Ο κίνδυνος διάλυσης ενεργοποίησε το “μπαζούκα” της ΕΚΤ
19/03/2020Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) άκουσε τελικά τις ανησυχίες πολλών ηγετών κρατών μελών της ευρωζώνης και προχώρησε σε μια γενναία παρέμβαση τόνωσης της ρευστότητας για τη στήριξη της οικονομίας του ευρώ. Ήδη, με το πρώτο φως της νέας ημέρας, καταγράφονται θετικές αντιδράσεις στα χρηματιστήρια και την αγορά ευρωπαϊκών ομολόγων, η γενικότερη κατάσταση, ωστόσο, εξακολουθεί να θυμίζει διάπλου σε “αχαρτογράφητα νερά”.
Ο δραματικός τόνος του διαγγέλματος Μέρκελ, ότι βρισκόμαστε στη μεγαλύτερη πρόκληση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και οι δηλώσεις του Τραμπ, ότι είναι πλέον “πρόεδρος σε καιρό πολέμου”, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο σε αυτή την απόφαση, η οποία ελήφθη λίγες ώρες αργότερα. Τις προηγούμενες ημέρες, είχε διαφανεί άλλωστε η τάση της ιταλικής κυβέρνησης να απασφαλίσει, καθώς οι πρωτόγνωρα τραγικές επιπτώσεις της πανδημίας την οδηγούν σε έναν δημοσιονομικό εκτροχιασμό που πετά στον “κάλαθο των αχρήστων” το Σύμφωνο Σταθερότητας. Ανάλογες τάσεις διαφάνηκαν στην Ισπανία και στη Γαλλία, αλλά και στο σύνολο των οικονομιών της ζώνης του ευρώ.
Οι εξελίξεις αυτές ανάγκασαν τη Λαγκάρντ, η πισώπλατη μαχαιριά της οποίας προς την Ιταλία κινδύνευσε να μετατραπεί σε χαριστική βολή για το ευρώ, να ανακοινώσει, αργά το βράδυ της Τετάρτης, ότι η ΕΚΤ σκοπεύει να χρησιμοποιήσει κάθε εργαλείο που διαθέτει για να υπερασπιστεί το κοινό νόμισμα. Την ίδια ώρα, σε έκτακτη συνεδρίασή της, η Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωνε ότι αποδεσμεύει 750 δισεκατομμύρια ευρώ για την επαναγορά δημόσιου και ιδιωτικού χρέους.
Η κίνηση αυτή αποτελεί ένεση ρευστότητας τεραστίων διαστάσεων για να αντιμετωπιστεί ο αντίκτυπος της πανδημίας του κορωνοϊού στην ευρωπαϊκή οικονομία. Οι νέες επαναγορές έρχονται να προστεθούν στην αγορά αξιόγραφων αξίας 120 δισεκατομμυρίων ευρώ εντός του 2020, που είχε αποφασίσει η ΕΚΤ, έξι ημέρες νωρίτερα, με στόχο τη μείωση του κόστους δανεισμού των χωρών της ευρωζώνης.
Η αντίδραση των αγορών
Με το άνοιγμα των ασιατικών χρηματιστηρίων, στο Τόκιο καταγράφηκαν ισχυρές ανοδικές τάσεις, οι οποίες ωστόσο διαγράφηκαν στο κλείσιμο, καθώς η ανησυχία για την έκταση που θα έχει ο οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας παραμένει, παρά την ποσοτική χαλάρωση που ανακοινώνουν οι κεντρικές τράπεζες. Πτώση κατέγραψαν οι τιμές των μετοχών και στη Νότια Κορέα, η οποία όμως εξακολουθεί να είναι, μαζί με την Ιταλία και το Ιράν, μία από τις βασικές νέες εστίες της ασθένειας.
Με άνοδο άνοιξαν και τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, τα οποία τις προηγούμενες ημέρες βρέθηκαν στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας επταετίας. Οι μετοχές των τραπεζών και των εταιριών ενέργειας καταγράφουν ανοδική τροχιά, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τις μετοχές των εταιριών ταξιδιών και αναψυχής, οι οποίες συνεχίζουν να υποχωρούν, εξαιτίας των ανησυχιών για πλήρη κατάρρευση του κλάδου.
Μεγάλη είναι, ωστόσο, όπως ήταν αναμενόμενο, η μείωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης, με την Ιταλία, το κόστος δανεισμού της οποίας είχε εκτιναχθεί τις προηγούμενες ημέρες να καθοδηγεί την πτώση. Οι αποδόσεις των 10ετών ιταλικών ομολόγων υποχώρησαν έως και 90 μονάδες βάσης στο 1,40%, με τη διαφορά τους από τα αντίστοιχα γερμανικά να μειώνεται κατά 100 μονάδες βάσης, σε σχέση με την Τετάρτη.
Πτώση κατά περίπου 30 μονάδες βάσης καταγράφουν και τα ισπανικά και πορτογαλικά δεκαετή, ενώ σημαντική είναι η “ανάσα” για τα αντίστοιχα ελληνικά η απόδοση των οποίων, στις πρώτες ώρες λειτουργίας της δευτερογενούς αγοράς υποχώρησε στο 2% από το 4,5% που είχε φθάσει χθες. Άλλωστε, όπως διευκρίνισε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, με το νέο πρόγραμμά της η ΕΚΤ θα μπορέσει να αγοράσει ελληνικά ομόλογα ύψους 12 δισ. ευρώ.
Ο φόβος του κατακερματισμού
Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ήταν αποκλεισμένα από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (το QE), καθώς το Ελληνικό Δημόσιο δεν διαθέτει την απαραίτητη πιστοληπτική διαβάθμιση των οίκων αξιολόγησης. Ωστόσο, μετά την απόφαση του Eurogroup, για δυνατότητα πλήρους δημοσιονομικής χαλάρωσης και από την Ελλάδα, συμπεριλήφθηκαν στο πρόγραμμα της ΕΚΤ, εξαιτίας των σοβαρότατων επιπτώσεων της πανδημίας και στην ελληνική οικονομία.
Από τους πρώτους που εξέφρασαν την πλήρη στήριξή τους στο νέο πρόγραμμα της ΕΚΤ ήταν ο Μακρόν, ο οποίος τόνισε ότι πλέον «εναπόκειται στα ευρωπαϊκά κράτη, να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να επιδείξουν μεγαλύτερη δημοσιονομική αλληλεγγύη στην καρδιά της ευρωζώνης». Αιχμή, η οποία στρέφεται εμφανώς προς την δημοσιονομική πολιτική του Βερολίνου και το “φρένο χρέους” που επιβάλλει το γερμανικό σύνταγμα.
Περισσότερο σαφής, λόγω αντικειμένου, ήταν ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ μίλησε για «ένα τεράστιο σχέδιο, που θα επιτρέψει στις εταιρίες να είναι καλύτερα χρηματοδοτημένες και θα έχει τεράστιο πολιτικό αντίκτυπο». Συμπλήρωσε μάλιστα ότι το νέο πρόγραμμα της ΕΚΤ «θα περιορίσει τον κίνδυνο κατακερματισμού στην ευρωζώνη».
Ελπίδες ότι οι ανακοινώσεις της ΕΚΤ θα δείξουν στις αγορές την αποφασιστικότητα της Ευρώπης να ξεπεράσει τη νέα κρίση εξέφρασε ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας Πέτερ Αλτμάιερ, ενώ ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε χαιρέτισε την «προσαρμοσμένη στη σοβαρότητα της υγειονομικής έκτακτης ανάγκης» Ευρώπη. Ικανοποιημένος δήλωσε και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, επαναλαμβάνοντας τη δέσμευσή του για μια «ενεργητική οικονομική απάντηση της ΕΕ», όπως και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Νταβίντ Σασόλι.
Οι ενδείξεις από το “μέτωπο” δείχνουν, ωστόσο, ότι η ύφεση βαθαίνει, ότι είμαστε ακόμη στην αρχή και μένει να δούμε πόσο αποτελεσματικό θα αποδειχθεί το “υπερόπλο” της ΕΚΤ. Η Λαγκάρντ δήλωσε πάντως ότι δεν υπάρχουν όρια σε ό,τι αφορά τη δέσμευση μας στο ευρώ.