Χωρίς πυξίδα το ΠΑΣΟΚ – Δύο κόμματα σε συσκευασία ενός
20/11/2025
Η εικόνα του ΠΑΣΟΚ στο τρέχον πολιτικό σκηνικό είναι, αναπόφευκτα, αντιφατική. Τυπικά αποτελεί την αξιωματική αντιπολίτευση, θέση θεσμικά βαριά, ιστορικά φορτισμένη και κρίσιμη για τη δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος.
Πρακτικά, όμως, το ΠΑΣΟΚ μοιάζει με ένα κόμμα που βρίσκεται σε παρατεταμένη κατάσταση αβεβαιότητας, χωρίς καθαρή πυξίδα και χωρίς διαυγή στρατηγική απέναντι στις προκλήσεις που συσσωρεύονται όσο πλησιάζουμε προς τις κάλπες.
Βρισκόμαστε πλέον περίπου ενάμιση χρόνο πριν από τις εθνικές εκλογές. Η κυβέρνηση εμφανίζεται να φλερτάρει ανοιχτά με μια τρίτη τετραετία, κάτι που στη σύγχρονη ελληνική πολιτική πραγματικότητα αποτελεί επίτευγμα δύσκολο και σπάνιο. Για την ιστορία το πέτυχε μόνο το ΠΑΣΟΚ από το 1993 έως και το 2004.
Την ίδια ώρα, η κοινωνία, σύμφωνα με όλες τις ποιοτικές μετρήσεις και πλήθος δημοσκοπικών δεδομένων, παρουσιάζει έντονη κόπωση απέναντι στο κυβερνών κόμμα και προσωπικά απέναντι στον πρωθυπουργό. Σε μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος καταγράφεται μια διάχυτη επιθυμία για πολιτική αλλαγή, ή έστω για πολιτική “ανακούφιση”. Με άλλα λόγια, το έδαφος μοιάζει πρόσφορο. Αρκεί μια… σπίθα για να μετατραπεί σε πραγματική δυναμική ανατροπής.
Κι όμως, το ΠΑΣΟΚ δεν φαίνεται να μπορεί να λειτουργήσει ως αυτή η σπίθα. Δεν καταφέρνει να “χωρέσει” στο κοστούμι του ρόλου του, να εκφράσει την κοινωνική δυσαρέσκεια και να συσπειρώσει γύρω του τους πολίτες που αναζητούν εναλλακτική. Η παρουσία του μοιάζει περισσότερο με μια διακριτική, χαμηλής έντασης αντιπολίτευση, παρά με το κόμμα που καλείται θεσμικά να διεκδικήσει την ηγεσία του μπλοκ της αλλαγής.
Η απουσία στρατηγικού σχεδίου
Το μεγαλύτερο ζήτημα για το ΠΑΣΟΚ αυτή τη στιγμή είναι η απουσία ξεκάθαρου πολιτικού πλάνου. Παρά τις κατά καιρούς θεματικές παρεμβάσεις, δεν έχει καταφέρει να παρουσιάσει ένα συνεκτικό αφήγημα για το τι επιδιώκει, με ποιον θέλει να το πετύχει και προς ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί η χώρα.
Οι δημοσκοπήσεις είναι αμείλικτες, με τη διαφορά από τη ΝΔ να παραμένει διψήφια, με αποτέλεσμα να καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο να τεθεί στόχος πρωτιάς στις επόμενες κάλπες. Αυτό δεν θα ήταν από μόνο του πρόβλημα, εάν το ΠΑΣΟΚ είχε επεξεργαστεί ένα πειστικό σχέδιο συγκυβέρνησης, πολιτικής συμμαχιών ή προγραμματικών συγκλίσεων. Αντ’ αυτού, το κόμμα εκπέμπει μια διαρκή αμφιθυμία. Δεν ξεκαθαρίζει ούτε το πλαίσιο συνεργασιών που το ίδιο θεωρεί δυνατό, ούτε το λόγο για τον οποίο θα επέλεγε τον έναν ή τον άλλο εταίρο.
Αυτή η ασάφεια αποθαρρύνει όσους ψηφοφόρους αναζητούν πολιτική σταθερότητα και πυξίδα. Γιατί ο πολίτης που θέλει τον Μητσοτάκη εκτός Μαξίμου δεν αρκείται στη διαμαρτυρία. Χρειάζεται να γνωρίζει ποιο κυβερνητικό σχήμα μπορεί να τον αντικαταστήσει. Χωρίς αυτή τη γνώση, η ψήφος προς το ΠΑΣΟΚ μοιάζει περισσότερο με… ευχή παρά με πραγματική επιλογή αλλαγής.
Η εσωτερική διχογνωμία για Τσίπρα
Το ρεπορτάζ καταγράφει μια εμφανή διχογνωμία στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ. Κάποια στελέχη θεωρούν ότι το κόμμα πρέπει να επιμείνει στην αυτόνομη πορεία. Άλλοι, όμως, προκρίνουν το άνοιγμα προς τον Αλέξη Τσίπρα.
Εδώ προκύπτουν δύο σημαντικά ζητήματα. Πρώτον, το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα δεν έχει ακόμη συγκροτηθεί. Υφίσταται ως πολιτική πρόθεση, ως δημόσια παρουσία μιας αναγνωρίσιμης προσωπικότητας, αλλά όχι ως οργανωμένη έκφραση με πολιτικά όργανα, πρόγραμμα, συνέδριο ή δημοσκοπική καταγραφή. Το να συζητά το ΠΑΣΟΚ δημοσίως για συνεργασία με έναν ακόμα ανύπαρκτο σχηματισμό, του οποίου οι όροι και οι προϋποθέσεις παραμένουν πλήρως άγνωστοι, συνιστά αναπόφευκτα ένδειξη πολιτικής αμηχανίας.
Δεύτερον, υπάρχει το ιστορικό βάρος. Ο Αλέξης Τσίπρας υπήρξε επί χρόνια ο βασικός πολιτικός αντίπαλος του ΠΑΣΟΚ, συχνά με σκληρούς όρους. Πώς θα εξηγηθεί στον ψηφοφόρο του ΠΑΣΟΚ ότι μια ψήφος στο κόμμα σημαίνει ενδεχομένως και επιστροφή του Τσίπρα στην εξουσία; Γιατί να μην ψηφίσει απευθείας τον ίδιο τον Τσίπρα ο οποίος, αν τελικά συγκροτήσει κόμμα, θεωρείται βέβαιο ότι θα εμφανιστεί δημοσκοπικά ενισχυμένος, πιθανόν 4-5 μονάδες πάνω από το ΠΑΣΟΚ;
Τούτων δοθέντων, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται λοιπόν μπροστά σε ένα στρατηγικό δίλημμα. Θέλει να αναδειχθεί σε δύναμη αλλαγής, αλλά δεν παρουσιάζει ξεκάθαρο σχέδιο εξουσίας. Θέλει να μιλήσει για προοδευτική διακυβέρνηση, αλλά δεν ξεκαθαρίζει τις συμμαχίες του. Θέλει να εκφράσει το αντι-Μητσοτακικό ρεύμα, αλλά δεν το συσπειρώνει.
Μέχρι η Χαριλάου Τρικούπη να βρει λύση σε όλα αυτά, θα συνεχίσει να κινείται χωρίς πυξίδα σε μια πολιτική συγκυρία που απαιτεί καθαρή πορεία και σταθερό χέρι στο τιμόνι.





