Αδιέξοδο σε όλα τα διπλωματικά μέτωπα
06/06/2025
Η νοτιοανατολική Ευρώπη, η Ανατολική Μεσόγειος και η ευρύτερη Μέση Ανατολή συγκροτούν, σήμερα, ένα ενιαίο γεωπολιτικό σύστημα μεταβλητής γεωμετρίας, που κυριαρχείται από στρατηγική ρευστότητα, θεσμική αστάθεια και σκληρές ανταγωνιστικές ισορροπίες. Μια περιοχή, που φέρει βαρέως την ιστορική της μνήμη και το πολιτισμικό της βάθος, αλλά κινδυνεύει να καταστεί το νέο “μαλακό υπογάστριο” της Ευρασίας, πεδίο σύγκρουσης μεγάλων και μεσαίων δυνάμεων, ζώνη σύγκλισης, κρίσεων και ανταγωνισμών.
Η νέα διεθνοπολιτική πραγματικότητα, όπως αυτή διαμορφώνεται, κυρίως, υπό την επιρροή της αμερικανικής διπλωματίας επί διοικήσεως Τραμπ, μεταβάλλει τις παραδοσιακές σταθερές του δυτικού κόσμου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δείχνουν να εγκαταλείπουν την αρχή της “ισοτιμίας μεταξύ συμμάχων”, μετατρέποντας τη διαχείριση των διμερών σχέσεων σε ψυχρή εξίσωση κόστους–οφέλους.
Η Ελλάδα, αν και επιδιώκει να διατηρήσει τη φήμη του αξιόπιστου συμμάχου, δεν απολαμβάνει πάντοτε το ανάλογο γεωπολιτικό μέρισμα και την προσδοκώμενη διπλωματική υποστήριξη.
Παράδειγμα αποτελεί η ένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Βιομηχανίας (EDA/PESCO) και γενικά στις δομές της ευρωπαϊκής άμυνας, με αφετηρία την απόφαση για το άμεσο χρηματοδοτικό πρόγραμμα SAFΕ (Security Action for Europe), παρά το γεγονός ότι συνεχίζει να διατηρεί το casus belli εναντίον της Ελλάδας και δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία.
Οι ελληνικές αιτιάσεις έναντι της συγκεκριμένης εξέλιξης, με πιο ηχηρή εκείνη του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, που χαρακτήρισε την απόφαση του SAFE ως την «κερκόπορτα για την άλωση της Ευρώπης από την Τουρκία», φαίνεται πως δεν ανέκοψαν την πρόοδο της τουρκικής συμμετοχής στην ευρωάμυνα.
Από την Αίγυπτο στις γαλλικές εξοπλιστικές συμφωνίες
Αντιστοίχως, οι σχέσεις με την Αίγυπτο, αν και στρατηγικές, δοκιμάζονται, με τελευταίο επεισόδιο τις διαφωνίες περί του καθεστώτος ιδιοκτησίας της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά. Η ελληνική διπλωματία, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες, οφείλει να προστατεύσει τόσο τα ιστορικά, όσο και τα πνευματικά της ερείσματα στην Ανατολή, που αποτελούν μέρος του άυλου εθνικού κεφαλαίου.
Ακόμη πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των γαλλικών εξοπλιστικών συμφωνιών. Η πρόσφατη ανακοίνωση παραγγελίας και τέταρτης φρεγάτας Belh@rra καταγράφεται ως μια ακόμα ένδειξη εμπιστοσύνης προς τη Γαλλία, την ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία και τον γαλλικό αμυντικό σχεδιασμό. Εντούτοις, η καθυστέρηση στην παράδοση των πυραύλων Meteor για τα ελληνικά Rafale, παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις, και η ταυτόχρονη πρόθεση της Γαλλίας να συναινέσει σε εξαγωγή των ίδιων πυραύλων προς την Τουρκία, μέσω της κοινοπραξίας MBDA-Eurofighter (Γερμανία–Ιταλία–Γαλλία), αλλοιώνει το στρατηγικό ισοζύγιο.
Εφόσον η Τουρκία αποκτήσει πρόσβαση στο βεληνεκές και την ακρίβεια των πυραύλων αέρος-αέρος Meteor, θα υπονομευθεί το θεωρούμενο έως πρότινος αεροπορικό πλεονέκτημα της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι δε γαλλικές διαβεβαιώσεις περί “αποκλειστικής χρήσης” των Meteor από τα ελληνικά Rafale, αποδεικνύονται στην πράξη κενές περιεχομένου.
Από τη Λιβύη στο ουκρανικό μέτωπο
Στην περίπτωση της Λιβύης, η Αθήνα επένδυσε στρατιωτικά, διπλωματικά και οικονομικά στην κυβέρνηση της Βεγγάζης, υπό τον στρατάρχη Χαφτάρ, χωρίς όμως να διασφαλίσει στοιχειώδεις ανταποδοτικές ρήτρες. Η πρόσφατη πρόθεση του Χαφτάρ να αποδεχθεί τη “νομιμοποίηση” του παράνομου τουρκο–λιβυκού μνημονίου του 2019, συνιστά στρατηγικό ράπισμα για την ελληνική πολιτική στην περιοχή, η οποία δεν κατάφερε να εδραιώσει διαρκή επιρροή ούτε στον λιβυκό ανατολικό πόλο, σε αντίθεση με την Τουρκία, που κατόρθωσε και με τη βοήθεια της Ρωσίας, να προσεταιριστεί το καθεστώς Χαφτάρ.
Τέλος, στο ουκρανικό μέτωπο, η αταλάντευτη στοίχιση της Ελλάδας με τη σκληρή γραμμή της ΕΕ κατά της Ρωσίας, αν και εναρμονίζεται με το ευρωατλαντικό πλαίσιο, δεν παράγει πολιτικό κεφάλαιο εντός του ΝΑΤΟ και εντός της ΕΕ. Οι ΗΠΑ, υπό τον Τραμπ, έχουν διαφορετική προσέγγιση στο ρωσο-ουκρανικό, που καθιστά τις σχέσεις ΗΠΑ με ΕΕ μάλλον προβληματικές. Πιθανόν και εξαιτίας αυτού, η Ελλάδα, δεν έχει κατορθώσει να αποκτήσει ερείσματα στην αμερικανική διπλωματία. Αντιθέτως, οι ΗΠΑ μοιάζουν να αναθέτουν αυξημένους ρόλους στην Τουρκία, ρωσο-ουκρανική κρίση, Μαύρη Θάλασσα, Συρία, αναγνωρίζοντας την ευρύτερη στρατηγική της χρησιμότητα ως “χώρας ταλάντωσης” (swing state) στον παγκόσμιο ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων.
Η Ελλάδα, λοιπόν, δεν βρίσκεται απλώς σε κρίσιμο σταυροδρόμι, είναι σε μεθοριακή γραμμή ανάμεσα στη ρεαλιστική αυτονομία και την συμβολική εξάρτηση. Για να μη μετατραπεί σε προβλέψιμο, αλλά αδρανές προτεκτοράτο, απαιτείται εθνική στρατηγική: Με επαναπροσδιορισμό των συμμαχιών, με ρήτρες αμοιβαιότητας, με ενεργή διπλωματία και, κυρίως, με την κατανόηση ότι η γεωπολιτική δεν ανταμείβει την υπακοή, αλλά τη χρησιμότητα και την αποφασιστικότητα.