Τι σημαίνει για την Ελλάδα η έλευση της Γκιλφόιλ
04/11/2025
Η νέα Αμερικανίδα πρέσβειρα (όχι «πρέσβυς») κατέφθασε, και πολύς λόγος έγινε για τον τρόπο άφιξής της. Αφήνω ασχολίαστο το ότι η άφιξη ενός ξένου κρατικού υπαλλήλου απασχολεί κυρίως τις εκπομπές λάιφσταιλ και όχι πολιτικής ανάλυσης και το ότι μια διπλωματική εκπρόσωπος ξεκινά με παράδοση διαπιστευτηρίων σε τραγουδιστή και όχι σε αρχηγό κράτους. Ο διορισμός είναι τόσο ιδιότυπος που αξίζει να τον αναλύσουμε.
Προ δεκαετίας, σε σχόλια γύρω από τα μνημόνια, η Γκιλφόιλ είχε πει φωναχτά αυτό που μάλλον σκεφτόταν ο Σόιμπλε. Δηλαδή ότι οι Έλληνες είναι «τζαμπατζήδες» (freeloaders): «Συγυρίστε το σπίτι σας. Ίσως μπορέσετε να ξαναγυρίσετε στην ευρωζώνη… Κανείς δεν συμπαθεί τους τζαμπατζήδες. Δεν έχει σημασία αν φτιάχνεις σπουδαίο γιαούρτι. Δε με νοιάζει. Καταπιείτε το. Σηκωθείτε το πρωί. Πηγαίνετε στην δουλειά. Συνταξιοδοτείστε πολύ νωρίς… Κανείς δεν τους τιμωρεί [που δεν πληρώνουν φόρους]. Σαν το σκυλί που κατουράει το χαλί, το κουτάβι, εκπαίδευσέ το.» Και τώρα έρχεται στα… προς εκπαίδευση κουτάβια να εκπροσωπήσει τον πατέρα του πρώην συντρόφου της. Είναι άραγε αυτό το πρώτο μάθημα για το πώς κατακτάται η επιτυχία;
Αλλά αυτό ίσως είναι άδικη εκτίμηση. Άλλωστε, η Γκιλφόιλ είχε προηγούμενη σταδιοδρομία στην Δικαιοσύνη και στα ΜΜΕ, και επιβίωσε σε αυτά τα ιδιαιτέρως ανταγωνιστικά περιβάλλοντα. Θα ήταν λοιπόν πιο ενημερωτικό να την κρίνουμε βάσει προσφάτων δηλώσεών της για να εξάγουμε συμπεράσματα ως προς τα σχετικά προσόντα της και τις προθέσεις της.
Η Γκιλφόιλ ήταν… αδιάβαστη!
Κάποια συμπεράσματα μπορούμε να εξάγουμε από την ακρόαση για την επικύρωση του διορισμού της από την Γερουσία, που έλαβε χώρα στις 9/7/2025.
Στις δηλώσεις της (μετά το 38:22), ιδιαίτερη μνεία έκανε για την αφιέρωση του 3% του ελληνικού ΑΕΠ για άμυνα, ειδικώς για αμερικανικά όπλα όπως το F-35, και τις σχετικές ευκαιρίες για αμερικανικές επιχειρήσεις. Επιπλέον σχολίασε τις επενδύσεις στην Ρεβυθούσα και τις δυνατότητες που δίνει για πωλήσεις αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ελλάδα και την γύρω περιοχή – προφανώς προσέβλεπε στην 6η Υπουργική συνάντηση του P-TEC στην Αθήνα (6-7 Νοεμβρίου) που τον Ιούλιο θα πρέπει να ήταν ήδη προγραμματισμένη. Δηλαδή μια προσέγγιση απροκάλυπτα συναλλακτική.
Στις πρώτες ερωταποκρίσεις έκανε κάποια τετριμμένα σχόλια για την αξία της Σούδας στην αμερικανική προβολή ισχύος, αλλά και της Αλεξανδρούπολης ως ενεργειακού τερματικού. Ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής Cory Booker έκανε ερωτήσεις για τις ελληνοτουρκικές εντάσεις, αλλά αναγκάστηκε να της διακόψει τον μονόλογό, καθώς η Γκιλφόιλ δεν έδινε καμία επί της ουσίας απάντηση, ενδεχομένως από άγνοια. Στο θέμα επανήλθε ο Ρεπουμπλικανός Γερουσιαστής James Risch. Αυτός ξεκίνησε θέτοντας υπό αμφισβήτηση τον χαρακτηρισμό της Τουρκίας ως «συμμάχου» υπενθυμίζοντας ότι ο ίδιος έβαλε φρένο στην απόκτηση των F-35 από αυτήν. Η απάντηση της Γκιλφόιλ έθετε την Ελλάδα στους σταθερούς συμμάχους των ΗΠΑ και την Τουρκία στις χώρες που πρέπει να συνετισθούν. Αλλά και πάλι χωρίς συγκεκριμένες αναφορές.
Η πιο ενδιαφέρουσα ανταλλαγή όμως έγινε με τον γερουσιαστή Chris van Hollen. Η πρώτη ερώτηση αφορούσε στην υποβολή τουρκικού σχεδίου θαλάσσιου σχεδιασμού στην ΟΥΝΕΣΚΟ, για το οποίο και πάλι η Γκιλφόιλ «ήταν ενήμερη», αλλά απροετοίμαστη να απαντήσει συγκεκριμένα.
Στην συνέχεια έλαβε χώρα ο εξής διάλογος:
Van Hollen: Μια ερώτηση θα ήταν για την προσέγγισή σας, γιατί πολλές από τις ενέργειες της Τουρκίας, τόσο ως προς την παραβίαση του ελληνικού εναερίου και θαλασσίου χώρου, προφανώς δημιουργούν προϋποθέσεις σύγκρουσης που ελπίζουμε να αποφύγουμε. Συμφωνείτε ότι προσεγγίζοντας αυτά τα ζητήματα θα πρέπει να το κάνουμε βάσει διεθνούς δικαίου, δηλαδή με τους διεθνείς οδικούς κανόνες σε σχέση με θαλάσσια δικαιώματα;
Guilfoyle: Ευχαριστώ για την ερώτηση. Ως πρώην δημόσιος κατήγορος και εισαγγελέας τα τελευταία 30 και παραπάνω χρόνια, έχω απόλυτο σεβασμό στο κράτος δικαίου. Πιστεύω ότι θα πρέπει να γίνεται σεβαστό, Και μετά υπάρχουν τα περαιτέρω ζητήματα, για το ποια είναι η πολιτική του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ποια είναι η θέση του Προέδρου των ΗΠΑ σε σχέση με τα αμερικανικά συμφέροντα. Θα μας κάνει ισχυρότερους, ασφαλέστερους, ευημερέστερους; Όλα αυτά πρέπει να εφαρμοσθούν σε αυτά τα περίπλοκα πλαίσια, για να διασφαλίσουμε ότι γνωρίζουμε ότι δρούμε βάσει των συμφερόντων των ΗΠΑ. Και επειδή η Ελλάδα είναι τόσο σημαντική και κεντρική γεωπολιτικά, είναι βασικό μέρος της περιοχής που πρέπει να γίνεται σεβαστό. Και πιστεύω ακράδαντα ότι στέλνουμε μήνυμα στον υπόλοιπο κόσμο αν δεν φερθούμε στου πιο δυνατούς και στρατηγικούς και συνεπείς και σταθερούς συμμάχους μας σαν την Ελλάδα με τον κατάλληλο τρόπο, για να τιμήσουμε και να σεβαστούμε την δέσμευση που έχουν κάνει στις ΗΠΑ. Και όπως αναφέρατε με τις κοινές μας αξίες.
Μετά από μια σειρά ασύντακτων φράσεων και ξύλινων απαντήσεων, ο Van Hollen την διέκοψε και σχολίασε: «Θα ήθελα να υπογραμμίσω το γεγονός ότι η Ελλάδα το θεωρεί στα συμφέροντά της να εφαρμόζει τους διεθνείς νόμους, τους διεθνείς νόμους για την θάλασσα και θα ήλπιζα ότι η θέση των ΗΠΑ είναι ότι επίσης υποστηρίζουμε τον νόμο της θάλασσας και να μην υποστηρίζει να κάνουμε τα στραβά μάτια όταν αυτός παραβιάζεται. Και η απάντησή σας βεβαίως άνοιξε την πόρτα να κάνουμε τα στραβά μάτια βάσει άλλων παραγόντων.»
Τι μπορούμε λοιπόν να συνάγουμε;
Πρώτον, όπως γνωρίζαμε, η Γκιλφόιλ δεν είναι διπλωμάτις καριέρας. Αντί όμως να καταβάλλει υπερπροσπάθεια να καλύψει τα όποια κενά της, επέδειξε άγνοια του χαρτοφυλακίου της. Προσήλθε απροετοίμαστη στην ακρόαση επικύρωσής της και δεν κατάφερε να δώσει καμία συγκεκριμένη απάντηση σε ερωτήματα που της ετέθησαν ως προς τα ελληνοτουρκικά.
Δεύτερον, στις προετοιμασμένες δηλώσεις της επέδειξε απροκάλυπτη συναλλακτική διάθεση. Αυτό δεν πρέπει να εκπλήσσει, ιδίως με την πρότερη εμπειρία του Thomas Miller, γνωστού ως «Miller the dealer» στους διαδρόμους του «Αθήνα 2004» για την προώθηση του συστήματος C4I. Αυτό που ίσως εκπλήσσει είναι το μη διπλωματικό ύφος με το οποίο εξέφρασε αυτήν τη διάθεση.
Τρίτον, στις απαντήσεις της επέδειξε διάθεση να θυσιάσει την τήρηση των διεθνών νόμων στον βωμό της εξυπηρέτησης των αμερικανικών συμφερόντων, αναγκάζοντας τον Chris van Hollen να την ψέξει, έστω και με το γάντι, για την διατύπωση – αν όχι για την ουσία. Και πάλι, αυτό δεν πρέπει, πρέπει όμως να μας ανησυχεί.
Στα παραπάνω, μπορεί να προστεθεί και η διάσταση Τραμπ. Αφενός, η αξία που ο Ντόναλντ Τραμπ αποδίδει στην προσωπική αφοσίωση των επιτελών του, όπως φαίνεται και από διορισμούς οικείων προσώπων ανεξαρτήτως βιογραφικού. Αφετέρου η μαεστρία που επιδεικνύει στην δημόσια ταπείνωση όσων του πηγαίνουν κόντρα, όσων θεωρεί αδύναμους, ή όσων θεωρεί ότι τον έχουν προσβάλλει.
Έτσι, η επιλογή της Ελλάδας για την Γκιλφόιλ ίσως απλώς να αποτελεί βυσματική μετάθεση για μια προσωπική του γνωστή και άσχετη με την διπλωματία. Δεν την έστειλε στο Κιργιστάν, αλλά σε έναν από τους ωραιότερους τουριστικούς προορισμούς του πλανήτη, με ιδανικό λάιφσταϊλ για όσους έχουν τα αντίστοιχα οικονομικά μέσα, προδιάθεση στο γκλάμουρ και έφεση σε νόστιμους τραγουδιστές.
Δεδομένοι και αδιάφοροι
Αντιστρόφως, η επιλογή της Γκιλφόιλ για την Ελλάδα, ίσως αποτελεί ταπείνωση για τον Έλληνα Πρωθυπουργό, ο οποίος παλαιότερα μιλούσε για «αριστερόστροφο Τραμπισμό», προτού κάνει μια εντυπωσιακή ανακυβίστηση όταν άλλαξαν οι καιροί. Έτσι, ο μάστορας της ταπείνωσης του απέστειλε για πρέσβειρα την κυρία που αποκάλεσε αυτόν και τους συμπατριώτες του κουτάβια προς εκπαίδευση.
Σημειολογικά λοιπόν, η επιλογή μιας άσχετης με το αντικείμενο προδίδει αδιαφορία της αμερικανικής γραφειοκρατίας, ίσως διότι η χώρα θεωρείται «δεδομένη». Για την ίδια, η Ελλάδα ίσως δεν εκπροσωπεί παρά έναν ονειρεμένο τουριστικό προορισμό, τον οποίον γνώριζε ακριβώς όσο χρειαζόταν για να τον προσβάλλει. Και για τον Τραμπ, ο διορισμός της ίσως αποτελούσε ευθεία προσβολή στον κ. Μητσοτάκη.
Με άλλα λόγια ο διορισμός της κας Γκιλφόιλ μπορεί να θεωρηθεί σύμβολο περιφρόνησης: κράτους προς κράτος και ηγέτη προς ηγέτη. Μας αξίζει άραγε αυτή η περιφρόνηση; Θα το απαντήσω με μια ερώτηση: αν η κα Γκιλφόιλ είχε πει τα αντίστοιχα για την Τουρκία, υπήρχε περίπτωση ο κ. Ερντογάν να δεχόταν τα διαπιστευτήριά της, ή θα την χαρακτήριζε personna non grata;





