Μετανεωτερική εποχή και ναρκισσιστική απόδραση
12/03/2020Κατά τη νεωτερική φάση η ψυχική οργάνωση του ατόμου εμφανίζει μια σχετική σταθερότητα, η οποία επέτρεπε έναν προγραμματισμό ζωής με μακροπρόθεσμη προοπτική. Αντίθετα στην σύγχρονη μετανεωτερική φάση διαμορφώνεται στην/στον πολίτη μια ψυχική οργάνωση με βραχυπρόθεσμη προοπτική.
Αυτή η κατάσταση είναι απόρροια της σύγχρονης κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης και ιδιαίτερα των χαρακτηριστικών της απασχόλησης, που προκαλούν μια στρεσογόνο συνθήκη, η οποία ενδέχεται να γίνει τραυματική:
- Πρώτον, από βραχυπρόθεσμες συμβάσεις εργασίας, δηλαδή αφορά στελέχη που δεν μένουν πλέον για μακρύ χρονικό διάστημα στην ίδια εταιρεία.
- Δεύτερον, την επιβολή εργασιακής ευελιξίας και απαίτηση για υψηλή απόδοση.
- Τρίτον, μία επαγγελματική ζωή που χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα. Ο εργαζόμενος μπορεί να απολυθεί χωρίς προειδοποίηση, χωρίς πρόδρομα σημάδια για μια τέτοια εξέλιξη. Η λογική της προαγωγής είναι επίσης απρόβλεπτη.
- Τέταρτον, η ίδια η εταιρεία μπορεί να σταματήσει τις εργασίες της – και όλοι οι εργαζόμενοι να βρεθούν άνεργοι- και να μεταφερθεί σε άλλη χώρα όπου το οικονομικό, επενδυτικό περιβάλλον είναι πιο ευνοϊκό για εκείνη.
Ένα τέτοιο ασταθές περιβάλλον είναι εύλογο να επιβαρύνει την ψυχική εργασία, η οποία είναι απαραίτητη ώστε το άτομο να προσαρμόζεται στην πραγματικότητα. Οι σύγχρονες αβεβαιότητες ενθαρρύνουν την τάση για ισχυρό ατομικισμό – η εργασία του σημερινού ανθρώπου μοιάζει περισσότερο με κάμπινγκ, γεγονός που συμβάλλει στην ύφανση αδύναμων δεσμών στον εργασιακό χώρο και στην έλλειψη ουσιαστικής αλληλεγγύης. Σύμφωνα με τον Sennet (1970), εγκαθίστανται εφήμερες ενώσεις, οι οποίες θεωρεί ότι είναι απόρροια της απουσίας κοινών στόχων των εργαζομένων.
Ο καθένας για την πάρτη του
Όλο και περισσότεροι λένε: «Ο καθένας για την πάρτη του κι ο Θεός για όλους». Όντως στην ψυχαναλυτική εργασία διαπιστώνουμε ότι οι σύγχρονες κοινωνικές και επαγγελματικές συνθήκες τροφοδοτούν την ναρκισσιστική προοπτική του ατόμου, δηλαδή την εξαιρετική επένδυση του εγώ του ατόμου, εις βάρος των επενδύσεων των άλλων ανθρώπων. Αυτή η ναρκισσιστική επένδυση ενισχύεται από τους επαναλαμβανόμενους τραυματισμούς σε αυτό το ασταθές κοινωνικό και κοινό νομικό περιβάλλον.
Μάλιστα στην μετανεωτερική εποχή μας φαίνεται το καλό της συλλογικότητας να μην είναι η πρωταρχική αξία, όπως την εποχή του Φρόυντ. Ιδιαίτερα ο Bauman, στο βιβλίο του “Μετανεωτερικότητα πηγή δυστυχίας”, υποστηρίζει ότι στην μετανεωτερική εποχή μας, η ανάλυση του Φρόυντ για τον πολιτισμό δεν ευσταθεί. Όντως στις μέρες μας η ατομική ελευθερία έχει καταστεί κυρίαρχη αξία και επηρεάζει όλους τους κοινωνικούς κανόνες και διακανονισμούς.
Η μετανεωτεριτικότητα ωθεί το άτομο να κατακτήσει με κάθε δυνατό τρόπο την ευτυχία και να αποφύγει κάθε οδύνη, γεγονός που οδηγεί σε σημαντικό περιορισμό της ασφάλειας, με αποτέλεσμα να προκαλούνται σοβαρές ανησυχίες στη σύγχρονη κοινωνία. Το άτομο ψάχνει για την ευτυχία ενώ ταυτόχρονα αντιλαμβάνεται τον κόσμο ως αβέβαιο και τρομακτικό. Η κοινωνική και οικονομική κατάσταση τρομάζει τους ανθρώπους, βασικά λόγω της έλλειψης συνοχής και ενιαίας κατεύθυνσης που δεν πετάει συνεχώς μεγάλες ομάδες έξω από την ζωή.
Ελευθερία και ασφάλεια
Η αναζήτηση ατομικής ευτυχίας διαφθείρει και υπονομεύει τα συστήματα αυθεντίας, που τελικά αποσκοπούν στο να σταθεροποιήσουν την κοινωνική ζωή με κάθε τρόπο. Ουσιαστικά στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα συμβαίνει μια κοινωνική μετάλλαξη, επειδή η κοινωνία των παραγωγών μετατρέπεται σε κοινωνία των καταναλωτών. Αυτή η κοινωνική μεταλλαγή ανέστρεψε το “σύγχρονο” συμβιβασμό που o Freud υποστήριξε στο “Πολιτισμός πηγή δυστυχίας”, ότι είχε επιτευχθεί στο πλαίσιο της κοινωνίας, δηλαδή παραχώρηση της ατομικής ελευθερίας με αντάλλαγμα την ασφάλεια.
Σύμφωνα με τον Bauman, στη μεταμοντέρνα κοινωνία, η ασφάλεια εγκαταλείφθηκε με αντάλλαγμα την περισσότερη ελευθερία. Μια ελευθερία της αγοράς και της κατανάλωσης, γεγονός που προκαλεί μια αίσθηση διαρκούς αβεβαιότητας και δημιουργεί μια νέα κατηγορία “ξένων”, που αποκλείονται από την κοινωνία. Αυτή η αβεβαιότητα είναι εμφανής σε όλη την Ευρώπη με την άνοδο των λαϊκιστικών κομμάτων, της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, του αντισημιτισμού, του εξτρεμισμού, αλλά και με κοινωνικές αναταραχές, οι οποίες ανέτρεψαν το πολιτικό τοπίο σε πολλές χώρες.
Στην Ελλάδα, κατά την περίοδο της κρίσης, δημιουργήθηκαν βίαιες καταστάσεις, η Γαλλία αντιμετωπίζει τώρα προβλήματα που σηματοδοτήθηκαν από τις κινητοποιήσεις των κίτρινων γιλέκων, η Μεγάλη Βρετανία έχει διχαστεί από το Brexit, τα οικολογικά κινήματα επιχειρούν να προβούν σε εντυπωσιακές ενέργειες για να ευαισθητοποιήσουν τους πολίτες. Μοιάζει οι άνθρωποι να εξεγείρονται αηδιασμένοι με τη ζωή που έχουν. Μια άλλη ανθρωπιστική καταστροφή είναι το κύμα των προσφύγων που ξεχύθηκε στην Ευρώπη και το οποίο προκάλεσε, αφενός κινήσεις αλληλεγγύης και αφετέρου ξενοφοβικές “αλλεργικές” κινήσεις απόρριψης.
Τα ναρκισσιστικά ιδεώδη
Παρά την τεράστια επένδυση στην επιστήμη και την τεχνολογία (Bauman, Liquid Love, 2003), τελικά έχουμε απογοητευθεί και είμαστε επιφυλακτικοί για το μέλλον και την πρόοδο. Ο σύγχρονος κόσμος έχει γίνει εύθραυστος και φοβάται τις μαζικές καταστροφές. Το άτομο χρησιμοποιεί τις δεξιότητες του ή την τεχνολογία για να δημιουργήσει προσωρινούς δεσμούς, που δεν θα τα πνίγουν, αλλά αρκετά ισχυρούς δεσμούς ώστε να έχει την απαραίτητη στήριξη όταν οι παραδοσιακοί θεσμοί που το πλαισίωναν εξασθενούν (οικογένεια, κοινότητα, εκκλησία).
Η ποιότητα της σχέσης αντικαθίσταται από την ποσότητα, η οποία συνεχώς απειλεί το άτομο με τις υπερβολές της. Το άτομο αδυνατεί να επεξεργαστεί όσα του συμβαίνουν.
Σήμερα η χειραφέτηση του ατόμου αναφορικά με τις ηθικές απαγορεύσεις του παρελθόντος (απαγορεύσεις του Υπερεγώ), δεν σημαίνει το τέλος των κοινωνικών απαιτήσεων, οι οποίες εμφανίζονται ακόμα πιο σκληρές με τη μορφή των επιδόσεων, κάτι που ενισχύει τις ναρκισσιστικές επενδύσεις.
Κάποιος δεν αισθάνεται πλέον ένοχος εξαιτίας των απαγορευμένων επιθυμιών του, αλλά μέμφεται τον εαυτό του για την αποτυχία του να επιτύχει να είναι και να ζει σύμφωνα με τα ναρκισσιστικά ιδεώδη του, με τις μεγαλειώδεις εικόνες αυτού που διαμορφώνει. Η διάσταση ανάμεσα σε αυτό που κάποιος είναι και σε αυτό που θα ήθελε να είναι, βιώνεται ως ένα μόνιμο κενό.
Η σύγχρονη πραγματικότητα δεν συμβάλλει πλέον στο να διαμορφωθεί η υποκειμενικότητα, ένας αυθεντικός εαυτός, αλλά αντιθέτως η διαμόρφωση ενός ψεύτικου ναρκισσιστικού εαυτού οδηγεί σε αλλεπάλληλους τραυματισμούς, που προκαλούνται από τις υπερβολικές διεγέρσεις που προκαλεί η ασταμάτητη αναζήτηση της ναρκισσιστικής αναγνώρισης.
Η λογική του “όλα ή τίποτα”
Αυτή η αναζήτηση δεν έχει καμία σχέση με τον αληθινό εαυτό που αγνοείται και τελικά ενισχύει το αίσθημα του υποκειμενικού κενού. Το υποκείμενο παραδίδεται στη λογική του “όλα ή τίποτα”. Ο Bauman σε μια συνέντευξη στο Guardian είπε, «Εάν ο Freud ήταν τώρα σε αυτό το δωμάτιο, θα παρατηρούσε ότι πήγαμε πολύ μακριά προς την πλευρά της ελευθερίας και τώρα επιστρέφουμε στην ασφάλεια, επειδή συνειδητοποιούμε ότι έχουμε πάει πολύ μακριά. Μάλλον θα αποκλίνουμε από την ασφάλεια πάλι».
Αυτή η “ρευστή” φάση της μετανεωτερικότητας στη Δύση είχε τεράστιο αντίκτυπο στην συλλογικότητα και στον ψυχισμό των ατόμων ενισχύοντας όπως είδαμε τον ναρκισσισμό. Ήταν αναπόφευκτο η κοινωνιολογία από τη δεκαετία του 70 για να προσεγγίσει και να κατανοήσει τον ατομικισμό, προσέφυγε στην έννοια του ναρκισσισμού.
Όντως ο εαυτός στην σύγχρονη κοινωνία είναι εύθραυστος, κατακερματισμένος, όπως ένας χαμαιλέοντας, καθ’ εικόνα και ομοίωση της κοινωνικής πραγματικότητας, η οποία κατέστη συγκυριακή, κατακερματισμένη και διασκορπισμένη. Για τους μεταστρουκτουραλιστές συγγραφείς, ο εαυτός παύει ουσιαστικά να υπάρχει. Το υποκείμενο είναι ένα έκκεντρο υποκείμενο, το οποίο βρίσκει την ταυτότητα του, στα θραύσματα του λόγου ή και στις πράξεις που αποτυγχάνουν να βρουν ένα περιέχον.
Η ναρκισσιστική προβληματικά είναι κυρίαρχη και συχνά γίνεται έκφραση της ενόρμησης της καταστροφικότητας, η οποία θα στραφεί είτε προς τα έξω εναντίων άλλων προσώπων, του περιβάλλοντος κλπ) είτε εναντίον του ίδιου του εαυτού (αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, αρρώστια κλπ). Ξεχάσαμε ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από το μαζί μέσα στις αρχές ενός παγκόσμιου νόμου, τον οποίο επίσης ξεχνάμε για ιδιοτελείς και ουσιαστικά ασήμαντους ναρκισσιστικούς λόγους.