Η διελκυστίνδα ΗΠΑ-Ρωσίας και η γένεση του δικεντρικού πολυπολισμού
05/12/2025
Το ερώτημα γιατί ο Πούτιν θα εξέταζε μια δυτικότερη στροφή δεν είναι επιφανειακό. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο η Ρωσία τοποθετείται μέσα στη νέα αρχιτεκτονική ισχύος που διαμορφώνεται.
Η Ρωσία δεν επιθυμεί να καταστεί εξάρτημα της κινεζικής ισχύος ούτε επιδιώκει να υποταχθεί στη στρατηγική ηγεμονία των ΗΠΑ. Προσπαθεί να λειτουργήσει ως μεσολαβητική γέφυρα ανάμεσα στους δύο συνασπισμούς διατηρώντας βαθμούς ελευθερίας και αποφεύγοντας τη δομική εξάρτηση από οποιονδήποτε κέντρο- Συνασπισμό.
Η διεθνής δομή δεν λειτουργεί πλέον σε κλασικό διπολικό ή πολυπολικό μοντέλο και αυτό είναι κρίσιμο για την κατανόηση της ρωσικής στρατηγικής απέναντι τόσο στην Κίνα όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το νέο Διεθνές Σύστημα, το οποίο εκτιμώ ότι είναι Δικεντρικό Πολυπολικό και συνεπώς ακόμη πιο ανταγωνιστικό, αποτυπώνει αυτήν ακριβώς τη μετάβαση και παρουσιάζεται στη συνέχεια.
Δικεντρικό Πολυπολικό Σύστημα
Η θεμελιώδης αρχή της προσέγγισης είναι ότι η παγκόσμια ισχύς οργανώνεται πλέον γύρω από δύο κύρια γεωστρατηγικά κέντρα, τα οποία εμπεριέχουν πόλους. Το πρώτο είναι το Δυτικό Μπλοκ, με τον Δυτικό Συνασπισμό, ηγεμόνα τις ΗΠΑ και συμμαχικές δυνάμεις την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον Καναδά, την Αυστραλία, την Ιαπωνία και άλλες χώρες του ευρύτερου δυτικού κόσμου. Το δεύτερο είναι το Ανατολικό Μπλοκ, με τον Άξονα του Παγκόσμιου Νότου, στον οποίο συμμετέχουν δυνάμεις όπως η Κίνα, η Ρωσία, το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και άλλοι δρώντες που επιδιώκουν την ανατροπή του αμερικανικού status quo.
Μεταξύ των δύο πόλων εκτείνεται η Γκρίζα Ζώνη. Εδώ ανήκουν τα λεγόμενα Swing Powers ή Swing States, όπως πχ Ινδία και Τουρκία. Τα κράτη αυτά δεν εντάσσονται οργανικά σε κανέναν από τους δύο συνασπισμούς. Αντιθέτως, διατηρούν υψηλό βαθμό ελευθερίας κινήσεων και αξιοποιούν τη Γεωστρατηγική τους θέση για να διαπραγματεύονται ταυτόχρονα με κάθε πλευρά, αποσπώντας ή δίνοντας οφέλη. Αρα η Γκρίζα Ζώνη δεν αποτελεί απλώς ουδέτερο χώρο, αλλά λειτουργεί ως πεδίο ενεργής διαμόρφωσης της παγκόσμιας ισορροπίας, ένα εκκρεμές που επηρεάζει όχι μόνο τη σταθερότητα των δύο συστημάτων αλλά και καθορίζει όχι απόλυτα αλλά ουσιαστικά σε ποιαν κατεύθυνση θα γύρει η πλάστιγγα υπέρ του ενός ή του άλλου.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και τα δύο καθοριστικά σημεία που αφορούν τη Μόσχα και τη σχέση της με την Ουάσινγκτον και το Πεκίνο:
Α) Στον ευρασιατικό χώρο (ανατολικό συνασπισμό) δύο μεγάλες δυνάμεις που συγκλίνουν αναπόφευκτα παράγουν ανταγωνισμό. Αρα η εταιρική σχέση Μόσχας – Πεκίνου, παρότι παρουσιάζεται ως πλήρης, χαρακτηρίζεται από εγγενείς γεωπολιτικές τριβές. Η Ρωσία γνωρίζει ότι δεν μπορεί να λειτουργεί επ’ άπειρον ως ο μικρότερος εταίρος της Κίνας.
Β) Το δεύτερο κέντρο, δηλαδή, ο Ανατολικός συνασπισμός δεν έχει σαφή ηγεμόνα σε αντίθεση με τον δυτικό συνασπισμό. Η απουσία κεντρικής καθοδήγησης παράγει εσωτερικές τριβές και περιορισμένη συνοχή. Ο πρόεδρος Πούτιν αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να εξασφαλίσει περισσότερα εάν δεν ταυτιστεί πλήρως με ένα συνασπισμό.
Η Ρωσία προχωρά με διπλή στρατηγική
Με βάση τα πιο πάνω διαμορφώνεται η διπλή στρατηγική της Μόσχας. Από τη μία πλευρά η Ρωσία επιδιώκει να διατηρήσει ανοικτό το ενδεχόμενο προσέγγισης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς μια τέτοια μετατόπιση της προσφέρει βαθμούς ελευθερίας απέναντι στην κινεζική ισχύ, αλλά ταυτόχρονα οικοδομεί σταδιακά ένα παράλληλο οικοσύστημα που μειώνει την εξάρτησή της από τη Δύση και διασφαλίζει την αυτάρκεια της σε περίπτωση πλήρους απομόνωσης.
Η οικοδόμηση του ρωσικού οικοσυστήματος εξελίσσεται σε πολλά επίπεδα. Στην τεχνολογία αναπτύσσονται εγχώριες πλατφόρμες επικοινωνίας και εφαρμογών, όπως εναλλακτικές των δυτικών μηνυμάτων, το RuStore αντί των Google Play και Apple Store, καθώς και υπηρεσίες βίντεο όπως το RuTube και το VK Video που λειτουργούν ως παράλληλο περιβάλλον του YouTube. Στον πολιτισμό ενισχύεται η παραγωγή πατριωτικού περιεχομένου, σειρών για τη νεολαία και η συμμετοχή σε θεσμούς όπως η Intervision, η οποία λειτουργεί ως ρωσική απάντηση στη Eurovision.
Στο διαδίκτυο η Ρωσία αυξάνει τον έλεγχο της διαδικτυακής κίνησης και εφαρμόζει τεχνικές throttling ή ακόμη και shutdowns ώστε να διατηρεί λειτουργική αυτονομία από δυτικές υποδομές. Στην τεχνητή νοημοσύνη προωθεί συστήματα όπως το GigaChat ως εναλλακτική του chatGTP. Ο σκοπός αυτής της στρατηγικής είναι η διαμόρφωση μιας αυτάρκους σφαίρας όπου οι πολίτες χρησιμοποιούν ρωσικές εφαρμογές, καταναλώνουν ρωσικό περιεχόμενο και λειτουργούν εντός πλήρως ελεγχόμενου ψηφιακού και πολιτισμικού περιβάλλοντος. Με αυτόν τον τρόπο η Μόσχα εξασφαλίζει εσωτερική στρατηγική αυτονομία και ενισχύει τη θέση της απέναντι σε πιθανές μελλοντικές ρήξεις με τη Δύση.
Ένα δυσοίωνο μέλλον
Στην Ουκρανία ξεσπά αυτές τις ημέρες η μεγαλύτερη υπόθεση διαφθοράς της θητείας Ζελένσκι, και αποκαλύπτονται στοιχεία για τον στενό προεδρικό κύκλο, με την χρονική στιγμή της αποκάλυψης να είναι κρίσιμη. Το σκάνδαλο αποκαλύπτεται τη στιγμή που η Ρωσία διαθέτει σαφές πλεονέκτημα στο πεδίο. Η πρώτη προειδοποιητική βολή έρχεται στις 17 Νοεμβρίου μέσω των Financial Times και τρεις ημέρες αργότερα, στις 20 Νοεμβρίου, διαρρέει το αμερικανικό σχέδιο των είκοσι οκτώ σημείων, με την αλληλουχία να είναι ενδεικτική. Η δημοσίευση της 17ης λειτουργεί ως στοχευμένη πίεση και η διαρροή της 20ης σηματοδοτεί στο Κίεβο ότι τα περιθώρια έχουν περιοριστεί και ότι η Ουάσινγκτον καθορίζει πλέον το πλαίσιο μέσα στο οποίο οφείλει να κινηθεί η ουκρανική ηγεσία.
Η ουσία είναι ότι η Ουάσινγκτον θέτει ξεκάθαρο δίλημμα. Είτε η ουκρανική ηγεσία συμμορφώνεται με το πλαίσιο που διαμορφώνουν οι ΗΠΑ είτε θα επιδιωχθεί η αντικατάστασή της, ακόμη και με ανατρεπτικούς τρόπους, αν αυτό θεωρηθεί αναγκαίο. Εάν ο Ζελένσκι δεν συναινέσει, τότε από περιουσιακό στοιχείο μετατρέπεται σε πολιτικό βάρος, ένα no longer a viable asset, που δυσχεραίνει τον αμερικανικό σχεδιασμό.
Αν αποδεχθεί το σχέδιο ή αν προκύψει νέος πρόεδρος πρόθυμος για διαπραγμάτευση, τότε μεταβάλλεται ολόκληρη η στρατηγική εξίσωση. Σε μια Ουκρανία που δηλώνει έτοιμη για συνθήκη, ο Πούτιν δεν έχει λόγο να συνεχίσει την προέλαση και η ευθύνη περνά σε εκείνον, συνεπάγεται ότι αν επιλέξει να συνεχίσει, αναλαμβάνει το κόστος του επιτιθέμενου και αυτό προσφέρει στον Τραμπ το ισχυρότερο διαπραγματευτικό χαρτί στο τραπέζι.
Ωστόσο, παρά το ξέσπασμα του σκανδάλου που λειτουργεί στην ουσία ως προειδοποίηση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να αποχωρήσουν από την ουκρανική διαδικασία, ο Ζελένσκι παραμένει δεσμευμένος σε δυτικούς μηχανισμούς ισχύος. Επηρεάζεται από το Δημοκρατικό Κόμμα, το βαθύ κράτος της Ουάσινγκτον και κυρίως από το Λονδίνο, το οποίο καθοδηγεί τη σκληρή γραμμή του πολέμου.
To σχέδιο Τραμπ
Κατά την εκτίμηση μου, η Βρετανία και τμήματα της ΕΕ θα πιέσουν την ουκρανική ηγεσία να απορρίψει το σχέδιο Τραμπ. Αν οι ευρωπαϊκές ηγεσίες τον στηρίξουν και εκείνος αγνοήσει την αμερικανική γραμμή, δεν επιτυγχάνεται κατάπαυση και δεν ανοίγει ο δρόμος για συνθήκη. Αυτό συνεπάγεται παράταση του πολέμου, περαιτέρω προέλαση της Ρωσίας, ενίσχυση της ισχύος της Μόσχας και αυξημένο κίνδυνο κλιμάκωσης.
Η πρόσφατη διαρροή της συνομιλίας του Steve Witkoff, στενού συμβούλου του Τραμπ, με τον Yuri Ushakov, κορυφαίο σύμβουλο του Πούτιν, αποτελεί ένδειξη ότι ορισμένοι δρώντες επιχειρούν με κάθε τρόπο να αποτρέψουν το κλείσιμο του ουκρανικού μετώπου, κάτι που αυξάνει την πιθανότητα ατυχήματος ή ακόμη και false flag attack όπως έχει προειδοποιήσει η Μόσχα από την έναρξη της διένεξης. Υπό αυτές τις συνθήκες η πιο ρεαλιστική επιλογή για τον Τραμπ ενδέχεται να βρίσκεται στην άσκηση πίεσης προς το Λονδίνο, εξέλιξη που μπορεί να καθορίσει το επόμενο στάδιο του όλου ζητήματος.
Εκτιμώ ότι το σχέδιο Τράμπ δεν αποτελεί λύση, παρότι προβάλλεται επικοινωνιακά ως διπλωματική ειρηνευτική πρωτοβουλία, και στην πραγματικότητα λειτουργεί ως εργαλείο της Ουάσινγκτον. Η εσκεμμένη προχειρότητά του, όπως και στο αντίστοιχο σχέδιο για τη Μέση Ανατολή, δείχνει ότι στόχος δεν είναι το κλείσιμο των μετώπων αλλά η δημιουργία ενός μηχανισμού που αφήνει χώρο στους ισχυρότερους περιφερειακούς δρώντες, δηλαδή στη Ρωσία στην Ανατολική Ευρώπη και στο Ισραήλ στη Μέση Ανατολή, να δημιουργήσουν τα τετελεσμένα πάνω στο ρήγμα της μετάβασης του διεθνούς συστήματος πριν παγιωθεί η νέα τάξη, τετελεσμένα τα οποία θα ενσωματωθούν στη μεταπολεμική αρχιτεκτονική από την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να αντλήσουν στρατηγικό πλεονέκτημα.





