Οι μισές αλήθειες του Μαξίμου
19/11/2025
Μία εικόνα κυβερνητικής σταθερότητας, προγραμματικής συνέπειας και πολιτικής αυτοπεποίθησης, ενόψει του δεύτερου μισού της θητείας, επιδιώκει να περάσει η κυβέρνηση έως το τέλος του τρέχοντος ημερολογιακού έτους.
Ωστόσο, πίσω από τις διαβεβαιώσεις του Μαξίμου περί εξάντλησης της τετραετίας και απουσίας σχεδίων για διπλές κάλπες, αναδεικνύονται σταδιακά για ακόμη μία φορά τα διαχρονικά αδιέξοδα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση. Αδιέξοδα τα οποία της κοστίζουν, τόσο στην αποδοχή του πρωθυπουργού στο εσωτερικό της κυβέρνησης, όσο και στις δημοσκοπήσεις. Πρόκειται για καθυστερήσεις, πιέσεις στο κοινωνικό πεδίο, εύθραυστες ισορροπίες και μια πολιτική που συχνά μετατρέπεται σε διαδικασία “πυρόσβεσης”.
Οι εξαγγελίες για καταβολή της βασικής ενίσχυσης στους αγρότες έως το τέλος του μήνα και για έκτακτη αποζημίωση στους κτηνοτρόφους λόγω ευλογιάς, παρουσιάστηκαν ως μέτρα κοινωνικής προστασίας. Εντούτοις, στην πράξη συνιστούν καθαρά τακτικές κινήσεις για να εκτονωθούν δυσαρέσκειες που είχαν ήδη αρχίσει να σχηματίζονται. Η κυβέρνηση δείχνει ξανά πως λειτουργεί αντιδραστικά και όχι σχεδιασμένα.
Αντί ενός συνεκτικού πλαισίου αγροτικής πολιτικής, επιλέγει σκοπίμως αποσπασματικές παρεμβάσεις που θυμίζουν τις επιδοτήσεις της πανδημίας. Προσωρινές ανάσες, χωρίς όμως διαρθρωτικό ορίζοντα. Η απουσία σαφούς στρατηγικής για την ανασυγκρότηση του πρωτογενούς τομέα παραμένει το αδύνατο σημείο, και η συνέντευξη, αντί να το καλύψει, το ανέδειξε.
Η πληγή των ΕΛΤΑ για το Μαξίμου
Στο θέμα των ΕΛΤΑ, το Μαξίμου επιδιώκει να τοποθετείται προσεκτικά, παραδεχόμενη την ανάγκη εξυγίανσης, αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζοντας ότι δεν πρέπει να μείνουν ακάλυπτοι οι πολίτες απομακρυσμένων περιοχών. Παρ’ όλα αυτά, η διπλή αυτή θέση δεν συνοδεύεται από σχέδιο. Το κρίσιμο ερώτημα, πώς δηλαδή θα πραγματοποιηθεί εξυγίανση χωρίς συρρίκνωση του δικτύου και χωρίς επιβάρυνση των χρηστών, παραμένει αναπάντητο.
Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι οποιαδήποτε απόφαση θα έχει πολιτικό κόστος, και γι’ αυτό η ρητορική της περιορίζεται σε γενικότητες περί “αναζήτησης λύσης”. Πολιτικά, αυτό αποτελεί υπεκφυγή, όχι στρατηγική επιλογή.
Και ολοφάνερα, οι παρεμβάσεις της στα θέματα των αγροτών, των κτηνοτρόφων και των ΕΛΤΑ, αποσκοπούν στο να πείσουν τη κοινωνία πως δήθεν παρεμβαίνουν για να βρουν λύση στα προβλήματα, αλλά κυρίως στο να αποσυμφορήσουν το κακό κλίμα που επικρατεί εντός της Κ.Ο. της κυβερνώσας παράταξης.
Το “αγκάθι” της ακρίβειας
Ειδικά στο μέτωπο της ακρίβειας, η κυβέρνηση επιμένει ότι η αύξηση του πραγματικού εισοδήματος αποτελεί το κλειδί για την ανακούφιση των νοικοκυριών. Ωστόσο, όπως παραδέχθηκε και ο πρωθυπουργός στην συνέντευξη του στην ΕΡΤ, τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί «δεν έχουν φτάσει ακόμη στις τσέπες» των πολιτών. Πρόκειται για μια διατύπωση που πρακτικά επιβεβαιώνει την αναποτελεσματικότητα της κυβερνητικής πολιτικής στο επίπεδο της εφαρμογής.
Η υπόσχεση για “πραγματική αύξηση μισθού” τον Ιανουάριο, καθώς και η δέσμευση ότι θα διατεθούν πάνω από 2 δισ. ευρώ για στήριξη εισοδημάτων, δεν συνοδεύονται από αποδείξεις ότι οι παρεμβάσεις αυτές θα καλύψουν τις απώλειες που έχει προκαλέσει ο επίμονος πληθωρισμός στα βασικά αγαθά. Αντιθέτως, χωρίς σαφή στόχευση και χωρίς μεταρρυθμιστική συνοχή, υπάρχει ο κίνδυνος τα χρήματα να λειτουργήσουν ως προσωρινό “μαξιλάρι” και όχι ως πραγματική ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης.
Διεθνείς συμφωνίες χωρίς εθνική στρατηγική
Οι πρόσφατες αναφορές του πρωθυπουργού στη γεωπολιτική και ενεργειακή αναβάθμιση της χώρας ήταν εκτενείς, με έμφαση στη συμμετοχή της Ελλάδας σε μεγάλα περιφερειακά έργα. Κάθετος Διάδρομος, τροφοδοσία της Ουκρανίας με αμερικανικό φυσικό αέριο, ενεργειακές διασυνδέσεις, υδρογονάνθρακες στο Ιόνιο.
Εντούτοις, το κεντρικό ζήτημα δεν είναι πόσα διεθνή projects αναφέρονται, αλλά κατά πόσο αυτά εντάσσονται σε μια εθνική στρατηγική που μειώνει την εξάρτηση της χώρας από εξωτερικούς παράγοντες. Η συνέντευξη δεν έδωσε τέτοιο στίγμα. Αντιθέτως, φάνηκε πως η Ελλάδα συμμετέχει σε διεθνείς σχεδιασμούς που δεν καθορίζει η ίδια.
Κάτι που δε πρέπει να μείνει ασχολίαστο, είναι το γεγονός πως το Μαξίμου αποφεύγει πεισματικά να τοποθετηθεί για τα πρόσφατα πυρά του Αντώνη Σαμαρά κατά του πρωθυπουργού. Όσοι γνωρίζουν καλά σημειώνουν με νόημα πως αιτία αποτελεί το γεγονός ότι η κυβέρνηση “φοβάται” το απότομα “ψήλωμα” του πρώην πρωθυπουργού. Επομένως με το να μην τον σχολιάζει, επί της ουσίας θεωρεί πως επιτυγχάνει την μη “νομιμοποίησή” του ως ισχυρού αντίπαλου δέους.
Την ακριβώς αντίθετη δηλαδή στρατηγική από αυτή που εφαρμόζει στη περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα.





