Η μεσαιωνική κάθοδος των Σλάβων και η τωρινή “εισβολή” των μουσουλμάνων
29/11/2019Οι απαρχές του φαινόμενου της μετανάστευσης χάνονται στις λυκαυγές του ανθρωπίνου είδους. Από την προϊστορική περίοδο μέχρι και το 2019, πληθυσμιακές ομάδες επιλέγουν να εγκαταλείψουν τον τόπο κατοικίας τους. Οι αιτίες ποικίλουν, από κλιματολογικές αλλαγές μέχρι πολεμικές συγκρούσεις, οικονομικά προβλήματα και ούτω καθ’ εξής. Οι εν λόγω μετακινήσεις πληθυσμών είναι ειρηνικές ή συνοδεύονται από στρατιωτικές εισβολές. Το δεύτερο απετέλεσε τον κανόνα, κατά τα χρόνια της ύστερης αρχαιότητας και στο μεσαίωνα, έως τις απαρχές της σύγχρονης εποχής.
Στη μοντέρνα περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας, η μετανάστευση έχει περιοριστεί, σχεδόν αποκλειστικά, στην ειρηνική μετακίνηση πληθυσμών. Το παραπάνω οφείλεται στην τεχνολογική ανάπτυξη, αλλά και την σταδιακή έκλειψη εκτεταμένων νομαδικών κοινωνικών δομών. Ακόμη, διαχρονικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η μελέτη των συνεπειών, στις περιοχές υποδοχής των εκάστοτε μεταναστών. Σε γενικές γραμμές δύο είναι οι περιπτώσεις.
Εποικοδομητική θεωρείται η μετανάστευση, όταν οι κοινωνίες υποδοχής καταφέρνουν να απορροφήσουν τους μετανάστες, ενσωματώνοντάς τους στο υπάρχον πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο. Έτσι καθιστούν την μετανάστευση επωφελή γι’ αυτές. Παραδείγματος χάριν, οι κάθοδοι των Αρβανιτών κατά τον ύστερο μεσαίωνα. Σ’ αυτή την περίπτωση οι νέοι πληθυσμοί ενσωματώθηκαν στην ελληνική κοινωνία, πολιτικά και οικονομικά. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η πολιτισμική συγγένεια με τους Έλληνες, παρά την αλλογλωσσία τους.
Το ίδιο δείχνουν τα πράγματα, πως συμβαίνει και με τους Αλβανούς που ήλθαν στην Ελλάδα μετά το 1990. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, αναφέρω πως ο γράφων είναι Αρβανίτης και το παραπάνω παράδειγμα δεν αποσκοπεί στην πλήρη ταύτιση μεταξύ των Αρβανιτών που ήλθαν πριν από αιώνες στον ελληνικό χώρο, με τους Αλβανούς του 20ου αιώνα, παρά τις οποίες ομοιότητες μεταξύ των δυο περιπτώσεων.
Όταν, όμως, οι κοινωνίες αδυνατούν να διαχειριστούν ή και να απορροφήσουν τους νεοφερμένους, μοιραία οδηγούνται σε δραματική πολιτική, κοινωνική αλλά και πολιτισμική μετάλλαξη. Τα παραπάνω συχνά συνοδεύονται από πλήρη κατάρρευση των υπαρχόντων δομών. Χαρακτηριστική γεγονός που εμπίπτει σ’ αυτή την κατηγορία, είναι ο σταδιακός εκγερμανισμός της δυτικής Ευρώπης σε συνδυασμό με την, συνεπακόλουθη, κατάρρευση της δυτικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Οι τρεις μεταβλητές
Το κατά πόσον μια κοινωνία διαθέτει τη δυνατότητα ενσωμάτωσης, και πολύ περισσότερο αφομοίωσης, των μεταναστών εξαρτάται από τρεις μεταβλητές:
- Πρώτον, πόσοι έρχονται, δηλαδή τα πληθυσμιακά μεγέθη των μεταναστών.
- Δεύτερον, που πάνε, δηλαδή ποια είναι τα οικονομικά, δημογραφικά και πολιτικά δεδομένα στον χώρο υποδοχής.
- Τρίτον, ποιοι έρχονται, δηλαδή ποιο είναι το πολιτισμικό υπόβαθρο των νέων πληθυσμών. Ως πολιτισμικό υπόβαθρο λογίζεται η θρησκεία, η γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα, η κοινωνική οργάνωση κτλ. Το κατά πόσον, το πολιτισμικό χάσμα είναι γεφυρώσιμο και διαχειρίσιμο αποτυπώνεται, κατεξοχήν, από την λεγόμενη πολιτισμική συμβατότητα.
Ας ασχοληθούμε με ένα παράδειγμα από το παρελθόν, που εμπίπτει στην κατηγορία των εν δύναμη “καταστροφικών” περιπτώσεων. Αναφερόμαστε στις σλαβικές μεταναστεύσεις του 7ου και 8ου μ.Χ. αιώνα, για τις οποίες πολλά έχουν λεχθεί και ακόμα περισσότερα γραφτεί.
Η μαζική πληθυσμιακή εξάπλωση των σλαβικών φυλών στην ανατολική και νοτιοανατολική Ευρώπη, μετέβαλε αποφασιστικά τα γλωσσικά, τα πολιτισμικά, καθώς και τα δημογραφικά δεδομένα της περιοχής.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι λόγω του πλήθους των Σλάβων μεταναστών, ακόμα και κατοπινοί κατακτητές περιοχών κατοικούμενων από Σλάβους, όπως οι Ρως και οι Πρωτοβούλγαροι, αφομοιώθηκαν σε σημαντικό βαθμό και υπέστησαν καθολικό εκσλαβισμό. Η μόνη περιοχή η οποία γλύτωσε ήταν οι ελλαδικές επαρχίες της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, δηλαδή του Βυζαντίου.
Η κάθοδος των Σλάβων στο Βυζάντιο
Εξετάζοντας την περίπτωση των μεσαιωνικών σλαβικών μεταναστεύσεων στον ελλαδικό χώρο, διαπιστώνουμε τα εξής: Η χρονική συγκυρία ήταν ακατάλληλη, καθώς η αυτοκρατορία είχε υποστεί τις ισλαμοαραβικές εισβολές, άρα ήταν εξαντλημένη οικονομικά και δημογραφικά. Επίσης, το πλήθος των μεταναστών ήταν τέτοιο που καθιστούσε την απορρόφησή τους ιδιαίτερα δυσχερή.
Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με το πολιτισμικό χάσμα, που πήγαζε από τις φυλετικές κοινωνικές δομές και τη σλαβοφωνία, κατέστησαν την ενσωμάτωση των σλαβικών φύλων προβληματική. Συν τοις άλλοις, η ελληνικότητα των ευρωπαϊκών επαρχιών του Βυζαντίου κινδύνευσε καίρια όταν πολλές εκ των σκλαβηνιών (έτσι ονομάζονταν οι αυτόνομες σλαβικές κοινωνικές οντότητες) στη Μακεδονία δήλωσαν πίστη στην Βουλγαρική Αυτοκρατορία, λόγω πολιτισμικής και γλωσσικής συγγένειας.
Παρατηρούμε λοιπόν, ότι η μαζική μετανάστευση πληθυσμών σε μια δυσχερή οικονομική και δημογραφική περίοδο, δύναται να απειλήσει την κοινωνία που τους δέχεται. Να την απειλήσει με πλήρη αλλοίωση και ενδεχομένως με ιστορικό αφανισμό. Ειδικά εάν δεν υφίσταται η αναγκαία πολιτισμική συμβατότητα, μεταξύ των γηγενών και των μεταναστών.
Η σημασία της πολιτισμικής ταυτότητας
Οι βασικοί λόγοι που η Ελλάδα δεν κατέστη τότε σλαβική ήταν η μεθοδικότητα των αυτοκρατορικών θεσμών, σε συνδυασμό με την ισχυρή πολιτισμική ταυτότητα των Ρωμιών. Αυτή η ταυτότητα εδραζόταν, πρωταρχικά, στην Ορθοδοξία και στην ελληνική γλώσσα. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με υποχρεωτικές μετακινήσεις πληθυσμών και εκχριστιανισμούς, οδήγησαν την ελλαδική χερσόνησο στον επανελληνισμό. Κι αυτό, παρά το γεγονός πως η ηπειρωτική Ελλάδα, πλην ορισμένων πόλεων είχε κατακλυστεί από Σλάβους για περίπου 150 χρόνια.
Ας φανταστούμε τι θα γινόταν αν η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εγκατέλειπε τον ελληνορθόδοξο χαρακτήρα της, προς χάριν ενός πολυπολιτισμικού ανεκτικού μοντέλου. Κι αυτό, παρότι η Αυτοκρατορία ήταν από τη φύση της πολυεθνοτική, ενώ η σημερινή Ελλάδα είναι εθνικό κράτος. Αποτολμώντας παρόλα αυτά να κάνουμε παραλληλισμούς με το σήμερα, παρατηρούμε μια σειρά από κοινά μοτίβα, τηρουμένων πάντοτε των αναλογιών.
Η Ελλάδα καθίσταται δέκτης κλιμακούμενων μεταναστευτικών ροών, αποτελούμενων από πληθυσμούς πολιτισμικά ασύμβατους, σε μια περίοδο οικονομικής και δημογραφικής κρίσης της ελληνικής κοινωνίας. Από την άλλη, οι σύγχρονοι Έλληνες συνεχίζουν να διατηρούν την πολιτισμική τους ταυτότητα, η οποία πηγάζει από την αντίστοιχη “ανατολικορωμαϊκή”. Μια ταυτότητα η οποία, αποτελεί διαχρονικά τη βάση της ιστορικής επιβίωσης του Ελληνισμού, καθώς και της ενσωμάτωσης διαφόρων μετέπειτα αφιχθέντων πληθυσμών.
Ωστόσο, η πολιτισμική ιδιοπροσωπία των Ελλήνων βρίσκεται στο στόχαστρο αναθεωρητικών τάσεων, εξωγενών και ενδογενών. Επίσης, καθ’ αναλογία με τις σλαβικές φυλές του μεσαίωνα, οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί διαθέτουν εξόχως ισχυρότερη συνειδησιακή και πολιτισμική βάση. Ας μην ξεχνάμε, πως η χώρα μας γειτνιάζει με μια αναθεωρητική μουσουλμανική δύναμη. Δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο, η Τουρκία να επιχειρήσει να προσεταιριστεί τους μουσουλμάνους μετανάστες, η έστω τμήμα αυτών, εναντίον της Ελλάδας.
Τέλος, το ελληνικό κράτος δείχνει να μην διαθέτει τη βούληση, άρα ούτε τη στρατηγική, να εφαρμόσει αυτόνομες πολιτικές διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών. Το παραπάνω, σε συνδυασμό με την ανικανότητα(;) και την απροθυμία των Ευρωπαίων, μπορεί να μετατρέψει το μεταναστευτικό ζήτημα σε υπαρξιακό εθνικό κίνδυνο. Το διακύβευμα δεν είναι άλλο, από την ίδια την επιβίωση του Ελληνισμού.