Τα σενάρια της RAND για την Τουρκία πυροδοτούν φήμες για πραξικόπημα
18/02/2020Μετά τον Ερντογάν τί; Είναι δυνατόν η δεκαετία που διανύουμε να κυοφορεί το πολιτικό τέλος του; Μπορεί το αυτοκρατορικό σύνδρομο της Τουρκίας να τροφοδοτήσει γεωπολιτικές ανακατατάξεις που θα αφήσουν παντελώς απομονωμένο το νέο-σουλτάνο, επαναπροσδιορίζοντας τη θέση της Τουρκίας στο περιφερειακό και διεθνές γίγνεσθαι; Η 300 σελίδων έκθεση της RAND Corporation, που αντανακλά σχεδιασμούς και προβληματισμούς του βαθέος αμερικανικού κράτους, έχει πυροδοτήσει στην Τουρκία ένα κύμα φημών για επικείμενο πραξικόπημα.
Μία από τις κορυφαίες δεξαμενές σκέψης του κόσμου φωτίζει τους μαιάνδρους της σημερινής τουρκικής πολιτικής σκηνής και χαρτογραφεί το μέλλον της γειτονικής χώρας για τη δεκαετία που μόλις αρχίσαμε να διανύουμε. Πρόκειται για μία έκθεση που τόσο στην Ουάσιγκτον, όσο και στις Βρυξέλλες μελετάνε, ενδελεχώς. Η RAND που εδρεύει στην Καλιφόρνια και βρίσκεται ένατη στη διεθνή κατάταξη των think tanks ανά την υφήλιο, έχει και στο παρελθόν καταπιαστεί με την τουρκική εκδοχή του πολιτικού Ισλάμ.
Είχε, μάλιστα, προβλέψει και το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, γεγονός που προκαλεί ανησυχίες στα ηγετικά κλιμάκια της Τουρκίας. Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι αυτές τις ημέρες πραγματοποιήθηκε ένα κύμα συλλήψεων (περίπου 700) υποτιθέμενων οπαδών του ιμάμη Γκιουλέν. Στην πραγματικότητα, ο Ερντογάν προσπαθεί με τέτοιου είδους κινήσεις να μηδενίσει τις πιθανότητες ενός νέου πραξικοπήματος.
Τέσσερα χρόνια μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, η έκθεση με τίτλο “Turkey’s Nationalist Course: Implications for the U.S. – Turkish Strategic Partnership and the U.S. Army” (Η Εθνικιστική Πορεία της Τουρκίας: Επιπτώσεις για τη Στρατηγική Εταιρική Σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας και για τις αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις) ξεδιπλώνει τέσσερα πιθανά σενάρια για το τι μέλλει γενέσθαι με τη γειτονική χώρα και τις σχέσεις της με όλους τους παίκτες-κλειδιά, μεταξύ των οποίων και με την Ελλάδα.
Μεταξύ των άλλων θέτει και απαντά το καυτό ερώτημα εάν προαλείφεται κάποιος για να αντικαταστήσει τον Ερντογάν με την παρασκηνιακή στήριξη των δυτικών δυνάμεων. Επίσης κάνει αναφορά στις πληροφορίες ότι ο Τούρκος πρόεδρος είναι βαριά ασθενής και επίκειται το φυσικό τέλος του, θέτοντας το ερώτημα τι θα σημάνει αυτό για την Τουρκία και την ευρύτερη περιοχή.
Στα χνάρια του Οζάλ ο Ερντογάν
Οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, το Ισραήλ, καθώς και με τις άλλες χώρες της Ανατολικής Μεσογείου έχουν ήδη μεταλλαχθεί εξαιτίας της στρατηγικής που ακολουθεί ο Ταγίπ Ερντογάν. Αυτή είναι που επιχειρεί να αναδείξει την Τουρκία σε αυτόνομη περιφερειακή δύναμη.
Η μελέτη αρχικά επιχειρεί να καταδείξει και να ερμηνεύσει τον τουρκικό εθνικισμό που μοιάζει να λαμβάνει όλο και επιθετικότερη μορφή. Στόχος του είναι να συσπειρώσει τον λεγόμενο “τουρκικό κόσμο”. Ο Τουργκούτ Οζάλ τον έχει ορίσει από την Αδριατική μέχρι το Σινικό Τείχος. Σ’ αυτά τα χνάρια κινείται και ο σημερινός Τούρκος πρόεδρος.
Το κλίμα που καλλιεργεί στη γειτονική μας χώρα εμπεριέχει μία όλο και κλιμακούμενη εχθρότητα απέναντι σε μειονότητες, ενώ ενισχύει συνεχώς τον ρόλο του Ισλάμ. Η αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, τόσο της Ελληνικής, όσο και της Κυπριακής Δημοκρατίας αντανακλούν τον διάχυτο επεκτατισμό.
«Σύμμαχοι» οι Τούρκοι
Παρ’ ότι η απαγκίστρωση της Τουρκίας από τη Δύση και ειδικά τις ΗΠΑ τείνει να πάρει οριστική μορφή, το βαθύ κράτος της Ουάσιγκτον δεν φαίνεται να έχει προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Αυτό τουλάχιστον συμπεραίνει η μελέτη. Για του λόγου το αληθές, προτείνει μία διαφορετική μακροπρόθεσμη στρατηγική που θα οχυρώνει τις ΗΠΑ απέναντι στα τερτίπια της Τουρκίας.
Επιπλέον, αναλύει τις ευρωτουρκικές σχέσεις, οι οποίες βρίσκονται «στο χαμηλότερο σημείο τους», αλλά και τη συμμαχία Μόσχας-Άγκυρας. Σε σχέση με αυτήν, οι αναλυτές τονίζουν το ενδεχόμενο να προκύψουν σοβαρές εντάσεις, τις οποίες υπονοείται πως θα πρέπει να είναι έτοιμες ανά πάσα στιγμή να εκμεταλλευτούν οι ΗΠΑ.
Διαβάζοντας με προσοχή τη μελέτη, κάποιος θα μπορούσε να εξάγει το συμπέρασμα ότι το μέλλον των Κούρδων είναι δυσοίωνο. Σε αντίθεση με τους Τούρκους, οι οποίοι αποκαλούνται «σύμμαχοι», αυτοί υποβαθμίζονται σε «εταίροι». Εξάλλου, οι προβλέψεις της συγκεκριμένης αναφοράς δεν προβλέπουν ούτε οριστική, ούτε εκκωφαντική ρήξη ΗΠΑ-Τουρκίας, παρά τον δρόμο που φαίνεται να έχει επιλέξει ο Ταγίπ Ερντογάν. Θα αλλάξει, άραγε, γραμμή πλεύσης; Τέσσερα είναι τα πιθανά σενάρια που παρουσιάζονται.
Ο Ερντογάν ως «δύσκολος σύμμαχος»
Το πρώτο θέλει την Τουρκία να διαβαίνει τη προσεχή δεκαετία, παραμένοντας «ο δύσκολος σύμμαχος». Ακριβώς όπως και σήμερα, ο Ερντογάν θα “βασιλεύει” σαν άλλος σουλτάνος συνεχίζοντας, όποτε το επιθυμεί, τα τερτίπια του έναντι της υπερατλαντικής υπερδύναμης. Με τη σειρά τους, οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν τον «πυροσβεστικό χαρακτήρα που έχουν υιοθετήσει».
Με λίγα λόγια, μπορεί οι σχέσεις της Άγκυρας με τη Ουάσιγκτον να είναι προβληματικές, αλλά δεν θα εκραγούν. Και αυτό, καθώς οι συσχετισμοί ευνοούν και θα συνεχίσουν να ευνοούν στο εγγύς μέλλον την Τουρκία. Παρ’ ότι θα βρίσκονται σε διαφορετικά στρατόπεδα σε πολλά και καίρια ζητήματα, οι Αμερικανοί δεν είναι διατεθειμένοι ούτε να παραγκωνίσουν την Τουρκία, ούτε να την αφήσουν να πέσει ολοκληρωτικά στην αγκαλιά της Ρωσίας.
Το δεύτερο σενάριο επιφυλάσσει μία ανατροπή, καθώς εμφανίζει την Τουρκία να πραγματοποιεί σημαντικά βήματα εκδημοκρατισμού, επανερχόμενη στο πρότερο δημοκρατικό (περίπου) βίο της. Οι συγγραφείς της μελέτης αποκαλούν την εκδοχή αυτή «αναδυόμενη (ή επανακάμπτουσα) δημοκρατία» (Resurgent Democracy). Αυτό προϋποθέτει την απομάκρυνση του Ταγίπ Ερντογάν. Για την ακρίβεια, τον εκτοπισμό του από τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Οι δελφίνοι στο προσκήνιο
Το τεντωμένο σχοινί, στο οποίο βαδίζει, θα κοπεί, με αποτέλεσμα να εκδιωχθεί στις εκλογές του 2023, χάνοντας την πολιτική απήχηση που συνεχίζει να έχει στα λαϊκά στρώματα της τουρκικής κοινωνίας. Και δεν είναι λίγοι οι δελφίνοι που εργάζονται πυρετωδώς για την “απόσυρσή” του.
Είναι η ακροδεξιά Μεράλ Άκσενερ, αποκαλούμενη και «Τουρκάλα Λεπέν». Ο πρώην στενός συνεργάτης του Ταγίπ Ερντογάν, ο Αμπντουλάχ Γκιούλ, επίσης μοιάζει να απειλεί τον Τούρκο πρόεδρο. Η μελέτη ισχυρίζεται ότι και ο Μπιναλί Γιλντιρίμ ετοιμάζεται κι αυτός να τον εγκαταλείψει, οργανώνοντας γεύματα με μεγαλοστελέχη του κυβερνώντος ΑΚΡ στην Άγκυρα.
Το νέο κόμμα –από τα σπλάχνα του ΑΚΡ– του Αχμέτ Νταβούτογλου επίσης έφερε νέα ώθηση στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας, αλλά απαιτείται χρόνος για να φανεί η απήχησή του στο εκλογικό σώμα. Δεν θα μπορούσε να λείπει από τη λίστα και ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ο οποίος δεν έχει κρύψει την πρόθεσή του να είναι ο αντίπαλος του Ερντογάν το 2023, ως υποψήφιος της κεμαλικής αξιωματικής αντιπολίτευσης για την προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Τουρκία και Ευρασία
Το τρίτο σενάριο θέλει την Τουρκία στο ρόλο του «στρατηγικού εξισορροπιστή» (Strategic Balancer). Αυτό προϋποθέτει ότι στα επόμενα χρόνια όχι μόνο θα διατηρήσει τη συμμαχία με τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, αλλά και θα ενδυναμώσει την σχέση της με την Κίνα και το Ιράν. Με τον τρόπο αυτό θα είναι ο εξισορροπιστής, ο διαιτητής στις σχέσεις του ΝΑΤΟ με τις ευρασιατικές δυνάμεις στην ευρύτερη περιοχή μας, διαμορφώνοντας με τη στάση της τις κατά περίπτωση νικηφόρες ομάδες και εναλλάσσοντας τις προτιμήσεις της ανάλογα με το εκάστοτε συμφέρον της.
Το τέταρτο και τελευταίο σενάριο φέρει τον τίτλο «Ευρασιατική δύναμη» (Eurasian Power). Ουσιαστικά περιγράφει την σύγκρουση και κατ’ επέκταση ρήξη της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την αμετάκλητη απομάκρυνση της από τη Δύση. Οι συγγραφείς της μελέτης, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να αναμένουμε και την απομάκρυνση της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ.
Ως αντιστάθμισμα θα επιχειρούσε να καλλιεργήσει στενούς συμμαχικούς δεσμούς με χώρες της Μέσης Ανατολής. Η έκθεση αυτή βασίζει αυτή την εκδοχή στις ήδη υπάρχουσες σχετικές φωνές στο τουρκικό βαθύ κράτος. Ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, για το οποίο και ο ίδιος ο Ερντογάν θεώρησε ως υπαίτιους τους Αμερικανούς. Πολλά κορυφαία στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων ενστερνίζονται την άποψη αυτή.
Αν και η μελέτη δεν εστιάζεται στο μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όσο σε αυτό των αμερικανοτουρκικών, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για την Αθήνα. Η προσεκτική ανάγνωσή της αποτελεί ένα ακόμα εργαλείο προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης μίας δυναμικής δράσης για την υπεράσπιση των ελληνικών συμφερόντων.