Πρέσα Τραμπ στον Ερντογάν και με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους
01/05/2019Νέες φωτιές στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις άναψε ο Τραμπ, κοινοποιώντας την πρόθεσή του να χαρακτηρίσουν οι ΗΠΑ τρομοκρατική οργάνωση τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Η εξαγγελία του Τραμπ στρέφεται ευθέως εναντίον του Ερντογάν, στην αντιπαράθεση όμως ενεπλάκη και η Τεχεράνη.
Η ανακοίνωση για την πρόθεση του Τραμπ έγινε από την εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου, Σάρα Σάντερς, η οποία μάλιστα ανέφερε ότι ο πρόεδρος εξετάζει αυτήν την πιθανότητα, μετά τις συνομιλίες που είχε με τους συμβούλους εθνικής ασφάλειας και με ηγέτες της περιοχής.
Πρώτος από αυτούς τους ηγέτες που επικαλούνται οι Αμερικανοί είναι ο πρόεδρος της Αιγύπτου Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι, με τον οποίο ο Τραμπ συναντήθηκε πριν τρεις εβδομάδες στην Ουάσινγκτον. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, η αδελφότητα που ιδρύθηκε το 1928 και αποτελεί το παλαιότερο κίνημα του σουνιτικού ισλάμ, είναι «μαύρο πρόβατο» για τον Αιγύπτιο πρόεδρο.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί, ότι ο Σίσι ανέλαβε την εξουσία, αφού ανέτρεψε πρώτα, ως επικεφαλής του αιγυπτιακού στρατού, το 2013, τον ισλαμιστή προκάτοχό του, Μοχάμεντ Μόρσι, ο οποίος ήταν στέλεχος των Αδελφών Μουσουλμάνων. Ο Μόρσι καταδικάστηκε στην συνέχεια «εις θάνατον», ενώ ο Αιγύπτιος πρόεδρος έθεσε εκτός νόμου ως τρομοκράτες τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Στόχος ο Ερντογάν
Αν ο Τραμπ υλοποιήσει τελικά την πρόθεσή του, τότε οι ΗΠΑ θα μπορούν να επιβάλουν κυρώσεις σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή οργάνωση έχει σχέσεις με την μουσουλμανική αδελφότητα. Πρώτος από αυτούς είναι όμως ο Ερντογάν και το κόμμα του ΑΚΡ, το οποίο διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Μετά την πτώση του Μόρσι άλλωστε πολλά στελέχη της αδελφότητας διέφυγαν στην Τουρκία για να γλιτώσουν τις διώξεις του Σίσι, την κυβέρνηση του οποίου ο Ερντογάν χαρακτηρίζει τρομοκρατική οργάνωση. Μάλιστα ο Τούρκος πρόεδρος παραλληλίζει πολλές φορές την ανατροπή του Μόρσι με το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του, τον Ιούλιο του 2016.
Οι σχέσεις της Άγκυρας με το Κάιρο έχουν επιδεινωθεί από την ανατροπή του Μόρσι και μετά. Σε αυτό συνέβαλε βεβαίως και ο προσεταιρισμός της Αιγύπτου από την Σαουδική Αραβία, η οποία είναι ο κύριος αντίπαλος της Τουρκίας στον ανταγωνισμό για την επικυριαρχία στον σουνιτικό μουσουλμανικό κόσμο.
Ανέλαβαν την υπεράσπιση
Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αντέδρασαν στην ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, διαμηνύοντας από το Κάιρο ότι θα συνεχίσουν την δράση τους, στηριζόμενοι «στη μετριοπαθή και ειρηνική κρίση» τους. Ανέφεραν μάλιστα ότι το έργο τους δεν θα επηρεαστεί από τις όποιες αποφάσεις της αμερικανικής κυβέρνησης.
Την υποστήριξή τους ωστόσο ανέλαβε το κόμμα του Ερντογάν, ΑΚΡ, ο εκπρόσωπος του οποίου προειδοποίησε ότι, αν ο Τραμπ υλοποιήσει την πρόθεσή του, η ενέργεια αυτή θα βλάψει κάθε διαδικασία εκδημοκρατισμού στη Μέση Ανατολή και θα ενισχύσει το Ισλαμικό Κράτος.
Την πρόθεση του Τραμπ επέκρινε και η Τεχεράνη, με τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών να δηλώνει ότι «οι ΗΠΑ δεν είναι σε θέση να χαρακτηρίζουν άλλους ως τρομοκρατικές οργανώσεις». Από την πρωτεύουσα του Κατάρ, Ντόχα, όπου βρίσκεται, ο Ζαρίφ δήλωσε μάλιστα ότι «οι ΗΠΑ στηρίζουν τον μεγαλύτερο τρομοκράτη στην περιοχή», που για τον ίδιο δεν είναι άλλος από το Ισραήλ. Ο Τραμπ έχει εντάξει ήδη τους Ιρανούς Φρουρούς της Επανάστασης στην λίστα των ξένων τρομοκρατικών οργανώσεων και η Τεχεράνη απάντησε χαρακτηρίζοντας τρομοκράτες όλους τους Αμερικανούς στρατιώτες στην Μέση Ανατολή.
Η πρωτοβουλία του Τραμπ για τους Αδελφούς Μουσουλμάνους συναντά όμως αντιδράσεις και στο εσωτερικό της αμερικανικής κυβέρνησης, ιδιαίτερα στο Πεντάγωνο, όπως ανέφερε η εφημερίδα New York Times. Και αυτό γιατί είναι δεδομένο ότι μια τέτοια ενέργεια θα πυροδοτήσει νέα ένταση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις και ενδέχεται να σπρώξει την Άγκυρα πιο βαθιά στην ρωσική αγκαλιά.
Στενός κλοιός για την Τουρκία
Αν και Αμερικανός αξιωματούχος φέρεται να δήλωσε ότι την ένταξη των Αδελφών Μουσουλμάνων στην αμερικανική «μαύρη λίστα» των τρομοκρατικών οργανώσεων την ζήτησε ο Αιγύπτιος πρόεδρος Σίσι, στην συνάντηση που είχε με το Τραμπ στις 9 Απριλίου, ο χρόνος που ανακοινώθηκε δείχνει ευθέως τον Ερντογάν.
Η κοινοποίησή της έγινε μόλις ένα εικοσιτετράωρο μετά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν οι δύο πρόεδροι, στην οποία, όπως ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος, συζητήθηκαν το ζήτημα της ασφάλειας στην Βόρεια Συρία και η αγορά από την Άγκυρα του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400. Στην ανακοίνωση του Λευκού Οίκου μάλιστα, σε αντίθεση με την αντίστοιχη της τουρκικής προεδρίας, δεν γινόταν καμία αναφορά στην τουρκική πρόταση για «κοινή ομάδα εργασίας». Πράγμα που σημαίνει ότι παραμένουν οι διαφωνίες για τους S-400.
Προς την εκτίμηση αυτή συνηγορούν και όσα είπε λίγες ώρες αργότερα ο Ερντογάν για τα F-35, την παράδοση των οποίων στην Άγκυρα έχουν παγώσει οι Αμερικανοί. Χολωμένος προφανώς από το αδιέξοδο στην συνομιλία του με τον Τραμπ, ο Τούρκος πρόεδρος δεν δίστασε να πει ότι ο αποκλεισμός της Άγκυρας από ένα πρόγραμμα για τα F-35, το καταδικάζει σε πλήρη κατάρρευση.
Σε όλα αυτά φαίνεται ότι απάντησε ο Τραμπ, βάζοντας στο πακέτο των πιέσεων και το θέμα των Αδελφών Μουσουλμάνων. Το ίδιο είχε κάνει άλλωστε και πριν μία εβδομάδα με την διαφοροποίησή του στο ζήτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Αρμενίων, η οποία προκάλεσε επίσης την οργισμένη αντίδραση των Τούρκων.