Η Ύβρις των Τεμπών – Ζητείται Δικαιοσύνη
25/02/2025
Μόλις λίγες μέρες μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, σε σχετικό άρθρο μας αναρωτιόμασταν αν αυτό το δυστύχημα – έγκλημα που σόκαρε, θύμωσε και προκάλεσε την οργή της ελληνικής κοινωνίας – θα μπορούσε να αποτελέσει την σταγόνα που θα ξεχείλιζε το ποτήρι, ώστε να απειληθεί πραγματικά σύσσωμο το πολιτικό σύστημα και οι απολήξεις του μέσα στην κοινωνία.
Αναρωτιόμασταν επίσης, αν η ξεδιαντροπιά, το θράσος, η πολιτική και κοινωνική ανηθικότητα, η μαφιοποίηση του πολιτικού συστήματος, η εξόφθαλμη και επικίνδυνη ανευθυνότητα, η μετατροπή του πολιτικού κόσμου σε υπόκοσμο, η εγκληματική ασχετοσύνη των ιθυνόντων, μαζί με την απληστία των ιδίων και των παρατρεχάμενών τους, τα ρουσφέτια και το πελατειακό κράτος, θα έφταναν την κοινωνία στα όρια της ανοχής και αντοχής της.
Αναρωτιόμασταν επίσης αν το δυστύχημα στα Τέμπη θα καθίστατο η τραγική αφορμή για να αφυπνιστούν οι υπνωτισμένες, παραιτημένες, εξοικειωμένες με το απαράδεκτο και το αποτρόπαιο, άνευρες συνειδήσεις των σύγχρονων νεοελλήνων. Δύο χρόνια μετά, όλα όσα αναρωτιόμασταν τείνουν να πάρουν σάρκα και οστά.
Οι παθογένειες και οι ελίτ
Άλλωστε, το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα – έγκλημα στα Τέμπη ανέδειξε για πολλοστή φορά, αλλά με πολύ τραγικό και οριστικό τρόπο, τις γνωστές και χιλιοειπωμένες παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας σε κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό κλπ. επίπεδο. Μας θύμισε πως έχουν ξεπουληθεί οι πάντες και τα πάντα. Μας θύμισε πως τα μνημόνια όχι μόνο δεν έφυγαν, αλλά είναι πιο εδώ από ποτέ και τις συνέπειές τους πληρώνουμε και θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε.
Μας θύμισε πως ζούμε σε μια χώρα της οποίας οι ελίτ και οι ηγεσίες, αφού περιφρόνησαν, αφαίμαξαν και κατέστρεψαν το δημόσιο πλούτο, τον ξεπούλησαν αντί πινακίου φακής. Μας θύμισε πως ζούμε σε μια χώρα που δεν σέβεται τους πολίτες της, τους εμπαίζει και σκοτώνει τα παιδιά της. Μας έφερε παράλληλα, μπροστά στη διαβρωμένη και ανυπόληπτη δικαιοσύνη.
Εκείνη τη Δικαιοσύνη που μέχρι πριν από κάποια χρόνια ήταν για τους περισσότερους ανθρώπους το τελευταίο ανάχωμα απέναντι στην παρακμή και το ζόφο. Αν πέσει και αυτό, εκπίπτει και η δημοκρατία σε ένα είδος συγκαλυμμένου ολοκληρωτισμού (ή εκλόγιμης μοναρχίας – κατά Κοντογιώργη).
Υπάρχει Δικαιοσύνη;
Σε τέτοιες συνθήκες, ποιος ή ποιοι θα ήταν οι αδέκαστοι δημόσιοι λειτουργοί που θα είχαν το ανάστημα και το ηθικό κουράγιο να προασπιστούν το θεσμό της Δικαιοσύνης, το κράτος δικαίου και την αλήθεια, όπως προκύπτει από την αντικειμενική διασταύρωση και την εξακρίβωση των δεδομένων και των στοιχείων;
Ποιος/οι θα ήταν εκείνοι που θα κάτσουν κυριολεκτικά στο σκαμνί όλους τους εμπλεκόμενους ξεκινώντας την ανάκριση με το ψυχρό, φοβερό γι’ αυτές τις περσόνες ερώτημα: «Όνομα, Επίθετο, Επάγγελμα», όπως μας δίδαξε η πρόσφατη ιστορία με την ανάθεση στον κύριο Σαρτζετάκη της υπόθεσης της δολοφονίας Λαμπράκη; Ποιος δικαστικός λειτουργός θα είχε το κύρος και το προσωπικό θάρρος να εγκαλέσει όλα τα αλαλάζοντα κύμβαλα της δημόσιας πολιτικής ζωής;
Ποιος ανακριτής λαϊκής δικαιοσύνης, που θα λειτουργούσε δηλαδή στο όνομα της δημοκρατικής ελληνικής κοινής γνώμης και του ελληνικού λαού, θα καλούσε σήμερα μπροστά του δημοσίως κάποιον υπουργό, ένα πασίγνωστο όνομα και μαϊντανό των τηλεοπτικών ΜΜΕ, έναν πολιτικό συνήθως αποθρασυσμένο από την ατιμωρησία και την καθεστωτική μαγκιά ή ακόμα έναν ανώτερο δικαστικό λειτουργό που λειτουργεί στη βάση των εντολών που λαμβάνει από την εκτελεστική εξουσία περιφρονώντας το κοινό περί δικαίου αίσθημα; Ποιος θα ήταν εκείνος ο ανακριτής που θα ξεκινούσε την ανάκριση με το ψυχρό ερώτημα που προαναφέραμε, στο όνομα της δημοκρατίας και του ελληνικού λαού, κόβοντας μαχαίρι τον τσαμπουκά και την αλαζονεία των επώνυμων παρασίτων;
Γιατί τελικά, ο ελληνικός λαός βγαίνει στους δρόμους στις 28/2/25, δύο χρόνια ακριβώς μετά την αποφράδα μέρα του δυστυχήματος – εγκλήματος των Τεμπών, γιατί ίσως σκέφτεται ότι “πιάσαμε πάτο”, στο άπατο βαρέλι της παρακμής μας. Γιατί ακριβώς δεν του έχει μείνει, κατά πως φαίνεται, ούτε η Δικαιοσύνη πια για να ελπίζει.
Μια ιδεατή δικαιοσύνη που θα αποτελείτο από ανεξάρτητους και αδέκαστους δημόσιους λειτουργούς οι οποίοι θα διακρίνονταν από ένα είδος επαγγελματικής ηθικής που βρίσκεται υπεράνω κομμάτων, ιδεολογικών χρωμάτων, ιδιωτικών συμφερόντων, προσωπικών επιδιώξεων ανέλιξης και θα έπρατταν σε κάθε περίπτωση το καθήκον τους, χωρίς να ολιγωρούν μπροστά σε οποιαδήποτε κοινωνική ή πολιτική πίεση, με ενδεχομένως μια μορφή αυτοθυσίας, επιπέδου Τερτσέτη και Πολυζωίδη.
Κι αν υπάρχουν ακόμα τέτοιοι δικαστικοί λειτουργοί, ποια η μοίρα που επιφυλάσσει σε αυτούς και στους οικείους τους, ένα μαφιοποιημένο πολιτικό καθεστώς; Πως ακριβώς και με τι κόστος, προσωπικό ή επαγγελματικό, θα έκαναν τη δουλειά τους;
Η Ύβρις των Τεμπών
Γιατί τελικά, ο ελληνικός λαός βγαίνει στους δρόμους με μια αίσθηση ότι την φάση της υπερβολής του γνωστού αρχαιοελληνικού τρίπτυχου «υπερβολή – ύβρη – τιμωρία», την έχουμε ξεπεράσει κατά πολύ. Ακουμπήσαμε την ύβρη. Μα την ξεπεράσαμε κι αυτήν. Τι μένει τώρα; Η Νέμεσις και η Τίσις, όπως ορθά επισήμανε σε πρόσφατη δήλωσή της η κ. Καρυστιανού.
Ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους γιατί διερωτάται μεταξύ άλλων: Ως πότε θα ανεχόμαστε αυτή την κατάσταση; Πότε τελικά θα πληρώσουν οι υπεύθυνοι για τα εκάστοτε εγκλήματα; Τι ζούμε και τι άλλο θα ζήσουμε; Έπρεπε να συμβεί κάτι τέτοιο για να ξυπνήσουμε ή να αντιδράσουμε; Ως πότε θα ανεχόμαστε τις σκωληκοειδείς αποφύσεις του πολιτικού συστήματος που άλλοτε καθυβρίζουν τις χαροκαμένες μητέρες, ενώ άλλοτε κλαίγονται για τις πιθανές πολιτικές συνέπειες των σιδηροδρομικών ατυχημάτων;
Βγαίνει στους δρόμους και ενεργοποιείται μαζικά επιχειρώντας με κινηματική δυναμική, η οποία ξεπερνά τα σύνορα της ελληνικής επικρατείας, μέσω των νησίδων της ομογένειας σε όλο το δυτικό κόσμο, που λειτουργούν σαν πολλαπλασιαστές, για να δώσει ένα ευρύτερο νόημα στη φράση «Δεν έχω Οξυγόνο!».
Βγαίνει στους δρόμους προσπαθώντας αυτήν την φορά να μην διχαστεί, παρά τις καθεστωτικές προσπάθειες αποπροσανατολισμού και κατακερματισμού, με βασικό γνώμονα την απόδοση δικαιοσύνης και την αποκατάσταση του θεσμού της, ο οποίος για το θέμα αυτό εδώ και δύο χρόνια προφανώς ολιγωρεί.
Βγαίνει στους δρόμους χωρίς κομματικές σημαίες, παρά τις προσπάθειες των επίδοξων καθοδηγητών να διασπάσουν την ενότητα, αφενός επιχειρώντας να κατευθύνουν τις λαϊκές αντιδράσεις, αφετέρου να τις κεφαλαιοποιήσουν για ίδιον κομματικό όφελος.
Τα ερωτήματα
Βγαίνει στους δρόμους διατυπώνοντας, άρρητα πλην όμως σαφώς, ερωτήματα σαν τα κάτωθι:
- Ποιος ευθύνεται για τέτοια εγκλήματα κατά του λαού και των παιδιών του;
- Ποιος δίνει εντολές συγκάλυψης των εγκλημάτων και των εγκληματιών;
- Ποιος καθοδηγεί την συστηματική παραπληροφόρηση;
- Ποιος οργανώνει τις πληροφορίες που δίνονται με το σταγονόμετρο πάνω στα εκατοντάδες καθημερινά οικονομικά και κοινωνικά σκάνδαλα; Ή πάνω στα εγκλήματα κατά της κοινής λογικής και κατά της συνεκτικότητας της ελληνική κοινωνίας;
- Ποιος είναι ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας ανθρώπων, χαρακτήρων και ηθικών προσωπικοτήτων;
- Ποιος στρατολογεί και πώς ακριβώς πληρώνονται ή αποζημιώνονται τα διάφορα τρολς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;
- Ποια είναι η ταυτότητα των ανώνυμων τρολ (Όνομα, Επίθετο);
- Πως θα πληρώσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι, ανάλογα το μερίδιο της ευθύνης τους για τα εγκλήματα αυτά;
Που πήγε η άτεγκτη (;) Δικαιοσύνη (;), η οποία θα αναλάμβανε να διεξάγει έρευνα οριζόντια και κάθετη, σε βάθος το λιγότερο εικοσαετίας, για να βρει όλων των ειδών τους υπαίτιους που συνεισέφεραν έστω και ένα λιθαράκι στην λειτουργία του παρακράτους και στη διαιώνιση τέτοιων εγκλημάτων; Ειδικότερα, ως προς το τελευταίο ερώτημα απευθύνεται σε όλους όσους “πετούν την μπάλα στην εξέδρα” καθαγιάζοντας την παρούσα εξουσία ενοχοποιώντας τις προηγούμενες, αλλά και όλους όσους τα φορτώνουν στους προηγούμενους για να “βγουν λάδι οι ίδιοι” με ευτελή ρητορικά τεχνάσματα.
Διότι ο λαός βγαίνει στους δρόμους στις 28/2 πιέζοντας για δικαιοσύνη και απαιτώντας κάθαρση.
Ζητείται απόδοση ευθυνών
Διότι η απόδοση δικαιοσύνης δεν τελειώνει στην εύρεση των (άμεσα ή έμμεσα) ενόχων. Από εκεί ξεκινάει. Ολοκληρώνεται με την παραδειγματική τιμωρία, πάντα ανάλογη του εγκλήματος και της συμμετοχής σε αυτό. Διότι, αρκετά τα ΜΜΕ μας εξοικείωσαν με το θάνατο, το σκάνδαλο, το έγκλημα, τη χυδαιότητα και τον κυνισμό οριζόντια και κάθετα, από τον ιδιωτικό βίο έως την πολιτική και τη δημόσια σφαίρα, εθίζοντας τον λαό στο αποτρόπαιο, χωρίς να αφήνονται περιθώρια κάθαρσης.
Διότι, η διαδικασία της απόδοσης δικαιοσύνης ολοκληρώνεται πάντα με μια ετυμηγορία, πλην όμως η πληροφόρηση που παρέχουν στον ελληνικό λαό δεν φτάνει ποτέ σε αυτό το σημείο: να μάθει ποια η τιμωρία, αν και πως εφαρμόστηκε.
Διότι, παρά τα ωραία λόγια για «τους κρίνοντες που κρίνονται», στην πραγματικότητα κανείς δεν δικάζει τους δικαστές. Κανένας δεν τιμωρεί τους ηθικούς αυτουργούς, ούτε βέβαια τους δήμιους. Διότι τελικά, χωρίς εμπιστοσύνη και χωρίς δικαιοσύνη, η κοινωνική πραγματικότητα μετατρέπεται σε αδιάβατη ζούγκλα και τα άτομα σε εγκαταλελειμμένα παιδιά μέσα της.