Η Ιταλία παίζει το παιχνίδι της Ολλανδίας για τα 750 δισ.
12/07/2020Tου Ferdinando Giugliano
Οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συναντηθούν την ερχόμενη εβδομάδα προκειμένου να διαπραγματευτούν τις λεπτομέρειες της κοινής δημοσιονομικής απάντησής τους στην κρίση του Covid-19.
Η Ολλανδία έχει αναδειχθεί στον “κακό” της υπόθεσης, ο οποίος αντιτίθεται στο σχέδιο, καθώς ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε απαιτεί από τις επιμέρους χώρες να δεσμευθούν σε οικονομικές μεταρρυθμίσεις σε αντάλλαγμα για οποιαδήποτε βοήθεια. Ο Ρούτε εμφανίζεται ιδιαίτερα άκαμπτος, ωστόσο οι υποστηρικτές του ταμείου των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ (848 δισ. δολαρίων) δεν λαμβάνουν την απαιτούμενη βοήθεια από την Ιταλία, η οποία υπέστη ένα από τα χειρότερα ξεσπάσματα του κορονοϊού στην Ευρώπη.
Η Ρώμη παλεύει να συντάξει ένα αξιόπιστο σχέδιο για την ανασύνταξη και επαναφορά της χώρας σε τροχιά κανονικότητας. Ο συνασπισμός του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος και του λαϊκιστικού Κινήματος Πέντε Αστέρων είναι αδύναμος και διχασμένος και το μόνο που κάνει, άθελά του, είναι να ενισχύει την ιδέα της υποχρέωσης για μεταρρυθμίσεις έναντι οικονομικής βοήθειας που κραδαίνουν οι Ολλανδοί.
Η ακροδεξιά αντιπολίτευση της Ιταλίας, την ίδια ώρα, με επικεφαλής τη Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, κάνει ελάχιστα πέρα από το να κραυγάζει ενάντια στην κυβέρνηση και στην Ευρώπη. Η Ιταλία παίζει τελικά ακριβώς το παιχνίδι εκείνων που, όπως οι Ολλανδοί, αμφιβάλλουν ότι τα ευρωπαϊκά χρήματα θα δαπανηθούν με ορθολογικό τρόπο από όσους τα λάβουν.
Ο “μεγάλος ασθενής”
Η πανδημία έπληξε την Ιταλία ιδιαίτερα σκληρά. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναμένει ότι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν 13% φέτος, περισσότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Η κυβέρνηση συγκρότησε και εφάρμοσε ένα μεγάλο πακέτο δημοσιονομικής τόνωσης, ωστόσο αυτό βαρύνει περαιτέρω επί του τεράστιου δημόσιου χρέους της χώρας.
Οι αποδόσεις των 10ετών κρατικών ομολόγων της Ιταλίας είναι τώρα υψηλότερες σε σχέση των αντίστοιχων της Ελλάδας – δεν το λες ακριβώς και σημάδι εμπιστοσύνης από πλευράς επενδυτών. Η ύφεση για την Ιταλία το 2020 προβλέπεται βαθύτερη εκείνης του συνόλου της Ευρωζώνης Ο Τζουσέπε Κόντε, πρωθυπουργός της Ιταλίας, κατέστη ιδιαίτερα δημοφιλής κατά τη διάρκεια της πανδημίας, μετά την επιβολή ενός από τα πλέον σκληρά lockdown στην Ευρώπη.
Ωστόσο, αποτυγχάνει μέχρι στιγμής να εφεύρει σημαντικές πολιτικές – ορόσημα για την περίοδο μετά τον ιό. Έχει βέβαια ουσιαστικά “παγώσει” την κατάσταση στην οικονομία, εμποδίζοντας τις εταιρείες να απολύσουν εργαζόμενους, εφαρμόζοντας ένα γενναιόδωρο πρόγραμμα επιδότησης της αναστολής εργασίας.
Ωστόσο, λίγα είναι τα σημάδια για το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Τον περασμένο μήνα, ο Ιταλός πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην ιδέα της μείωσης του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), ωστόσο οι δύο κυβερνητικοί εταίροι γρήγορα την απέρριψαν.
Επενδύσεις ή “χρήματα από το ελικόπτερο”;
Ο Κόντε ισχυρίζεται ότι το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία για την ανοικοδόμηση της οικονομίας της Ιταλίας, ωστόσο οι Δημοκρατικοί και οι Πεντάστεροι δυσκολεύονται πολύ να συμφωνήσουν σχετικά με τις προτεραιότητες όσον αφορά τις δαπάνες. Οι Δημοκρατικοί θέλουν να χρησιμοποιήσουν τα κεφάλαια για να ενισχύσουν τις επενδύσεις σε υποδομές.
Ωστόσο, τα Πέντε Αστέρια συνηθίζουν ανέκαθεν να αντιτίθενται σε μεγάλα project, με το επιχείρημα ότι αποτελούν σπατάλη και βλάπτουν το περιβάλλον. Ο Λουίτζι Ντι Μάιο, υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας – και πρώην ηγέτης των Πέντε Αστέρων – εξέφρασε την ιδέα να χρησιμοποιηθούν τα ευρωπαϊκά χρήματα για να καλυφθούν περικοπές στον φόρο εισοδήματος.
Οι Δημοκρατικοί απέρριψαν άμεσα την ιδέα του, επιχειρηματολογώντας στη βάση του ότι η ΕΕ διαθέτει τα χρήματα για επενδύσεις και όχι προς κατανάλωση. Εκεί όπου – δυστυχώς – οι δύο εταίροι του κυβερνητικού συνασπισμού συμφώνησαν ήταν στη στήριξη προβληματικών επιχειρήσεων που αγωνίζονταν να επιβιώσουν ήδη πριν από την κρίση του κορονοϊού.
Η ιταλική κυβέρνηση έχει δώσει 3 δισεκατομμύρια ευρώ στην Alitalia, μια εδώ και χρόνια ζημιογόνα αεροπορική εταιρεία. Η Banca Monte dei Paschi di Siena και η Banca Popolare di Bari, δύο προβληματικά τραπεζικά ιδρύματα, έχουν μεταφέρει πολλά από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια τους σε μια κρατική “bad bank”, με τις ευλογίες της κυβέρνησης.
Η σύγκρουση με τις Βρυξέλλες
Η Ρώμη έχει συγκρουστεί στο παρελθόν με τις Βρυξέλλες γι’ αυτού του είδους την κρατική ενίσχυση, ωστόσο η πανδημία δημιούργησε ένα νέο “παράθυρο” ευκαιρίας για την ιταλική κυβέρνηση. Πρόκειται πραγματικά για χαμένη ευκαιρία, καθώς υπάρχουν τομείς στους οποίους τα κονδύλια ανάκαμψης της ΕΕ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σωστά και με ευεργετικά αποτελέσματα.
Η Ιταλία πρέπει να βελτιώσει τις πολιτικές της όσον αφορά την αγορά εργασίας προκειμένου να προσφέρει σωστά στοχοθετημένη υποστήριξη σε εργαζόμενους που κινδυνεύουν να βρεθούν στην ανεργία. Τα Πέντε Αστέρια, ωστόσο, έχουν γεμίσει τα θεσμικά όργανα που έχουν ως αντικείμενο τα ζητήματα της αγοράς εργασίας με πιστούς οπαδούς του κόμματος, οδηγώντας σε απογοητευτικά αποτελέσματα.
Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, μια εμβληματική “πεντάστερη” πολιτική με στόχο την ανακούφιση των ανέργων και των εργαζόμενων με πολύ χαμηλά εισοδήματα, δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την κατάλληλη απασχόληση για τους περισσότερους από τους αποδέκτες του, όπως είναι ο μεσοπρόθεσμος στόχος. Γιατί λοιπόν ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα του οποίου τη διαχείριση θα αναλάβουν οι ίδιοι άνθρωποι να έχει διαφορετικά αποτελέσματα;
Τα δύσκολα διλήμματα
Ο σχεδιασμός ενός ταμείου ανάκαμψης το οποίο θα δίνει στις κυβερνήσεις τα σωστά κίνητρα για να ξοδέψουν τα χρήματα με σύνεση είναι πράγματι δύσκολος. Παρά τις προτροπές του Ρούτε, η ΕΕ πρέπει να αποφύγει τους σκληρούς όρους που συνόδευαν παρελθόντα προγράμματα διάσωσης. Τέτοια όροι θα ήταν αδύνατο να γίνει αποδεκτοί στη νότια Ευρώπη.
Ένα ελαφρύτερο, ωστόσο, σετ υποχρεώσεων για τη λήψη των ευρωπαϊκών πόρων θα σήμαινε μεγαλύτερο βαθμό εμπιστοσύνης στις αποδέκτριες χώρες. Και, ενώ η Ελλάδα και η Πορτογαλία έχουν διαχειριστεί ορθά τις οικονομίες τους τα τελευταία χρόνια, είναι δύσκολο να έχει κανείς την ίδια εμπιστοσύνη στην Ιταλία.
Τα υπόλοιπα μέλη της ΕΕ αντιμετωπίζουν ένα δίλημμα. Εάν δεν υποστηρίξουν τη Ρώμη, θα κατηγορηθούν ότι δεν επιδεικνύουν αλληλεγγύη και θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια αψυχολόγητη αντίδραση πανικού από πλευράς αγοράς. Ταυτόχρονα, μοιάζει απίθανο οποιοδήποτε πακέτο στήριξης να καταφέρει βελτιώσει την αναιμική ανάπτυξη της Ιταλίας.
Καθώς οι ηγέτες της Ευρώπης προετοιμάζονται να συζητήσουν μια ριζική αναδιάρθρωση της δομής της νομισματικής ένωσης, πρέπει ταυτόχρονα να εξετάσουν εάν είναι διατεθειμένοι να στηρίζουν την Ιταλία για μακρό χρονικό διάστημα.