Μπορεί η διατροφή να συμβάλει θετικά στο περιβάλλον;
01/12/2025
Τα τελευταία χρόνια η σχέση διατροφής και κλιματικής αλλαγής έχει γίνει ένα από τα πιο καίρια ζητήματα δημόσιας υγείας. Πολλοί άνθρωποι αρχίζουν να αναρωτιούνται “άραγε μπορεί η διατροφή να συμβάλει θετικά στο περιβάλλον”; Από αυτή την αναζήτηση γεννήθηκε η “climatarian diet”, ένα πρότυπο διατροφής που δεν ενδιαφέρεται μόνο για τις θερμίδες ή τα μακροθρεπτικά συστατικά, αλλά και για τον αντίκτυπο κάθε τροφής στο κλίμα.
Πρόκειται για ένα μοντέλο διατροφής, που επιδιώκει να μειώσει το ανθρακικό αποτύπωμα μέσω έξυπνων επιλογών τροφίμων, χωρίς να αποκλείει ομάδες τροφών, όπως το κρέας ή τα γαλακτοκομικά. Η climatarian διατροφή δεν είναι μια νέα “μόδα” είναι μια πράξη ευθύνης απέναντι στο περιβάλλον, που ταυτόχρονα ευνοεί την υγεία και την ευεξία. Σε πρόσφατη μελέτη του 2023, οι ερευνητές κατέληξαν ότι το διατροφικό αυτό μοντέλο μπορεί να μειώσει σημαντικά το ανθρακικό αποτύπωμα, χωρίς να στερεί από τον οργανισμό απαραίτητα θρεπτικά συστατικά.
Η climatarian διατροφή δεν είναι αυστηρή δίαιτα, αλλά περισσότερο μια στάση ζωής. Οι βασικές αρχές της βασίζονται στη μείωση της κατανάλωσης τροφίμων με υψηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (όπως το κόκκινο κρέας, ιδιαίτερα το βοδινό και το αρνί), στην προτίμηση τοπικών και εποχικών προϊόντων και στη μείωση της σπατάλης τροφίμων. Με άλλα λόγια, είναι μια προσέγγιση που συνδυάζει τη φροντίδα για την προσωπική υγεία με τη φροντίδα για τον πλανήτη.
Οι διατροφικές μας επιλογές ευθύνονται για περίπου το 25–30% των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως. Η παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική, καθώς απαιτεί μεγάλες εκτάσεις γης, νερό, ζωοτροφές, ενώ παράγει σημαντικές ποσότητες μεθανίου. Αντίθετα, μια διατροφή βασισμένη σε φυτικά τρόφιμα (όπως είναι τα όσπρια, δημητριακά ολικής, φρούτα, λαχανικά και ξηροί καρποί) έχει σαφώς μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Με τη βοήθεια μαθηματικών μοντέλων, λένε ερευνητές, μπορούμε να σχεδιάσουμε διατροφές που είναι ταυτόχρονα πλήρως ισορροπημένες και κλιματικά φιλικές.
Οι εθνικές διατροφικές οδηγίες πρέπει πλέον να ενσωματώνουν σαφή όρια στην κατανάλωση κρέατος για να θεωρηθούν πραγματικά βιώσιμες. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι η υπερκατανάλωση ζωικών προϊόντων είναι υπεύθυνη για σημαντικό ποσοστό εκπομπών μεθανίου, αλλά και για περιβαλλοντική υποβάθμιση μέσω της υπερβόσκησης και της χρήσης ζωοτροφών. Η υιοθέτηση μιας κλιματικής διατροφής συνδέεται με βελτίωση της καρδιαγγειακής υγείας, μείωση του κινδύνου διαβήτη τύπου δύο και διατήρηση υγιούς σωματικού βάρους.
Παράλληλα, η στροφή προς πιο φυτικά τρόφιμα αυξάνει την πρόσληψη φυτικών ινών, αντιοξειδωτικών και πολυφαινολών, ενώ μειώνει την πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών και χοληστερόλης. Αξίζει να σημειωθεί πως το climatarian μοντέλο δεν αποκλείει πλήρως το κρέας, αλλά προτείνει τη μείωση της συχνότητας και της ποσότητας κατανάλωσής του. Η έμφαση δίνεται στην προέλευση και ποιότητα των τροφίμων. Μια μερίδα ηθικά παραγόμενου τοπικού κρέατος μια φορά την εβδομάδα είναι προτιμότερη από την καθημερινή κατανάλωση βιομηχανοποιημένου.
Πως υιοθετείται ένα τέτοιο Πρότυπο Διατροφής
Η υιοθέτησή της αποτελεί για τους Έλληνες έναν φυσικό τρόπο να υιοθετήσουν τη φιλοσοφία του climatarian, χωρίς να αλλάξουν ριζικά τις διατροφικές τους συνήθειες. Η climatarian διατροφή εστιάζει σε τροφές που είναι τοπικές, εποχικές και λιγότερο επεξεργασμένες. Ο πλούτος της μεσογειακής διατροφής συνδυάζεται απόλυτα με τις αρχές του κλιματοευαίσθητου διατροφικού μοντέλου. Όσπρια, όπως φακές, ρεβίθια και φασόλια, αποτελούν εξαιρετικές πηγές φυτικής πρωτεΐνης με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Δημητριακά ολικής άλεσης, όπως το κριθάρι, το πλιγούρι και η βρώμη υποστηρίζουν τη μεταβολική υγεία και προσφέρουν σταθερή ενέργεια. Τα φρέσκα λαχανικά, το ελαιόλαδο, οι ξηροί καρποί και τα φρούτα εποχής εμπλουτίζουν τη διατροφή με φυτοχημικά και αντιοξειδωτικά.
Αντικαθιστώντας το κόκκινο κρέας με ψάρια μικρής αλιείας, αυγά ή όσπρια, μπορούμε να μειώσουμε έως και 50% το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του πιάτου. Το μπιφτέκι από μοσχαρίσιο κρέας μπορεί να αντικατασταθεί από ένα φυτικό μπιφτέκι ρεβυθιού ή φακής, το οποίο είναι επίσης πλούσιο σε πρωτεΐνη και φυτικές ίνες, αλλά με ελάχιστο περιβαλλοντικό κόστος. Αντί για εισαγόμενο αβοκάντο μπορούν να προτιμηθούν τοπικά προϊόντα, όπως το ταχίνι ή οι ξηροί καρποί, που προσφέρουν καλά λιπαρά και είναι ευκολότερα διαθέσιμα στην ελληνική αγορά.
Τα γεύματα μπορούν να περιλαμβάνουν λαδερά εποχής, όσπρια με δημητριακά, σαλάτες με τοπικά λαχανικά, ψάρια από βιώσιμες αλιευτικές πηγές, καθώς και φρούτα εποχής. Μερικά παραδείγματα climatarian γευμάτων περιλαμβάνουν φακόρυζο, πλιγούρι με ψητά λαχανικά και ταχίνι, ρεβιθάδα με μυρωδικά, σαλάτα κινόα με σαρδέλες κι εσπεριδοειδή ή σουφλέ λαχανικών με φέτα. Το κλειδί είναι η ποικιλία, η ισορροπία και η σύνδεση με την τοπική παραγωγή.
Πρακτικές Συμβουλές: Για να υιοθετηθεί μια climatarian προσέγγιση χωρίς πίεση ή ενοχές είναι σημαντικό να ξεκινά κανείς με μικρά βήματα. Πως μπορεί κάποιος να το κάνει; Μπορεί να επιλέξει να καθιερώσει μία ή δύο “φυτικές μέρες” την εβδομάδα, να προτιμά προϊόντα με ελληνική προέλευση, να σχεδιάζει τα ψώνια του, ώστε να αποφεύγει τη σπατάλη, να αποθηκεύει σωστά τα τρόφιμα, να χρησιμοποιεί γυάλινα δοχεία αντί πλαστικών, να αγοράζει χύμα προϊόντα, τα οποία ενισχύουν ακόμη περισσότερο τη φιλοσοφία αυτής της διατροφής. Το σημαντικότερο όμως είναι η ενσυνείδητη κατανάλωση, η επίγνωση δηλαδή ότι κάθε τρόφιμο έχει μια ιστορία παραγωγής κι ένα περιβαλλοντικό αποτύπωμα πίσω του.
Διαβάστε την συνέχεια στο medNutrition
Η Στέλλα Μορφογιάννη είναι διαιτολόγος-διατροφολόγος
Σε συνεργασία με το medNutrition





