ΓΝΩΜΗ

Σε ποιον κόσμο ανήκουν Ελλάδα και Κύπρος;

Σε ποιον ελληνικό κόσμο ανήκουν Ελλάδα και Κύπρος; Αξελός Λουκάς

Αποτελεί μιαν από τις πραγματικότητες των ημερών μας η αγωνία που διαπερνά μια σημαντική μερίδα των Ελλήνων γι’ αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το υπαρξιακό μας πρόβλημα, ως η συνάντηση του Ελληνισμού και του Ελληνικού Κόσμου με το πεπρωμένο του. Πρόβλημα όμως που αν θες να το αντιμετωπίσεις, οφείλεις –πάνω από όλα–  να το δεις στις πραγματικές του διαστάσεις.

Από το σημείο αυτό αρχίζουν, κατά την γνώμη μου, τα προβλήματα, γιατί το σύνολο, σχεδόν, αυτών που τους αφορά, αρνούνται να το δουν αποφεύγοντας τον καθρέφτη. Είναι προφανές ότι το θέμα που θίγω είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και φιλόδοξο. Γι’ αυτό θεωρώ ότι φρονιμότερο είναι να επικεντρωθώ σε τρία συγκεκριμένα, πλην αφετηριακά και κομβικά σημεία, που αφορούν την Ελλάδα, την Κύπρο και τον Ελληνικό Κόσμο, σημεία που –προφανώς– δεν εξαντλούν το ζήτημα, αλλά και σημεία που χωρίς την σωστή διάγνωσή τους, παραμένεις εγκλωβισμένος στα διαχρονικά αδιέξοδά σου.

Α. Σε ποιο κόσμο ανήκει Ελλάδα, Κύπρος και Ελληνισμός;

Εξετάζοντας το πρώτο από τα τρία σημεία θα προσπαθήσω να προσεγγίσω το επίδικο σημείο για το πού τοποθετείται η Ελλάδα και ο Ελληνισμός. Προφανώς σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οργανικά και τα δύο ανάπηρα ελληνικά κράτη, η Ελληνική και η Κυπριακή Δημοκρατία. Οι απόλυτες  διακρίσεις που αυθαίρετα και σχηματικά τοποθετούν την Ελλάδα και την Κύπρο στην Δύση ή την Ανατολή, τον Νότο ή τον Βορρά διανθισμένες από μια φθαρμένη πλέον φιλοευρωπαϊκή ή αντιευρωπαϊκή ρητορική, καταλήγουν στην δημιουργία ετικετών που όχι μόνον δεν φωτίζουν, αλλά, τουναντίον, συσκοτίζουν τους ήδη θολούς ορίζοντες της εξωτερικής μας πολιτικής. Κι αυτό γιατί θεμέλιοι λίθοι κάθε εξωτερικής πολιτικής οφείλουν να είναι τα ιστορικά, γεωπολιτικά, εθνικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δεδομένα και όχι τα ιδεολογήματα που, κατά κανόνα, τα συνοδεύουν.

Ειδικότερα στην περίπτωση της Ελλάδας, και της Κύπρου, αυτά ακριβώς τα δεδομένα αποκτούν μιαν ιδιαίτερη βαρύτητα στον βαθμό που η γεωπολιτική μας ιδιομορφία αποτελεί το κατεξοχήν συγκεκριμένο στοιχείο που καθορίζει τους άξονες της εξωτερικής μας πολιτικής. Γιατί η Ελλάδα και η Κύπρος ακρίτες του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά και ενδιάμεση ζώνη ανάμεσα στην Δύση και την Ανατολή, λόγω της θέσης αυτής βρίσκονται ανέκαθεν στο σταυροδρόμι δύο ή και περισσότερων κόσμων, αναγκασμένες, όπως και σήμερα, να αντιμετωπίζουν προβλήματα διαφορετικής τάξης, ή ακόμα και εποχής σε σχέση με αυτά που αντιμετώπισαν  ή αντιμετωπίζουν οι άλλοι Δυτικοευρωπαίοι εταίροι μας.

Θεωρώ αναγκαίο να επαναλάβω τα λόγια του Καρλ Γιάσπερς, που μιλώντας για το ζήτημα αυτό τόνισε εμφαντικά: «Οι Έλληνες ίδρυσαν τον κόσμο της Δύσης, αλλά κατά τέτοιο τρόπο που ο χαρακτήρας του δεν υφίσταται παρά σε συσχετισμό με την Ανατολή». Αυτό έντονα το βίωσα από μαθητής, μελετώντας τους Περσικούς Πολέμους, που καθόρισαν το πεπρωμένο μας στο λυκαυγές της ιστορίας και το επιβεβαίωσα στην Τεχεράνη, όταν έκπληκτος διαπίστωσα ότι οι Ιρανοί, πρώην ιστορικοί αντίπαλοί μας, στα σχολεία τους, όπως και εμείς εδώ, διδάσκονταν ότι: «Δαρείου και Παρυσάτιδος γίγνονται παίδες δύο».

Αυτό ιστορικά έχει μεταφραστεί ότι από τα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου και στην συνέχεια, ο χώρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης/Βαλκανικής, αλλά και ο καθόλου μικρασιατικός χώρος με τις ποικίλες εξακτινώσεις του, στην Μαύρη Θάλασσα την Εγγύς-Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική, ήταν και παραμένει ένας ενιαίος ιστορικός χώρος, στον οποίο δεσπόζουσα θέση κατείχε και κατέχει ο μητροπολιτικός και περιφερειακός Ελληνισμός.

Ως εκ τούτου, είναι, φρονώ, προφανής  η ανεπάρκεια της μονόπλευρης λογικής του “Ανήκομεν εις την Δύσιν”. Ασφαλώς ανήκομεν και εις την Δύσιν, ή για την ακρίβεια είμαστε ως Αθήνα και Ρώμη η αφετηρία της Δύσης και μεταπολεμικά έχουμε ενταχθεί στο ευρύτερο οικονομικοπολιτικό δυτικό σύστημα. Αυτό όμως δεν αποτελεί αναίρεση της ιστορικοπολιτικής πραγματικότητας και δεν οδηγεί αναγκαστικά στην συρρίκνωση του γεωπολιτικού σου εύρους, που εξ’ ορισμού  περικλείει όλον τον ιστορικό χώρο που περιέγραψα και που περιλαμβάνει ακόμα και σήμερα ελληνικούς πληθυσμούς από τις περιοχές της Νότιας Ρωσίας και Ουκρανίας μέχρι τους ελληνορθόδοξους της Συρίας και της Εγγύς Ανατολής. Ελληνικούς πληθυσμούς για τους οποίους είσαι ιστορικά, πολιτικά και ηθικά υπεύθυνος.

Β. Η ανάπηρη ανεξαρτησία της Ελλάδας το 1830 και της Κύπρου το 1960

Το δεύτερο σημείο είναι η αναγνώριση της πραγματικότητας ότι τόσο η Ελλάδα του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου το 1830 όσο και η Κυπριακή Δημοκρατία των Συμφωνιών της Ζυρίχης-Λονδίνου το 1960, είναι δύο αφετηριακά ανάπηρα κράτη, με συνεχιζόμενη και αποδεκτή την αναπηρία, τόσο από το σύνολο, σχεδόν, του κυρίαρχου συγκροτήματος εξουσίας (στο οποίο περιλαμβάνω και την αντιπολίτευση δεξιά και αριστερά), αλλά και από το μεγαλύτερο μέρος του λαού που ανέχεται, υπηρετεί ή εξυπηρετεί το όλον σύστημα.

Σύστημα ανεπαρκές, εξαρτημένο, διεφθαρμένο και συνειδητά ενταγμένο στην λογική εξυπηρέτησης της ανάπηρης ανεξαρτησίας, όπως έκανε με τα δάνεια του 1824, του 1897 και τα πρόσφατα αποκρουστικά του 2012-2015, με κορυφαίο το τρίτο εκατονταετές Μνημόνιο, που διεκπεραίωσε η “πρώτη φορά Αριστερά” του ΣΥΡΙΖΑ. Το συμπέρασμα είναι ότι το μπλοκάρισμα  είναι συνολικό, γιατί το ψάρι δεν βρωμάει μόνο στο κεφάλι, αλλά έχει προσβληθεί σε όλο του το σώμα.

Γ. Οι συμπληγάδες του σήμερα

Το τρίτο σημείο είναι αυτό που εγείρεται με βάση τα παραπάνω. Το γεγονός δηλαδή ότι η σημερινή γεωπολιτική κατάσταση δείχνει ότι τα δύο ελληνικά κράτη, αλλά και σύμπας ο Ελληνισμός οφείλουν να αντιληφθούν την ωμή πραγματικότητα που συνοψίζεται στο ότι:

  • Το αφεντικό της περιοχής είναι οι ΗΠΑ.
  • Η Ελλάδα και η Κύπρος οφείλουν να αντιμετωπίσουν τον χειρότερο και απειλητικότερο γείτονα που θα μπορούσε να σου τύχει, την νεοθωμανική Τουρκία.
  • Οι εμπλεκόμενοι στα επίδικα τρίτοι, πρωτοστατούσης της Αγγλίας και της Γερμανίας, είναι η απόλυτη επιβεβαίωση του “φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας”.
  • Με τόσους αντιπάλους και καραδοκούντες “φίλους” αποτελεί πολιτική αφροσύνη να ανοίγεις και νέα μέτωπα που απλώς επιβεβαιώνουν την αθεράπευτη εθελοδουλεία σου.
  • Τέλος, το μόνο βέβαιο που ο χρόνος επιβεβαίωσε είναι ότι η λογική του Ρήγα Βελεστινλή και του Ιωάννη Καποδίστρια “να στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις”, έμεινε ένα σταθερό ζητούμενο μετά την δολοφονία τους. Ότι ο αγώνας για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση έμεινε ανολοκλήρωτος. Ως εκ τούτου, η συγκρότηση ενός νέου ιστορικού μπλοκ που θα μπορούσε να δώσει όραμα και προοπτική στην προσπάθεια ανάκτησης της ανεξαρτησίας, δεν αποτελεί μόνο τον κεντρικό στόχο της περιόδου, αλλά και την απαραίτητη προϋπόθεση για την στρατηγική ανασύνταξη του Ελληνισμού.

Τούτων δοθέντων το να περιγράψουμε την σημερινή θέση του Ελληνισμού ως θέση ανάμεσα στις συμπληγάδες είναι κάτι που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα με μιαν όμως επισήμανση, που  σχετίζεται με την επανάληψη της ιστορίας ως φάρσας. Διότι στις Συμπληγάδες του ομηρικού έπους αντιμέτωποι ήταν ο Οδυσσέας και οι εν όπλοις σύντροφοί του, ενώ στις σημερινές, αντιμέτωποι είναι οι σύγχρονοι βασιλείς της Ασίνης, ήγουν ένας Μητσοτάκης, ένας Ανδρουλάκης, ένας Τσίπρας/Φάμελος, μια Δημητρίου και ένας Στεφάνου.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx