Πόρισμα Καρώνη: Τα έλαια σιλικόνης προκαλούν πολιτική πυρόσφαιρα
13/05/2025
Όπως αναμένονταν το πόρισμα του Πολυτεχνείου για τα αίτια της πυρόσφαιρας και της πυρκαγιάς στο δυστύχημα των Τεμπών, με την υπογραφή του καθηγητή Δημήτρη Καρώνη, επιβεβαίωσε την αρχική και άνευ έρευνας, εκδοχή του πρωθυπουργού ότι “έφταιγαν τα έλαια σιλικόνης”. Το πόρισμα προκαλεί νέο γύρο πολιτικής αντιπαράθεσης, με την κυβέρνηση να περνά στην αντεπίθεση για να ανακτήσει ότι μπορεί από το χαμένο έδαφος.
Χρειάστηκαν 15 μήνες στον κ. Καρώνη για να επαναλάβει σε 130 σελίδες το συμπέρασμα που είχαν βγάλει οι πυροσβέστες από τις πρώτες ημέρες – καθ’ υπόδειξη της Hellenic Train – και στο οποίο βασίστηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για να κατευθύνει την έρευνα. Οι πυροσβέστες πάντως, προς τιμήν τους, μίλησαν στην συνέχεια για τις πιέσεις και απειλές που δέχθηκαν – ο Καρώνης αντίθετα αφιέρωσε το πόνημά του στα θύματα των Τεμπών, προσβάλλοντας την μνήμη τους, όπως επισήμανε η Μαρία Καρυστιανού.
Το πόρισμα είναι σαφές ως προς το ότι δεν υπήρχε ύποπτο φορτίο – αυτό που συμπτωματικά “καίει” την κυβέρνηση – ωστόσο δεν είναι το ίδιο σαφές ως προς το τι προκάλεσε την πυρόσφαιρα και την πυρκαγιά που ακολούθησε. Αναφέρει ότι υπό προϋποθέσεις τα έλαια σιλικόνης μπορούν να συμμετέχουν στην πυρκαγιά.
Την απάντηση έδωσε η κ. Καρυστιανού, η οποία σε ανάρτησή της ανέφερε: «Για ακόμα μια φορά ντροπή, θυμός και αποστροφή από τη σήψη μετά τη δημοσίευση του περίφημου “πορίσματος Καρώνη”! Θα επιδιώξουμε να σταλεί αυτό το πόρισμα του κ. Καρώνη σε όλη τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, καθώς τολμά αδίστακτα με υποθετικές αναφορές, να διαψεύδει πολλούς συναδέλφους του. Θα το τολμούσε άραγε να το κάνει ο ίδιος ή ξέρει καλά ότι θα γελοιοποιηθεί;».
Πολιτική αντιπαράθεση για το πόρισμα Καρώνη
Από τα πολιτικά κόμματα η μόνη που τόλμησε να το αμφισβητήσει ευθέως ήταν η Ζωή Κωνσταντοπούλου λέγοντας: «Απορώ που η κυβέρνηση νομίζει ότι η κοινωνία δεν αντιλαμβάνεται ότι οργιάζουν οι μεθοδεύσεις, οι πιέσεις, οι εκβιασμοί και οι μέθοδοι εξαγοράς. Ο κ. Καρώνης θα πρέπει να δώσει αρκετές εξηγήσεις διότι όσα σήμερα δημοσιεύονται ως πορίσματά του έρχονται σε ευθεία αντίφαση με τα πειράματα που έχει διεξαγάγει, με τις κατά καιρούς διαπιστώσεις γύρω από τα πειράματα αυτά και βέβαια με την επιστήμη». Προειδοποίησε δε ότι υπέχει και ποινικές ευθύνες.
Η κυβέρνηση πήρε αυτό που ήθελε για να περάσει στην αντεπίθεση, επιχειρώντας μία συνολική ανασκευή και κάνοντας λόγο για «αφήγημα της συγκάλυψης και θεωρία συνωμοσίας που καταρρέει με κρότο, για εργαλειοποίηση και χυδαίους διακινητές ψεμάτων». Ο Κωστής Χατζηδάκης υποστήριξε ότι «τίθεται μείζον πολιτικό θέμα για τα κόμματα της αντιπολίτευσης – και το ΠΑΣΟΚ ιδιαίτερα – τα οποία έχουν κάνει δυο προτάσεις μομφής στηριζόμενα σε θεωρίες συνωμοσίας, που καταρρίπτονται συνεχώς το τελευταίο διάστημα».
Η τακτική είναι γνωστή, η κυβέρνηση επιχειρεί να ευτελίσει ένα μείζον θέμα ασφάλειας των συγκοινωνιών και δημοκρατικής τάξης, λόγω της συγκάλυψης, σε κομματικό σκυλοκαυγά, επιλέγοντας σαν αντίπαλο το ΠΑΣΟΚ. Στον προηγούμενο κύκλο δεν πέτυχε να συγκρατήσει την δημοσκοπική πτώση, κατάφερε όμως να συμπαρασύρει τα κόμματα της αντιπολίτευσης που χρεώθηκαν «απόπειρα εργαλειοποίησης» και είδαν και εκείνα τα ποσοστά τους να κατρακυλάνε.
Στις επιθέσεις της κυβέρνησης το ΠΑΣΟΚ αντέδρασε ενοχλημένα και απολογητικά, προσπαθώντας να εξηγήσει γιατί ήταν βάσιμη η πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε. Μπήκε όμως στον καυγά με τον Παύλο Μαρινάκη, αναφέροντας: «Σήμερα ο κ. Μαρινάκης πιστός στην γκεμπελική προπαγάνδα επιτέθηκε με ψέματα και λασπολογίες στο ΠΑΣΟΚ. Λίγο έλειψε ο κ. Μαρινάκης και οι συν αυτώ να απαιτήσουν να τους ζητήσουμε και συγγνώμη που ως αξιωματική αντιπολίτευση τους ελέγχουμε μετά από την τραγική απώλεια 57 νέων ανθρώπων για τη μη ολοκλήρωση της σύμβασης 717».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επανήλθε με επίθεση προσωπικά στον Νίκο Ανδρουλάκη, υποστηρίζοντας ότι «είναι βαθιά υπόλογος απέναντι στους πολίτες γιατί, μαζί με τους όψιμους πολιτικούς του “συμμάχους”, προσπάθησε να παραπλανήσει την κοινή γνώμη. Η ανταπάντηση του ΠΑΣΟΚ ήταν ότι ενεργεί ως εκπρόσωπος της Ομάδας Αλήθειας.
Ανοικτή η Προανακριτική
Από τη μία κυβέρνηση εξακολουθεί να θεωρεί ως δυνάμει αντίπαλο το ΠΑΣΟΚ και από την άλλη εκκρεμεί η πρόταση για προανακριτική για τον Κώστα Καραμανλή. Η μεν ΝΔ επιθυμεί μία επανάληψη (με την συνδρομή του ΠΑΣΟΚ) της περίπτωσης Τριαντοπούλου. Να κατηγορηθεί δηλαδή ο Καραμανλής για πλημμεληματικού χαρακτήρα αδικήματα και η υπόθεση να παραπεμφθεί με συνοπτικές διαδικασίες σε δικαστικό συμβούλιο, δίχως να ασκήσει η βουλή τις ανακριτικές και εισαγγελικές της αρμοδιότητες. Εν ολίγοις, αφ’ ενός ο Καραμανλής να πέσει στα μαλακά και αφετέρου η υπόθεση να εξελιχθεί στην αίθουσα του δικαστηρίου και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Κάπως έτσι το ΠΑΣΟΚ δέχεται την πίεση – αφού άλλωστε έχει δηλώσει ότι δεν επιθυμεί συνεννόηση με τα άλλα κόμματα της Κεντροαριστεράς και ότι θα καταθέσει μόνο του αίτημα για Προανακριτική. Φυσικά θα μπορούσε να απορρίψει το πόρισμα Καρώνη, να καταθέσει ακόμη και σήμερα το αίτημα για προανακριτική με την κατηγορία του κακουργήματος και να ανεβάσει συνολικά τους πολιτικούς τόνους περνώντας από την πλευρά του στη αντεπίθεση. Αλλά είναι μία τακτική που δεν ταιριάζει στον Ανδρουλάκη, ο οποίος υποχωρεί κάθε φορά στην πίεση της κυβέρνησης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχοντας καεί από τον πρώτο γύρο της πολιτικής αντιπαράθεσης και βλέποντας ότι η κοινή γνώμη δεν εκτίμησε την στάση του – από την αρχή είχε σηκώσει το θέμα και ήταν η δική του κοινοβουλευτική ομάδα που είχε καλέσει την Μαρία Καρυστιανού στο ευρωκοινοβούλιο – τώρα είναι πιο προσεκτικός. Στην ανακοίνωση του, δίχως να υπαναχωρεί από τις μέχρι τώρα θέσεις του, σημειώνει: «Κάνοντας αποσπασματική χρήση η ΝΔ, πανηγυρίζει προσβάλλοντας την ελληνική κοινωνία. Ο καθηγητής αναφέρει στη σελίδα 122 ότι “τα έλαια σιλικόνης δεν μπορούν να σχηματίσουν πύρινη σφαίρα” έστω και αν σε άλλο σημείο που υιοθετεί η κυβέρνηση, αφήνει το ενδεχόμενο ανοικτό».
Ο πρόεδρος της Νέας Αριστεράς, Αλέξης Χαρίτσης αναφέρει: «Το δικαστήριο τελικά θα κρίνει το όποιο πόρισμα. Το μείζον είναι ότι στα Τέμπη έγινε ένα έγκλημα με 57 νεκρούς και η ασφάλεια των μεταφορών που είναι ευθύνη του κράτους, είτε υπήρχε είτε δεν υπήρχε παράνομο φορτίο, είναι κάτι το οποίο πρέπει να διερευνηθεί».