Διευρύνεται η στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας-ΗΠΑ – Τί είναι το SPP
16/11/2025
Η πρώτη επίσκεψη της νέας Αμερικανίδας Πρέσβειρας, Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας μόνο εθιμοτυπική δεν ήταν. Ήταν ένα σαφές μήνυμα ότι η Ουάσιγκτον και ειδικά η κυβέρνηση Τραμπ, περνά σε μια πιο απαιτητική φάση συνεργασίας με την Ελλάδα. Στη συνάντηση με τον ΥΕΘΑ, Νίκο Δένδια, η Αμερικανίδα πρέσβης ανέδειξε το κεντρικό στόχο της επίσκεψης.
Η ανακοίνωση ότι ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας, Πιτ Χέγκσεθ, ο άνθρωπος που στο νέο αμερικανικό σχήμα αποκαλείται χαρακτηριστικά “Υπουργός Πολέμου”, ενέκρινε την ένταξη της Ελλάδας στο “State Partnership Program” (SPP) το Πρόγραμμα Συνεργασίας της Αμερικανικής Εθνοφρουράς με Συμμαχικές χώρες. Τι σημαίνει αυτό; Πρόκειται για ένα από τα πιο ισχυρά εργαλεία στρατιωτικής διπλωματίας των ΗΠΑ. Κάθε αμερικανική Πολιτεία, μέσω της Εθνοφρουράς της, “ζευγαρώνει” με μια ξένη χώρα για στενή συνεργασία.
Το SPP ένα πρόγραμμα που ξεκίνησε μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά σήμερα καλύπτει πάνω από εκατό κράτη. Και τώρα μετά από 76 χρόνια ήρθε και η ώρα της Ελλάδας. Και όπου μπαίνει αυτό το πρόγραμμα, δεν αλλάζουν μόνο οι ασκήσεις ή οι εκπαιδεύσεις. Αλλάζει ολόκληρη η φιλοσοφία των Ενόπλων Δυνάμεων. Το πρόγραμμα δεν είναι μια τυπική τεχνική συμφωνία. Είναι ένας στρατηγικός δεσμός, που δημιουργεί υποχρεώσεις: Συμμετοχή σε κοινές ασκήσεις, προσαρμογή διαδικασιών, αποδοχή αμερικανικής τεχνογνωσίας και διαθεσιμότητα μονάδων για διεθνείς στρατιωτικές αποστολές.
To SPP είναι ένα είδος “στρατιωτικού ζευγαρώματος” με την Εθνοφρουρά μιας Πολιτείας των ΗΠΑ, που θα καθορίσει τη συνεργασία για πολλά χρόνια. Για την Ελλάδα, η συμμετοχή στο State Partnership Program σημαίνει:
- Κοινή στρατιωτική εκπαίδευση με αμερικανικές δυνάμεις, σε αμερικανικό και εθνικό έδαφος.
- Ειδικές επιχειρήσεις και κοινά σενάρια αντίδρασης για κάθε μορφή απειλής, ψηφιακής, κυβερνοπόλεμος, υβριδικής…
- Ευθυγράμμιση του ελληνικού αμυντικού επιχειρησιακού δόγματος με τα αμερικανικά πρότυπα.
- Πλήρης διαλειτουργικότητα με το πιο προηγμένο τμήμα του ΝΑΤΟ.
- Αποδοχή αμερικανικής τεχνογνωσίας σε κρίσιμους τομείς (κυβερνοάμυνα, ειδικές επιχειρήσεις, ενέργεια–υποδομές, κρίσιμα logistics).
- Διαθεσιμότητα μονάδων για συμμετοχή σε αποστολές εκτός συνόρων, εφόσον απαιτηθεί.
- Προσαρμογή της αμυντικής δομής ώστε να υποστηρίζεται πλήρως η διαλειτουργικότητα με τις αμερικανικές δυνάμεις.
Με απλά λόγια: Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας μπαίνουν σε μια νέα πραγματικότητα. Πιο απαιτητική, πιο εξωστρεφή, πιο δεμένη με το αμερικανικό άρμα και τις στρατιωτικού χαρακτήρα αμερικανικές επιλογές. Στην πράξη: Η Ελλάδα με το SPP εισέρχεται σε ένα πιο αυστηρό καθεστώς στρατιωτικής συνεργασίας, τύπου “συμμαχικής δέσμευσης”.
Η Ελλάδα ενεργή
Γιατί θέλουν οι ΗΠΑ την συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα SPP; Διότι η Ανατολική Μεσόγειος παραμένει εύθραυστη. Η Ελλάδα είναι σταθερός σύμμαχος των ΗΠΑ με μια πολύ ισχυρή, αν και ετεροβαρή, στρατιωτικό-αμυντική συμφωνία. Και η Ουάσιγκτον, η κυβέρνηση Τραμπ, θέλει μια Ελλάδα πιο ενεργή, πιο έτοιμη στρατιωτικά και πιο δεμένη με τα δικά της επιχειρησιακά πρότυπα, ώστε να στηρίξει τα γεωστρατηγικά και γεωενεργειακά και οικονομικά σχέδια της Κυβέρνησης Τραμπ, στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Γιατί το δέχεται η Ελλάδα; Κατά την κυβερνητική εκτίμηση, επειδή κερδίζει πρόσβαση σε τεχνολογία, εκπαίδευση και επιχειρησιακές δυνατότητες. Και γιατί αυξάνει το στρατηγικό της αποτύπωμα στην περιοχή. Διότι η στενότερη στρατιωτική συνεργασία με τις ΗΠΑ, έχει αποτρεπτική διάσταση, έναντι του τουρκικού αναθεωρητισμού, εκτιμά η Κυβέρνηση. Ωστόσο, η νέα φάση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων δεν είναι μια ρομαντική ιστορία συμμαχικής σύμπλευσης. Είναι μια πραγματικότητα τραχιά, απαιτητική και γεμάτη όρους.
Κι εδώ γεννιέται το κρίσιμο ερώτημα: Μπορεί η Ελλάδα να αξιοποιήσει την αμερικανική τεχνογνωσία και την ασφάλεια που προσφέρει η Ουάσιγκτον, χωρίς να παραχωρήσει εθνικό χώρο, κυριαρχία ή στρατηγική αυτονομία; Διότι η σύγκλιση Ελλάδας-ΗΠΑ, όσο χρήσιμη κι αν είναι σε ορισμένες συγκυρίες, δεν σημαίνει και πλήρη ταύτιση συμφερόντων. Τα αμερικανικά στρατηγικά σχέδια στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ευρύτερα, βαθύτερα και κυρίως δεν γράφονται με ελληνική μελάνη. Η Ουάσιγκτον κινείται με γνώμονα τις δικές της προτεραιότητες: Την αναχαίτιση της ρωσικής παρουσίας, τον περιορισμό του Ιράν, την εξισορρόπηση της Τουρκίας, αλλά όχι την αντιμετώπισή της. Άλλο σύμμαχος, άλλο ταύτιση.
Και πίσω από τον μειλίχιο, μελιστάλακτο λόγο της Πρέσβειρας Γκίλφοϊλ, πίσω από το χαμόγελο και την ευγένεια μιας έμπειρης επικοινωνιακής παρουσίας, κρύβεται κάτι πολύ πιο σκληρό: Ένα αμερικανικό στρατηγικό σχέδιο με απαιτήσεις. Με προσδοκίες από την Ελλάδα. Με δεσμεύσεις που δεν αφήνουν περιθώρια για άνετους διπλωματικούς ελιγμούς, ούτε για ελληνικό αντίλογο όταν αυτός δεν εξυπηρετεί τις αμερικανικές προτεραιότητες. Η Ελλάδα οφείλει, λοιπόν, να σταθμίσει με νηφαλιότητα αλλά και αυτοπεποίθηση: πώς θα αξιοποιήσει αυτά που προσφέρει η υπερδύναμη, χωρίς να μετατραπεί σε παθητικό εκτελεστή ενός σχεδίου, όπου άλλοι κρατούν την πένα και άλλοι καθορίζουν το τέλος της ιστορίας.
Μεγάλο στοίχημα: Σύμμαχοι χωρίς να γίνουμε εξαρτήματα
Και εδώ ανοίγει η πιο ευαίσθητη γεωπολιτική πραγματικότητα: Το στρατηγικό πλέγμα ΗΠΑ-Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας-Τουρκίας δεν είναι στατικό, ούτε μονοσήμαντο. Είναι ένα εξελισσόμενο σύστημα με ασύμμετρες προτεραιότητες και μεταβαλλόμενες ισορροπίες, όπου η Ουάσιγκτον επιχειρεί να κρατά όλους “εντός τροχιάς”. Το Ισραήλ αποτελεί την αδιαπραγμάτευτη σταθερά της αμερικανικής πολιτικής.
Η Κύπρος, παρά τις ενισχυμένες σχέσεις της με τις ΗΠΑ, παραμένει η γεωπολιτική “σκιά” της τουρκικής κατοχής. Η Ελλάδα είναι ο σταθερός, προβλέψιμος σύμμαχος, που όμως καλείται συχνά να απορροφήσει κραδασμούς, που δημιουργεί η αμερικανοτουρκική εξίσωση. Και η Τουρκία, με όλα τα προβλήματα, τις αντιφάσεις και τα παζάρια της, παραμένει για τους Αμερικανούς ένας κρίσιμος γεωστρατηγικός “κόμβος” από τη Μαύρη Θάλασσα έως τη Μέση Ανατολή.
Σε αυτό το πεδίο δυνάμεων, η Ελλάδα οφείλει να διασφαλίσει ότι δεν θα λειτουργεί ως “ρυθμιστική μεταβλητή” για τις ανάγκες των ΗΠΑ, αλλά ως αυτόνομος πόλος σταθερότητας, με δικό της στρατηγικό αποτύπωμα. Μόνο έτσι, η σχέση με τις ΗΠΑ θα είναι σχετικά και αναλογικά ισόρροπη, παρότι ετεροβαρής, και όχι στατική και υποχρεωτικά μονόδρομος. Και μόνο έτσι, η Ελλάδα θα κατοχυρώσει αληθινή εθνική αυτονομία, θα θωρακίσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και θα μπορεί να υπερασπίζεται, χωρίς δισταγμούς και εξαρτήσεις, τον δικό της ανεξάρτητο στρατηγικό ορίζοντα.





