Η ανασφάλεια στη Μέση Ανατολή στρέφει τους Τούρκους στα πυρηνικά…
19/07/2025
Μια εξαιρετικά αποκαλυπτική δημοσκόπηση που διενεργήθηκε στην Τουρκία καταγράφει τις επιπτώσεις των συρράξεων ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν στην τουρκική κοινωνία. Τα συμπεράσματα είναι άκρως ενδιαφέροντα και με αυτά πρέπει να ασχοληθούν οι αρμόδιοι στην Ελλάδα, εάν θέλουν να εκτιμήσουν ορθολογικά το πως θα διαμορφωθεί η κατάσταση ασφαλείας για τη χώρα μας τα επόμενα χρόνια.
Η δημοσκόπηση έγινε το διάστημα 1-5 Ιουλίου με δείγμα 2.000 πολιτών από όλη την Τουρκία. Το βασικό ερώτημα που θα μας απασχολήσει σήμερα αφορά τη στάση των Τούρκων πολιτών απέναντι στο ζήτημα της ανάπτυξης πυρηνικού οπλοστασίου! Ασχέτως του γεγονότος ότι η Τουρκία είναι μέρος της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων (NPT: Non-Proliferation Treaty) από το 1979. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, το 71% απάντησε θετικά στην απόκτηση πυρηνικών όπλων και μόλις 18% αρνητικά… Ακόμα πιο ενδιαφέρον όμως είναι, ότι το 72% των ερωτηθέντων δεν πιστεύει ότι το ΝΑΤΟ θα υπεράσπιζε την Τουρκία αποτελεσματικά, σε περίπτωση που θα δεχόταν κάποια επίθεση. Είτε αυτό αφορά την επιθυμία της Συμμαχίας να το πράξει είτε την ικανότητα, όπως αναφέρεται…
Ας το δούμε όπως πιο αναλυτικά, διότι η δημοσκόπηση είναι αποκαλυπτική για το σύνολο των γεωστρατηγικών επιλογών της Τουρκίας, σε συνδυασμό με το πως αυτές αλληλεπιδρούν με τις εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας. Προκύπτει δηλαδή, ότι η συνολική στρατηγική της Τουρκίας (Κεντρική Ασία, Μεσόγειος, Μέση Ανατολή με έμφαση στη Συρία) στη σημερινή μεταβατική περίοδο προς ένα διεθνές σύστημα με νέες ισορροπίες, βοηθά στη διαμόρφωση συνθηκών που ακυρώνουν στην πράξη την όποια διάθεση αντίστασης στο ολοκληρωτικό καθεστώς Ερντογάν.
Η αμυντική βιομηχανία μπορεί να στηρίξει τις φιλοδοξίες της Τουρκίας;
Οι εξελίξεις είναι παγκόσμιες και οι φιλοδοξίες της Τουρκίας ευρύτερες από την περιοχή μας. Όμως, επίκεντρο των ανησυχιών των Τούρκων είναι το Ισραήλ και όσα προέκυψαν μετά τη σύρραξη με το Ιράν, αλλά και γενικότερα από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή. Αυτές οι εξελίξεις έφεραν τον πόλεμο στο κατώφλι της Τουρκίας, με την κοινωνία της να αντιλαμβάνεται ότι η επεκτατική διάθεση που επιδεικνύεται έχει δημιουργήσει ένα εν υπνώσει πολεμικό μέτωπο με κέντρο τη Συρία.
Παρά τις μαζικές επενδύσεις στην αμυντική βιομηχανία, η εμπιστοσύνη για τη δυνατότητα των συστημάτων αντιαεροπορικής και αντιβληματικής προστασίας να προστατεύσουν την Τουρκία σε περίπτωση επίθεσης, είναι πολύ χαμηλή. Αυτή η πεποίθηση, προφανώς καλλιεργήθηκε βλέποντας ότι ακόμα και η εξαιρετικά προηγμένη ισραηλινή τεχνολογία δεν μπόρεσε να “αποστειρώσει” μια λωρίδα γης που είναι το εβραϊκό κράτος, από τα πλήγματα των ιρανικών βαλλιστικών πυραύλων.
Με πιο απλά λόγια, σε περίπτωση που δεχόταν επίθεση η Τουρκία –από ποιον άραγε;– η δυνατότητα άμυνας με βάση τα τουρκικά συστήματα θα ήταν περιορισμένη. Αυτός είναι και ο λόγος που η κοινή γνώμη τάσσεται ξεκάθαρα υπέρ της ανάπτυξης πυρηνικού οπλοστασίου. Μια τέτοια εξέλιξη θα είχε καταφανείς σοβαρότατες επιπλοκές για την ελληνική εθνική ασφάλεια. Μόνο που ο Έλληνας υπουργός Άμυνας επιλέγει συστηματικά να συνθηματολογεί, κάνοντας λόγο για “αδιαπέραστες ομπρέλες” και “θόλους”, ενώ ο χρόνος περνά και τα λόγια είναι δυσανάλογα περισσότερα συγκριτικά με τα έργα…
Η Ελλάδα είναι στο “μενού”
Ας επιχειρήσουμε όμως να δούμε το μήνυμα αυτής της δημοσκόπησης. Η περιοχή της Μέσης Ανατολής βρίσκεται σε διαδικασία μεγάλου μετασχηματισμού, που μπορεί να περιλάβει και αλλαγή συνόρων. Ο Ερντογάν έχει δηλώσει ότι μόλις ολοκληρωθεί αυτή τη διαδικασία, η Τουρκία είτε θα έχει χάσει είτε θα έχει κερδίσει εδάφη. Αυτό εξηγεί και την επιθετική στρατηγική που ακολουθεί. Θεωρεί ότι τα εθνικά της συμφέροντα δεν εξυπηρετούνται από την αποκλειστική πρόσδεση στη Δύση. Έχοντας μάλιστα και την εμπειρία του αμερικανικού εμπάργκο όπλων μετά την εισβολή στην Κύπρο, επενδύει –επί δύο και πλέον δεκαετίες– μαζικά στην αμυντική της βιομηχανία, αυξάνοντας διαρκώς το ποσοστό εγχώριας κάλυψης των αναγκών της.
Η επιθετική στρατηγική της Τουρκίας δεν εξαιρεί την Ελλάδα. Μεγιστοποιεί τις διεκδικήσεις, έχοντας συμπεριλάβει και ελληνική κυριαρχία στο “μενού”, πέραν των κυριαρχικών δικαιωμάτων που παραδοσιακά αμφισβητούσε. Το τελευταίο διάστημα μάλιστα, πέτυχε να στρατολογήσει και τις δυο πλευρές της Λιβύης (ανατολική και δυτική), οι οποίες έχουν υιοθετήσει –έναντι ανταλλαγμάτων– την καταφανώς παράνομη θεωρία ότι τα νησιά δεν διαθέτουν ΑΟΖ!
Με τον τρόπο αυτό, η Άγκυρα παύει να είναι μόνη. Στόχος της είναι η μέγιστη διαπραγματευτική ευελιξία διά της προβολής όσο το δυνατόν περισσοτέρων διεκδικήσεων. Πίσω από τη στρατηγική αυτή κρύβεται η ορθή ανάγνωση του γεωπολιτικού, που οδήγησε στην εκμετάλλευση της καταφανούς αγωνίας των φιλειρηνικών χωρών να αποφύγουν την πολεμική σύρραξη. Ελπίδα των Τούρκων είναι, την επαύριον που θα έχει εξευρεθεί μια νέα ισορροπία, να έχει αποσπάσει τα μέγιστα δυνατά κέρδη, ενώ οι φιλειρηνικές χώρες, απλώς θα αισθάνονται ανακουφισμένες που απέφυγαν τον πόλεμο!
Πάμε όμως στη μεγάλη, περιφερειακή εικόνα. Ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή ξεκίνησε από την εισβολή της –συμμαχικής προς την Τουρκία– ισλαμικής Χαμάς, η οποία προκάλεσε συντριπτική στρατιωτική απάντηση του εβραϊκού κράτους, το οποίο δεν δίστασε να στοχοποιήσει την Τουρκία, παρουσιάζοντας την ουσιαστικά ως ηθικό αυτουργό. Παράλληλα, ειδικά στη Συρία, προβαίνει σε διαρκή επίδειξη ισχύος διαμηνύοντας ότι δεν θα ανεχθεί τουρκικό έλεγχο της χώρας.
Ασχέτως εάν είναι εφικτή ή όχι η εξαφάνιση οργανώσεων που λειτουργούσαν σαν μακρύ χέρι της Τεχεράνης στη σύγκρουσή της με το Ισραήλ, η στρατιωτική συντριβή τους, σε συνδυασμό με τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στο Ιράν, δείχνει να έχει προκαλέσει ανασφάλεια στην τουρκική κοινωνία. Οι Τούρκοι παρατηρούν ότι ασχέτως του πόσο καταστρεπτικά μπορεί να είναι τα συμβατικά όπλα, η επίτευξη στρατηγικού αποτελέσματος δεν είναι εύκολη υπόθεση. Άρα, αυτό που μένει είναι η καταστροφή.
Πίσω από τους λεονταρισμούς κρύβεται φόβος…
Παρότι η Άγκυρα κομπάζει για την ισχύ του τουρκικού στρατού, οι Τούρκοι πολίτες βλέπουν τις εξελίξεις και ανησυχούν. Παράλληλα όμως, τα όνειρα αναβίωσης του “οθωμανικού μεγαλείου” δεν τους αφήνουν αδιάφορους, σε μια εποχή που ο κεμαλικός εθνικισμός κινείται σε παράλληλη πορεία με το νεοοθωμανικό. Αυτό τροφοδοτείται και από τη συνεχιζόμενη ιδιότυπη ασυλία που απολαμβάνει το προδήλως ολοκληρωτικό καθεστώς Ερντογάν από μια Δύση που συχνά επικαλείται τον «αυταρχισμό» των αντιπάλων της για να δικαιολογήσει την πολιτική της. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η Ρωσία και η Κίνα.
Όλη αυτή η συλλογιστική αντανακλάται και στην τοποθέτηση των Τούρκων πολιτών υπέρ της ανάπτυξης πυρηνικού οπλοστασίου, ένα ζήτημα που συνιστούσε ταμπού για τον μέσο Τούρκο, με την εξαίρεση εθνικιστικών-μεγαλοϊδεατικών κύκλων στη χώρα. Από τη μία θέλουν να εξασφαλίσουν το “απόλυτο όπλο” αποτροπής –ή μήπως και τιμωρίας όπως βαδίζει ο κόσμος;– κι από την άλλη ένα σύμβολο ισχύος που θα τοποθετήσει αυτοδικαίως την Τουρκία στην ελίτ των μεγάλων δυνάμεων της επόμενης ημέρας.
Ποιο είναι όμως το συμπέρασμα από αυτή τη δημοσκόπηση; Δεν είναι μόνο ένα. Είναι πολλά και συνδέονται μεταξύ τους. Το βασικότερο είναι ότι οι Τούρκοι, είτε είναι υπέρ ή κατά του Ερντογάν, δείχνουν να έχουν προτεραιότητα την αντιμετώπιση της ανασφάλειας που τους προκαλεί η συνολικότερη εικόνα, σε συνδυασμό με τη νεοοθωμανική προσδοκία. Ενδεχομένως δε να αποδίδουν σε αυτή την κατάσταση και τα οικονομικά δεινά που υφίστανται, υποβαθμίζοντας τις ευθύνες του Ερντογάν και της νομενκλατούρας των ισλαμοεθνικιστών.
Αυτό έχει δημιουργήσει μια κοινότητα συμφερόντων ανάμεσα στο καθεστώς και του… υπηκόους του. Άρα, ένα πλαίσιο ασφαλείας για τον Ερντογάν. Ίσως γι’ αυτό έχει επιλέξει τη μετωπική σύγκρουση, το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών και στο εσωτερικό μέτωπο, σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία. Ακόμα κι αν συμμερίζονται οι πολίτες τη σφοδρή κριτική της αντιπολίτευσης, τους τρομάζει για τις δυνητικές επιπτώσεις της στην ασφάλεια της χώρας. Αυτό εξασφαλίζει μια άτυπη ασυλία στον Ερντογάν, ο οποίος φροντίζει να τροφοδοτεί τις φοβίες της Τουρκίας, διακινώντας εύπεπτες και δημοφιλείς θεωρίες συνωμοσίας για τα διεθνή κέντρα που απεργάζονται την αποσταθεροποίηση και καταστροφή της χώρας.
Αυτή η εικόνα πρέπει να γίνει αντιληπτή στην Αθήνα, ώστε να δώσει προτεραιότητα στα μέσα που θα εξασφαλίσουν άρνηση των τουρκικών επεκτατικών επιδιώξεων επί του πεδίου. Προϋπόθεση βέβαια είναι η επίδειξη πολιτικής βούλησης, ώστε η επόμενη ημέρα να μη βρει την Ελλάδα στην πλευρά των χαμένων. Οι μεγάλες κρίσεις κρύβουν ταυτόχρονα, μεγάλους κινδύνους και μεγάλες ευκαιρίες. Ο Ερντογάν το είχε συνειδητοποιήσει εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Προς γνώσιν… μήπως αποφευχθεί η βίαιη συμμόρφωση!