Το δόγμα Στρατηγικού Βάθους με όρους Ερντογάν όχι Νταβούτογλου
10/07/2020Η Τουρκία είναι αναθεωρητική χώρα. Θεμελιώδης στόχος της πολιτικής που ασκεί είναι να αλλάξει το status quo στην περιοχή που ορίζουν οι άξονες Μεσόγειος, Κεντρική Ασία και Καυκασία, Αραβική Χερσόνησος. Αντικειμενικός της σκοπός είναι η ανάδειξή της σε περιφερειακή δύναμη και –συν τω χρόνω– σε μεγάλη δύναμη με πλανητική επιρροή.
Ήδη, η εφαρμοσμένη εξωτερική της πολιτική μιμείται τον τρόπο συμπεριφοράς των ΗΠΑ ή δυνάμεων που επιζητούν κυρίαρχη θέση στο διεθνές σύστημα, όπως η Ρωσία και η Κίνα. Αυτό είναι κάτι που δεν αποπειρώνται να κάνουν ακόμα και ισχυρά κράτη, όπως η Γαλλία κι η Γερμανία. Για να επιβάλει τη βούλησή της ακολουθεί μια επιθετική στρατηγική, ενώ δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική της ισχύ, εισβάλλοντας σε γειτονικές χώρες (Ιράκ, Συρία), απειλώντας με πόλεμο (Ελλάδα, Κύπρος) ή χρησιμοποιώντας το στρατό της ώστε να διεισδύσει σε αυτές και να τις ελέγξει (Λιβύη).
Επιχειρεί να εκμεταλλευτεί το κενό ισχύος που δημιουργήθηκε από την εντεινόμενη εσωστρέφεια των ΗΠΑ και τη σταδιακή απόσυρσή τους από την περιοχή. Το αναδυόμενο πολυπολικό μοντέλο στο διεθνές σύστημα συνιστά ευκαιρία για την αναβάθμιση του γεωστρατηγικού ρόλου της Τουρκίας, η οποία λειτουργεί ως ένας ορθολογικός δρων, που οδεύει σταθερά προς την επίτευξη του αντικειμενικού του σκοπού.
Το δόγμα Στρατηγικού Βάθους, όπως εκφράστηκε μέσα από το έργο του ακαδημαϊκού και πολιτικού Αχμέτ Νταβούτογλου (“Στρατηγικό Βάθος – Η Διεθνής Θέση της Τουρκίας”, εκδόθηκε το 2001), αντανακλά εναργώς το στρατηγικό όραμά του για τη χώρα. Σύμφωνα με τον Νταβούτογλου, η Τουρκία πρέπει να βασίσει την εξωτερική της πολιτική στην έννοια του Στρατηγικού Βάθους, η οποία συνοψίζεται στην αντίληψη ότι ο ρόλος μιας χώρας στην παγκόσμια πολιτική σκηνή καθορίζεται από την γεωστρατηγική της θέση και το ιστορικό της βάθος.
Δόγμα ήπιας ισχύος
Η Τουρκία, βάσει αυτής της θεώρησης, αποτελεί ένα κράτος της Μέσης Ανατολής, των Βαλκανίων, του Καυκάσου, της Κεντρικής Ασίας, της Κασπίας, της Μεσογείου, του Περσικού Κόλπου και της Μαύρης Θάλασσας. Δύναται να ασκεί επιρροή σε όλες αυτές τις περιοχές, λόγω της κεντρικής γεωγραφικής της θέσης και να διαδραματίζει έναν στρατηγικό ρόλο με παγκόσμιες προεκτάσεις.
Έτσι, παύει να δρα απλώς ως σύνδεσμος μεταξύ Ανατολής και Δύσης και όργανο προώθησης των συμφερόντων τρίτων χωρών. Μεταμορφώνεται σε έναν ενεργητικό δρώντα που διεκδικεί την προώθηση των εθνικών του συμφερόντων, κάνοντας χρήση του γεωγραφικού και ιστορικού της βάθους. Πάντα κατά το δόγμα του Νταβούτογλου, μέσω της ήπιας ισχύος (η κουλτούρα, τα πολιτικά ιδανικά, η πειθώ και το κύρος της χώρας ως εργαλεία εκπλήρωσης στόχων), φιλοδοξεί να “οδηγήσει” τις περιοχές αυτές στην ειρήνη, την συνεργασία και την ευημερία.
Σύμφωνα με τον Νταβούτογλου, ως ηγεμονεύουσα δύναμη, όπως επιτάσσει η οθωμανική κληρονομιά της, η Τουρκία θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς της, την οικονομική της ευρωστία, την ελεύθερη αγορά, τους ιστορικούς και πολιτισμικούς δεσμούς της με τις γειτονικές χώρες για τον σκοπό αυτό, δηλαδή για την ανάδειξή της σε ηγεμονική δύναμη της ευρύτερης περιοχής.
Πως εφαρμόστηκε το δόγμα Στρατηγικού Βάθους
Το Δόγμα Στρατηγικού Βάθους δεν συνάντησε αρχικά ευρεία αποδοχή. Μετά τις εκλογές του 2002, τις οποίες κέρδισε το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, ο Νταβούτογλου άρχισε σταδιακά να επηρεάζει την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας ως πρώτος τη τάξει σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού Ερντογάν, έπειτα ως υπουργός Εξωτερικών και εν τέλει ως πρωθυπουργός, όταν ο Ερντογάν μεταπήδησε στην προεδρία της Δημοκρατίας.
Η Τουρκία ξεκίνησε να αναπτύσσει άξονες συνεργασίας προς τον αραβομουσουλμανικό κόσμο, την Αφρική, τη Νότια Αμερική και την Ρωσία. Η θεμελίωση στενών σχέσεων με αναδυόμενες δυνάμεις όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία, θα τη βοηθούσαν να πραγματώσει το στρατηγικό της δυναμικό. Μια ακόμα γεωστρατηγική εναλλακτική για την Τουρκία θα ήταν η πιθανή ένταξή της στην ΕΕ. Αυτή –σύμφωνα με τον Νταβούτογλου– θα της επέτρεπε να επιλύσει τις δύο δομικές της διαμάχες: το κουρδικό ζήτημα και την αντιπαλότητα κοσμικών-ισλαμιστών. Σε πρώτη φάση, η χρήση της ήπιας ισχύος είχε αρχίσει να αποδίδει καρπούς.
Η απομάκρυνση Νταβούτογλου από την κυβέρνηση το 2016, η στροφή της τουρκικής ηγεσίας προς τον αυταρχισμό, ειδικά μετά το πραξικόπημα, η επαπειλούμενη δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κράτους και οι ενεργειακές εξελίξεις, επιτάχυναν την εφαρμογή της τουρκικής στρατηγικής με διαφοροποίηση των εργαλείων. Η προβολή ισχύος εντάθηκε με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ιράκ (2017, 2019, 2020), τη Συρία (2016, 2017, 2019, 2020) και εσχάτως τη Λιβύη (2020). Αυτή εκδηλώθηκε επίσης έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου, αλλά προ ημερών και εναντίον συμμαχικών πολεμικών πλοίων, ενός γαλλικού κι ενός ιταλικού, τα οποία “κλείδωσαν” οι τουρκικές φρεγάτες κατά την διάρκεια ελέγχου, στο πλαίσιο επιχείρησης του ΝΑΤΟ.
Οι πρόσφατες ανακαλύψεις υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ένα επιπλέον εργαλείο για την προώθηση των επιδιώξεων της Τουρκίας. Η επεκτατική της πολιτική έναντι της Ελλάδος, ήδη από την δεκαετία του ’70, ενισχύεται από την αξία των κοιτασμάτων αυτών για την ενεργειακή ασφάλεια των κρατών της περιοχής και της ΕΕ. Η εκμετάλλευσή τους, ο έλεγχος των ενεργειακών υποδομών και των διαδρόμων μεταφοράς ενέργειας προς την Ευρώπη, σε συνδυασμό με την γεωπολιτική αξία της περιοχής, συνιστούν ένα πολύ ελκυστικό πακέτο. Αυτοί οι παράγοντες, ενταγμένοι στον στρατηγικό σχεδιασμό της Τουρκίας, αποτελούν συγκριτικά πλεονεκτήματα και θα συμβάλουν αποφασιστικά στην εμπέδωση των προοπτικών της.