Μπαλάντα στους ένδοξους και άδοξους μουσικούς των eighties
26/07/2025
Μια πρώτη προσέγγιση στην εναλλακτική και ροκ μουσική σκηνή των περιοχών Παγκράτι-Βύρωνας- Καισαριανή. Η πρόθεση αυτού του κειμένου είναι να μιλήσει για τη μουσική, αλλά εμμέσως και για την ιστορία των τόπων, αποτυπώνοντας στο βαθμό του δυνατού, με άλλα λόγια κατά το μέτρο των δυνάμεων, των γνώσεων αλλά και των βιωμάτων του γράφοντος, τη μουσική έκρηξη που ζήσαμε έφηβοι μέσα στις γειτονιές μας κατά τη δεκαετία του 1980.
Η έκρηξη αυτή, δυστυχώς, δεν υπήρξε η αρχή αλλά το φινάλε μιας αλυσιδωτής αντίδρασης στη μουσική που είχε ξεκινήσει από το 1960 και κράτησε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ΄80 (eighties- έιτις). Από εκεί και έπειτα τα πράγματα σταδιακά άρχισαν να φθίνουν, ώσπου φτάσαμε να μας κατακλύζουν τα υποπροϊόντα μέσα από τα σμαρτάκια που γυρίζουν με τα μεγάφωνα στη διαπασών.
Επιχειρώ αυτή την καταγραφή για δύο λόγους: ο ένας, ως ελάχιστο φόρο τιμής σε μουσικούς και συγκροτήματα που έπαιξαν τον δικό τους ρόλο στη διαμόρφωσή μας. Ο δεύτερος λόγος, κι εδώ κλέβω μια φράση του Διονύση Σαββόπουλου, για να θυμηθούμε σε ποιο ύψος μπορούν να φτάσουν τα νερά πάνω στο βράχο, όταν αποφασίσει να φουρτουνιάσει η θάλασσα. Και για να πιστέψουμε πως, αν χρειαστεί, στο μέλλον μπορεί να συμβεί το ίδιο.
Μια απαραίτητη διευκρίνιση: η σύνδεση μουσικών και συγκροτημάτων με τις συγκεκριμένες περιοχές σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί κάποιο είδος “αξιολόγησης” και δεν υπονοεί ότι τα συγκροτήματα αυτά δεν ξέφυγαν από τα τοπικά όρια. Το ακριβώς αντίθετο συνέβη, καθώς -χωρίς να αποκλείονται οι περιπτώσεις καλών συγκροτημάτων που παρέμειναν ωστόσο γκρουπάκια της “γειτονιάς”- στην πλειονότητά τους μέσα από τα σχήματα αυτά βγήκαν μουσικοί που πραγματοποίησαν και πραγματοποιούν ακόμη σημαντική πορεία, σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και στα διεθνή ύδατα. Η συνύφανση μουσικής και γεωγραφίας λοιπόν έχει πιο πολύ σημασία για τις ίδιες τις περιοχές, θέτοντας το ερώτημα για ποιο λόγο έγινε ό,τι έγινε εκεί και τότε, και όχι κάπου αλλού ή άλλοτε. Έχω κάποιες απαντήσεις, θα διατυπωθούν εν καιρώ.
Αφορμή για το εγχείρημα αυτό υπήρξε ο θάνατος ενός σπουδαίου μουσικού εκείνης της εποχής από τον Βύρωνα του Σπύρου Φάρου. Ορισμένες εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν στη μνήμη του και φυσικά το βιβλίο-προσέγγιση στη ζωή και το έργο του “Spirit of the night” από τις εκδόσεις Τυφλόμυγα, σε επιμέλεια Μάκη Φάρου. Επιτρέψτε μου να το αφιερώσω στη μνήμη του. Μαζί του σε όλα τα παιδιά από εκείνες τις παρέες που βιάστηκαν να κατέβουν από τη σκηνή. Στον Μάκη Κατεινά, φυσικά.
Η εναλλακτική μουσική σκηνή στον Βύρωνα- Οι αδελφοί Φάροι
Τα αδέρφια Σπύρος και Μάκης Φάρος γεννηθήκανε στην Καισαριανή. Το πατρικό τους ήταν στην Φορμίωνος, πραγματικά στα όρια Βύρωνα-Καισαριανής-Παγκρατίου. Ιδιαίτερα ταλαντούχοι και οι δύο, επηρεασμένοι προφανώς και από τη μουσική ατμόσφαιρα που επικρατούσε μέσα στην οικογένεια, κατάφεραν να συνυπάρξουν συνεργαζόμενοι, αλλά και να κινηθούν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον αφήνοντας ο καθένας το δικό του αποτύπωμα στην Τέχνη.
Ο Σπύρος Φάρος, γεννήθηκε χειμώνα του 1964 και έφυγε απ’ τη ζωή άνοιξη του 2022. Πήγε σχολείο στον Βύρωνα και οι πρώτες του παρέες ήταν από εκεί. Έγινε γνωστός αρχικά ως μπασίστας, ενώ αργότερα πέρασε και στην κιθάρα. Υπήρξε εξαιρετικός μουσικός και συνθέτης, είτε συμμετέχοντας σε διάφορα συγκροτήματα είτε ακολουθώντας πιο προσωπικά μονοπάτια. Ίσως μάλιστα να αποτελεί την πρώτη περίπτωση μουσικού-από όσους ξεκινήσανε από τα συνοικιακά γκρουπάκια των έιτιζ-που ξεφεύγει από τα όρια ενός είδους, όπως και να ονομάζεται, punk, new wave, darkwave, post punk κλπ και απλώνεται σε διαφορετικές κατευθύνσεις, τις οποίες υπηρετεί με την ίδια αγωνία και ποιότητα.
Νομίζω πως οι μουσικές του μοιάζουν κάπως σε επίπεδο φόρμας με τα εκτενή ποιήματα των ποιητών της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, αυτά τα “μακρόπνοα και μονόπνοα” που έλεγε ο Βύρωνας Λεοντάρης, τα οποία, ακόμη και αν “σπάνε” σε τραγούδια διατηρούν πίσω τους έναν καμβά, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που τους προσδίδει το χαρακτήρα μιας ενιαίας τελικά δημιουργίας πίσω από τις “επάλληλες διαθέσεις”. Ίσως η πιο αγαπημένη μου από τις συνθέσεις του είναι το τραγούδι “Eldorado”, μελοποίηση του ομότιτλου ποιήματος του Edgar Allan Poe. Έχει κυκλοφορήσει στο προσωπικό του άλμπουμ “you don’t wanna…”, οπότε ακούστε τη, αν θέλετε, από μια ζωντανή εμφάνιση.
Το πρώτο βυρωνιώτικο συγκρότημα στο οποίο έπαιξε, αρχές δεκαετίας ΄80, ήταν οι “Aesculapius”, επηρεασμένο από την ελληνική ροκ σκηνή. Συμμετείχαν οι αδελφοί Χούτοι, ο Γιώργος κιθάρα και ο Νίκος μπάσο, ο Στάθης κιθάρα και ένας Νίκος στα τύμπανα. Η συνάντηση μαζί τους έγινε σε κάποιο από τα πολυάριθμα πάρτυ της εποχής, ενώ, αφού “δέσανε”, συνεχίσανε με πρόβες σε μια νοικιασμένη μονοκατοικία κοντά στη Φορμίωνος.
Το δεύτερο γκρουπ στο οποίο εντάχθηκε μετά τους “Aesculapius” ήταν οι “Headleaders” με τους Ζοζέφ Μπασελιέ στα τύμπανα, τον Λάκη Χαλκιόπουλο στην κιθάρα και τον Φρανκ Βάκουλα στα φωνητικά. Από τα μέλη μόνο ο Σπύρος ήταν από τον Βύρωνα. Ίσως έχει ενδιαφέρον να επισημάνουμε πως και τα δύο συγκροτήματα σχηματίστηκαν-αντίθετα με ό,τι κατά κανόνα συνέβαινε τότε- έξω από τον πυρήνα των σχολικών συναναστροφών και πως οι “Headleaders” κάνανε πρόβες στον Βύρωνα στον ίδιο χώρο με τους “Yell-o-Yell” και τους “Vila 21” πίσω από την πλατεία Ταπητουργείου, στην οδό Ηλιουπόλεως, για όσους γνωρίζουνε την περιοχή, στον πρώτο όροφο ενός προσφυγικού δίπατου σπιτιού. Λίγο αργότερα μετακινήθηκαν σε ένα άλλο διώροφο στην οδό Δαρδανελίων σχεδόν γωνία με το τέλος της Χρυσοστόμου Σμύρνης.
Σ’ αυτό το δεύτερο “στούντιο” βρίσκανε στέγη και άλλα συγκροτήματα της περιοχής, οι “Teenage Dolls” και οι “on Purpose”. Στους “Teenage Dolls” ήταν Νίκος Βανδώρος φωνή, ο Σπύρος Τρούσας μπάσο, ο Σπύρος Αξιώτης στην κιθάρα. O Αξιώτης σχημάτισε αργότερα τους Dread of Conviction, ενώ εμφανίστηκε και ως DJ και διοργανωτής πάρτι με trance τα οποία ονόμαζε “Who Killed Bambie?”, από το ομώνυμο τραγούδι των Sex Pistols.
Ο Νίκος Βανδώρος έγινε φωτογράφος και συνέχισε να παίζει μουσική συνοδεύοντας τις εικόνες του. Ο Σπύρος Τρούσας δούλευε κάποια χρόνια σε γνωστό δισκάδικο της Αθήνας. Τα μέλη του συγκροτήματος ήταν Παγκρατιώτες, με εξαίρεση τον Σπύρο Αξιώτη, και είχαν πολλές επιρροές από darkwave (Bauhaus, Sisters of mercy).
Στους “On purpose” έπαιζαν οι Μάκης Φάρος, ο μικρότερος αδερφός του Σπύρου, γεννημένος το 1967, (μπάσο), ο Πέτρος Σορίλος (ντραμς) και ο Μιχάλης Φαλατάκης, κιθάρα.
Τους “Headleaders” διαδέχτηκαν οι “Rehearsed Dreams”, στους οποίους συμμετείχαν οι Γιάννης Παπαϊωάννου (πλήκτρα), Σπύρος Φάρος (μπάσο, μπάσο synthesizer και κιθάρα) και Βασίλης Σορίλος (τύμπανα), όλοι φίλοι και συμμαθητές από την περιοχή. Οι στίχοι ήταν του Γιάννη Παπαϊωάννου και η μουσική συλλογική. Αρχικά κινήθηκαν στο χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής, για να περάσουν στη συνέχεια στο death. Ο Γιάννης Παπαϊωάννου συνεχίζει να παίζει μουσική μόνος του ως “ΙΟΝ” ή με διάφορα γκρουπ, όπως οι “Mechanimal”.
Στις αρχές του 1990 μαζί με τον αδελφό του σχημάτισαν τους “Spider’s web”. Σ’ αυτό το σχήμα ο Μάκης Φάρος ήταν στα τύμπανα, ο Σπύρος Φάρος στην κιθάρα και στα φωνητικά και ο Λεωνίδας Παπαδάκης στο μπάσο. Σε ορισμένες εμφανίσεις τους συμμετείχε ο Γιάννης Τσεκούρας στα πλήκτρα, που αντικαταστάθηκε στη συνέχεια από τον Γιάννη Παπαϊωάννου, ενώ προστέθηκε για κάποιο διάστημα ο Βαγγέλης Στάσης στο βιολί. Κατά κάποιο τρόπο, μέλος του σχήματος ήταν και ο εικαστικός Παντελής Παντελόπουλος που δημιουργούσε περιβάλλοντα για τις εμφανίσεις τους προβάλλοντας slides με τη χρήση ιδιοκατασκευών, όπως το “Φαινοσκοπεία-εκκεντρικές προβολές”.
Οι “Spider’s web” είχαν στοιχεία ηλεκτρονικής μουσικής και αναφορές από συγκροτήματα, όπως οι Can, Captain Beefheart, Amon Duul. Η δουλειά τους αποτυπώθηκε στο Lp “The wonderful weaver”, αλλά υπάρχει ακόμη αρκετό ανέκδοτο υλικό που θα άξιζε να έλθει κάποτε στην επιφάνεια. Το 1990 ο Γιάννης Παπαϊωάννου και ο Μάκης Φάρος δημιουργούν τους “RAW” και την ανεξάρτητη δισκογραφική ELFISH με έδρα στον Βύρωνα.
Με την προσθήκη της Άννας Μαράτου (βιολί, βιολοντσέλο, φλογέρα, τραγούδι), οι “Spider’s Web”, γύρω στο 1994, δίνουν τη θέση τους στους “This Fluid”. Το 1997 κυκλοφόρησε το διπλό άλμπουμ τους “Flud” από την Hitch Hyke. Πρόκειται για μια αριστουργηματική δουλειά που συνδυάζει ετερόκλητα στοιχεία, κινούμενη στην ατμόσφαιρα της post punk ή ηλεκτρακουστικής μουσικής.
Για να προλάβω τις δικαιολογημένες ενστάσεις, να διευκρινίσω ότι η εργογραφία του Σπύρου Φάρου δεν περιορίζεται σε όσα αναφέραμε. Έμειναν ενσυνείδητα εκτός σημαντικές στιγμές και συνεργασίες της πορείας του, καθώς ξέφευγαν από τις προθέσεις και τις δυνατότητες αυτού του άρθρου. Ειδικά ωστόσο για τον Μάκη Φάρο πρέπει να σημειωθεί ότι κινήθηκε σε δύο κατευθύνσεις, όχι αντίθετες ή ασύμβατες, αλλά διαφορετικές, τις οποίες επεδίωξε και κατάφερε να ενώσει: από τη μία πλευρά υπήρχε η σύνθεση ηλεκτρονικής μουσικής και από την άλλη τα εικαστικά και ο κινηματογράφος. Γεφυρώνοντας αυτά τα δύο πεδία εξελίχθηκε σε έναν από τους πλέον σημαντικούς και αναγνωρισμένους καλλιτέχνες της video art.
Τέλος, καθαρά βυρωνιώτικο garage group ήταν οι “Melting Ashes” (πρώην “fortune teller”). Μέλη τους οι Γιώργος Αυθίνος (Κιθάρα, Φωνή), Βασίλης Παγούνης (Κιθάρα), Λεωνίδας Παπαδάκης (Μπάσο), Μάκης Φάρος (Τύμπανα), Από το γκρουπ, πριν παγιωθούν σε αυτή τη μορφή, είχαν περάσει ακόμη οι Κ. Αναγνωστόπουλος στα τύμπανα και ο Σ. Αθανασιάδης στην κιθάρα. Οι “Melting Ashes” συμμετείχαν σε πολλά σημαντικά Live της εποχής. Το 1987 έβγαλαν το LP “Green Fuzz” στην wipe out και κατόπιν διαλύθηκαν.
Ο Ηρακλής Ρενιέρης: “το Κτήνος”
Αρχές του 1980 στα ίδια μέρη με τους Σπύρο & Μάκη Φάρο, κινείται ο Ηρακλής Ρενιέρης, που συμμετείχε σε τοπικά γκρουπάκια, όπως ήταν οι “Burning Sisters” (μαζί με τον Πάνο Λουκά) και η “Φράξια”. Στην τελευταία παίζανε αργό punk rock με ελληνικό στίχο, αλλά προτείνανε και μια ορχηστρική διασκευή του House of the rising sun. Το πρώτο σχήμα έβγαζε ένα πιο ωμό industrial ήχο. Το μεγάλο του μεράκι ωστόσο ήταν τα αυτοσχέδια περιοδικά, φανζίν, όπως επεκράτησε να λέγονται, αν και τότε δε νομίζω πως τουλάχιστον εγώ γνώριζα τον όρο. Αντιπεριοδικά τα λέγαμε ή Αντιεφημερίδες… Κάπως έτσι.
Πρώτη του απόπειρα σε αυτό το πεδίο υπήρξε το έντυπο “Συμφωνική βαζελίνη” που το εξέδιδε μαζί με τον Μάκη Φάρο, τον Γιάννη Παπαϊωάννου και τον Πάνο Λουκά. Το 1985 ήρθε η ώρα του εμβληματικού, μουσικής θεματολογίας, φανζίν “Το Κτήνος”, που έβγαλε 13 τεύχη και στις αρχές του 1990 σταμάτησε λόγω του ότι δεν ανταποκρινόταν πλέον στους προβληματισμούς του. Ο Ηρακλής συνέχισε να συνεργάζεται με άλλα φανζίν και μουσικά περιοδικά, ενώ από το 1995 έκανε την εμφάνισή του ως Dj με το ψευδώνυμο Bwana, ενασχόληση που συνεχίζει ακόμη. Προσθέτω πως ο ίδιος μαζί με τον Γιάννη Μαρκουλιδάκη ήταν οι διοργανωτές της συναυλίας στον κινηματογράφο “Λουίζα” (πάντα στον Βύρωνα), στις 4 Φεβρουαρίου 1984 με τη συμμετοχή των “Rehearsed Dreams”, “On Purpose”, “Yell – O – Yell”, “Cp. Neφος”, “Teenage Dolls”, και “Χωρίς περιδέραιο”. Στο τέλος εμφανίστηκε εκτός προγράμματος ο Λάμπρος Τσαμης (RR Hearse), με μέλη από τα υπόλοιπα συγκροτήματα σε αυτοσχεδιασμό. Τη συναυλία είχε ανοίξει ένα σχολικό συγκρότημα με ροκ διασκευές και την Εύα Μπέλλου στη φωνή.
Καισαριανή: “Κοινωνικά απόβλητα;”
Από την Καισαριανή ήταν επίσης το punk, αλλά με ελληνικό στίχο και έντονες πολιτικές αναφορές, γκρουπ, “Κοινωνικά απόβλητα;”, που το αποτελούσαν παιδιά από το Γενικό και το Τεχνικό Λύκειο της περιοχής. Εμφανίζεται γύρω στα τέλη του ’80 και καταγράφεται δισκογραφικά με το Κοινωνικά Απόβλητα; / Eitilop Pots – Retous Metamodernus!, Wipe Out! Records, 1989 και το ΑΝΤΙ… / Κοινωνικά Απόβλητα; – Μουσικά ΑΝΤΙδοτα / Άγρια Νεολαία, wipe out! records, 1990. Μέλη του οι: Γιάννης Ντζαμίλης (μπάσο-φωνή), Γιάννης Κολοβός (ντραμς), Αντώνης Κυριακός (κιθάρα), Ντίνα Καλάκου (φωνή) και ο Γιώργος Κουτσοδιάκος (κιθάρα).
Να διευκρινίσω εδώ πως τα “Κοινωνικά απόβλητα;” δεν εμφανίστηκαν ποτέ στην περιοχή του Παγκρατίου ή την Καισαριανή, έκαναν πρόβες σε κάποια στούντιο στην περιοχή των Εξαρχείων, έπαιζαν σε καταλήψεις και από νωρίς είχαν στόχευση “υπερτοπική” επιδιώκοντας και πετυχαίνοντας να συνδεθούν με τη διεθνή punk σκηνή κάτι που παρατηρείται και με άλλα συγκροτήματα του είδους, αλλά όχι πάντα με συγκροτήματα που έπαιζαν ροκ. Ας σημειωθεί ωστόσο ότι η επιλογή τους να μη συνδεθούν με την περιοχή, έχει τη δική της σημασία, όχι μόνο για το συγκρότημα, αλλά για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής στην Καισαριανή.
Στο επόμενο άρθρο θα ακολουθήσει η παρουσίαση μουσικών και συγκροτημάτων από τη σκηνή του ροκ