Μία βιολογική επίθεση της Τουρκίας: Το σενάριο που δεν θέλει κανείς να φανταστεί
12/07/2025
Μια άκρως ανησυχητική εξέλιξη σημειώθηκε τον Απρίλιο του 2025, κατά την οποία το llm o3 της OpenAI κατάφερε κάτι που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν μακρινό ενδεχόμενο, καθώς ξεπέρασε σε απόδοση τις κορυφαίες ανθρώπινες ομάδες ιολόγων σε ένα εξειδικευμένο τεστ βιολογικών ικανοτήτων. Λίγες ημέρες μετά, η ίδια η OpenAI ανακοίνωσε την ενεργοποίηση πρωτοκόλλου ασφαλείας επιπέδου 3 (Biosecurity Level 3) για την χρήση του μοντέλου σε βιολογικά σενάρια.
Το τεστ, γνωστό ως Virology Capabilities Test, αποτελείται από πλήθος σύνθετων εργαστηριακών σεναρίων που προσομοιώνουν πραγματικές συνθήκες πειραμάτων, βαθιά κατανόηση και πρακτική κρίση επί του θέματος. Το γεγονός ότι, ένα γλωσσικό μοντέλο ανταγωνίστηκε και τελικά ξεπέρασε ανθρώπινες ομάδες με τέτοια εμπειρία και εξειδίκευση, σηματοδοτεί μια νέα και επικίνδυνη φάση στην τεχνολογική εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης.
Το εντυπωσιακό του πορίσματος δεν είναι μόνο η επιτυχία του μοντέλου, αλλά το γεγονός ότι οι περισσότεροι ειδικοί και ομάδες πρόβλεψης, θεωρούσαν πως ένα τέτοιο σενάριο δε θα συνέβαινε πριν το 2030 ή ακόμα και το 2034. Το μοντέλο όμως έσπασε το φράγμα των αδυναμιών του μέσα σε λίγους μήνες, προκαλώντας σοκ στην κοινότητα της βιοασφάλειας. Η έρευνα που δημοσιεύθηκε από το Forecasting Research Institute και το SecureBio μας έκανε γνωστό ότι όσο τα LLMs βελτιώνονται προς το επίπεδο των κορυφαίων επιστημόνων στη βιολογία, τόσο περισσότερο ο παγκόσμιος βιολογικός κίνδυνος θα αυξάνεται δραματικά.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα, η πιθανότητα να υπάρξει μια επιδημία με πάνω από 100.000 νεκρούς, το 2028 εξαιτίας ανθρώπινης εμπλοκής, υπολογιζόταν σε 0.3% υπό κανονικές συνθήκες. Όταν όμως οι προβλέψεις έθεσαν το σενάριο όπου το AI ξεπερνά τις κορυφαίες ομάδες, ο κίνδυνος αυτός εκτινάχθηκε στο 1.5%. Δηλαδή, πενταπλασιάστηκε. Το πρόβλημα δεν είναι ότι το AI “θέλει” να κάνει κακό, αλλά ότι πλέον διαθέτει το επίπεδο ευφυίας που απαιτείται για να καθοδηγήσει ανθρώπους που το επιδιώκουν. Αυτό μας φέρνει σε ένα κρίσιμο στρατηγικό ερώτημα αναφορικά με το αντίκτυπο που φέρει στα στρατιωτικά σενάρια των επόμενων ετών.
Για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, έχουμε μια τεχνολογία που μπορεί να αποκρυπτογραφήσει πολύπλοκες βιολογικές διαδικασίες, να προτείνει βελτιώσεις σε ιούς και βακτήρια, να διορθώσει πρωτόκολλα πειραμάτων και να ανακαλύψει άμεσα τους παράγοντες που οδηγούν σε αυξημένη μεταδοτικότητα ή θανατηφόρα μετάλλαξη του προς διάδοση ιού. Και όλα αυτά τα σενάρια, όχι με την βραδεία ταχύτητα ενός ανθρώπινου εργαστηρίου, αλλά με την ακαριαία υπολογιστική ισχύ ενός μοντέλου που “διαβάζει” εκατομμύρια εγχειρίδια, papers και πρωτόκολλα ταυτόχρονα.
Οι αλλαγές που φέρει το AI
Ένα LLM, που θα μπορεί να υποκαταστήσει μια ελίτ ομάδα ιολόγων, συνιστά μια δυνητική μονάδα παραγωγής στρατηγικού know-how για κράτη, υπηρεσίες πληροφοριών ή ακόμα και ανεξάρτητες ομάδες με σκοτεινά κίνητρα. Και στην ερώτηση ενός δύσπιστου αναγνώστη, αν όντως μπορεί, η απάντηση είναι πως όντως μπορεί. Αν και η ακριβής έκδοση που πέρασε το τεστ δεν είναι δημόσια, οι ίδιες αρχιτεκτονικές και τεχνικές διαχέονται ραγδαία, με συνέπεια ένας οργανισμός ή κράτος με τεχνικές δυνατότητες να μπορεί να εκπαιδεύσει δικό του LLM με βιολογικά datasets, να προσαρμόσει ένα υπάρχον μοντέλο με fine-tuning σε wet lab πρωτόκολλα, ή απλά να αποκτήσει παράνομα πρόσβαση σε ήδη υπάρχον ισχυρό LLM (μέσω leaking ή συνεργασίας).
Το AI μπορεί να υποδείξει ποιο συστατικό να προστεθεί και σε ποιο στάδιο για να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα ενός ιού. Μπορεί να εξηγήσει ποιό στέλεχος είναι πιο ανθεκτικό σε φυσικές συνθήκες, και μπορεί να το κάνει όχι μόνο στα αγγλικά, αλλά σε οποιαδήποτε γλώσσα και για οποιονδήποτε χρήστη. Αυτό γεννά μια νέα μορφή εξοπλιστικής ισορροπίας, με την πρόσβαση στην ισχυρή τεχνητή νοημοσύνη να γίνεται ισοδύναμη με την πρόσβαση σε στρατηγικά όπλα.
Όπως κάποτε οι Ηνωμένες Πολιτείες έτρεμαν την ιδέα ότι η πυρηνική τεχνολογία θα ξεφύγει από τον έλεγχο και θα περάσει σε εχθρικά χέρια, έτσι και σήμερα παρακολουθούν με αγωνία τη διάχυση της τεχνητής νοημοσύνης. Η διαφορά είναι ότι δεν απαιτούνται πλέον σπάνια υλικά, όπως το ουράνιο, ούτε πολύπλοκες υποδομές. Και γι’ αυτό έχει σημάνει συναγερμός σε κύκλους εθνικής ασφάλειας, στις ΗΠΑ. Η DARPA, το Homeland Security, το FBI, το CDC, η NSA και η υπηρεσία αντικατάστασης όπλων μαζικής καταστροφής (NCPC) παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, καθώς τα LLMs πλέον θεωρούνται εργαλεία με δυνατότητα χρήσης σε βιολογικές επιθέσεις και στρατηγικά σενάρια ασύμμετρης απειλής.
Σε ένα σενάριο στρατιωτικής αντιπαράθεσης Ελλάδας-Τουρκίας, όπου η Τουρκία διαθέτει ένα LLM τύπου o3 στα χέρια της υπηρεσίας πληροφοριών (MIT) ή ακόμη και μιας παραστρατιωτικής μονάδας βιοτεχνολογικού πολέμου, το παιχνίδι μετατοπίζεται σε επίπεδο στρατηγικής ασύμμετρης ισχύος. Της αρκεί να χρησιμοποιήσει το μοντέλο για να σχεδιάσει έναν παθογόνο παράγοντα ειδικά τροποποιημένο, να πλήξει ανθρώπινες ομάδες με συγκεκριμένο γονιδιακό ή μικροβιακό προφίλ.
Με το LLM, μπορεί να δημιουργήσει ενισχυμένες μορφές ιών ή βακτηρίων που ενεργοποιούνται σε συνθήκες όπως σενάρια π.χ. οι θερμοκρασίες της Λέσβου ή η υγρασία της Χίου, να δώσει προτάσεις για “ήπια διασπορά” μέσω μεταναστευτικών ροών ή να καλύψει το αρχικό ξέσπασμα με συμπτώματα που μοιάζουν με κοινό κρυολόγημα.
Το τουρκικό LLM θα προτείνει διαδρομές μόλυνσης, σταθμούς εισόδου, ακόμη και τρόπους να καθυστερήσει η διάγνωση από το Εθνικό Δίκτυο Δημόσιας Υγείας, στο πλαίσιο μιάς καθοδηγούμενης επιχειρησιακής γνώσης που μπορεί να καταστρέψει ολόκληρες εφοδιαστικές αλυσίδες, να αδρανοποιήσει στοχευμένα πληθυσμούς σε νησιά, να σπείρει σύγχυση και να παραλύσει πολιτικά και ψυχολογικά ολόκληρη την χώρα, χωρίς να πέσει ούτε μία τουφεκιά.
Το LLM και η Ελλάδα
Αν η Ελλάδα, με την σειρά της, διέθετε το δικό της LLM, όχι ως φαντασίωση αλλά ως επιχειρησιακό εργαλείο εθνικής ασφάλειας, η απάντηση δεν θα ήταν απαραίτητα συμμετρική, δεν θα χρειαζόταν δηλαδή να παράξει έναν δικό της παθογόνο παράγοντα. Αντιθέτως, το ελληνικό μοντέλο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως στρατηγικός ανιχνευτής και πολλαπλασιαστής αντίστασης. Σε πραγματικό χρόνο, θα ανέλυε το προφίλ των επιδημιολογικών δεδομένων στα νησιά, θα συσχέτιζε μικροβιακές αποκλίσεις με ύποπτα μοτίβα εισόδου πληθυσμών, και θα εντόπιζε μοριακά “δακτυλικά αποτυπώματα” τεχνητά τροποποιημένων στελεχών.
Εν συνεχεία, θα προτείνει κατευθείαν την τροποποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας υγειονομικής αντίδρασης, όπως το πού να σταλεί μονάδα BSL-3, ποια ροή να αποκοπεί για να μην επεκταθεί ο μικροοργανισμός, ποια σήμανση να χρησιμοποιηθεί στις επικοινωνίες ώστε να μην προκληθεί πανικός αλλά να ενεργοποιηθούν οι σωστοί άνθρωποι σύμφωνα με τα πρωτόκολλα προστασίας. Το ελληνικό LLM θα μπορούσε να διασταυρώνει δορυφορικά δεδομένα μετακίνησης, υγρασίας και πληθυσμιακής πίεσης με real-time πληροφορίες από τα κινητά και τα νοσοκομεία, και να δημιουργεί ένα δυναμικό χάρτη βιολογικής απειλής, που θα ενημερώνεται ανά λεπτό.
Και αν απαιτηθεί, θα αντιπροτείνει τρόπο ανάσχεσης μέσω περιβαλλοντικής παρεμβολής όπως αλλαγή στο pH δημοσίων υδάτων, προσωρινή ψύξη μικροκλίματος, ενεργοποίηση συμπεριφορικών ημιστεγανών μηχανισμών (π.χ. εφαρμογές που τροποποιούν το πού κινείται ο κόσμος χωρίς να το καταλαβαίνει). Δεν αναφερόμαστε σε φανταστικά σενάρια αλλά σε τεχνικές που έχουν ήδη δοκιμαστεί σε ασκήσεις βιοασφάλειας των ΗΠΑ και σε πραγματικές κρίσεις, όπως η εξουδετέρωση του ιού Legionella σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Η απάντηση λοιπόν θα είναι ένας συλλογικός, αόρατος αμυντικός μηχανισμός εθνικής ευφυΐας.
Αλλά αυτό προϋποθέτει ότι η Ελλάδα δεν βλέπει την τεχνητή νοημοσύνη ως εργαλείο για να φτιάχνει PowerPoint σε δημόσιες υπηρεσίες ανήμπορων λειτουργών, αλλά ως θεμέλιο ύπαρξης σε ένα εχθρικό περιβάλλον όπου η επόμενη επίθεση ίσως έρθει με δόσεις RNA μέσα από μπουκάλια νερού. Και σε αυτό το περιβάλλον, η απάντηση πρέπει να είναι εξίσου έξυπνη, άμεση και ελληνική. Δεν είναι απλώς το μέλλον, αλλά το ελάχιστο που θα χρειαζόταν για να σταθεί η Ελλάδα όρθια σε έναν κόσμο όταν ο πόλεμος δεν δηλώνεται και απλώς εκδηλώνεται. Σημειωτέον, πως μια τέτοια βιολογική επίθεση με καθοδήγηση από LLM τύπου o3, θα μπορούσε να εκδηλωθεί ιδίως στην καρδιά της τουριστικής περιόδου, όταν η χώρα βρίσκεται ταυτόχρονα σε κατάσταση μαζικής κινητικότητας και πληροφοριακής υπερφόρτωσης.
Η παρουσία εκατομμυρίων επισκεπτών από δεκάδες χώρες θα καθιστούσε σχεδόν αδύνατη την στοχευμένη ιχνηλάτηση, ενώ κάθε μέτρο υγειονομικού περιορισμού θα δημιουργούσε διεθνή πίεση, εικόνα αστάθειας και άμεση ζημιά στην οικονομία. Μια τέτοια ενέργεια δεν θα στόχευε απαραίτητα σε θανάτους, αλλά σε ψυχολογική εξουθένωση, διοικητική παράλυση και διπλωματική υπονόμευση. Δηλαδή, θα ήταν απόλυτα αποδοτική χωρίς να φανεί ποτέ καθαρά ποιος πυροβόλησε πρώτος. Όπως είχε πει παλιά ο McNamara για τα πυρηνικά: «Αυτός που καθυστερεί να καταλάβει την φύση της απειλής, θα την βρει μπροστά του ως γεγονός». Η απειλή πλέον έχει όνομα, περνάει τα τεστ, και είναι διαθέσιμη.