει. Κι αυτή τη ρωσική νίκη ίσως μπορεί να την καθυστερήσει και δυσκολέψει, αλλά δεν μπορεί να την αποτρέψουν οι ΗΠΑ.
Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος θα υποβάλει κάποιο ειρηνευτικό σχέδιο, το οποίο πιθανότατα, θα προβλέπει πάγωμα του πολέμου κατά μήκος της γραμμής επαφής, ίσως κάποια ουδέτερη αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη δυτικότερα, αφήνοντας προς διαπραγμάτευση την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Μπορεί ο Τραμπ να το θεωρεί γενναιόδωρο, αλλά ο Πούτιν δεν έχει κανένα συμφέρον να δεχθεί μία τέτοια συμφωνία. Η εισβολή στην Ουκρανία έγινε κυρίως για να αποτρέψει την ένταξή της στο ΝΑΤΟ και δευτερευόντως για εδάφη.
Το σημαντικότερο είναι –όπως προανέφερα– ότι θέλει να κλείσει οριστικά με συμφωνία το ουκρανικό μέτωπο κι όχι να αφήσει ανοικτή την πόρτα για δυτικά παιχνίδια με όχημα το Κίεβο. Η Μόσχα μπορεί ίσως να δεχθεί προσωρινή κατάπαυση του πυρός μόλις αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις, αλλά δεν θα δεχθεί πάγωμα του πολέμου, όπως συμβαίνει στην Κορέα και στην Κύπρο. Στόχος της είναι να αποκόψει την Ουκρανία από το ΝΑΤΟ και γι’ αυτό είναι διατεθειμένη να δώσει εγγυήσεις ότι δεν πρόκειται να στραφεί εναντίον της, εάν κι αυτή αποφύγει εχθρικές προς τη Ρωσία ενέργειες.
Τα πέντε σενάρια
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, ας δούμε τις επιλογές του Τραμπ:
Το πρώτο σενάριο είναι να ακολουθήσει το σχήμα “κλιμάκωση με σκοπό την αποκλιμάκωση”. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει ισχυρό μοχλό για να εκβιάσει τον Πούτιν. Η απειλή ότι θα δώσει στο Κίεβο περισσότερα όπλα και χρήματα δεν είναι πειστική. Απλώς θα οδηγήσει σε νέα και πιθανόν ανεξέλεγκτη κλιμάκωση. Οι ΗΠΑ, άλλωστε, δεν έχουν ούτε πολλά αποθέματα, ούτε την παραγωγική ικανότητα να τα αποκτήσουν άμεσα. Κυρίως έχουν συνειδητοποιήσει ότι αν αυξήσουν την παροχή όπλων, το περισσότερο που μπορούν να καταφέρουν είναι να παρατείνουν τον πόλεμο.
Το μείζον πρόβλημα της Ουκρανίας δεν είναι η έλλειψη όπλων. Είναι η δραματική έλλειψη στρατιωτών, λόγω των μεγάλων απωλειών, κι αυτό δεν καλύπτεται. Όπως έχω προαναφέρει, είναι κοινός τόπος ότι οι πυραυλικές επιθέσεις στο εσωτερικό της Ρωσίας δεν συνιστούν αποτελεσματική διαχείριση. Αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα για τον Μπάιντεν που φεύγει. Αποτελεί πρόβλημα για τον διάδοχό του. Και επειδή το Κρεμλίνο έχει στρατιωτικά το πάνω χέρι και επειδή όσο περνάει ο χρόνος κατακτά νέα εδάφη έχει και διαπραγματευτικό πλεονέκτημα.
Το δεύτερο σενάριο είναι ο Τραμπ να φτάσει στην άκρη για να κάμψει το Κρεμλίνο: Να απειλήσει με μαζική στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. Αυτός είναι και ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί η κατάρρευση της ουκρανικής άμυνας. Η απάντηση που θα λάβει σε μία τέτοια περίπτωση ο Τραμπ από τον Πούτιν είναι πως η επέμβαση του ΝΑΤΟ θα οδηγήσει σε πυρηνική σύγκρουση. Και δεν θα πρόκειται για μπλόφα, επειδή για τη Μόσχα θα είναι μονόδρομος η χρήση τακτικών πυρηνικών, πολύ περισσότερο εάν δυνάμεις του ΝΑΤΟ διαβούν προς Ανατολάς τον Δνείπερο. Γι’ αυτόν τον λόγο αυτό το σενάριο συγκεντρώνει αμελητέες πιθανότητες.
Το τρίτο σενάριο είναι ο Τραμπ να ρίξει τις ευθύνες στον Μπάιντεν και για τον πόλεμο και για τη διαφαινόμενη ήττα της Ουκρανίας, την οποία να χαρακτηρίσει αναπόφευκτη. Θα μπορούσε να πει ωμά στον αμερικανικό λαό ότι δεν είναι διατεθειμένος να πάει σε πυρηνική σύγκρουση με τη Ρωσία για να σώσει την Ουκρανία, στην οποία –όπως είχε δηλώσει και ο Ομπάμα– δεν διακυβεύονται ζωτικά αμερικανικά συμφέροντα. Και μάλιστα, θα μπορούσε να προκαλέσει τους Ευρωπαίους να αναλάβουν οι ίδιοι την υποστήριξη του Κιέβου.
Προφανώς, σύσσωμο το δυτικό “κόμμα του πολέμου” θα τον κατηγορούσε σφοδρά ότι εγκατέλειψε την Ουκρανία και πρόσφερε μία νίκη στον Πούτιν, αλλά θα είχε ξεμπερδέψει οριστικά με το πρόβλημα και επιπλέον θα κέρδιζε πόντους στην προσπάθειά του να αποκολλήσει τη Ρωσία από την Κίνα. Ουσιαστικά, θα είχε ανοίξει τον δρόμο για να διαμορφώσει μία νέα διεθνή τάξη πραγμάτων, η οποία εκ των πραγμάτων θα ήταν πολυπολική.
Ας μην ξεχνάμε ότι για τον Τραμπ το κύριο πρόβλημα είναι η Κίνα, όχι η Ρωσία. Το αμερικανικό “βαθύ κράτος” διαμορφώθηκε στον Ψυχρό Πόλεμο. Γι’ αυτό, σχεδόν αταβιστικά, οι ΗΠΑ πρέπει να ηγεμονεύουν και η Ρωσία είναι ο κύριος εχθρός. Πρόκειται για θεμελιώδη αρχή, που δεν επιτρέπει συμβιβασμούς. Από αυτήν προκύπτει και η επιδίωξη να ηττηθεί στρατηγικά η Ρωσία. Αντιθέτως, ο Τραμπ δίνει προτεραιότητα σε συγκεκριμένα και άμεσα αμερικανικά συμφέροντα, όχι σε αφηρημένες έννοιες. Η ηγεμονία των ΗΠΑ είναι εργαλείο όχι αυτοσκοπός. Γι’ αυτό ούτε έλκεται από την εξαπόλυση πολέμων, ούτε το Ουκρανικό έχει γι’ αυτόν τη σημασία που έχει για το “βαθύ κράτος”.
“Καρότα” αντί “μαστίγιου”;
Το τέταρτο σενάριο είναι ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου να συνεχίσει την πολιτική Μπάιντεν, μειώνοντας σταδιακά τον ρυθμό και τις ποσότητες της βοήθειας προς το Κίεβο και πιέζοντας τους Ευρωπαίους να αναλάβουν μεγαλύτερα βάρη στο ουκρανικό μέτωπο. Μία τέτοια πολιτική απεμπλοκής με μικρά πηδηματάκια, ωστόσο, δεν θα του λύσει πολιτικά το πρόβλημα, επειδή η “ουκρανική βόμβα” θα σκάσει στα χέρια του με όποιο πολιτικό κόστος αυτό συνεπάγεται.
Το πέμπτο σενάριο είναι ο Τραμπ, αφού δεν έχει “μαστίγιο” για να εκβιάσει τον Πούτιν, να τον δελεάσει με “καρότα”. Το Κρεμλίνο θα έχει κίνητρο να κάνει υποχωρήσεις –κυρίως στο εδαφικό–εάν ο Λευκός Οίκος άρει τις κυρώσεις και πολύ περισσότερο εάν συμφωνήσει για μία νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη, η οποία θα αναγνωρίζει και κατοχυρώνει τα συμφέροντα ασφαλείας της Ρωσίας. Είναι, όμως, διατεθειμένος ο νέος πρόεδρος να πάει τόσο μακριά; Κι αν ο ίδιος είναι, θα μπορέσει να κάμψει τις αντιρρήσεις του αμερικανικού “βαθέος κράτους”; Ας μην ξεχνάμε ότι αυτό μπορεί να καταφύγει ακόμα και σε προβοκάτσιες με σκοπό ανεξέλεγκτη κλιμάκωση.
Το τι από όλα τα παραπάνω θα συμβεί θα το δούμε στις “οθόνες” μας…