Πώς τιμωρούνται τελικά οι καταχραστές δημοσίου χρήματος;
05/10/2025
Ο Μανώλης Ροΐδης, πριν από το 1900, είπε: Όταν γίνεται ένα έγκλημα όλοι ρωτούν, γιατί δεν εκτελούν το κακούργο; Όταν κάποτε τον εκτελούν, όλοι ρωτούν τι έκανε ο ανθρωπάκος και τον εκτελούν; Τουλάχιστον στην εποχή του Ροΐδη η δικαιοσύνη αποδίδονταν αργά, αλλά κάποτε αποδίδονταν.
Αντίθετα, σήμερα, τουλάχιστον στη χώρα μας, μολονότι για παρηγοριά επικαλούμαστε ότι συμβαίνει και αλλού, η δικαιοσύνη αποδίδεται αργά στα όρια της παραγραφής του αδικήματος μόνο στους αναλώσιμους και στους ανώνυμους, στους επώνυμους, όμως, κατά κανόνα δεν αποδίδεται, γιατί απαλλάσσονται με διαφόρους τρόπους, εκ των οποίων ο συνηθέστερος είναι η μεθοδευμένη παραγραφή του αδικήματος ή αμφιβολίες για την ύπαρξη δόλου στο πρόσωπο του δράστη, ενώ σπάνια καταδικάζεται κάποιος, εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Άλλωστε, η ατιμωρησία των επωνύμων είναι διαχρονική, αφού τον 7ο π.Χ. αιώνα ο τύραννος των Επιζεφυρίων Λοκρών Ζάλευκος είπε: Οι νόμοι (εννοούσε την εφαρμογή τους) μοιάζουν με τον ιστό της αράχνης, στον οποίο μόνο τα μικρά ζωύφια παγιδεύονται. Εξάλλου, σε μια χώρα όπου λειτουργεί το κράτος δικαίου πραγματικά και όχι ψευδεπίγραφα, ο νόμος πρέπει να εφαρμόζεται χωρίς διάκριση για όλους τους πολίτες, που θεωρητικά είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
Όμως, κάποιοι, κυρίως όχι οι ex officio επώνυμοι, αλλά αυτοί που τα ΜΜΕ ή ο πλούτος τους εμφανίζουν ως επώνυμους, απαιτούν και με τις κατάλληλες διασυνδέσεις ή αυτεπάγγελτα τυγχάνουν από τις αρχές ειδικής μεταχείρισης υπό το πρόσχημα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων να μη κατονομάζονται ως δράστες σοβαρών αδικημάτων ή ακόμα και όταν καταδικαστούν να κρατούνται στις φυλακές σε χωριστή πτέρυγα VIP.
Το χειρότερο που παρατηρείται σε φυλακές είναι κρατούμενοι αρχηγοί εγκληματικών οργανώσεων να διευθύνουν μέσα από τη φυλακή εγκληματικές ενέργειες. Έτσι όμως, δημιουργείται μια κατηγορία πολιτών που θεωρούν ότι είναι περισσότερο ίσοι από τους άλλους, όπως λέει ο Orwell στη “Φάρμα των ζώων”, επειδή είναι μέλη ενός πολιτικού κόμματος ή μιας προνομιούχου κάστας ή οικονομικοί ή αθλητικοί παράγοντες ή διαθέτουν τα οικονομικά μέσα να εξαγοράζουν συνειδήσεις.
Κύκλωμα με πλαστά τιμολόγια
Το πολυμελές κύκλωμα, που εξαρθρώθηκε από τη Δίωξη Αντιμετώπισης Οικονομικών Εγκλημάτων (ΔΑΟΕ), χρησιμοποιούσε μια κατασκευαστική εταιρεία μονομελή ΕΠΕ για την έκδοση εικονικών τιμολογίων, με τα οποία διέπρατταν απάτες για την επιστροφή φόρου, που δεν είχε καταβληθεί και με ζημία του Δημοσίου 12 εκατ. ευρώ. Από αστυνομική έρευνα, που διήρκεσε περίπου 6 μήνες, διαπιστώθηκαν εικονικές συναλλαγές της παραπάνω ΕΠΕ με επιχειρηματία Πρόεδρο ΠΑΕ, που φέρεται ως εγκέφαλος του εγκληματικού δικτύου, στο οποίο μετείχαν και λογιστές με εταιρεία τηλεοπτικού παραγωγού και 370 εικονικές εταιρείες. Το σύστημα εκμεταλλεύονταν τρύπες στο σύστημα πληρωμών της ΑΔΑΕ, όπως ότι το αυτοματοποιημένο σύστημα εγκρίνει άμεσα τις αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ μικρών χρηματικών ποσών.
Στις τηλεφωνικές υποκλοπές ακούστηκε ότι στο κόλπο μετέχουν υπάλληλοι του Υπουργείου, που παίρνουν πολύ μεγάλη μίζα. Στη συνέχεια, αποκαλύφθηκε καινούργια απάτη στο Τελωνείο Πειραιά με κλοπή ΦΠΑ ύψους 5 εκατ. ευρώ από εισαγωγές από Κίνα και συνελήφθησαν 18 άτομα, μεταξύ των οποίων και ένας εκτελωνιστής, στον οποίο βρέθηκαν σε μετρητά 3 εκατ. ευρώ. Για την απάτη αυτή αναφέρθηκε η Ευρωπαία Εισαγγελέας Κοβέσι.
Η αστυνομική έρευνα των υποθέσεων τελείωσε, και μόλις άρχισαν στο στάδιο της ανακρίσεως οι δικαστικές διαδικασίες, με την προσωρινή κράτηση των φερόμενων ως κυρίως δραστών, αλλά και μη κράτηση κάποιων και ενδεχομένως να ακουστούν οι συνηθισμένοι ψίθυροι περί παρεμβάσεων. Σαφώς, η ανάκριση θα διαρκέσει, γιατί πρέπει να ελεγχθούν πλήθος στοιχείων και εφόσον οι προσωρινοί κρατούμενοι αφεθούν ελεύθεροι, οι δικηγόροι με διάφορα αιτήματα θα προσπαθήσουν να παρατείνουν τη διαδικασία.
Η μεγίστη προβλεπόμενη ποινή για τις πράξεις της απάτης σε βαθμό κακουργήματος σε βάρος του δημοσίου χρήματος είναι 15 χρόνια φυλάκιση και εφόσον αναγνωριστούν ελαφρυντικά στους κατηγορούμενους, η ποινή μπορεί να μειωθεί στα 6 χρόνια, που με τον ευεργετικό υπολογισμό της εργασίας στη φυλακή και της υπό όρο απόλυση θα αφεθούν ελεύθεροι μετά 3-4 χρόνια φυλάκισης. Φυσικά αυτό είναι θέμα της σωφρονιστικής πολιτικής της Πολιτείας, αντιστρατεύεται όμως το σκοπό της γενικής πρόληψης της ποινής, δηλαδή λόγω της βαρύτητας της ποινής να αποτραπούν άλλοι στη τέλεση παρομοίων αδικημάτων.
Η προστασία του δημοσίου χρήματος
Το ζητούμενο είναι πως η Πολιτεία θα προστατεύσει το δημόσιο χρήμα από τις κλοπές και απάτες, στις οποίες μετέχουν και δημόσια όργανα. Αρχικά, πρέπει να κλείσει τις τρύπες στο σύστημα της ΑΔΑΕ για την επιστροφή του ΦΠΑ και να ελέγξει τους υπευθύνους υπαλλήλους αν υπάρχει αμέλεια στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Μεγάλη τροχοπέδη στο πόλεμο κατά της παραβατικότητας αποτελεί ο νόμος για τη προστασία των προσωπικών δεδομένων, με την απειλή του οποίου οι επώνυμοι διαφεύγουν από το δημόσιο ψόγο και έτσι εξουδετερώνεται ο σκοπός της γενικής πρόληψης της ποινής.
Συνεπώς, πρέπει ο σχετικός νόμος νομοθετικά ή με τη νομολογία να εκλογικευθεί. Με το νόμο 1608/1950 «περί καταχραστών του Δημοσίου» προστατεύονταν επιτυχώς επί 70 χρόνια το χρήμα του Δημοσίου, των ΟΤΑ και ΝΠΔΔ και προβλέπονταν όταν το ποσό της ζημίας υπερέβαινε τις 120.000 ευρώ η ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Με πρόφαση την καταδίκη μιας καθαρίστριας στο Βόλο, που καταδικάστηκε στη μικρότερη προβλεπόμενη ποινή φυλάκισης 10 ετών, γιατί πλαστογράφησε το αποδεικτικό δημοτικού για να διοριστεί στο δημόσιο, νομικοί που υπερασπίζονται τους μεγάλους καταχραστές του δημοσίου χρήματος πέτυχαν με την εισαγωγή του νέου Ποινικού Κώδικα (ν.4619/2019) την κατάργηση του ν.1608/1950, με αποτέλεσμα οι καταδικασθέντες με το νόμο αυτό μετά από μικρή έκτιση της ποινής να αφεθούν ελεύθεροι.
Ήδη ισχύουν οι κοινές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, που ακόμα σε κατάχρηση 250 εκατ. μπορεί κάποιος να αφεθεί ελεύθερος με έκτιση μόνο 3-4 ετών φυλάκισης! Συνεπώς, οι από τις κοινές διατάξεις προβλεπόμενες ποινές για τους καταχραστές του δημόσιου χρήματος δεν αποτελούν ικανό αποτρεπτικό μέσο της κατάχρησης του δημόσιου χρήματος και πρέπει να θεσπιστεί εκ νέου ο ν.1608/1950, που είχε αποδειχθεί από τη πράξη λίαν επιτυχής.