ΑΝΑΛΥΣΗ

Τι συνέβη με την κατάρριψη των ινδικών Rafale από τους Πακιστανούς

Τι συνέβη με την κατάρριψη των ινδικών Rafale από τους Πακιστανούς, Κώστας Γρίβας

Το εναέριο σκέλος της πρόσφατης πολεμικής αναμέτρησης Ινδίας-Πακιστάν έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις αναφορικά με το τι ακριβώς συνέβη. Η πακιστανική πλευρά υποστηρίζει ότι κατέρριψε κάποια μαχητικά αεροσκάφη Rafale της Ινδικής Αεροπορίας, γεγονός που πυροδότησε και μια έντονη πολεμική και στην Ελλάδα, αναφορικά με τις ικανότητες του γαλλικού μαχητικού, το οποίο αποτελεί και την αιχμή του δόρατος της Ελληνικής Αεροπορίας.

Βέβαια, επειδή και οι δύο πλευρές δίνουν μεγάλη έμφαση στην προπαγάνδα και στην προσβολή του γοήτρου του αντιπάλου, οι ισχυρισμοί αυτοί αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερο σκεπτικισμό. Ωστόσο, ακόμη και αν οι Πακιστανοί έχουν όντως καταρρίψει κάποια ινδικά Rafale, αυτό ελάχιστα πράγματα σημαίνει από μόνο του. Τα μαχητικά αεροσκάφη είναι οπλικά συστήματα και ένα οπλικό σύστημα είναι εξ ορισμού αναλώσιμο.

Αν τυχόν απώλειά του, ιδιαίτερα σε μικρούς αριθμούς, θεωρείται απαράδεκτη, είτε γιατί δεν μπορεί να αναπληρωθεί, είτε για λόγους γοήτρου, τότε δεν είναι οπλικό σύστημα. Είναι ένα φετίχ, ή ένα τοτέμ, με την ψυχαναλυτική έννοια του όρου και δεν έχει καμία θέση στο πεδίο της μάχης. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν κάποια στοιχεία στη δομή του πακιστανικού πλέγματος εναέριας προβολής ισχύος που θα πρέπει να μας προβληματίσουν.

Καταρχάς, όπως ανέφερε και σε σχετική του συνέντευξη ο πρώην ιπτάμενος Επισμηναγός της Πολεμικής Αεροπορίας Στέφανος Καραβίδας, ένας από τους πιο βαθείς γνώστες της εναέριας μάχης από όσους συμμετέχουν στον δημόσιο διάλογο στην Ελλάδα, φαίνεται πως η Πακιστανική Αεροπορία χρησιμοποίησε αεροσκάφη Erieye έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου (AEW&C / ΑΣΕΠΕ), τα οποία αναφέρονται κοινώς ως “ιπτάμενα ραντάρ”, ώστε να κατευθύνουν πυραύλους αέρος-αέρος μεγάλου βεληνεκούς που εκτοξεύτηκαν από μαχητικά αεροσκάφη J-10, κινεζικής κατασκευής.

Έτσι, τα μαχητικά δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουν τα ραντάρ τους για να κατευθύνουν τους πυραύλους ώστε να γίνουν αντιληπτά από τα συστήματα αυτοπροστασίας των ινδικών μαχητικών. Αυτές οι ικανότητες “συνεργατικής εμπλοκής” είναι βασικό στοιχείο των σύγχρονων εναέριων μαχών. Αξίζει δε να σημειωθεί πως ιπτάμενα ραντάρ Erieye υπηρετούν εδώ και δεκαετίες στην Ελληνική Αεροπορία.

Πύραυλοι αέρος-αέρος έναντι Rafale

Ωστόσο, υπάρχουν και κάποια άλλα στοιχεία τα οποία θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας. Ένα εξ αυτών είναι οι ικανότητες των κινεζικών, αλλά και των ρωσικών πυραύλων αέρος-αέρος, μεγάλου βεληνεκούς, πέραν του οπτικού ορίζοντος (BVR) να χρησιμοποιούν για την καθοδήγησή τους παθητικούς αισθητήρες και όχι ενεργούς. Δηλαδή, ο αισθητήρας του πυραύλου αναζητεί το αεροσκάφος – στόχο του χρησιμοποιώντας τις ίδιες του τις ηλεκτρομαγνητικές εκπομπές, όπως μπορεί να είναι το ραντάρ, αλλά και άλλα συστήματα ακόμη και το ίδιο το σύστημα αυτοπροστασίας.

Έτσι, τα ηλεκτρονικά συστήματα του αεροσκάφους-στόχου λειτουργούν ως ραδιοφάρος, ο οποίος καθοδηγεί τον πύραυλο εναντίον του. Σε αυτήν την περίπτωση το αεροσκάφος δεν έχει καμία προειδοποίηση για το ότι έχει στοχοποιηθεί και συνακόλουθα δεν παίρνει κανένα μέτρο αυτοπροστασίας.

Αν το σύστημα καθοδήγησης του επερχόμενου πυραύλου είναι ενεργητικό, τότε το σύστημα αυτοπροστασίας και συγκεκριμένα το απάρτιο προειδοποίησης για εγκλωβισμό από ραντάρ (radar warning receiver / RWR) θα το αντιληφθεί και θα προειδοποιήσει τον πιλότο. Αν όμως το σύστημα είναι παθητικής καθοδήγησης, τότε καμία τέτοια σχετική ειδοποίηση δεν θα υπάρξει. Αν μάλιστα οι αεροπορικές δυνάμεις του αντιπάλου πιθανολογούν την ύπαρξη παρόμοιων πυραύλων και κλείσουν τα συστήματα αυτοπροστασίας, έτσι ώστε να περιορίσουν τους κινδύνους να εντοπιστούν και να εγκλωβιστούν από τις ίδιες τους τις ηλεκτρομαγνητικές εκπομπές, τότε τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα.

Και αυτό μπορεί να γίνει πολύ πιο εύκολα αν τα αεροσκάφη – στόχος θεωρούν ότι βρίσκονται σε απόσταση ασφαλείας από τον αντίπαλο. Όπως γράφω και στη μελέτη μου “Η Στρατιωτική Άνοδος της Κίνας” που εκδόθηκε από τις Εκδόσεις Λιβάνη το 2013, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, δηλαδή πριν από περίπου είκοσι χρόνια, η Κίνα είχε αναπτύξει και είχε θέσει σε υπηρεσία τον πύραυλο αέρος-αέρος PL-12 (SD-10), ένα έκδοχο του οποίου θεωρείτο ότι χρησιμοποιούσε παθητικό αισθητήρα εντοπισμού και εγκλωβισμού εχθρικών αεροσκαφών. Πιθανολογείται ότι ο αισθητήρας αξιοποίησε τεχνολογία του ρωσικού σχεδιαστικού γραφείου AGAT και μπορούσε να εντοπίσει και να εγκλωβίσει ένα αεροσκάφος σε απόσταση που προσέγγιζε τα 200 χλμ.

Ο κινεζικός PL-15

Και εδώ έρχεται ένα τρίτο στοιχείο που αποτελεί χαρακτηριστικό της κινεζικής, αλλά και της ρωσικής φιλοσοφίας περί αεροπορικού πολέμου. Και το στοιχείο αυτό είναι πύραυλοι αέρος-αέρος πολύ μεγάλου βεληνεκούς, το οποίο μπορεί να φθάνει ή και να ξεπερνά τα 400 χλμ, δηλαδή σημαντικά μεγαλύτερο από αυτό που επιτυγχάνουν οι δυτικής προέλευσης πύραυλοι αέρος-αέρος μεγάλου βεληνεκούς, όπως είναι ο ευρωπαϊκός Meteor, ο οποίος εξοπλίζει και τα ελληνικά και ινδικά Rafale.

Για παράδειγμα, ο κινεζικής κατασκευής PL-15 (CH – AA – 10 Abaddon κωδική ονομασία ΝΑΤΟ), ο οποίος φημολογείται ότι χρησιμοποιήθηκε στην πρόσφατη σύγκρουση, εκτιμάται ότι επιτυγχάνει βεληνεκές που προσεγγίζει τα 300 χλμ, ενώ ο PL-21 εκτιμάται ότι επιτυγχάνει ακόμη μεγαλύτερο βεληνεκές. Εντυπωσιακή είναι και η ταχύτητα του PL-15, η οποία εκτιμάται ότι ξεπερνά τα πέντε Mach, δηλαδή την ταχύτητα του ήχου, επίδοση που τον κατατάσσει στην κατηγορία των υπερ-υπερηχητικών (hypersonic), στην οποία υπάγονται βλήματα ή αεροχήματα που ξεπερνούν τουλάχιστον κατά πέντε φορές την ταχύτητα του ήχου (Mach 5). Ένας δε ρωσικός πύραυλος αέρος-αέρος πολύ μεγάλου βεληνεκούς, ο Ρ-37Μ (κωδική ονομασία ΝΑΤΟ AA – 13 Axehead) εκτιμάται ότι επιτυγχάνει βεληνεκές 400 χλμ και η ταχύτητά του φθάνει τα έξι Mach.

Βέβαια, το βλήμα αυτό, όπως και τα υπόλοιπα πολύ μεγάλου βεληνεκούς, είναι μεγάλου μεγέθους. Χαρακτηριστικά, το βάρος του R-27 ξεπερνά τον μισό τόνο, ενώ το βάρος του Meteor δεν φθάνει τα 200 κιλά. Αυτό σημαίνει ότι οι πύραυλοι αυτοί έχουν περιορισμένες δυνατότητες να προσβάλουν ελισσόμενα μαχητικά αεροσκάφη, ιδιαίτερα στο μέγιστο βεληνεκές.

Θεωρείτο λοιπόν ότι τα βλήματα αυτά στόχευαν κρίσιμα μεν στοιχεία της αεροπορικής δομής του αντιπάλου, με μικρές όμως ικανότητες διεξαγωγής ελιγμών, όπως είναι τα ιπτάμενα τάνκερ και τα ιπτάμενα ραντάρ. Όμως, αν το μαχητικό στόχος είναι ανυποψίαστο ότι δέχεται επίθεση εξαιτίας της χρήσης παθητικού αισθητήρα ή/και καθοδήγησης από άλλο μέσο τότε ακόμη και αυτοί οι δυσκίνητοι πύραυλοι μετατρέπονται σε θανατηφόρες απειλές.

Ο συνδυασμός του πολύ μεγάλου βεληνεκούς, με τους παθητικούς αισθητήρες και τις ικανότητες συνεργατικής εμπλοκής συνθέτουν μια νέα πολεμική πραγματικότητα στην εναέρια μάχη και θα πρέπει να μας προβληματίσουν…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx