Ο Κοτζιάς κι όχι ο Αναστασιάδης αντιτάχθηκε στο καθεστώς Εγγυήσεων
24/07/2019Το θέμα της Ασφάλειας και του αναχρονιστικού καθεστώτος των Εγγυήσεων στην Κυπριακή Δημοκρατία ανέδειξε για πρώτη φορά ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος Νίκος Κοτζιάς. Ένα θέμα που θεωρείτο ταμπού μέχρι το 2015. Στο έγγραφο που κατατέθηκε ως συνολική πρόταση από την Ελλάδα, σημειώνεται πως το σύστημα εγγυήσεων, όπως υιοθετήθηκε, ως παράρτημα των συμφωνιών εγκαθίδρυσης, πρέπει να καταργηθεί, καθώς αντιτίθεται άρδην στις αρχές του διεθνούς δικαίου.
«Η ίδια η θεσμοθέτησή του ήταν εξαρχής αντίθετη προς το διεθνές δίκαιο… Στην πράξη, δε, υπήρξε συστηματική παραβίασή του, με αποκορύφωμα την εισβολή της Τουρκίας το 1974 και τις διατηρούμενες επιπτώσεις της από τη διαρκή κατοχή. Με άλλα λόγια, η σημερινή κατάσταση εμπεριέχει αλυσίδα παρανομιών…» (Νίκος Κοτζιάς, Κύπρος 2015-2018, μια τριετία που άλλαξε το Κυπριακό, σελ. 219-220).
Ο καθηγητής Πέτρος Λιάκουρας αναφέρει επί του θέματος: «Στόχος των εγγυήσεων, από ό,τι προκύπτει, ήταν να διατηρηθεί, όπως υιοθετήθηκε, το καθεστώς των Συμφωνιών του 1959. Εξάλλου, η Συνθήκη Εγγύησης συνιστά επιστέγασμα των επιδιώξεων των τότε παραγόντων συμβαλλομένων χωρών να συστήσουν ένα δεσμευμένο κράτος με επιβεβλημένο Σύνταγμα και καθιστώντας ανίσχυρη οιαδήποτε από τις δύο κοινότητες, ουχ ήττον την πλειοψηφία, να αναθεωρήσει τη συνταγματική δομή όπως αυτή απορρέει από τις συμφωνίες ίδρυσης.
»Ανάλογες ρυθμίσεις προβλέφθηκαν όσον αφορά τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη το 1995, όπου, επειδή θεωρήθηκε ότι η δομή της τριεθνοτικής χώρας ανάμεσα σε ανταγωνιστικές εθνότητες με απειλητική την τάση να διαλυθεί είναι επικίνδυνα επισφαλής, η προσφυγή στην εξωτερική εγγυητική δύναμη κρίθηκε ως απαραίτητο στοιχείο για να παραχωρηθεί η ανεξαρτησία νέας χώρας.
»Η ασφάλεια της νήσου προσδιορίζεται από τη Συνθήκη Εγγύησης του 1959 που συνιστά έναν μηχανισμό αλληλοσυνδεόμενων υποχρεώσεων. Το σύνολο των Συνθηκών Ίδρυσης, Συμμαχίας και Εγγύησης δεσμεύει όχι μόνο τις τρεις συμβαλλόμενες χώρες να μην παρέμβουν για ίδιον όφελος, αλλά και μέσω του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να μη μεταβάλλει τίποτε. Όλοι οι φορείς αυτοί έχουν την υποχρέωση να διατηρούν και να ενισχύουν τη δομή που έχει προβλεφθεί και, επειδή αποκτά χαρακτήρα διεθνούς υποχρέωσης που δεσμεύει και την Κυπριακή Δημοκρατία, δεν είναι δυνατό να αναθεωρηθεί από καμία από τις δύο κοινότητες».
Ενέργεια που στερείται νομικής βάσης
Σύμφωνα με τον Πέτρο Λιάκουρα, «η Τουρκία έκανε χρήση της διάταξης 4 της Συνθήκης Εγγύησης του 1959 και εισέβαλε τον Ιούλιο του 1974 με το επιχείρημα ότι η ανατροπή του Μακάριου από αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδος, κατ’ εντολή της στρατιωτικής κυβερνήσεως των Αθηνών, συνιστά εισβολή σε βάρος της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και συνάμα ανατροπή του καθεστώτος των συμφωνιών του 1959, που η Συνθήκη Εγγύησης ρητά προστατεύει.
»Η στρατιωτική αυτή εισβολή της Τουρκίας επί τη βάσει της Συνθήκη Εγγύησης επικρίθηκε από την επιστήμη με το επιχείρημα ότι μια τέτοια βίαιη ενέργεια στερείται της νομικής βάσης και ότι ως ένοπλη βία αντιστέκεται στις θεμελιώδεις διατάξεις του Χάρτη που απαγορεύουν τη χρήση της, ιδίως εάν αυτή καταλήγει σε διαίρεση του εδάφους και κατοχή, διά της παρουσίας των ενόπλων αυτών δυνάμεων της ίδιας χώρας που εισέβαλε, μέρους αυτού του εδάφους» (Πέτρος Λιάκουρας, “Από τη Ζυρίχη στη Λουκέρνη”, σελ. 475-476, εκδόσεις Σιδέρης).
Για τη μονομερή αυθαίρετη ερμηνεία της Συνθήκης Εγγυήσεως από την Τουρκία για να δικαιολογήσει την τουρκική εισβολή υπάρχουν γνωματεύσεις διεθνούς κύρους διεθνολόγων, οι οποίες αντικρούουν τους τουρκικούς ισχυρισμούς. Ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής Γιαννάκης Ομήρου, σε άρθρο του στον “Φιλελεύθερο” (Ιούνιος 2017), επικαλείται τη γνωμάτευση του διεθνολόγου Hans Kelsen, ο οποίος σημειώνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Το άρθρο 3 της Συνθήκης Εγγυήσεως φαίνεται ότι, όπως προκύπτει τόσο από τους όρους του όσο και από τις περιστάσεις υπό τις οποίες συνάφθηκε, αποσκοπεί να καλύψει κυρίως περίπτωση, κατά την οποία το κυπριακό Σύνταγμα ανατρέπεται από εσωτερική επανάσταση, η οποία στοχεύει είτε στον περιορισμό των μειονοτικών δικαιωμάτων, είτε σε ένωση με άλλο κράτος ή σε διχοτόμηση.
Αν οι εγγυήτριες δυνάμεις είχαν δικαίωμα να αναλάβουν δράση στρατιωτικού χαρακτήρα, αυτό θα μπορούσε υπό ορισμένες προϋποθέσεις να δικαιολογηθεί ως αυτοάμυνα. Αυτές οι περιστάσεις θα προέκυπταν αν, κατά τη διάρκεια μιας επανάστασης, γινόταν ένοπλη επέμβαση κατά των στρατευμάτων μιας εγγυήτριας δύναμης που βρίσκονται σταθμευμένα στην Κύπρο. Το δικαίωμα αυτό της αυτοάμυνας, όμως, δεν πηγάζει από τη Συνθήκη Εγγυήσεως, αλλά από το γενικό Διεθνές Δίκαιο, όπως περιορίζεται από το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη.
Πιο περίπλοκη η νομική κατάσταση
»Η νομική κατάσταση είναι πιο περίπλοκη, αν οι ταραχές στην Κύπρο τείνουν να αναστατώσουν το καθεστώς που δημιουργήθηκε με τη Συνθήκη, αλλά δεν οδηγούν σε επίθεση επί των στρατευμάτων κάποιας εγγυήτριας δύναμης. Στο σημείο αυτό οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 2 του Καταστατικού Χάρτη καθίστανται οι κυρίαρχες νομικές παράμετροι του ζητήματος… Πολλές νομικές συζητήσεις έχουν επικεντρωθεί στην ερμηνεία των πιο πάνω άρθρων, ιδιαίτερα για τον ορισμό της επιθετικότητας…
»O Quincy Wright έχει εκφράσει την πιο δημοφιλή άποψη, όταν όρισε την έννοια της επιθετικότητας, όπως προκύπτει από το άρθρο 2 (4), ως ακολούθως: “Η απειλή για χρήση ένοπλης βίας πέραν από ένα διεθνώς αναγνωρισμένο σύνορο, για το οποίο μια κυβέρνηση είναι de facto ή de jurer υπεύθυνη, εκτός αν δικαιολογείται από ανάγκη για ατομική ή συλλογική αυτοάμυνα, μετά από εξουσιοδότηση του ΟΗΕ για αποκατάσταση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας ή με τη συναίνεση του κράτους εντός των περιοχών του οποίου χρησιμοποιούνται οι ένοπλες δυνάμεις”».