Πως ο Μητσοτάκης καπηλεύεται τη συμφωνία για τους υδρογονάνθρακες
08/11/2025
Η Ελλάδα μπαίνει δυναμικά στο επίκεντρο των παγκόσμιων ενεργειακών εξελίξεων, αποκτώντας ρόλο-κλειδί στον νέο χάρτη φυσικού αερίου της Ευρώπης. Τί σηματοδοτούν τα πρόσφατα ενεργειακά deals.
Η συμφωνία ανάμεσα σε ExxonMobil, HELLENiQ Energy και Energean για την έναρξη ερευνητικών γεωτρήσεων στο “Μπλοκ 2” του Βορειοδυτικού Ιονίου σηματοδοτεί την είσοδο της χώρας σε μια νέα εποχή ενεργειακής και γεωπολιτικής αναβάθμισης, δημιουργώντας όμως και ένα βολικό αφήγημα στη κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Η Ελλάδα διαθέτει δύο στρατηγικά σημεία, Ρεβυθούσα και Αλεξανδρούπολη – που αποτελούν τις κύριες πύλες εισόδου του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) προς την Ευρώπη. Η χωρητικότητα του σταθμού FSRU στην Αλεξανδρούπολη πρόκειται να διπλασιαστεί, δημιουργώντας έναν ενεργειακό διάδρομο που θα τροφοδοτεί Βουλγαρία, Ρουμανία, Μολδαβία και Ουκρανία, μειώνοντας δραστικά την εξάρτησή τους από τη Ρωσία.
Ήδη, το ποσοστό του αμερικανικού LNG στις ευρωπαϊκές εισαγωγές έχει εκτοξευθεί από 23% το 2021 σε 58% το 2025, ενώ εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 70% μέχρι το 2029. Η στρατηγική απόφαση της ΕΕ να μηδενίσει τις εισαγωγές ρωσικού LNG έως το 2027 καθιστά την Ελλάδα βασικό κόμβο διαμετακόμισης ενέργειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Παράλληλα, το πρόγραμμα εξορύξεων υδρογονανθράκων έχει διπλή σημασία. Από τη μια πλευρά, αν εντοπιστούν αξιοποιήσιμα κοιτάσματα, η χώρα θα αναβαθμιστεί ενεργειακά και οικονομικά, ενώ από την άλλη, η δραστηριοποίηση της Chevron σε περιοχές νοτίως της Κρήτης, εκεί όπου τέμνεται το τουρκολιβυκό μνημόνιο, μπορεί να έχει πολιτικές και νομικές συνέπειες υπέρ της Ελλάδας.
Ταυτόχρονα, επιστρέφει στο προσκήνιο το σχέδιο του αγωγού EastMed, που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από το Ισραήλ προς την Ευρώπη μέσω Κύπρου και Ελλάδας. Η πρόσφατη τετραμερής συνάντηση των υπουργών Ενέργειας ΗΠΑ, Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ κατέληξε σε σύγκλιση απόψεων για την αναβίωση του έργου, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να δηλώνουν έτοιμες να αναλάβουν ενεργό ρόλο χρηματοδότησης και υποστήριξης. Το Ισραήλ, η Ελλάδα και η Κύπρος αποκλείουν την Τουρκία από το εγχείρημα, επιδιώκοντας να δημιουργήσουν έναν σταθερό ενεργειακό άξονα που θα παρακάμπτει τη ρωσική και τουρκική επιρροή στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η επικοινωνιακή “σπέκουλα” Μητσοτάκη
Αν και η συμφωνία για τις ερευνητικές γεωτρήσεις και η ανάδειξη της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο έχουν αναμφίβολα γεωπολιτική και οικονομική βαρύτητα, δεν λείπουν οι πολιτικές σκοπιμότητες γύρω από τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση επιδιώκει να αξιοποιήσει επικοινωνιακά την εξέλιξη αυτή. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, αλλά και τα φιλικά προς το Μέγαρο Μαξίμου μέσα ενημέρωσης, επιχειρούν να παρουσιάσουν τη συμφωνία με την ExxonMobil, τη HELLENiQ Energy και την Energean ως προϊόν που το πιστώνεται καθαρά ο Κυριάκος και η κυβέρνηση του.
Στην πραγματικότητα, όμως, σύμφωνα με πολιτικούς και διεθνείς αναλυτές, πρόκειται για μια επιτυχία που αντανακλά κυρίως τις αμερικανικές στρατηγικές επιδιώξεις και όχι την αποτελεσματικότητα της ελληνικής κυβέρνησης. Η Αθήνα λειτουργεί περισσότερο ως γεωγραφικός ενδιάμεσος σε έναν σχεδιασμό που αποφασίζεται εκτός συνόρων, χωρίς να έχει εξασφαλίσει ουσιαστικά ανταλλάγματα ή εθνικές εγγυήσεις για τις κρίσιμες ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Συν τις άλλοις, ποιος πραγματικά αγνοεί το γεγονός πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν αυτή που στο παρελθόν τορπίλισε αντίστοιχες συμφωνίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η δήλωση Δένδια το 2021, όπου με στόμφο τόνιζε πως η “Ελλάδα θα αρχίσει να σκάβει το βυθό της Μεσογείου”.
Παράλληλα, η κυβέρνηση επιδιώκει να καπηλευτεί τη συγκεκριμένη εξέλιξη, χρησιμοποιώντας τη ως πολιτικό σωσίβιο απέναντι στο κύμα κοινωνικής δυσαρέσκειας που προκαλούν τα συνεχή σκάνδαλα, η ακρίβεια και οι αποκαλύψεις περί διαπλοκής. Μέσα σε ένα περιβάλλον φθοράς, όπου η κοινή γνώμη δείχνει να απομακρύνεται από το κυβερνητικό αφήγημα περί «σταθερότητας και προόδου», η ενεργειακή επιτυχία προβάλλεται ως τεχνητή απόδειξη εθνικής ισχύος.
Η επικοινωνιακή διαχείριση είναι προσεκτικά σκηνοθετημένη. Παρουσιάζει την κυβέρνηση Μητσοτάκη ως δύναμη που «προσελκύει επενδύσεις» και «αναβαθμίζει τη χώρα», αποσιωπώντας παράλληλα τις σοβαρές υποχωρήσεις στην εξωτερική πολιτική. Από τη σιωπή απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις έως τη μετριοπαθή στάση σε ζητήματα κυριαρχίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Έτσι, μια κατ’ ουσίαν τεχνική και στρατηγική συμφωνία μετατρέπεται σε πολιτικό εργαλείο εσωτερικής κατανάλωσης, που στοχεύει να ανακόψει τη φθίνουσα πορεία της κυβέρνησης και να προσφέρει την ψευδαίσθηση μιας επιτυχίας που δεν είναι προϊόν εθνικής στρατηγικής, αλλά επικοινωνιακής επιβίωσης.





