ΘΕΜΑ

Πως η Ιταλία μεθόδευσε την εισβολή της στην Ελλάδα

Πως η Ιταλία μεθόδευσε την εισβολή της στην Ελλάδα

Η Ελλάδα του 1940 επιδίωκε με κάθε κόστος την ουδετερότητα. Η κυβέρνηση Μεταξά, φορτωμένη με κοινωνικές και οικονομικές πληγές της Μεγάλης Ιδέας και της προσφυγιάς, ήθελε να αποφύγει τη συρρίκνωση της χώρας σε ακόμη ένα καταστροφικό μέτωπο.

Η πορεία προς τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο του 1940 δεν ξεκίνησε ξαφνικά μέσα στη νύχτα της 27/28ης Οκτωβρίου 1940. Είχε προηγηθεί μια σειρά από προκλήσεις, στρατιωτικές ενέργειες και ψυχολογικό πόλεμο, που στόχο είχαν να σύρουν την Ελλάδα εκτός της ουδετερότητας και να την εντάξουν, δια της βίας, στο ευρύτερο μέτωπο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι ενέργειες αυτές ξεκίνησαν μήνες πριν από την ιταλική επίθεση και εκδηλώθηκαν κυρίως στη θάλασσα, αποκαλύπτοντας τις πραγματικές προθέσεις του καθεστώτος του Μπενίτο Μουσολίνι.

Στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, η Ιταλία προσπαθούσε να εδραιωθεί ως μία από τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, εμπνευσμένο από το μεγαλείο της αρχαίας Ρώμης, οραματιζόταν την αναβίωση μιας νέας “Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας”, που θα κυριαρχούσε στη Μεσόγειο – τη λεγόμενη Mare Nostrum, “Η Θάλασσά μας”. Στο πλαίσιο αυτού του οράματος, η Ελλάδα θεωρούνταν κρίσιμη και αναπόσπαστη περιοχή της ιταλικής σφαίρας επιρροής. Οι ελληνοϊταλικές σχέσεις καθ’ όλο τον 20ό αιώνα ήταν επιβαρυμένες. Από τη μία, η ιταλική κατοχή της Δωδεκανήσου, μετά τον Ιταλοτουρκικό Πόλεμο του 1912, και από την άλλη, η άρνηση της Ιταλίας να τα επιστρέψει στην Ελλάδα, παρά τη Συμφωνία Βενιζέλου–Τιττόνι (1919), ενίσχυαν την καχυποψία της Αθήνας.

Επίσης, η στάση της Ρώμης κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία και η υποστήριξή της προς τους Τούρκους εθνικιστές επιδείνωσαν περαιτέρω το κλίμα. Επιπλέον, η Ιταλία τάχθηκε επανειλημμένα υπέρ των αλβανικών αξιώσεων στην Ήπειρο και ειδικότερα στο ζήτημα των Τσάμηδων, προβάλλοντας τον εαυτό της ως “προστάτιδα δύναμη” της Αλβανίας.
Οι ενέργειες αυτές πρόδιδαν τον μακροπρόθεσμο στόχο της να διεισδύσει στα Βαλκάνια, χρησιμοποιώντας την Ελλάδα ως τον “αδύναμο κρίκο” της περιοχής.

Ήδη από το 1923, το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι είχε δείξει τη διάθεσή του να ταπεινώσει την Ελλάδα. Με πρόσχημα τη δολοφονία του Ιταλού στρατηγού, Ενρίκο Τελίνι, στα ελληνοαλβανικά σύνορα, την 27 Αυγούστου 1923, η Ιταλία βομβάρδισε και κατέλαβε προσωρινά την Κέρκυρα. Ήταν μια απροκάλυπτη πράξη επιθετικότητας, που προανήγγειλε τη μεταγενέστερη πολιτική εκβιασμών. Μετά τη Συνθήκη των Σεβρών (1920), όταν μέρος της Μικράς Ασίας περί την πόλη της Σμύρνης αποδόθηκε στην Ελλάδα, οι Ιταλικές δυνάμεις βοήθησαν τους Τούρκους εθνικιστές στον αγώνα τους κατά της Ελληνικής κατοχής των εδαφών αυτών και η Ιταλία υποστήριζε ενεργά τους Κεμαλικούς, παρέχοντας όπλα και πληροφορίες.

Στόχος της ήταν να αποδυναμώσει την ελληνική θέση στην Ανατολή και να διασφαλίσει τη δική της επιρροή στη Μεσόγειο. Αυτή η αντιφατική πολιτική, που συνδύαζε επιθετικότητα με υποκριτικές δηλώσεις φιλίας, συνεχίστηκε και κατά τη δεκαετία του 1930. Το αποκορύφωμα της υποκρισίας ήρθε το 1939, όταν η Ιταλία αρνήθηκε να ανανεώσει το Ελληνοϊταλικό Σύμφωνο Φιλίας και Συνεργασίας. Η κίνηση αυτή, σε συνδυασμό με την κατάληψη της Αλβανίας από τα ιταλικά στρατεύματα τον Απρίλιο του ίδιου έτους, έκανε φανερό πως η Ρώμη προετοίμαζε επίθεση εναντίον της Ελλάδας.

Η Ελλάδα σε ουδετερότητα – αλλά υπό απειλή

Η κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά, παρά τον ολοκληρωτικό της χαρακτήρα, προσπάθησε να κρατήσει τη χώρα έξω από τη δίνη του πολέμου. Αντιμέτωπη με τεράστια κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα – την αποκατάσταση των προσφύγων, την εύθραυστη οικονομία και την εσωτερική πολιτική ισορροπία – η Αθήνα επέλεξε την πολιτική της αυστηρής ουδετερότητας. Ωστόσο, οι Ιταλοί φρόντιζαν διαρκώς να δοκιμάζουν τα όρια αυτής της ουδετερότητας. Οι προκλήσεις στα ελληνικά χωρικά ύδατα πλήθαιναν, ενώ οι ελληνικές αρχές προσπαθούσαν να αποκρύψουν τα περιστατικά από τον λαό, προκειμένου να μην προκληθεί πολεμικός παροξυσμός.

Στις 3 Ιουλίου 1940, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, Γκαλεάτσο Τσιάνο, κάλεσε τον Έλληνα πρεσβευτή στη Ρώμη, Ιωάννη Πολίτη, και διαμαρτυρήθηκε έντονα, ισχυριζόμενος ότι βρετανικά αεροσκάφη είχαν πλήξει ιταλικά πλοία στο Ιόνιο, εκκινώντας από ελληνική βάση στη Λευκάδα. Ο ισχυρισμός ήταν ψευδής, όπως επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο Μεταξάς, τονίζοντας ότι τα βρετανικά αεροπλάνα πιθανώς δρούσαν από την Αίγυπτο. Ήταν όμως το πρώτο σαφές δείγμα της ιταλικής πρόθεσης να προκαλέσει διπλωματική κρίση.

Ακολούθησε, στις 12 Ιουλίου 1940, η πρώτη καθαρά στρατιωτική ενέργεια: τρία ιταλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το φαρόπλοιο “Ωρίων” στη Γραμβούσα της Κρήτης, ενώ ανεφοδίαζε τον φάρο του νησιού, χωρίς επιτυχία. Στη συνέχεια, τα αεροπλάνα έκαναν δύο ανεπιτυχείς προσβολές στο ελληνικό αντιτορπιλικό “Ύδρα”, που είχε σπεύσει για βοήθεια και μετά αποχώρησαν. Ο κυβερνήτης του πλοίου ανέφερε ότι ένα από τα αεροπλάνα καταρρίφθηκε και ότι τα διακριτικά τους ήταν επιμελώς καλυμμένα, ωστόσο, τα θραύσματα απέδειξαν την ιταλική τους προέλευση. Στις 30 Ιουλίου 1940, ιταλικό αεροσκάφος, από πολύ μεγάλο ύψος, επιτέθηκε σε ελληνικά πολεμικά κοντά στη Ναύπακτο – στα αντιτορπιλικά Βασιλεύς Γεώργιος, Βασίλισσα Όλγα και στα υποβρύχια Παπανικολής, Κατσώνης και Νηρεύς – χωρίς αποτέλεσμα.

Δύο ημέρες αργότερα, στις 2 Αυγούστου, ιταλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το καταδιωκτικό λαθρεμπορίου Α-5 μεταξύ Αίγινας και Σαλαμίνας. Η ένταση ήταν πλέον εμφανής. Λόγω των γεγονότων αυτών τα πλοία μας είχαν διαρκώς μια αυξημένη ετοιμότητα αντιμετώπισης εχθρικών ενεργειών, απέφευγαν να είναι συγκεντρωμένα όλα στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας και περιοδικά πήγαιναν κατά ομάδες σε αγκυροβόλια αραιώσεως (Ναύπακτο & Μήλο). Η αποστολή των πλοίων σε αραίωση ήταν η εκτέλεση γυμνασίων με ταυτόχρονη τήρηση της ουδετερότητας στα χωρικά μας ύδατα, με σκοπό την περιφρούρηση της τιμής της σημαίας και της ακεραιότητας της χώρας κατά οιουδήποτε που θα επιχειρούσε να την επιβουλευτεί.

Ο τορπιλισμός της “Έλλης” – η ιταλική πρόκληση που δεν απαντήθηκε

Στο πλαίσιο αυτών των μέτρων, το εύδρομο “Έλλη” και τα αντιτορπιλικά “Αετός” και τα τέσσερα πλοία τύπου “Ύδρα” στάλθηκαν στον όρμο του Αδάμαντα στη Μήλο. Επειδή όμως πλησίαζε η μεγάλη γιορτή της Παναγίας, το “Έλλη” διατάχθηκε να καταπλεύσει στην Τήνο, ώστε να εκπροσωπήσει το Πολεμικό Ναυτικό στις εορταστικές εκδηλώσεις και να ενισχύσει το θρησκευτικό φρόνημα του λαού. Το πρωί της 15ης Αυγούστου 1940, το πλοίο αγκυροβόλησε σε απόσταση 550 μέτρων από το λιμάνι της Τήνου. Παρά την εξωτερική ατμόσφαιρα ειρήνης, το πλήρωμα βρισκόταν σε πλήρη επιφυλακή: τα αντιαεροπορικά πυροβόλα ήταν επανδρωμένα, οι μηχανές σε άμεση ετοιμότητα και η στεγανότητα του πλοίου ρυθμισμένη “σαν να ήταν εν πλω”.

Στις 08:25, μια ισχυρή έκρηξη συγκλόνισε το πλοίο. Μια τορπίλη το είχε πλήξει στη δεξιά πλευρά, ανάμεσα στις καπνοδόχους. Το κατάστρωμα άνοιξε και όσοι ήταν εκεί βρέθηκαν στη θάλασσα, το λεβητοστάσιο κατακλύστηκε από νερά και φωτιά και το πλοίο άρχισε να βυθίζεται. Έγινε προσπάθεια απόρριψης της αλυσίδας αγκύρας και ρυμούλκησης του στα ρηχά, αλλά δυστυχώς, μάλλον ευτυχώς, δεν ολοκληρώθηκε, αφού από τις φωτιές ανατινάχτηκαν τα πυρομαχικά του και το πλοίο ταχύτατα βυθίστηκε. Το υπερήφανο πλοίο της Ελλάδας, μέσα σε δύο ώρες από τον τορπιλισμό του, χάθηκε. Εννέα άνδρες σκοτώθηκαν, δεκάδες τραυματίστηκαν.

Δέκα λεπτά μετά την πρώτη έκρηξη, άλλες δύο τορπίλες εξερράγησαν κοντά στο λιμάνι, στοχεύοντας τα επιβατικά πλοία “Έλση”, “Έσπερος” και “Σοφία”, που μετέφεραν εκατοντάδες προσκυνητές. Για καλή τύχη όλων, οι τορπίλες αστόχησαν: η μία κατέστρεψε μέρος του λιμενοβραχίονα και η άλλη εξερράγη λίγο πιο πέρα, προκαλώντας μόνο τραυματισμούς. Ο μόνος θάνατος ήταν μια γυναίκα στο λιμάνι, που πέθανε από τον φόβο της. Ο δράστης της επίθεσης ήταν το ιταλικό υποβρύχιο “Delfino”. Παρότι η ιταλική κυβέρνηση αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή, τα θραύσματα της τορπίλης που περισυνελέγησαν από τον βυθό απέδειξαν την αλήθεια.

 

Παρά την αποδεικτική ύλη, η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε αρχικά να κρατήσει το περιστατικό σε χαμηλό τόνο — ένας σαφής δείκτης της επιθυμίας να αποφευχθεί η άμεση σύγκρουση. Με προσωπική εντολή του πρωθυπουργού Μεταξά προς τον Αρχηγό Στόλου, η εθνικότητα του υποβρυχίου παρέμεινε μυστική, ενώ ο Υφυπουργός Τύπου έστειλε προς τους “Γενικούς Διοικητάς και Νομάχας του Βασιλείου της Ελλάδας” το ακόλουθο τηλεγράφημα: «Παρακαλούμεν όπως εκδώσητε διαταγάς προς τους ασκούντας την εποπτείαν του τύπου ίνα απαγορεύσωσιν απολύτως την εις τας εφημερίδας καταχώρησιν οιασδήποτε ειδήσεως περί την εθνικότητος του υποβρυχίου του τορπιλλίσαντος το εύδρομον “Έλλη” ως και γενικώς περί του τορπιλλισμού».

Ήταν μια ακόμη προσπάθεια παραμονής στην ουδετερότητα και αποφυγής μιας πρόωρης σύγκρουσης. Η απόπειρα συγκάλυψης, όμως, δεν εμπόδισε την κοινή γνώμη να σχηματίσει συμπεράσματα. Το “Delfino” διέφυγε τότε ανενόχλητο. Ωστόσο, η ιστορία επεφύλασσε τη δική της “Θεία Δίκη”: στις 23 Μαρτίου 1943, το υποβρύχιο βυθίστηκε έξω από τον Τάραντα, ύστερα από σύγκρουση με ρυμουλκό, παρασύροντας στον θάνατο μεγάλο μέρος του πληρώματός του. Ο κυβερνήτης του, Πλωτάρχης Giuseppe Aicardi, επέζησε μόνο επειδή είχε μετατεθεί λίγες ημέρες πριν.

Η πολιτική υπομονής και η τελική αποκάλυψη

Η Ιταλία δεν αρκέστηκε στο έγκλημα της Τήνου. Την επόμενη ημέρα, 16 Αυγούστου 1940, δύο ιταλικά αεροπλάνα επιτέθηκαν στα αντιτορπιλικά “Βασιλεύς Γεώργιος” και “Βασίλισσα Όλγα”, τα οποία έσπευδαν στην Τήνο για να παραλάβουν τους διασωθέντες του “Έλλη” και να συνοδεύσουν τα έξι επιβατικά πλοία, που μετέφεραν περίπου 10.000 προσκυνητές προς τον Πειραιά. Οι προσκυνητές αρνήθηκαν να φύγουν αν δεν είχαν συνοδεία. Την ίδια μέρα, δύο ιταλικά βομβαρδιστικά προσέβαλαν ανεπιτυχώς το επιβατηγό “Frinton”, το οποίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς–Χανιά–Ηράκλειο–Πειραιάς και βρισκόταν ανοιχτά του όρμου Μπαλί.

Ο πλοίαρχος Γεώργιος Βέης, με ψυχραιμία και εξαιρετικούς ελιγμούς, κατάφερε να αποφύγει τις βόμβες. Το σήμα κινδύνου που εξέπεμψε έλαβε το αντιτορπιλικό “Ψαρά”, το οποίο έσπευσε και το συνόδευσε με ασφάλεια μέχρι τον προορισμό του. Οι επιθέσεις αυτές δεν ήταν μεμονωμένα περιστατικά. Εντάσσονταν σε μια ευρύτερη ιταλική στρατηγική τρομοκράτησης, που είχε στόχο να δοκιμάσει τις αντοχές της ελληνικής κυβέρνησης και να προετοιμάσει ψυχολογικά τον λαό για την επικείμενη σύγκρουση.

Παρά τα επανειλημμένα επεισόδια, η Ελλάδα παρέμεινε πιστή στη γραμμή της ουδετερότητας. Ο Μεταξάς επιθυμούσε να εξαντλήσει κάθε περιθώριο ειρήνης. Ωστόσο, η ιταλική προπαγάνδα και οι στρατιωτικές κινήσεις στα Βαλκάνια καθιστούσαν σαφές ότι η επίθεση ήταν ζήτημα χρόνου. Στις 28 Οκτωβρίου 1940, τα ξημερώματα, ο Ιταλός πρέσβης Εμανουέλε Γκράτσι επέδωσε το τελεσίγραφο, που απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων από την ελληνική επικράτεια. Η απάντηση του Μεταξά – το ιστορικό “Alors, c’est la guerre” (“Λοιπόν, έχουμε πόλεμο”) – επισφράγισε όσα είχαν προαναγγελθεί από τις προκλήσεις του καλοκαιριού.

Δύο μέρες αργότερα, η κοινή γνώμη πληροφορήθηκε επίσημα τα γεγονότα του Αυγούστου: τον τορπιλισμό της “Έλλης” και τις ιταλικές επιθέσεις στη θάλασσα. Όλα όσα είχαν αποσιωπηθεί για να διατηρηθεί η ειρήνη αποκαλύφθηκαν τώρα ως μέρος ενός προσχεδιασμένου σχεδίου επιβολής.Η ιταλική πολιτική εκβιασμού απέτυχε παταγωδώς. Η Ελλάδα, που για μήνες προσπαθούσε να αποφύγει τη σύγκρουση, μπήκε τελικά στον πόλεμο με ενθουσιασμό και εθνική ομοψυχία. Οι προκλήσεις, οι βομβαρδισμοί και ο τορπιλισμός της “Έλλης” είχαν ήδη χαράξει στο συλλογικό υποσυνείδητο τη βεβαιότητα ότι η Ιταλία ήταν εχθρός.

Έτσι, όταν ο πόλεμος ξέσπασε, η ελληνική απάντηση ήταν αυθόρμητη, καθολική και ηρωική. Οι Ιταλοί, που ήθελαν να “αναγκάσουν” την Ελλάδα να εισέλθει στον πόλεμο, τελικά την έκαναν να πολεμήσει όχι με φόβο, αλλά με υπερηφάνεια.
Ο τορπιλισμός της “Έλλης” έμεινε στην ιστορία όχι μόνο ως προοίμιο της 28ης Οκτωβρίου, αλλά και ως σύμβολο μιας χώρας που γνώριζε να σωπαίνει για την ειρήνη και να μάχεται για την τιμή της.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

1 ΣΧΟΛΙΟ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια

Οι Ιταλοί συνεχίζουν ανθελληνικά και από την ΕΕ27± αντιευρωπαϊκά.

1
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx