“Τα Κοινά”: Η ποίηση του Στ.-Η. Γιαννακόπουλου
07/02/2025!["Τα Κοινά": Η ποίηση του Στ.-Η. Γιαννακόπουλου, Πόπη Αρωνιάδα](https://slpress.gr/wp-content/uploads/2025/02/1024px-1628_Claesz_Vanitas-Stillleben_mit_Selbstbildnis_anagoria-825x623.jpg)
Ένας έφηβος που βλέπει τον κόσμο με μαθηματική και συνάμα ποιητική ματιά. Στο βιογραφικό του διάβασα με χαρά πως ο Στέλιος-Ηλίας έχει βραβευτεί, και μάλιστα αρκετές φορές, από την Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία, επίσης, διακρίθηκε σε διαγωνισμό Φυσικής το 2022 μεταξύ άλλων διακρίσεων.
Εγώ κρατώ στα χέρια μου την πρώτη ποιητική του συλλογή κι αναρωτιέμαι, από που μπορεί να πηγάζει αυτή η ωριμότητα σε ένα τόσο νέο άνθρωπο, καθώς δεν τον γνωρίζω προσωπικά. Το πρώτο ποίημα του βιβλίου βάζει τον αναγνώστη μάρτυρα ενός χορού. Τα γράμματα βρίσκουν τη θέση τους χορεύοντας στο λευκό χαρτί, σχηματίζοντας λέξεις που μπορούν να πουν αυτό που σκέφτεται το ανθρώπινο ον. Με τον χορό αυτό δείχνουν, επίσης, πώς θα έπρεπε να σκέφτεται ο άνθρωπος. Όλο το έργο, μαρτυρά έναν νέο που έχει διαβάσει πολύ. Γνωρίζει από λογοτεχνία, από γλυπτική, από μυθολογία. Συναντάμε σε τρία διαφορετικά σημεία του βιβλίου ποιήματα για την Ατλαντίδα.
«Ατλαντίδα.
Ονοματική αξία,
γενική η εξαφάνιση
εξαφάνιση μη αιτιατική.
Δοτική δράση,
αφαιρετική δακρύων…»
Ένα άλλο στοιχείο που απαντάται συχνά στα ποιήματά του, είναι ο χρόνος και μάλιστα ο μετρητής του χρόνου, το ρολόι, σε φυσική κίνηση κι αντίστροφη, φέρνοντας κάθε φορά διαφορετικά συναισθήματα.
«…Πόσο μυστηριώδης είναι η αίσθηση,
όταν οι δείκτες του ρολογιού αρχίσουν
και γυρίζουν προς τα πίσω…»
«Κάνε να ανοίξεις με το κλειδί του κελιού σου
πριν την τελευταία ώρα
πριν το ρολόι χτυπήσει για τελευταία φορά…»
Ένα παιδί – ποιητής- που είναι φίλος με τα φαντάσματά του, δεν τα φοβάται, τα παίζει, τα θαυμάζει, τα δοξάζει. Έχει αρχίζει να βλέπει βαθιά μέσα του. Εκεί, από τώρα μπορεί να διακρίνει την ολότητα του πόνου, τον κοιτάζει στα μάτια και γράφει ένα εκπληκτικό ποίημα.
Τα ποτάμια του πόνου
«Από τα ποτάμια του πόνου
και από τα δύο έχω περάσει.
Από το πρώτο όταν βγήκα,
το βιολί μου έπαιζα για να πονάνε
τα αυτιά των εχθρών.
Από το δεύτερο όταν βγήκα
το βιολί μου έπαιζα για να χαίρονται τα αυτιά
τα δικά μου και των φίλων μου.
Αχ! Πόσο καλό μου έκανε το δεύτερο ποτάμι».
Ένας νέος συναντά το ποίημα
Η ελπίδα είναι η σημαία του και την υμνεί σε πολλά σημεία του βιβλίου. Την κρατά στο χέρι και προχωρά σε βάλτους, σε τόπους ηλιόλουστους, στην γη της Ατλαντίδας, σε ομίχλες, μπροστά σε έναν γλύπτη που δίνει ζωή στην πέτρα. «Θα σε αφήσω(ελπίδα)/ όταν αφήσει το δέντρο/ το τελευταίο του φύλλο». Τέλος, απελευθερώνεται και ξεχύνεται η καταπιεσμένη παιδικότητά του με μια δεκασέλιδη ποιητική σύνθεση με θέμα το δάσος και με τα ζώα (δασκάλους) που τον καθοδηγούν και του διδάσκουν τις αξίες αυτής της σύντομης ζωής μας.
«…Τον πείραζε που δεν ήθελε να είναι ταύρος.
Δέχτηκε αυτό που είναι,
αγάπησε τον εαυτό του
και το πρόβλημα αυτό ας μην το έλυνε…»
«…Λύκε, ό,τι είναι άγνωστο
δεν το έχει φτιάξει ο άνθρωπος.
Το έχει φτιάξει ο Θεός…»
Πιστεύω κι εύχομαι, αυτόν τον νεότατο δημιουργό να μην τον κατασπαράξει η αδυσώπητη πραγματικότητα, να προστατευτεί και να στηριχτεί, γιατί έχει πολλά να δώσει.