Η απεξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ – Εύκολα λέγεται δύσκολα γίνεται
04/03/2025
Δέκα μέρες μετά την ενθρόνιση Τραμπ, πριν ακόμη ξεκινήσει η καταιγίδα στροφής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, σημειώναμε ότι, το πιθανότερο σενάριο είναι η παράταση της σύγκρουσης στην Ουκρανία στο φόντο ατελέσφορων διαπραγματεύσεων Δύσης-Ρωσίας, και στην αντίθετη περίπτωση, η οποιαδήποτε συμφωνία ολικής, μισής ή καθόλου επίλυσης της σύγκρουσης στην Ουκρανία αλλά με πάγωμα των εχθροπραξιών, το πιθανότερο θα επιτευχθεί στο πλαίσιο ρωσο-αμερικανικής συνεννόησης σε βάρος της Ευρώπης.
Η πραγματοποίηση της δεύτερης προοπτικής εξελίσσεται μπροστά μας, παρότι η διαπραγμάτευση (αποκλειστικά ΗΠΑ και Ρωσίας) μόλις ξεκίνησε και η σύγκρουση προς το παρόν παρατείνεται. Είναι απίθανο για τη στριμωγμένη Ρωσία να αφήσει και να μην αρπάξει την ευκαιρία που της δίδεται, παρά τη “σκληράδα” για το ουκρανικό, εφόσον αυτά που διακυβεύονται για το μέλλον της από το άνοιγμα Τραμπ είναι πολύ ευρύτερα από αυτά που διακυβεύονται στην Ουκρανία. Αλλά είναι στο Ουκρανικό που θα δοκιμαστεί μοιραία η αμοιβαία εμπιστοσύνη στο νέο ειδύλλιο.
Σε ότι αφορά την παγκόσμια κατάπληξη και τη δραστική αλλαγή διεθνών συσχετισμών από την αιφνίδια αμερικανο-ρωσική προσέγγιση, έχουν δίκιο όσοι επισημαίνουν ότι το μόνο ιστορικό ανάλογο είναι το Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ. Έχουν άδικο στους υπόλοιπους παραλληλισμούς με τη σημερινή Ρωσία, ως το ανάλογο της επεκτατικής χιτλερικής Γερμανίας ή την τότε Ευρώπη ως δήθεν αντι-Ναζί, που περισσότερο θολώνουν παρά φωτίζουν και την ιστορία και τις σημερινές εξελίξεις. Ακόμη πιο άστοχος είναι ο παραλληλισμός με τη Συμφωνία του Μονάχου.
Ο Τραμπ και η στροφή των ΗΠΑ
Πραγματική είναι η ειλημμένη απόφαση Τραμπ να προσεγγίσει με αποφασιστικότητα τη Ρωσία, what ever it takes. Η μια αιτία είναι η Κίνα. Η δεύτερη είναι η αναγκαιότητα για τη νέα αμερικανική ηγεσία αν θέλει να εφαρμόσει την πολιτική της να ξεκαθαρίσει προηγουμένως τους λογαριασμούς της με το βαθύ αμερικανικό κράτος, τη νατοϊκή Ευρώπη, τα media τους και την ανασχετική αντιπολίτευση που ασκούν στον Τραμπ. Ένα βαρύ και ισχυρό όπως αποδεικνύεται “σύστημα”. Αυτός είναι ο λόγος που η προσέγγιση με Πούτιν αποκτά τέτοια απρόσμενη ορμή εν είδει θεραπείας-σοκ, παρότι ο τελευταίος φαινομενικά παίρνει περισσότερα από όσα δίνει στον Τραμπ.
Σε ότι αφορά την Κίνα, είναι νωρίς να υπάρξει απομάκρυνση Κίνας-Ρωσίας, όπως και γενικά απαγκίστρωση της Ρωσίας από δεσμεύσεις, αν αυτός είναι ο μακροπρόθεσμος στόχος της νέας αμερικανικής πολιτικής. Το χαρακτήρα επαναβεβαίωσης είχε εν μέρει η εσπευσμένη αποστολή του Γραμματέα του Συμβούλιου Εθνικής Ασφάλειας Σοϊγκού στο Πεκίνο όπως και η μη-προγραμματισμένη περιοδεία Λαβρόφ σε Μέση Ανατολή και Τουρκία.
Δεν είναι όμως νωρίς πρώτον, να υπάρξουν συνεργασίες ΗΠΑ-Ρωσίας σε μια σειρά πεδία γεωπολιτικά-οικονομικά ορισμένα από τα οποία μπορεί να είναι εμμέσως ανταγωνιστικά σε Κίνα και άλλους και δεύτερον, να κάνει σταδιακά η Ρωσία πίσω σε πλευρές της σινορωσικής “συνεργασίας” που ήταν έτσι κι αλλιώς λεόντειες υπέρ Κίνας (όπως πχ οι τιμές πώλησης του φυσικού αερίου).
Πραγματική είναι η αντίθεση της Ευρώπης στη λεγόμενη Νέα Ύφεση Αμερικής-Ρωσίας, όχι γιατί κόπτεται υπέρ Ουκρανίας αλλά γιατί οι εξελίξεις συνιστούν νέα υποβάθμιση της Ευρώπης και βαθαίνουν τα δικά της εκτεταμένα ήδη και πολυεπίπεδα αδιέξοδα. Η ΕΕ «ακολουθούσε τις ΗΠΑ τυφλά προσπαθώντας να είναι ο πρώτος cheerleader της αμερικανικής ηγεμονίας. Τώρα δεν ξέρει τι να κάνει», επισημαίνει εύστοχα ο Jeffrey Sachs.
Φανταστικό είναι το ενδιαφέρον της Ευρώπης για το “καλό της Ουκρανίας”. Τι πραγματικά επιδιώκει για την Ουκρανία και πώς εκφράζεται αυτό διπλωματικά; Επιδιώκει να υπερασπιστεί γενικά το Διεθνές Δίκαιο; Επιδιώκει τη στρατηγική ήττα της Ρωσίας; Την “τιμωρία” της Ρωσίας; Τη στρατιωτική της ήττα στο έδαφος της Ουκρανίας; Επιδιώκει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ; Επιδιώκει άλλες εγγυήσεις ασφαλείας; Επιδιώκει την αποκατάσταση της εδαφικής της ακεραιότητας; Και στην Κριμαία; Επιδιώκει το πάγωμα της σύγκρουσης; Την κλιμάκωση; Την παράταση της σύγκρουσης;
Τι θέλει τελικά η Ευρώπη
Κατά καιρούς ακούστηκαν όλα και είναι μεταξύ τους πολύ διαφορετικά. Σκόπιμα επικρατεί σήμερα η απόλυτη ασάφεια στόχων. Οι διακηρύξεις για «δίκαιη ειρήνη» ή για «να βρεθεί η Ουκρανία σε θέση ισχύος» είναι υποκριτική όταν κάθε μήνας που περνά η Ουκρανία χάνει όλο και περισσότερη ισχύ και δυνατότητα για “δικαιοσύνη” όσες κυρώσεις και αν αποφασίζονται, όσα όπλα και αν παρέχονται.
Με τη στήριξη της Ουκρανίας και παράταση της σύγκρουσης επιδιώκουν να υπονομευτεί η ρωσο-αμερικανική προσέγγιση και να διαπραγματευτούν τη θέση της Ευρώπης σε αυτήν. Αυτή είναι η μόνη στόχευση που διαφαίνεται ρητά ή υπόρρητα, όπως και η παρουσία της Ευρώπης στη αυριανή δυτική Ουκρανία, οικονομική και άλλη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι δίδεται μεγαλύτερη σημασία στις εγγυήσεις ασφαλείας (άρα παρουσία της Ευρώπης) «ώστε να μην ξαναεπιτεθεί ο Πούτιν» παρά στην ίδια την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Στα τέσσερα σημεία της Συνόδου στο Λονδίνο που είχε τίτλο «Διασφαλίζοντας το μέλλον μας» (το δικό τους, όχι της Ουκρανίας) δεν υπάρχει καμιά αναφορά στην εδαφική ακεραιότητα, αλλά γενικά στην κυριαρχία (sovereignty). Πρώτη μεγάλη κωλοτούμπα.
Προσωρινή είναι η συσπείρωση της Ευρώπης έναντι Τραμπ. Δεν είναι μόνο η Μελόνι. Στην πρότασή της να υπάρξει συνεννόηση με τις ΗΠΑ για το ουκρανικό συμφώνησε η Πολωνία και ίδια είναι σταθερά η άποψη της Βρετανίας, που εκτίθεται περισσότερο από την υπόλοιπη Ευρώπη με τη νέα αμερικανική στροφή. «Οι ΗΠΑ είναι ένας αξιόπιστος σύμμαχος για πολλές, πολλές δεκαετίες και συνεχίζει να είναι. Δεν υπάρχουν δύο χώρες τόσο στενά ευθυγραμμισμένες όσο οι δύο χώρες μας», δήλωσε ο Στάρμερ.
Γαλλία και Γερμανία θα πιούν το πικρό ποτήρι και θα συμβιβαστούν γιατί δεν έχουν πολλές επιλογές, αν δεν σπεύσει η μια να προλάβει την άλλη στη συμφιλίωση με Τραμπ. Η Ευρώπη διαφωνεί με τον Τραμπ για το ουκρανικό, θα ανταποδώσει τους δασμούς, αλλά θα συμβιβαστεί με τη νέα πραγματικότητα. Συν το χρόνω θα δούμε και άλλα πιο “χαριτωμένα”. Οι προσωρινές εκδηλώσεις αλληλεγγύης στο Ζελένσκι δεν κοστίζουν. Κοστίζουν όμως δηλώσεις εκτός της επίσημης γραμμής όπως της Κάλλας ότι «ο ελεύθερος κόσμος χρειάζεται ένα νέο ηγέτη», που θα είτε “ξεχαστεί” είτε θα φύγει η ίδια.
Φανταστική είναι προοπτική της στρατηγικής αυτονομίας που βρίσκεται σήμερα πολύ μακρύτερα από το Φεβρουάριο 2022. Εγκαταλείφθηκε γιατί τσακίστηκε από την πολιτική Μπάιντεν και όχι Τραμπ. Αλλά και το 2022, παρά τα μεγάλα λόγια βρισκόμασταν τόσο κοντά στην αυτονομία όσο και στην ψυχρή σύντηξη.
Υπό αίρεση είναι παρ’ όλα αυτά ο ίδιος ο Τραμπ μέχρι να σταθεροποιηθεί διεθνώς και εσωτερικά. Παρά την αντιπολίτευση της Ευρώπης, διεθνώς οι όροι είναι με το μέρος του αλλά δεν ισχύει το ίδιο εσωτερικά στις ΗΠΑ. Παρά την εκλογική νίκη και την πλειοψηφία στα νομοθετικά σώματα, και παρά τη στήριξη από μερίδα του μεγάλου κεφαλαίου, δεν υπήρξε ποτέ πιο αμφισβητούμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ. Κανείς δεν είχε αμφισβητηθεί τόσο από τα αμερικανικά και δυτικά ΜΜΕ. Αν ακολουθήσει επιδείνωση της αμερικανικής οικονομίας ή άλλες περιπλοκές, εσωτερικές ή διεθνείς, το “βαρύ σύστημα”, για το οποίο έγινε λόγος, θα είναι πάντα εδώ, τουλάχιστον μέχρι τις επόμενες εκλογές. Το φιάσκο Ζελένσκι στο Λευκό Οίκο μάλλον συνδέεται με το «σύστημα» παρά με δική του άγνοια κινδύνου.
Η επικράτηση Τραμπ δεν πρέπει να συγχέεται με την επικράτηση ή μη της Νέας Δεξιάς διεθνώς. Ο τραμπισμός είναι η πιο εμφατική της μορφή, και ο Τραμπ επικεφαλής της πιο ισχυρής παγκόσμιας δύναμης, αλλά οι αντίπαλοι που θα αντιμετωπίσει ή οι φίλοι που θα αποκτήσει προκύπτουν από τις γεωπολιτικές-οικονομικές αναστατώσεις που προκαλεί η νέα αμερικανική πολιτική διεθνώς και όχι από ιδεολογικές αντιθέσεις. Η Ευρώπη δεν αντιδρά γιατί είναι πιο δημοκρατική από τον Τραμπ αλλά γιατί δεν την συμφέρει η γεωπολιτική-οικονομική του στροφή. Η ίδια η διεθνής Νέα Δεξιά θα ταλανιστεί στο εσωτερικό της από αντιθέσεις εξαιτίας του εθνικισμού των μερών της.
Στο βάθος, Κίνα και BRICS
Μόνιμη είναι η σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας. Τον περασμένο Οκτώβριο σημειώναμε ότι «η σύγκρουση αυτή είναι και η μόνη “σταθερά”. Σχεδόν όλα τα άλλα μπορούν να μεταβληθούν. Οι συστρατεύσεις, τα στρατόπεδα, συμμαχίες θα περάσουν από μεταβολές και μεταπηδήσεις. Ακόμη και για τη Ρωσία, η πιθανότητα να μην βρίσκεται μελλοντικά στο ίδιο στρατόπεδο με την Κίνα είναι μεγαλύτερη απ’ όσο φαντάζει». Η Ρωσία, όπως είπαμε, δεν έχει περάσει ακόμη σε άλλο στρατόπεδο, παρά το γεγονός ότι ήταν στρατηγική της επιδίωξη από τον καιρό του Γιέλτσιν να ενσωματωθεί στη Δύση αλλά με σεβασμό στο ρωσικό imperium, που δεν αποδέχτηκαν ποτέ οι ΗΠΑ. Αυτό όμως που ίσως αλλάξει γρηγορότερα είναι τα ίδια τα “στρατόπεδα”.
Προσωρινός είναι ο πόλος των BRICS. Στο παραπάνω, σημειώναμε ότι «οι BRICS δεν αποτελούν γεωπολιτικό πόλο. Συνιστούν ένα συνεργατικό σχήμα για το πέρασμα σε ένα πολυπολικό κόσμο… Δεν μεταβαίνουμε από έναν μονοπολικό κόσμο σε ένα διπολικό ανάμεσα στη Δύση και τους BRICS, αλλά σε ένα πολυπολικό κόσμο». Όχι «σε μια πολυπολική τάξη αλλά αταξία».
Η πολιτική Τραμπ -πάντα εφόσον επικρατήσει στις ΗΠΑ και στη Δύση- επιδιώκει να προκαλέσει αναδιάταξη όλων των σχέσεων και στρατοπέδων ανάμεσα στους πόλους του πολυπολικού κόσμου, περνώντας αναγκαστικά από μια περίοδο μεγαλύτερης αταξίας και αναστάτωσης, όπου πιθανώς η ήδη χλιαρή συνοχή των BRICS θα δοκιμαστεί περισσότερο από τον παραπαίοντα ευρωατλαντισμό. Υπ’ αυτή την έννοια οι συσχετίσεις της πολιτικής Τραμπ με τον προπολεμικό αμερικανικό απομονωτισμό ή με τις πολιτικές ισχύος και σφαιρών επιρροής των αποικιοκρατικών δυνάμεων του 19ου αιώνα είναι κατά κανόνα ατυχείς.
Συγχέονται απαρχαιωμένες καταστάσεις με μια πρωτότυπη και περιπλοκότερη πραγματικότητα, και εξωτερικά γνωρίσματα με αυτό που είναι κάθε φορά το “συγκεκριμένο”. Παρεμπιπτόντως, μιλώντας για εξωτερικά γνωρίσματα, στον 20ο αιώνα τις περιόδους ανόδου του οικονομικού εθνικισμού-προστατευτισμού και απότομης πύκνωσης των διεθνών εξελίξεων, ακολούθησαν μεγάλες συρράξεις. Το σημερινό “συγκεκριμένο” παραμένει σε μεγάλο βαθμό απροσδιόριστο προς τα πού οδηγεί, ωστόσο το νέο που έφερνε η πολιτική αλλαγή από Μπους μέχρι Μπάιντεν προσδιορισμένα οδήγησε σε θερμότερες αναμετρήσεις και οδηγούσε σε ακόμη μεγαλύτερες.